Κείμενα: Ιάσονας Κωστόπουλος

Τις τελευταίες μέρες εκπρόσωποι της κυβέρνησης βρέθηκαν, σε δύο διαφορετικές περιπτώσεις, αντιμέτωποι με αποδοκιμασίες. Από τη μια ο κ. Μηταράκης, κατά την επίσκεψή του στην Ορεστιάδα, αποδοκιμάστηκε σφοδρά από τον κόσμο που είχε κινητοποιηθεί ενάντια στην επέκταση του ΚΥΤ στον Έβρο – όπου η κυβέρνηση σχεδιάζει να χτίσει ένα ακόμη μεγάλο hot spot. Από την άλλη η επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Ικαρία, για να «επιθεωρήσει» την πορεία των εμβολιασμών σε ένα νησί με ελάχιστα κρούσματα από την αρχή της πανδημίας, συνοδεύτηκε από γιουχαΐσματα.

Καθένα από τα παραπάνω περιστατικά έχει τα δικά του ειδικά χαρακτηριστικά. Η περίπτωση του Έβρου αποτελεί συνέχεια της δυσαρέσκειας των νησιών, αλλά και έκφραση της οργής εκείνου του κόσμου που η κυβέρνηση τον περασμένο Μάρτιο χαρακτήριζε «ήρωα», ενώ τώρα τον αγνοεί και προωθεί το γκριζάρισμα της περιοχής. Η περίπτωση της Ικαρίας έρχεται σε μια στιγμή που η κυβέρνηση τα έχει κάνει μαντάρα με τη διαχείριση της πανδημίας. Οπότε η φιέστα εντυπωσιασμού που σχεδίαζε ο πρωθυπουργός τελικά δεν «βγήκε». Ωστόσο και τα δύο αυτά περιστατικά φανερώνουν πως κάτι έχει αλλάξει, τόσο για τον κόσμο όσο και για την κυβέρνηση.

Τέρμα η περίοδος χάριτος

Φαίνεται πως η κυβέρνηση μπαίνει σε μια νέα περίοδο: το χρονικό «δάνειο» που της είχε δοθεί από τον κόσμο, στο φόντο της διαχείρισης της πανδημίας, φτάνει στο τέλος του. Η κυβέρνηση το σπατάλησε χωρίς να κάνει τίποτα ουσιαστικό για την προετοιμασία της χώρας απέναντι στα επόμενα κύματα της πανδημίας. Αντίθετα, πορεύθηκε χρησιμοποιώντας ως μόνο μέσο αντιμετώπισης της υγειονομικής κρίσης το λοκντάουν – καταλήγοντας έτσι να ανοιγοκλείνει τη χώρα για έναν ολόκληρο χρόνο, με πενιχρά αποτελέσματα. Και προσπάθησε να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα μέσα από αυταρχικές, αντιφατικές και ανορθολογικές αποφάσεις, υπό τη φενάκη μιας επιστημονικής επιτροπής που πολύ γρήγορα αυτοεξευτελίστηκε, αλλά και συκοφαντώντας συστηματικά όλες τις φωνές που προέτασσαν μια άλλου τύπου διαχείριση.

Αυτό βέβαια μοιάζει να το αντιλήφθηκαν νωρίς και οι ίδιοι οι κυβερνώντες. Γι’ αυτό, από τα μέσα του δεύτερου κύματος κι έπειτα, έχουν περάσει σε ένα επόμενο στάδιο «διαχείρισης», με εκβιασμούς και νταηλίκια. Σκοπός πλέον είναι, αν δεν μπορούν να κατευνάσουν, τουλάχιστον να τρομοκρατήσουν την κοινωνία (εξ ου ο ρόλος Χρυσοχοΐδη και οι πρόσφατες δηλώσεις Γεωργιάδη για «τα κλειδιά της εστίασης»). Αλλά και να εκμεταλλευθούν την πανδημία ως ιδανική συνθήκη για να επιβάλλουν «προχωρήματα», όπως αυτό στην παιδεία, που σε οποιαδήποτε άλλη περίοδο θα δημιουργούσαν γερούς κραδασμούς. Ωστόσο η αλαζονεία της κυβέρνησης, σε συνδυασμό με την ανικανότητα βασικών υπουργών (βλέπε π.χ. το μπαράζ αλληλοσυγκρουόμενων δηλώσεων Κεραμέως-Γεωργιάδη-Κικίλια στην αρχή της εβδομάδας για το «αυστηρότερο» λοκντάουν) έφεραν αντίθετα αποτελέσματα.

Ενδεικτική της μεταβολής κλίματος είναι και η μαζικότητα των τελευταίων φοιτητικών κινητοποιήσεων. Αυτή θα μπορούσε να αποδοθεί, εν μέρει, σε αντανακλαστικά που είναι γνωστό ότι υπάρχουν στους πανεπιστημιακούς και μαθητικούς χώρους, και αναμένονταν να τροφοδοτήσουν αντιδράσεις (δεδομένου του περιεχομένου του νομοσχεδίου). Θα πρέπει όμως εδώ να συνυπολογίσουμε ότι, ενώ το προηγούμενο νομοσχέδιο της κυβέρνησης για το άσυλο πέρασε λίγο-πολύ στα ψιλά, αυτή τη φορά, με τη μεσολάβηση όσων περιγράψαμε και παρά τα εμπόδια της καραντίνας, οι διαδηλώσεις είναι εξαιρετικά μαζικές. Αλλά και η απήχησή τους στην κοινωνία είναι διευρυμένη.

Το χρονικό «δάνειο» που είχε δοθεί στην κυβέρνηση από τον κόσμο, στο φόντο της διαχείρισης της πανδημίας, φτάνει στο τέλος του: η κυβέρνηση το σπατάλησε χωρίς να κάνει τίποτα ουσιαστικό

ΜΜΕ: Λογοκρισία και καναλιζάρισμα της ενημέρωσης

Το γεύμα του πρωθυπουργού στο μπαλκόνι του κ. Στεφανάδη στα πλαίσια της πρωθυπουργικής επίσκεψης στην Ικαρία, δικαίως αποτέλεσε πηγή δυσαρέσκειας και κριτικής. Τη στιγμή που η χώρα μπαίνει σε ένα ακόμη λοκντάουν –εμφωλευμένο στο ήδη υπάρχον– η κυβέρνηση σεργιανίζει τη χώρα και κάνει ντόλτσε βίτα με δεκάδες παρατρεχάμενους, χωρίς καμία προφύλαξη. Ωστόσο, πέρα από αυτό καθαυτό το γεγονός, αίσθηση έχει προκαλέσει σημείωμα που αναρτήθηκε στα στούντιο της ΕΡΤ και ζητούσε να μην παιχτούν εικόνες από το εν λόγω τραπέζι! Όπως και, στην περίπτωση του κ. Λιγνάδη, η «οδηγία» να γίνει χρήση συγκεκριμένων φωτογραφιών…

Για μια ακόμη φορά η κυβέρνηση αποπειράται λογοκρισία και καναλιζάρισμα της ενημέρωσης, προσπαθώντας να θάψει ό,τι στραπατσάρει την εικόνα της. Η πρακτική είναι απλή και δυστυχώς αρκετά κοινή στις μέρες μας. Ειδήσεις αποσιωπούνται και διαστρεβλώνονται, όπως το γιουχάισμα κατά του κ. Μητσοτάκη στην Ικαρία, που αντικαταστάθηκε με βεγγαλικά καλωσορίσματος στο λιμάνι! Άλλες λογοκρίνονται και θάβονται τελείως (περίπτωση ΕΡΤ). Παράλληλα η κυβέρνηση φροντίζει να κρατά χορτασμένα τα φίλια προς αυτήν Μέσα, μπουκώνοντάς τα με δημόσιο χρήμα (λίστα Πέτσα).

Τα αποτελέσματα των παραπάνω, έχουν φανεί καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας, με τα μεγάλα ΜΜΕ να αποτελούν πλέον ένα ενιαίο, μονοφωνικό κυβερνητικό κανάλι. Είναι χαρακτηριστική η παρουσίαση της εικόνας της πανδημίας στη χώρα. Όταν η κυβέρνηση θέλει να «ανοίξει» το λοκντάουν, τα ΜΜΕ υπερπροβάλλουν τη «θετική» εικόνα των Σαββατοκύριακων (οπότε γίνονται ελάχιστα τεστ). Αντίθετα, όταν πρόκειται να παρθούν νέα μέτρα, η αφήγηση αλλάζει: μέσα σε λίγες ώρες επιστρατεύονται όλα τα μέσα –τεστ, συνεντεύξεις, μετρήσεις λυμάτων– για να αποδειχθεί ότι η χώρα βρίσκεται μπροστά στην επόμενη, πιο θανάσιμη στιγμή της πανδημίας!

***

Με τέτοιες πρακτικές προσπαθεί η κυβέρνηση να οχυρωθεί απέναντι στη δυσαρέσκεια που προξενεί η διαχείριση της πανδημίας, αλλά και όλη η σαπίλα που φανερώθηκε τις τελευταίες μέρες, με τις καθημερινές πλέον καταγγελίες για κακοποιήσεις και παρενοχλήσεις στο χώρο του θεάματος (αναμφίβολα, παρόμοια πράγματα συμβαίνουν και στα πλαίσια του πολιτικού συστήματος – αλλά εκεί η φίμωση ακόμη λειτουργεί…). Ο έλεγχος της ενημέρωσης είναι αναγκαία συνθήκη για το καθεστώς έκτακτης ανάγκης που επιμελώς στήνεται, με πρόσχημα την πανδημία. Ένα καθεστώς που, πέρα από τον αυταρχισμό και την καταστολή, έχει σαν βασικό του συστατικό τον έλεγχο του δημόσιου λόγου, το καναλιζάρισμα της ενημέρωσης και τη διαρκή συκοφάντηση της δυσαρέσκειας και της αντίστασης του κόσμου – ο οποίος επιμελώς ταυτίζεται με τον σκοταδισμό, τον λαϊκισμό, ενίοτε και τον φασισμό, που απειλούν τη «δημοκρατία» μας…


Πανδημία και υπόγεια ρεύματα

Η πανδημία, πέρα από ευκαιρία για τις παγκόσμιες ελίτ, αποτελεί και ένα σημείο τομής στο οποίο συμπυκνώνεται ο πολιτικός χρόνος και αλλάζουν συνολικά οι όροι άσκησης της πολιτικής. Με την έννοια ότι πέρα από τις πρωτόγνωρες συνθήκες, που άλλαξαν την καθημερινότητα σχεδόν ολόκληρου του πλανήτη, αναδεικνύονται και μεγάλα ζητήματα, όπως η σχέση του ανθρώπου με τη φύση, αλλά και η ποιότητα της δημοκρατίας. Ήρθαν στο προσκήνιο ανεπάρκειες δεκαετιών, ως αποτέλεσμα της λεηλασίας των συστημάτων υγείας. Στη χώρα μας αυτό μεταφράστηκε στη συνειδητοποίηση, από το πρώτο κιόλας κύμα, ότι είμαστε εν πολλοίς μόνοι. Όχι μόνο εξαιτίας της δραματικής κατάστασης του ΕΣΥ έπειτα από μια δεκαετία μνημονίων, αλλά κι επειδή έχει προ πολλού χαθεί ακόμη και μια στοιχειώδης εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα. Από την άλλη, ενισχύθηκε έτσι το αίσθημα κοινωνικής ευθύνης και η αλληλεγγύη με σκοπό την αυτοπροστασία της κοινωνίας, ιδίως στο πρώτο κύμα.

Τα παραπάνω κατέστησαν την περίοδο της πανδημίας, καταλύτη υπόγειων διεργασιών για την κοινωνική συνείδηση. Χωρίς να μπορούμε ακόμα να δώσουμε πρόσημο σε αυτές και με ανοιχτό το ενδεχόμενο να παραταθεί το σάστισμα από τον ορυμαγδό των εξελίξεων, αρχίζει να διαφαίνεται ότι γεννιέται για μια ακόμη φορά οργή και αμφισβήτηση – την οποία δεν μπορεί να απορροφήσει το πολιτικό σύστημα της χώρας. Αυτό δεν οφείλεται μονάχα στην ποιότητά του και στη φθορά που υπέστη στα μνημονιακά χρόνια. Οφείλεται και στη νομιμοφροσύνη που επιδεικνύουν σήμερα όλα τα κόμματα απέναντι τόσο στη διαχείριση της πανδημίας όσο και στην «προετοιμασία» της μετα-Covid εποχής.

Οι αποδοκιμασίες και τα γιουχαΐσματα συνιστούν μια μουδιασμένη έκφραση της οργής που έχει συσσωρευθεί έπειτα από έναν χρόνο κοροϊδίας και σπατάλης χρόνου – που τις πληρώνουμε σήμερα όχι μόνο με την ελευθερία μας αλλά και με ζωές. Γι’ αυτό και δίκαια συμβαίνουν, σε πείσμα της κυβέρνησης, των ΜΜΕ και όσων θα προτιμούσαν μια πιο «πολιτισμένη» στάση, που είναι πιο εύκολα διαχειρίσιμη. Το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι αν στη νέα περίοδο, όπου οι απαιτήσεις για τον προσανατολισμό σκέψης και πράξης είναι ιδιαίτερα αυξημένες, μπορούν τα σημερινά γιουχαΐσματα να μετασχηματιστούν, να αποτελέσουν πρόπλασμα για μια αναγκαία αναβάθμιση της λαϊκής συνείδησης και διαθεσιμότητας.


Καθεστώς έκτακτης ανάγκης και στην καταστολή

Η προσπάθεια της κυβέρνησης να εκμεταλλευθεί την πανδημία για να προχωρήσει με υποθέσεις που έχει στην ατζέντα της, αλλά και να εγκαθιδρύσει ένα μόνιμο καθεστώτος έκτακτης ανάγκης και εξαίρεσης, εύλογα συναντούν αντιδράσεις. Η εικόνα δεν διαφέρει και πολύ από όσα έχουμε δει στο παρελθόν να συμβαίνουν σε διάφορες χώρες της «δημοκρατικής» Δύσης (π.χ. Γαλλία), και όχι μόνο. Απαγόρευση συναθροίσεων, κυκλοφορίας και συγκεντρώσεων, με πρόσχημα ένα σοβαρό ζήτημα (την πανδημία) που όμως χρονίζει και χρησιμοποιείται επιλεκτικά.

Παράλληλα λανσάρεται το αφήγημα ότι ο «κυβερνητικός σχεδιασμός» πρέπει να προχωρήσει, ακόμη και μέσα στις ειδικές νέες συνθήκες. Αντιμετωπίζοντας δηλαδή την πανδημία ως ευκαιρία επιβολής άσχετων με αυτήν και καταφανώς αντιδημοκρατικών ρυθμίσεων. Για όποιον διαφωνεί, το καθεστώς προβλέπει καταστολή. Δηλαδή μπόλικο ξύλο, συλλήψεις και τρομοκρατία. Είναι ενδεικτική η στάση της κυβέρνησης απέναντι στις αντιδράσεις για το νομοσχέδιο που ψηφίστηκε σε σχέση με την παιδεία. Ξεκίνησε συκοφαντώντας όποιον αντιδρούσε, εγκαλώντας τους κινητοποιούμενους για διασπορά του κορωνοϊού, και εν τέλει προχώρησε στην καταστολή των διαδηλώσεων με δεκάδες συλλήψεις και άγριους ξυλοδαρμούς.

Ωστόσο το νέο καθεστώς, παρότι μυρίζει χούντα, εσφαλμένα –αν όχι εσκεμμένα– συνδέεται με την μετατόπιση του πολιτικού φάσματος προς την ακροδεξιά. «Ξεχνιέται» ότι η καταστολή προωθήθηκε εξίσου από τη σημερινή και από την προηγούμενη κυβέρνηση. Επιπλέον, δεν στοχεύει απλά στη συντηρητικοποίηση με έναν κλασικό τρόπο αλλά, πολύ χειρότερα, στην περιθωριοποίηση μεγάλων κομματιών της κοινωνίας και στη διάλυση των υπαρχουσών ταυτοτήτων και σχέσεων. Στο φόντο πάντα του «απαραίτητου εκσυγχρονισμού» …

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!