Βρισκόμαστε σε πλήρη προεκλογική περίοδο, και μένουν λίγες μέρες έως τις εκλογές. Παρουσιάζονται 47-48 κόμματα, διαφορετικού διαμετρήματος, άλλης κοψιάς, χωρίς να ξεχωρίζει ένα αξιόλογο εγχείρημα ή ένας σχηματισμός που να κάνει την υπέρβαση, να δηλώνει, να φαίνεται, αλλά και να πράττει σε συμφωνία με ένα βαθύ αίτημα (που δεν βρίσκει έκφραση): να «πάμε αλλιώς» σαν χώρα, σαν κοινωνία, σαν πολιτική ζωή.

Πλέρια «τοξικότητα» στο πολιτικό σκηνικό, ιδιαίτερα από τα κόμματα της Α΄ Εθνικής: αυτά που «με τον άλφα ή τον βήτα τρόπο» θα σχηματίσουν μια κάποια κυβέρνηση, και αυτά που σιωπούν για μεγάλα θέματα ή σφυρίζουν αδιάφορα (π.χ. Πρέσπες του Αιγαίου, αποστρατιωτικοποίηση νησιών). Ή ακόμα αυτά που θορυβούν με προτάσεις για ψηφιακά νομίσματα και πολλές ρήξεις…

Ο δρόμος προς το συναινετικό, κοινά αποδεκτό πλαίσιο ευρωκρατίας και ΗΠΑ-ΝΑΤΟ περνά μέσα από μια διαπάλη για το ποιος θα διαχειριστεί, και από ποια θέση, τη διακυβέρνηση. Διαπάλη που έχει πολλά στοιχεία διαπλοκής, εκβιασμών, κομπρεμί, σκανδάλων, εξαγοράς, «εκπλήξεων». Κοινός στόχος είναι η περιθωριοποίηση του λαϊκού παράγοντα, η μη ακηδεμόνευτη έκφρασή του, η παθητικοποίησή του. Στα μυαλά της Α΄ Εθνικής, για τον Έλληνα υπήκοο είναι υπεραρκετός ο ρόλος να διαλέξει κάποιο κόμμα, να ψηφίσει, και έτσι να «ολοκληρωθεί» ως πολίτης. Να ψηφίσει κυρίως κόμματα που ερωτοτροπούν με τη διακυβέρνηση, ή έστω κάποιο που έχει ένα ρολάκι στην Α΄ Εθνική. Τέλος, τον παροτρύνουν να ψηφίσει κάτι που να εμποδίζει τον κύριο ανταγωνιστή τους στην κούρσα.

Πολιτικό κενό και έκπτωση της Πολιτικής

Η ερημιά είναι μεγάλη. Το πολιτικό κενό, η έλλειψη μιας εναλλακτικής πρότασης και μιας αξιόπιστης λύσης, ρεαλιστικής και στηριγμένης σε μια παρουσία του λαϊκού παράγοντα, είναι παραπάνω από εμφανής. Η κύρια προσπάθεια του υπάρχοντος πολιτικού προσωπικού είναι η αναπαραγωγή του είτε με όρους διακυβέρνησης, είτε τύποις αντιπολίτευσης, ή έστω απλής παρουσίας με κάποιο ρόλο εντός του κοινοβουλίου. Η «επόμενη μέρα» δεν πρόκειται να είναι πολύ διαφορετική. Κανένας δεν μεριμνά γι’ αυτό, κανένας δεν επενδύει σε αυτό, κανένας δεν πασχίζει γι’ αυτό.

Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα γενικό φαινόμενο έκπτωσης της Πολιτικής και συρρίκνωσης του πολιτικού λόγου ως πολλαπλασιαστή δυνατοτήτων, ανοίγματος δρόμων και προοπτικών, δημιουργίας κινήσεων, ενεργοποίησης της κοινωνίας γύρω από στόχους, και αλλαγής συσχετισμών. Έχουμε ένα μπλοκαρισμένο πολιτικό πεδίο. Επιτρέπεται μόνο η αναπαραγωγή και η μεγέθυνση του πολιτικού συστήματος σε προκαθορισμένες ράγες.

Το σύγχρονο πολιτικό σύστημα έχει μεγεθυνθεί. Δεν περιορίζεται στην κοινοβουλευτική διαδικασία και στη δράση των κομμάτων. Περιλαμβάνει και άλλα «πράγματα», και πρακτικά έχει υποβαθμιστεί η σχέση εκπροσώπησης όπως τη γνωρίζαμε. Το κομματικό φαινόμενο έχει αδυνατίσει, τα κόμματα έχουν μετατραπεί σε απλούς εκτελεστικούς βραχίονες αποφάσεων που παίρνονται έξω από αυτά, δεν παράγουν πολιτική, λειτουργούν ως ιμάντες μεταβίβασης των ελίτ, εγχώριων και διεθνών.

Τα ΜΜΕ μετέχουν δραστήρια στο πολιτικό σύστημα, λειτουργώντας ως ο χειραγωγητικός του βραχίονας. Ο ρόλος τους έχει αυξηθεί εντυπωσιακά: μετέχουν στη διαμόρφωση της «κοινής γνώμης», κατασκευάζουν ειδήσεις, μεγαλοποιούν φόβους και κινδύνους, στρώνουν το δρόμο σε «λύσεις», δημιουργούν μια εικονική πραγματικότητα, χειραγωγούν και παίζουν μαζί με άλλους κρατικούς μηχανισμούς το βασικό ρόλο για την κήρυξη καταστάσεων έκτακτης ανάγκης.

Παράλληλα υπάρχει και ο κόσμος των ΜΚΟ: αυτές λειτουργούν ως μαζικές οργανώσεις του πολιτικού συστήματος, εγκλωβίζοντας εκατοντάδες χιλιάδες πολιτών, και στην ουσία πλαισιώνουν τον κυβερνητισμό με ποικίλους δεσμούς με τον κόσμο των «χορηγών», εγχώριων και διεθνών. Στην ουσία υπάρχει σχέση και αλληλοσυμπλήρωση ανάμεσα σε κόμματα-κράτος, ΜΜΕ και ΜΚΟ.

Το διαδίκτυο δημιουργεί από την πλευρά του την εντύπωση ενός εικονικού κόσμου λαϊκής συμμετοχής. Εκεί μπορεί να διοχετεύεται μια ανάγκη έκφρασης – που όμως όταν ξεφεύγει από ορισμένα όρια πέφτουν ποινές, διαγραφές, ακυρώσεις. Σε καταστάσεις μεγάλων κινητοποιήσεων, το διαδίκτυο μπλοκάρεται από το κράτος και τις επιχειρήσεις που το λειτουργούν.

Τέλος, το πολιτικό σύστημα ελέγχεται και μανουβράρεται, εν πολλοίς διαμορφώνεται από εξωχώριους συντελεστές: από τις πρεσβείες ΗΠΑ και Γερμανίας, από την Ε.Ε. και την Κομισιόν, από το ΔΝΤ, από το Predator και άλλες «υπηρεσίες» που δραστηριοποιούνται έντονα. Δεν λειτουργούν μέσω μόνιμων ντόπιων επιτετραμμένων, και γι’ αυτό οι πάντες του πολιτικού προσωπικού είναι γενικώς αναλώσιμοι. Λειτουργούν και προωθούν λύσεις κυρίως μέσω της μεθόδου του ταραγμού, βαδίζοντας μέσα στο περιβάλλον της κρίσης και της αστάθειας – που αποτελεί κι αυτό μια κανονικότητα πλέον.

Το πολιτικό σύστημα ελέγχεται και μανουβράρεται, εν πολλοίς διαμορφώνεται από εξωχώριους συντελεστές: από τις πρεσβείες ΗΠΑ και Γερμανίας, από την Ε.Ε., από το ΔΝΤ, από το Predator και άλλες «υπηρεσίες»

Μοτίβο κανονικότητας

Στον πολύπλοκο, πολύμορφο, μετανεωτερικό και σε ένα βαθμό χαοτικό κόσμο που ζούμε υπάρχει ένα «συστημικό μοτίβο κανονικότητας» που λειτουργεί, συνυπολογίζει και στηρίζεται σε τρία δεδομένα:

α) Ο κόσμος πρέπει να είναι βασικά (και κυρίως) χειραγωγημένος, και γι’ αυτό οι μηχανισμοί και τα σχήματα χειραγώγησης μεγεθύνονται εκτατικά.

β) Επιτρέπεται η χαμηλής έντασης αμφισβήτηση, και μάλιστα σε θέματα όχι κεντρικά.

γ) Να υπάρχουν όροι ώστε να μπορούν να αντιμετωπίζονται οι εκρήξεις οργής, που κι αυτές είναι στο πρόγραμμα.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο συντίθεται η συστημική κατάσταση. Στον πολίτη προσφέρεται –αν δεν έχει πεταχτεί στο περιθώριο και στα σύγχρονα γκέτο– ο «ευσυνείδητος συμβιβασμός», η προσαρμοστικότητα στο «υπάρχον» (η περίφημη resilience, ως νέα αρετή), αφού δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική.

Οι εκλογές, το κοινοβούλιο, η δημοκρατία, η εκπροσώπηση, το Σύνταγμα, οτιδήποτε μπορούσε να είναι κάποτε η λαϊκή κυριαρχία, καταπατούνται συστηματικά. Ανατρέπονται αποφάσεις μέσα σε 24 ώρες. Τα παραδείγματα του δημοψηφίσματος του 2015, αλλά και όσα κάνει ο Μακρόν στην Γαλλία, παρακάμπτοντας εθνοσυνέλευση και διαδικασίες, αλλά και πλείστα άλλα παραδείγματα, το δείχνουν.

Η έκπτωση του Πολιτικού που προωθείται εδώ και δεκαετίας με την πρωτοκαθεδρία που δόθηκε στην Αγορά και την εκτεταμένη απορρύθμιση που προώθησε ο νεοφιλελευθερισμός, μετέτρεψαν το πολιτικό σύστημα σε κάτι άλλο, όπως προσπαθήσαμε να δείξουμε. Η πολιτική ερημιά είναι το πιο ορατό σημάδι, κι ας μιλάνε οι αναλυτές για «τοξικό περιβάλλον» που δημιουργεί η αντιπαράθεση των κομμάτων ή η αντισυστημική διάθεση και οργή των πολιτών.

Δεν καταλαβαίνουν πόσο έχουν απαξιωθεί όταν λένε ότι ο Μητσοτάκης «ντύθηκε ΣΥΡΙΖΑ και μας είπε ότι θέλει καλύτερους μισθούς, αποτελεσματικό κράτος και καλύτερο ΕΣΥ». Τόσο μυαλό…

Δυο-τρεις τρέχουσες ελληνικές επισημάνσεις

Η έκπτωση του Πολιτικού και στη χώρα μας, ιδιαίτερα με τον «αυτόματο πιλότο» που επέβαλε το ειδικό καθεστώς που έχει επιβληθεί μέσα στα μνημονιακά χρόνια (συστημική συμπολίτευση), έχει οδηγήσει σε μια κατάσταση μεγάλης ανικανότητας και προχειρότητας στα κόμματα – τέτοιας έκτασης που δεν μπορούν καν να κινηθούν αποτελεσματικά στο ίδιο το έδαφος της πολιτικής που θέλουν να προωθήσουν.

Το πιο αισθητό παράδειγμα αυτής της κατάστασης είναι ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ, που δεν μπορεί να ξεπεράσει την αναξιοπιστία του, δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί προς όφελός του τη δυσαρέσκεια προς τη Ν.Δ. και τον Μητσοτάκη, δεν μπορεί να αρθρώσει μια πειστική πολιτική. Κι όχι μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ολόκληρο το φάσμα των ονομαζόμενων αριστερών δυνάμεων δεν μπόρεσε να «τελειώσει» τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη – που έπρεπε να έχει φύγει εδώ και καιρό. Στην ουσία δεν ασκήθηκε καμία ουσιαστική αντιπολίτευση σε όλα τα κρίσιμα ζητήματα: πανδημία και διαχείρισή της, πόλεμος στην Ουκρανία και εμπλοκή της χώρας, αποστρατιωτικοποίηση νησιών, πυρκαγιές και καταστροφές Βόρεια Εύβοια, αισχροκέρδεια – ακρίβεια – funds – πλειστηριασμοί – σκάνδαλα Πάτση και ιδιωτικοποιήσεις, Τέμπη κ.ο.κ.

Μη ασκώντας ουσιαστική αντιπολίτευση, πρόσφεραν ανάσες στον Μητσοτάκη. Έτσι τώρα ο Μητσοτάκης κάνει μια άνετη προεκλογική καμπάνια, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ μπλέκεται πότε με την «κυβέρνηση ηττημένων», πότε με κάποιο σκάνδαλο τύπου Γεωργούλη, πότε με «κυβέρνηση ανοχής», πότε με τη συνεργασία με το ΜέΡΑ25. Κυρίως δε, μπλέκεται όταν εμφανίζεται να θέλει διακαώς ως κύριο και βασικό σύμμαχό του το ΠΑΣΟΚ. Σε μεγάλο βαθμό έχει δίκιο ο Αντώναρος να μην θεωρεί τον ΣΥΡΙΖΑ «αριστερό» κόμμα, αλλά μάλλον κεντρώο σχηματισμό που τον εκφράζει πλήρως. Άλλωστε μεγάλο μέρος του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ καταλαμβάνεται από Πασόκους που έχουν βασικό ρόλο.

Δεν καταλαβαίνουν πόσο έχουν απαξιωθεί όταν γράφουν και λένε ότι ο Μητσοτάκης «ντύθηκε ΣΥΡΙΖΑ και μας είπε ότι θέλει καλύτερους μισθούς, αποτελεσματικό κράτος και καλύτερο ΕΣΥ». Δεν είναι και μικρό πράγμα να «ντύνεσαι το ίδιο» και να κοκορεύεσαι για την αντιγραφή που κάνει ο άλλος εταίρος της μνημονιακής και καθεστωτικής πραγματικότητας… Τόσο μυαλό…

Αλλά και η πέραν του Σύριζα αριστερά, τι έχει να κομίσει σε πολιτικό επίπεδο, σε επίπεδο προοπτικής και λόγου; Απλά ζητούν να είναι παρόντες στη Βουλή, τίποτα παραπάνω, και σιωπούν σε κρίσιμα ζητήματα για τον τόπο. Κυρίως, δεν έκαναν τίποτα ουσιαστικό για να πάρει βάθος και πολιτικοποίηση, να αποκτήσει νεύρο και προοπτική η κοινωνική διαθεσιμότητα που εκφράστηκε ιδιαίτερα μετά τα Τέμπη. Επειδή αυτή η κοινωνική διαθεσιμότητα χάλαγε τα προεκλογικά σχέδια όλων των σχηματισμών – οι οποίοι έπαιξαν «κοντρόλ μπάσκετ» και βοήθησαν να ξεθυμάνει, να καταλαγιάσει, ώστε να προωθήσουν τα ρηξικέλευθα συνθήματά τους: «ισχυρό ΚΚΕ, για να σώζει ο λαός τον λαό» και το «πρώτη φορά ρήξη». Που όμως δεν σημαίνουν τίποτα για την πραγματική κατάσταση και την ανάγκη προαγωγής της κοινωνικότητας διαθεσιμότητας. Λειτουργούν κι αυτά συμπληρωματικά στην αναπαραγωγή του πολιτικού συστήματος και των τάσεων που περιγράψαμε.

***

Η διαπίστωση για πολιτική ερημιά και η κριτική του πολιτικού συστήματος και των τάσεών του οδηγεί σε μια άλλη ανάγκη: Το Πολιτικό να συνδυαστεί με εγχειρήματα, με σχέδια, με κινήματα που να θέτουν στο επίκεντρο την κοινωνική διαθεσιμότητα, την εθνική και λαϊκή κυριαρχία (όχι τυπικά, αλλά ουσιαστικά), την απάντηση στην πολλαπλή κρίση της χώρας, την πραγματική Δημοκρατία και την κοινωνική δικαιοσύνη. Το Πολιτικό αυτό, πέρα από τις προδιαγραφές που έχει, ορίζει και ορίζεται και από τα μέτωπα που θα υπηρετήσει: απέναντι στην παγκοσμιοποίηση, τη ΝΑΤΟφροσύνη, την αποδόμηση, τον φασισμό, τον πόλεμο, τη μετάβαση του κεφαλαίου, τη «μεγάλη επανεκκίνηση», τον ψηφιακό καπιταλισμό, τις σύγχρονες δυστοπίες του βιοπολιτικού ελέγχου μεγάλων πληθυσμών, και τόσα άλλα.

Θα επανέλθουμε.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!