Σκηνές από την έκπτωση

Δεν κρύβεται και δε σκεπάζεται
Τίποτα είναι ένας καθρέφτης
Και μας βλέπει, καθρεφτιζόμαστε.
Είδωλα είμαστε, ινδάλματα απατηλά.
Πηγαίνουμε τάχα, γυρίζουμε πίσω
Στη γη που γεννηθήκαμε.
Ξανακάνουμε τα βήματά μας.

Υπάρχουμε μες στον καθρεφτισμό μας.
Καθώς σηκώνεις το σώμα σου
Και πας, ως να σηκώνεις
Τον ήσκιο σου, τον άλλο ήσκιο.
Ως νάσαι ο ίσκιος ενός ήσκιου.
Βλέπεις τον ήλιο, που έβλεπες, τον ουρανό,
Έναν άλλο ήλιο, ψεύτικο ουρανό.
Ουρανό ουρανού μέσα στη μνήμη.
Το φως είναι ένα άλλο φως.
Μια άλλη λύπη, άλλη μοναξιά.
Το πρόσωπο είναι ένα άλλο πρόσωπο.
Έσκυψα, είδα τη γύμνια μου και ντράπηκα.

Τα πράγματα που σε καθρέφτισαν

Να πιάσω να μαζέψω ένα – ένα
Όλα τα πράγματα που σε καθρέφτισαν.

Να τα φυλάξω σπίτι μου να τάχω.

Να τα κρεμώ στους τοίχους, να τ’ αγγίζω,
Μήπως σ’αγγίξω, μήπως και σε δω,
Σα μια σκιά πεσμένη απάνω τους.

Τα πράγματα δεν έχουν οίκτο.

Σκεπάζονται μαύρη θλίψη και στέκουν
Αμίλητα, αδιάφορα, ακαθρέφτιστα.

Είναι από ύλη, ύλη πυκνή,
Ύλη τυφλή, σκοτάδι, άγρια σιωπή.

Να βάλω μια τρανή φωτιά και να τα κάψω.

Να σε κρατήσω παντοτινά

Να σε κρατήσω παντοτεινά σαν ένα κλειστό κοχύλι
Ομορφιά που ανάβεις τη φλόγα σου
Επάνω σ’ ένα πέταλο
Μέσα σ’ ένα πρόσωπο

Απλώνεις το χέρι σου
Και γράφεις τ’όνομά  σου
Στα φύλλα του χαμόγελου

Από ποια θλίψη κατεβαίνουν τα δάκρυά σου
Μέσα στα μάτια που σκοτείνιασαν να κοιτάζουν τον ήσκιο σου
Μέσα στον τρόμο των πουλιών που δοκιμάζουν τον άνεμό σου
Τα μάτια μας κουράστηκαν να σηκώνουν τον ύπνο
Να ξυπνήσουμε
Να σταθούμε μπροστά σου σαν τα λουλούδια

Ανάμεσα στ’ αγάλματα όπου αναπαύεται η ματιά σου.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!