Φύλλα γλυκά

Σεις φύλλα, που γνωρίζετε, πριν να ’ρθει, τον τρομερό βοριά
που πάλι θα γευτείτε το θρόισμα του φλοίσβου
και τους μαρτυρικούς τούς πόνους της φουρτούνας
τους ξέρετε καλά, που πάλι θα τους νιώσετε.
Κ’ όμως σε κάθε καινούργια άνοιξη προσφέρετε  πανώρια πρασινάδα
Αμέρωτα ωσάν ο ασήμαντος διαβάτης η βροχή
να μην είχε σταθεί ο εραστής σας.
Μήτε κι ο ήλιος, η πιο λαμπρή αγάπη σας,
μήτε το κοτσάνι για σας, γνωστό και μάταιο.
Όποιος για μια φορά μάντεψε το τέλος πριν να ’ρθει
Αυτή την ώρα, φύλλα γλυκά, γι’ αυτόν μην ξαναρθείτε πια.

[Ώστε τα πουλιά όταν φεύγουν θυμωμένα]

Ώστε τα πουλιά όταν φεύγουν θυμωμένα,
από τα παγερά κλαριά του φθινοπώρου
ξέρουν τι κάνουν.
Τους ενοχλεί
η μυρωδιά της λάσπης
κι αυτό το κίτρινο το φως
και φεύγουνε μακριά
σαν τους πρόσφυγες
ψάχνοντας  (το παλιό το σπίτι)
έχουν την αίστηση βέβαια
να μην κουβαλούν κουρέλια
ούτε και αναμνήσεις
και ξέρουνε καλά
πως δεν κάνει να κοιτάζουνε
πίσω
γιατί θα ζαλιστούν.
Κι οι άλλοι οι ναυτικοί
όταν τσακώνονται μες στις ταβέρνες
κι αυτοί ξέρουν τι κάνουν,
τους ενοχλεί.

Κι αυτή η μυρουδιά της μούχλας
κι έτσι όταν τραβάν
τις κάμες τους τις κοφτερές
και με τις φλέβες τους, γεμάτες
κρύο και κρασί
χύνονται στον αντίπαλο
δεν είναι που θέλουνε
να δούνε το θάνατο στα μάτια του άλλου
μα κάτι τους λείπει
κάτι τους φαίνεται παράξενο
κι αυτός ο φόβος τους θολώνει
αφού δεν είναι δυνατό να φτάσει
σε μια διέξοδο
ας φτάσ’ την κάμα
ας σκίσει τέλος πάντων
αυτή η σιωπή, που τους στενεύσει τόσο στα μηνίγγια.

[Κοιμότανε με άλλες γυναίκες]

Κοιμότανε με άλλες γυναίκες, γιατί αυτή του το ’χε πει.
Του’χε πει την τελευταία φορά, να πας με γυναίκες
να μην κάθεσαι μόνος και βαριέσαι.
Εκείνος δεν ήθελε καθόλου, μας κάπως ένιωθε
μια υποχρέωση να κάνει αυτό που του ’λεγε.
Έτσι όταν πήγαινε με άλλες γυναίκες είχε πάντα
τη φωτογραφία της απάνω του, την έκρυβε κάπου
που να μπορεί να τη βλέπει μόνον αυτός.
Ή άλλες φορές αποστήθιζε τα γράμματά της και έκλαιγε
από μέσα του την ώρα που ήτανε με τις άλλες.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!