του Κώστα Βενιζέλου

Η Τουρκία δοκιμάζει συνεχώς τις αντοχές της Ελλάδος. Στην Κύπρο εδραιώνει τις διεκδικήσεις και την παρουσία της, με την ανοχή όλων των διεθνών παικτών – έχει φανεί και από τις χλιαρές αντιδράσεις στην μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τέμενος. Η περίοδος αυτή θεωρείται ως ιδιαίτερα κρίσιμη καθώς οι πληροφορίες αναφέρουν πως η Άγκυρα θα προχωρήσει στις εξαγγελθείσες σεισμικές έρευνες στη θαλάσσια περιοχή της Ελλάδος. Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν πως επί του παρόντος δεν θα προχωρήσει στην περιοχή της Κρήτης αλλά στο Καστελόριζο. Κι αυτό γιατί και οι αντιδράσεις της ελληνικής κυβέρνησης δεν είναι τόσο έντονες όσο για την Κρήτη. Οι Τούρκοι θεωρούν πως για την περίπτωση του Καστελόριζου μπορούν να αναπτύξουν ένα «πειστικό» αφήγημα. Το ζητούμενο είναι πώς θα αντιδράσει η Ελλάδα σε μια τέτοια περίπτωση. Θα σταματήσει τα ερευνητικά σκάφη της κατοχικής δύναμης ή θα αναζητήσει έναν τρόπο να «καταπιεί» την πρόκληση; Πολλά θα κριθούν αναφορικά με τη συνέχεια από την αντίδραση της Αθήνας.

Την ίδια ώρα, είναι πρόδηλο ότι οι διάφοροι τρίτοι περιορίζονται σε χλιαρές αναφορές ενώ η γερμανική προεδρία της Ε.Ε. αναζητεί τρόπους να αρχίσει ένας διάλογος μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Η πρόσφατη μυστική συνάντηση στο Βερολίνο εκπροσώπων των δύο χωρών αυτόν τον σκοπό είχε. Είναι προφανές πως η Τουρκία το ευνοεί, θέλοντας να αποδείξει πως έχει εξαντλήσει κι αυτό το πεδίο «συνεννόησης». Άλλωστε, αποτέλεσμα δεν υπήρξε. Σημειώνεται συναφώς ότι προ δεκαπενθημέρου κλήθηκε στη γερμανική πρωτεύουσα, ο εξ απορρήτων του Ερντογάν, εκπρόσωπος της προεδρίας, Ιμπραχήμ Καλίν για συνομιλίες στην καγκελαρία. Ο Καλίν είχε συζητήσεις συνολικής διάρκειας έξι ωρών. Ποιο το αποτέλεσμα; Επιβεβαίωσε την αποφασιστικότητα της Τουρκίας να προχωρήσει στην υλοποίηση των σχεδιασμών της στην Ανατολική Μεσόγειο.

Από την πλευρά της, η Ε.Ε. επιβεβαιώνει συνεχώς την αδυναμία της να διαδραματίσει διεθνή ρόλο, αλλά και να υπερασπιστεί την κυριαρχία κρατών-μελών της, στην προκειμένη περίπτωση της Ελλάδος και της Κύπρου. Η αποστολή του Ύπατου Εκπροσώπου της Ε.Ε. για θέματα εξωτερικής πολιτικής, Ζοζέπ Μπορέλ, στην Άγκυρα (προηγήθηκε επίσκεψη σε Αθήνα και Λευκωσία), στέφθηκε σε αποτυχία. Πρωτίστως γιατί ο αξιωματούχος της Ε.Ε. θεώρησε πως η αποκλιμάκωση της έντασης περνά μέσα από το διαμοιρασμό του (κυπριακού) φυσικού αερίου. Προφανώς είχε «πειστεί» από τους Τούρκους συνομιλητές του.

Οι παρεμβάσεις του Βερολίνου και η μυστική διπλωματία μέχρι και οι αποτυχημένες αποστολές Μπορέλ διευκολύνουν τις τουρκικές επιδιώξεις

Η μόνη χώρα που φαίνεται ότι στέκεται –για δικούς της λόγους– απέναντι στην Τουρκία είναι η Γαλλία, η οποία επιχειρεί να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτή η προσπάθεια στην αεροπορική βάση της Αλ Ουατίγια, νοτιοδυτικώς της Τρίπολης, πιστώνεται εμμέσως στη Γαλλία. Σημειώνεται συναφώς ότι εντός των ημερών θα ανακοινωθεί από τα υπουργεία Άμυνας της Ελλάδος, Κύπρου, Γαλλίας και Ιταλίας μια κοινή ναυτική παρουσία που θα εκτείνεται από τη Λιβύη μέχρι την Κύπρο. Το περιεχόμενο της διακήρυξης δεν είναι γνωστό, ούτε και πώς θα δρουν οι τέσσερις χώρες.

Επιπροσθέτως, είναι σαφές πως ο αμερικανικός παράγοντας παρακολουθεί από κοντά τις εξελίξεις. Από τη μια η απόφαση για αποχώρηση από την περιοχή και από την άλλη η προεκλογική περίοδος, την οποία διανύουν οι ΗΠΑ, προκαλούν στρατηγική αμηχανία στην Ουάσινγκτον. Αυτό το σκηνικό σαφώς και ευνοεί την Τουρκία.

Τι πρέπει να γίνει

Είναι σαφές πως σε αυτή τη μάχη με την Τουρκία, Ελλάδα και Κύπρος είναι μόνες. Στην Αθήνα ακόμη δεν έχουν αντιληφθεί πως εάν χαθεί η Κύπρος, θα χαθεί και η Ελλάδα. Αυτή η προσέγγιση έχει οδηγήσει βαθμηδόν στη σημερινή κατάσταση αποθράσυνσης της Τουρκίας. Έχει αναφερθεί πως η επίσκεψη-αστραπή Αναστασιάδη στην Αθήνα, την περασμένη Τρίτη, σκοπό είχε να ξεκαθαριστούν μια σειρά από ζητήματα, κυρίως σε σχέση με τη διαχείριση της τουρκικής επιθετικότητας. Την ίδια ώρα, είναι σαφές πως ο Νίκος Αναστασιάδης, όταν και όποτε επαναρχίσουν οι πρωτοβουλίες για το Κυπριακό, μετά τις λεγόμενες εκλογές στα κατεχόμενα, που χρονικά τοποθετούνται τον ερχόμενο Οκτώβριο, θα παρουσιαστεί έτοιμος από καιρό για τις γνωστές συζητήσεις, που οδηγούν σε ένα μοντέλο τύπου σχεδίου Ανάν.

Ελλάδα και Κύπρος οφείλουν να δράσουν από κοινού, τόσο πολιτικά, διπλωματικά όσο και σε σχέση με την άμυνα. Αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να υπάρξει ένας ενιαίος σχεδιασμός αντιμετώπισης της επεκτατικής πολιτικής της Τουρκίας. Η πολιτική του κατευνασμού έχει αποτύχει, μένει να το αντιληφθούν –έστω και τώρα– οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ σε Ελλάδα και Κύπρο.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!