Ο ανταγωνισμός των τριών «κοσμοκρατορικών» δυνάμεων (ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία) στο επίπεδο της Ευρώπης εκφράζεται κύρια ως ανταγωνισμός μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας. Αποτέλεσμα αυτού του ανταγωνισμού στην Ευρώπη είναι οι εξελίξεις που οδήγησαν στον πόλεμο στην Ουκρανία. Οι εξελίξεις αυτές εκτός από τις άλλες πλευρές έχουν και την οικονομική διάσταση η οποία, λόγω των συμμετεχόντων στην αντιπαράθεση, της οικονομικής δύναμης που διαθέτουν και των μεθόδων που χρησιμοποιούν, έχει συνέπειες σε όλο τον κόσμο. Τελικά όμως και στον οικονομικό τομέα το κόστος, το λογαριασμό τον πληρώνουν οι λαοί. Στην παρούσα φάση το αποτέλεσμα των εξελίξεων είναι η μείωση του πραγματικού εισοδήματος, ακόμα και η φτωχοποίηση για τμήματα των λαών μέσα από τη διαδικασία της ακρίβειας και του πληθωρισμού που τροφοδοτείται από την αντιπαράθεση στην Ουκρανία.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΟΙ συνέπειες αφορούν: α) Εδώ και καιρό στην άνοδο των τιμών καυσίμων-ενέργειας και των πρώτων υλών σαν αποτέλεσμα της σταδιακής κλιμάκωσης της αντιπαράθεσης, β) Από τώρα και για τη συνέχεια στις επιπτώσεις από τα οικονομικά μέτρα σε βάρος της Ρωσίας και τα αντίμετρα από πλευρά της, και γ) Από την είσοδο σταδιακά σε μία νέα περίοδο όξυνσης του ανταγωνισμού των εξοπλισμών. Και μόνο από την αναφορά των παραπάνω χωρίς καμία επιπλέον ανάλυση είναι ολοφάνερο ότι ο μεγάλος χαμένος της υπόθεσης στον οικονομικό τομέα είναι η Ευρώπη, δηλαδή οι λαοί της.

Η αντιπαράθεση στην Ευρώπη μεταξύ ΗΠΑ-Ρωσίας έχει στηθεί από τη διοίκηση Μπάιντεν εδώ και ένα χρόνο και κλιμακώνεται σταδιακά. Αυτή εκφράστηκε αρχικά με την ευθεία επίθεση των ΗΠΑ ενάντια στον αγωγό φυσικού αερίου από τη Ρωσία και στη συνέχεια συμπεριέλαβε και το θέμα με την Ουκρανία. Υπενθυμίζουμε τα μέτρα των ΗΠΑ κατά εταιρειών που συμμετείχαν στον αγωγό Nord Stream 2 στην Κεντρική Ευρώπη και τη γενικότερη προσπάθειά τους, ενώ έχει ουσιαστικά ολοκληρωθεί ο αγωγός, να μην τεθεί σε λειτουργία. Την ίδια περίοδο μια σειρά από επιχειρηματικά συμφέροντα, με τις ευλογίες της κυβέρνησης των ΗΠΑ, ετοίμασαν και συνεχίζουν να ετοιμάζουν υποδομές για μεταφορά (τάνκερ), υποδοχή και αποθήκευση υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) κύρια από τις ΗΠΑ αλλά από αλλού (π.χ. Κατάρ) στην Ευρώπη. Παράλληλα όπως φαίνεται από τις εξελίξεις η Ρωσία από την πλευρά της φρόντισε σταδιακά για τον περιορισμό της ροής του αερίου με σκοπό τη μείωση των αποθεμάτων. Σήμερα (24/2/2022) π.χ. στη Γερμανία τα αποθέματα φυσικού αερίου έχουν φτάσει στο ιστορικά χαμηλότερο σημείο του μόλις 4%. Συνεπώς η προσπάθεια είναι συνειδητή και σχεδιασμένη. Από πλευράς ΗΠΑ, να αποκοπεί η Ευρώπη από το ρωσικό φυσικό αέριο, να πουλήσουν οι ΗΠΑ το δικό τους και ενδιάμεσα κάποιοι πλοιοκτήτες να θησαυρίζουν. Από πλευράς Ρωσίας να αξιοποιήσουν το φυσικό αέριο ως μέσο πίεσης προς την Ευρώπη.

Με αυτά τα δεδομένα η τιμή του φυσικού αερίου σε ευρωπαϊκό επίπεδο από 18,80 ευρώ η MWh στο τέλος 2020 φάνηκε να σταθεροποιείται το τελευταίο διάστημα στα 70 ευρώ (αύξηση 272%) και με την έναρξη του πολέμου ξεπέρασε τα 138 ευρώ (+50%) για να περιοριστεί στη συνέχεια σε 118,5 ευρώ (24/2/2022). Η τιμή του φυσικού αερίου είναι άμεσα συνδεδεμένη με την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος καθώς στο μείγμα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας το φυσικό αέριο έχει σημαντική βαρύτητα, ειδικά στην παρούσα περίοδο της «πράσινης» μετάβασης και της άνθησης των χρηματιστηριακών παιγνιδιών στο λεγόμενο χρηματιστήριο ρύπων.

ΟΜΩΣ ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ δεν σταματούν μόνο στις τιμές φυσικού αερίου και ρεύματος. Αφορούν και το πετρέλαιο καθώς η Ρωσία είναι παραγωγός και πετρελαίου με αποτέλεσμα οι γεωπολιτικές αναταραχές να έχουν άμεση επίπτωση και στην τιμή του. Φυσικά για τη θεαματική αύξηση της τιμή του πετρελαίου δεν είναι υπεύθυνες μόνο οι γεωπολιτικές εντάσεις, παίζουν όμως καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της τιμής του. Έτσι το αργό πετρέλαιο από 51,8 δολάρια το βαρέλι (Brent) στο τέλος 2020 έφτασε να κινείται συνεχώς πάνω από τα 90 δολάρια τον Φεβρουάριο 2022 ενώ με την έναρξη του πολέμου έφτασε και τα 105 δολάρια για να κλείσει στα 95,87.

Η εκρηκτική αυτή άνοδος των τιμών της ενέργειας έχει τρεις βασικούς παράγοντες που την τροφοδοτούν εκτός από την αυξημένη ζήτηση: Ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός ΗΠΑ-Ρωσίας, η πρακτική της «μεγάλης επανεκκίνησης» με την «πράσινη μετάβαση» και φυσικά τα χρηματιστηριακά παιγνίδια, είτε αφορούν τον «τζόγο» των ρύπων είτε τις ίδιες τις χρηματιστηριακές τιμές των καυσίμων. Η εξέλιξη αυτή μεταφράζεται σε αύξηση κερδών των σχετιζόμενων επιχειρήσεων ενώ το κόστος το πληρώνουν οι καταναλωτές.

Την ίδια περίοδο λόγο και του γεωπολιτικού ανταγωνισμού έχουν σημειώσει μεγάλη αύξηση και οι τιμές των πρώτων υλών που οδηγούν σε ανατιμήσεις τα τελικά παραγόμενα προϊόντα, σε έξαρση του πληθωρισμού και συνεπώς σε μείωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος,.

ΟΛΑ ΑΥΤΑ αφορούσαν την περίοδο πριν τον πόλεμο και συνεχίζουν να ισχύουν στο έπακρο στη διάρκειά του. Όμως τώρα, μετά την έναρξη του πολέμου και τις αποφάσεις από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους της για οικονομικές κυρώσεις, οι οικονομικές συνέπειες διευρύνονται και αγκαλιάζουν όλο και πιο πολύ τους λαούς. Οι οικονομικοί περιορισμοί εμπορίου και συναλλαγών (οι ΗΠΑ κάνουν προσπάθεια να αποκλείσουν τη Ρωσία ακόμα και από το διεθνές σύστημα πληρωμών SWIFT) θα έχουν συνέπειες στη μείωση της παραγωγής με φυσικό επακόλουθο να χαθούν θέσεις εργασίας. Σκοπός των δυτικών δυνάμεων είναι να πλήξουν την οικονομία της Ρωσίας κάνοντας έναρξη από τον τραπεζικό τομέα και τις πληρωμές. Όμως αυτό θα έχει σαν συνέπεια τη δημιουργία εμποδίων στην τροφοδοσία της ευρωπαϊκής οικονομίας με μια σειρά αγαθά όπως καύσιμα, πρώτες ύλες, σιτηρά κ.ά. που θα έχουν σαν συνέπεια αφενός τη δημιουργία μιας νέας σειράς προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα της παραγωγής αφ’ ετέρου θα συμβάλουν τα μέγιστα σε ένα νέο κύκλο αύξησης των τιμών.

Έτσι ενώ οι γεωπολιτικές αντιπαραθέσεις γίνονται για τα συμφέροντα των μεγάλων και των ολίγων τις οικονομικές συνέπειες τις υφίστανται οι λαοί με την πραγματική μείωση των εισοδημάτων τους άμεσα (μείωση παραγωγής, ανεργία) και έμμεσα (ακρίβεια, μείωση πραγματικού εισοδήματος).

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!