Η μεταβατική εποχή που βιώνει η ανθρωπότητα γενικότερα και η Ελλάδα ειδικότερα, αλλά και οι πολύπλοκες και πολυπλόκαμες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που επικρατούν στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα, απαιτούν επίμονα να αντιμετωπιστούν όλα τα ζητήματα με την ανάλογη σοβαρότητα. Η σοβαρότητα έγκειται στο γεγονός ότι θα πρέπει να αντιμετωπιστούν οι καταστάσεις υπό μια νέα οπτική, απαλλαγμένη από οποιεσδήποτε αγκυλώσεις. Η ιστορική εμπειρία της σκέψης και των πράξεων των συλλογικοτήτων και των κινημάτων αποτελούν την αναγκαία αναφορικότητα, προκειμένου να προχωρήσει το συλλογικό υποκείμενο, αλλά επουδενί δεν μπορεί να αποτελεί εμμονικό βαρίδιο στην προοπτική νέων καταστάσεων, οι οποίες έχουν πρωτόγνωρα χαρακτηριστικά, καθώς βρισκόμαστε στο τέλος της εποχής του Διαφωτισμού και στην εκκίνηση μιας νέας. Σε μια κοινωνία, που παραιτημένη χειραγωγείται σχεδόν απόλυτα, είναι αναγκαίο να βρεθούν εκείνες οι συναρμογές που θα ενώσουν τα κομμάτια και ως συμπαγές σώμα, που θα νοεί δημιουργικά, θα δώσει την τελική λύση στο δράμα. Διότι αυτήν τη στιγμή συμβαίνει να έχει επικρατήσει ο φόβος, που είναι το καταγωγικό ένστικτο της φύσης του ανθρώπου, καθώς είναι σύνηθες να το χρησιμοποιούν οι παντός είδους εξουσίες προκειμένου να επιβληθούν στους ανθρώπους, είτε στο προσωπικό είτε στο κοινωνικό επίπεδο. Το πρώτο στάδιο, προκειμένου να επιτευχθεί η φοβική επιβολή, είναι να κλονιστεί η εμπιστοσύνη του ανθρώπου στον εαυτό του· τούτο επιτυγχάνεται με την ενοχοποίηση του εαυτού. Το τρίγωνο αυτό, εξουσία, ενοχή και φόβος, που βασίζονται σε καταγωγικά ένστικτα του ανθρώπου, είναι καθοριστικά στη ζωή των ανθρώπων και προσδιορίζουν σχεδόν ολοκληρωτικά τον προσωπικό και κοινωνικό βίο. Είναι ανάγκη να ειπωθεί επιτακτικά, προκειμένου να εισαχθούμε στην έννοια της ανοικτότητας, ότι το κακό έχει την τάση να μην σκέπτεται και το χαρακτηριστικό του είναι ότι αποζητά πάντα το τέλος σε ο,τιδήποτε ενέχει ζωή, εν αντιθέσει με τη σκέψη που απαιτεί κίνηση και η κίνηση πάντα παράγει ζωή. Κατά συνέπεια, η δημιουργική σκέψη αποτελεί το αντίδοτο για ο,τιδήποτε κακό συμβαίνει. Για να υπάρξει, όμως, ένα τέτοιο κριτήριο, η ανοικτότητα αποτελεί την προϋπόθεση της δημιουργικής σκέψης του υποκειμένου και τούτο είναι απαραίτητο να εκπορευτεί καταρχήν από το προσωπικό πεδίο και στη συνέχεια να διαχυθεί και να δικτυωθεί στον κοινωνικό χώρο.

Η διατήρηση της αγωνίας είναι το κλειδί για τη βούληση της ανοικτότητας και η απαραίτητη προϋπόθεση για την ανεκδήλωτη διάθεση της ενότητας, που θα οδηγήσουν στην αυθυπέρβαση που θα λάβει χώρα είτε σε προσωπικό επίπεδο είτε στο κοινωνικό πεδίο

Η επιθυμία, η προθυμία και η ικανότητα κάποιου, προκειμένου να συμβαδίσει μέσα σε συγκεκριμένες συνθήκες και να αναθεωρήσει ορισμένες ιδέες του, αποτελούν καθοριστικό κριτήριο για την έννοια της ανοικτότητας. Η ανοικτότητα έγκειται στη βούληση του υποκειμένου να αναθεωρήσει τις βεβαιωμένες πεποιθήσεις του. Τούτο θα επιτευχθεί μόνο όταν γίνει αντιληπτή η επίγνωση της άγνοιας· τότε βρίσκεται ο άνθρωπος στην απαρχή της εισδοχής του διαφορετικού, της εναλλακτικής κοσμοθεωρίας και ιδέας· οπωσδήποτε ο βαθμός ανοικτότητας ποικίλει ανάλογα με τις διαφορετικότητες που προκύπτουν. Αντίθετα, την κλειστότητα την χαρακτηρίζει μια παγιωμένη αντίληψη ιδεών, οι οποίες συσσωματώνονται σε μια ομάδα ομοϊδεατών, αποτελώντας βεβαιωμένες αλήθειες μη αμφισβητήσιμες και έχοντας ως κριτήριο ότι τις αποδέχονται και οι άλλοι. Δεν γίνεται δυνατή η αποδοχή του διαφορετικού, διότι η δεδομένη αλήθεια έχει, ήδη, υπάρξει ως αποδεκτή από τους ομοϊδεάτες. Τούτο δημιουργεί συσπειρωτικές τάσεις, με αποτέλεσμα η βεβαιότητα της αλήθειας να εντείνεται. Η κλειστότητα είναι μια ορισμένη πεποίθηση ή ένα ολόκληρο σύστημα ιδεών που ανθίσταται σε οποιαδήποτε αναθεώρηση· όπως βέβαια συμβαίνει και στην ανοικτότητα υπάρχουν διαβαθμίσεις κλειστότητας, καθώς οι αντιστάσεις στο(ν) άλλο(ν) διαφοροποιούνται. Επομένως, είναι πολύ πιθανόν η βεβαιωμένη αλήθεια να είναι μια αλήθεια διαστρεβλωμένη, μεγεθυμένη και ο ενωτικός δεσμός ταυτόχρονα μιας ομάδας. Η κλειστότητα συνδέεται αναπόδραστα με το Εγώ και τον ναρκισσισμό· άρα η εντιμότητα που θα έχει με τον εαυτό του ένας άνθρωπος ή μια συλλογικότητα, θα οδηγήσει στη σκέψη και στην αναρώτηση του ποιος είναι ο λόγος που έχει τη συγκεκριμένη πεποίθηση και όχι κάποια άλλη. Η εντιμότητα είναι απαραίτητη όχι μόνο για μια πορεία στοχασμού, αλλά και για τη συσχέτιση του ατόμου με άλλους ανθρώπους ή συλλογικότητες. Η κατάκτηση της ανοικτότητας επέρχεται από τη στιγμή που, όπως ανέφερα και παραπάνω, ο άνθρωπος αρχίζει και έχει επίγνωση της άγνοιάς του. Συνειδητοποιεί, δηλαδή, ότι η αλήθεια μπορεί και να μην είναι αλήθεια. Η διάθεση για ανοικτότητα είναι η απαρχή της κατάκτησης της γνήσιας δημιουργικής σκέψης, που είναι πρωταρχικό κριτήριο της έννοιας της ανοικτότητας.

Η ανοικτότητα στο χώρο και στο χρόνο εμποτίζει τον άνθρωπο με την τριβή του διαφορετικού και της ευκολότερης κατανόησης, τελικά, του εαυτού του. Διότι η ανοικτότητα αυτή προσδιορίζεται από την χωροχρονική πρόσβαση σε άλλα υποκείμενα και σαφέστατα αποτελεί την απαραίτητη προϋπόθεση συλλογικής ενότητας. Η εκκίνηση ενός πολιτικού κινήματος δημιουργεί ένα νέο χώρο και χρόνο κοινό για όλους, πράγμα που σημαίνει ότι η κίνηση αυτή θα παράξει νέα δεδομένα και νέες γνώσεις, που διαρκώς θα προκύπτουν στην κίνηση του χωροχρόνου. Οι άνθρωποι που θα συμμετέχουν σε αυτόν το νέο χωροχρόνο, όσο ετερόκλητοι και αν είναι, θα συνεργαστούν για τον κοινό σκοπό, που δεν είναι άλλος από την αυθυπέρβασή τους. Έτσι, θα δημιουργηθεί μια νέα ώσμωση με κοινές αναφορές, που θα αναπλάσει τις ατομικές και συλλογικές αντιλήψεις και θα δημιουργήσει καινούριες συνειδήσεις. Όσο μεγαλύτερη ανοικτότητα υπάρχει στο διαφορετικό, τόσο θα δημιουργούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις ενός πολιτικού κινήματος. Είναι βέβαιο ότι οι άνθρωποι που συμμετέχουν σε αυτόν το νέο χωροχρόνο βιώνουν στην καθημερινότητα και άλλους παράλληλους χωροχρόνους διαφορετικής, κάθε φορά, υφής. Η αλληλεπίδραση αυτή είναι ωφέλιμη στο βαθμό που διαχέεται ο κοινός στόχος της αυθυπέρβασης. Κατά συνέπεια, αναπόδραστη αλήθεια και κεντρική προϋπόθεση για τη δημιουργία ενός πολιτικού κινήματος, που θα αποτελέσει τη θρυαλλίδα για την μη καταρχήν χειραγώγηση από οποιοδήποτε εξουσιαστικό μέσο και στη συνέχεια να αναλάβει η συλλογικότητα την κατάσταση στα χέρια της, είναι η θέληση για άνοιγμα του ανθρώπου σε ένα νέο κοινό χωροχρόνο.

Ο Δανός φιλόσοφος Kierkegaard, εντρυφώντας στην έννοια της αγωνίας, διαπίστωσε ότι αυτή είναι καθοριστικής σημασίας για τον άνθρωπο. Η πλειοψηφία των ανθρώπων φοβούνται αυτό το αίσθημα και για αυτό διαπράττουν ο,τιδήποτε προκειμένου να το αποτινάξουν, με συνέπεια να οδηγούνται στην κλειστότητα και σε βεβαιότητες για να μην το βιώνουν. Εκείνο που αποδεικνύει, όμως, ο μεγάλος αυτός φιλόσοφος είναι ότι, αν επιθυμεί κάποιος να ζει με πληρότητα και νόημα, θα πρέπει να αγωνιά. Για αυτό και η λέξη αγωνία σημαίνει αγώνας για κάτι· αγώνας για να υλοποιηθεί η σκέψη και η ενδότερη επιθυμία του ανθρώπου για τη δική του ελευθερία, άρα και την προσωπική αυθυπέρβαση, αλλά ταυτόχρονα και τη συλλογική ελευθερία, άρα και την κοινωνική αυθυπέρβαση. Διότι η αγωνία βοηθά στην επίγνωση της άγνοιας, αλλά ταυτόχρονα και της βούλησης να κατανοήσει ο άνθρωπος και να ενεργήσει προς τη θετική κατεύθυνση καλυτέρευσης τόσο του εαυτού του όσο και της ανθρωπότητας. Για αυτόν το λόγο, η αγωνία, κατά τη γνώμη μου, αποτελεί τη βασική προϋπόθεση της ανοικτότητας. Επομένως, η διατήρηση της αγωνίας είναι το κλειδί για τη βούληση της ανοικτότητας και η απαραίτητη προϋπόθεση για την ανεκδήλωτη διάθεση της ενότητας, που θα οδηγήσουν στην αυθυπέρβαση που θα λάβει χώρα είτε σε προσωπικό επίπεδο είτε στο κοινωνικό πεδίο.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!