Εις Μάρκο Μπότσαρη

(ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ)

Η Δόξα δεξιά συντροφεύει
Τον άντρα, που τρέχει με κόπους
Της Φήμης τους δύσβατους τόπους,
Και ο Φθόνος του στέκει ζερβιά,
Με μάτια με χείλη πικρά.

Αλλ’ όποτε η μοίρα του γράψει,
Τον δρόμον του κόσμου να πάψη,
Η Δόξα καθίζει μονάχη
Στην πλάκα του τάφου λαμπρή,
Και ο Φθόνος αλλού περπατεί.

Στην πλάκα του Μάρκου καθίζει
Η Δόξα λαμπράδες γιομάτη.
Κλεισμένο για πάντα το μάτι,
Οπούχε πολέμου φωτιά.-
Ελάτε ν’ ακούστε, παιδιά!

Σοφοί λεξιθήρες, μακρυά,-
Μη λάχη σας βλάψω τ’ αυτιά.
Τρεχάτε στα μνήματα μέσα,
Και ψάλτε με λόγια τρελλά.
Ελάτε ν’ ακούστε, παιδιά!

Το λείψανο, πούχε γλυτώσει
Ο Πρίαμος με θρήνους, με δώρα,
Εγύριζε πίσω την ώρα,
Που πέφτει στην όψη της γης
Το φως το γλυκό της αυγής.

Εβγήκαν μαζί της θλιμμένης
Τρωάδας απ’ όλα τα μέρη
Γυναίκες, παιδάκια και γέροι,
Θρηνώντας, να ιδούν το κορμί,
Που χάνει γι’ αυτούς την ψυχή.

Κλεισμένο δεν έμεινε στόμα
Απάνου στου Μάρκου το σώμα.
Απέθαν’, απέθαν’ Μάρκος.
Μια θλίψη, μια άκρα βοή,
Και θρήνος και κλάψα πολλή.

***

Παρόμοια ηχώ θα λαλήση,
Του κόσμου την ύστερη μέρα,
Παντού στον καινούριον αέρα.
Παρόμοια στου τάφους θα εμβή,
Να κάμη καθένας να εβγή.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!