Του Θεόδωρου Τσελεπή. Είμαι, πραγματικά, δυστυχισμένος. Και είμαι πραγματικά δυστυχισμένος για δύο πράγματα.

Το πρώτο είναι γιατί ποτέ μου δεν μπόρεσα να παρελάσω σε παρέλαση και το δεύτερο γιατί ποτέ μου δεν αισθάνθηκα κανένα ρίγος, στο άκουσμα του Εθνικού μας Ύμνου αλλά και στο ανέμισμα της ελληνικής σημαίας.
Για το πρώτο ευθύνεται το ύψος μου. Από μικρός ήμουν -για να το πω ευγενικά- κάτω του μετρίου αναστήματος. Ήμουν όμως -για να το πω ξανά ευγενικά- κάτω του μετρίου και στις μαθητικές επιδόσεις . Έτσι, ποτέ δεν έλαβα μέρος σε μαθητική παρέλαση, γιατί ως γνωστόν καλοί πατριώτες και άξιοι σημαιοφόροι είναι μόνο όσοι μαθητές έχουν καλούς βαθμούς. Έτσι, δεν περπάτησα στους δρόμους της Τσιμισκή εκπροσωπώντας το σχολείο μου και δεν χαιρέτησα κανένα δήμαρχο, παπά, υπουργό ή βουλευτή, στην εξέδρα των επισήμων. Το παράπονό μου όμως συνεχίστηκε και στο στρατό. Ήμουν ο μοναδικός νεοσύλλεκτος που δεν παρέλασε την ημέρα της ορκωμοσίας, γιατί ο υποδιοικητής, βλέποντας με στην τελευταία γραμμή άκεφο και ασυντόνιστο, με πέταξε έξω και μου απαγόρευσε ρητά να πλησιάσω σε απόσταση μικρότερη των 100 μέτρων από τον χώρο που θα γινόταν η τελετή.
Από τότε μάλλον μου δημιουργήθηκε ένα απωθημένο και συμμετέχω σε όλες τις πορείες με αφορμή τυχόν απεργίες, διαδηλώσεις, συλλαλητήρια. Είναι σαν να παίρνω το αίμα μου πίσω. Άσε που εκεί κανείς δεν δίνει βήμα, ούτε παιανίζουν άθλια μουσικά εμβατήρια.
Στο θέμα του Εθνικού Ύμνου και της συγκίνησης που σκορπά σε κόσμο όταν, για παράδειγμα, ανακρούεται σε κάποιο ολυμπιακό αγώνισμα για κάποιο μετάλλιο που κέρδισε κάποιος αθλητής μας, θυμάμαι το σοκ που προκάλεσα σε δημοσιογράφο της ΕΡΑ Πάτρας, όταν στον αέρα και ζωντανά, με χαρά με ενημέρωσε για μια αθλητική επιτυχία κάποιων αθλητριών της κολύμβησης σε παγκόσμιο πρωτάθλημα. Εγώ ο μίζερος αντί να χαρώ της συνέστησα να είναι επιφυλακτική μέχρι να γίνει ο καθιερωμένος έλεγχος ντόπινγκ.
Όσον αφορά για τη σημαία και για το πόσο αδιάφορα την αντικρίζω, θα ήθελα να υπενθυμίσω τα λόγια του ηθοποιού Βασίλη Διαμαντόπουλου σε μια τηλεοπτική εκπομπή, που καλέστηκε να σχολιάσει την αποτρόπαια πράξη του καψίματος της ελληνικής σημαίας από κάτι «τσογλάνια» αναρχικούς σε κάποια κατάληψη του Πολυτεχνείου:
«Αυτό που συμβολίζει (εννοεί τη σημαία) είναι ένα σύμβολο, ένα πανί, που το δώσανε σε ένα ράφτη που το έραψε καταλλήλως και δεν έχει καμία σημασία, μα καμία παραπέρα σημασία. Τεράστια σημασία έχει τι είναι πίσω από αυτό το σύμβολο. Συμβολίζει μια πολιτεία πολιτισμένη, που ξέρει τους στόχους της, μια κοινωνία που είναι αποφασισμένη να ορμίσει, να αγωνιστεί. Το σέβομαι, αλλά αυτοί που το κάψαν καλά κάναν και το κάψανε, γιατί αυτό το πανί σήμερα, αντιπροσωπεύει μια σαπίλα».
Έτσι, όσο η σαπίλα θα παραμένει, όσο η σημαία θα υπάρχει σε πλοία εφοπλιστών που χρηματοδοτούν χρυσαυγίτες για να δολοφονούν αδερφούς μου μετανάστες, όσο θα βλέπω να την «παρουσιάζουν» σε εκπροσώπους της ντόπιας κλεπτοκρατίας, όσο θα βλέπω ντοπαρισμένους αθλητές να κάνουν το γύρω του θριάμβου τυλιγμένοι με τη γαλανόλευκη, σε αγωνίσματα που αποτελούν ευγενική χορηγία πολυεθνικών, που θησαυρίζουν από την παιδική εργασία, όσο θα βλέπω γαλανόλευκες σημαίες σε σακούλες των σούπερ μάρκετ που μας προτρέπουν να αγοράζουμε ελληνικά προϊόντα, έχοντας για δούλους εργαζόμενους των 400 ευρώ και των 12 ωρών εργασίας, όσο θα βλέπω να την κρατούν σε στάση προσοχής την Μ. Παρασκευή τσολιάδες της Προεδρικής Φρουράς που «υποδέχονται» το «άγιο» φως, με τιμές αρχηγού κράτους, λυπάμαι αλλά δεν θα την κρατήσω ποτέ στα χέρια μου. Προτιμώ να τα έχω άδεια ή να κρατώ τον διπλανό μου. Χρέος μου να μάθω στους γιους μου πως τη σημαία με τη σβάστικα, την κατέβασε από την Ακρόπολη ο Μανώλης Γλέζος και όχι ο κολλητός του μπουμπούκου που παριστάνει τον υπουργό, ο Απόστολος Γκλέτσος.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!