Ημερολόγιο ενός Κυπρίου που μένει στην Ελλάδα

του Γιώργου Τάττη

Ερχόμενος στην Ελλάδα για σπουδές, δεν σκέφτηκα σε καμία περίπτωση ότι θα αντίκρυζα πολλά διαφορετικά πράγματα. Σκέφτηκα μόνο τις δυσκολίες που θα είχε ο κάθε επαρχιώτης που πάει να μείνει σε μία μεγαλούπολη. Πώς θα κατάφερνα να διαχειριστώ τον εγκλεισμό μου σε μία πολυκατοικία, που ευθύς αμέσως, με τρόμο συνειδητοποίησα ότι υπάρχουν και διαμερίσματα που κοιτάνε σε ακάλυπτο.

Φυσικά, για έναν επαρχιώτη που μεγάλωσε πλάι στα συρματοπλέγματα της «πράσινης γραμμής», τα πράγματα θα ήταν ακόμη πιο δύσκολα. Γιατί, σε επίπεδο αντιλήψεων, θα μας ερχόντουσαν όλα τούμπαλιν. Τα βιώματά μας δεν μας επέτρεπαν να εκλογικεύσουμε την κατοχή, να δούμε τις πολλαπλές ιστορικές αφηγήσεις των μεταμοντέρνων, να υποκειμενικοποιήσουμε την ιστορία. Όταν αγναντεύεις καθημερινά στα τρία χιλιόμετρα τα γειτονικά χωριά των γονιών σου, όταν οι ΟΗΕδες σε σταματούν για έλεγχο γιατί οι πινακίδες σου δεν τους είναι γνώριμες, και όταν μέχρι και την γέννησή σου οι μπάρμπες σου ακόμη πάλευαν για να μη χάσουν κάτι στρέμματα γης στην «νεκρά ζώνη», πηγαίνοντας να τα καλλιεργούν παρά τις φυλακίσεις τους από το ψευδοκράτος, μαθαίνεις να λες τα πράγματα με το όνομά τους.

Με όλα αυτά, δεν ήξερα ότι στην καλύτερη περίπτωση, θα ερχόμουν αντιμέτωπος με μία άγνοια. Στην χειρότερη; Με μία υποτίμηση από τους ριζοσπαστικούς χώρους και την παράνοια της «εμπορευματοποιημένης αλληλεγγύης». Ως εκ τούτου, ένα από τα ερωτήματα που με ταλανίζουν από τότε που μένω στην Ελλάδα και συνειδητοποίησα ότι δεν είμαι ούτε Παλαιστίνιος, ούτε –προσφάτως– Κούρδος, για να δικαιούμαι να μιλάω για προσφυγιά και κατοχή, είναι το εάν θα πρέπει να γίνω κι εγώ ένας. Εξάλλου, λίγο επικοινωνία και λίγο μάρκετινγκ, δε χάλασε ποτέ κανέναν που θέλει να πουλήσει το προϊόν του.

Η εμπορευματοποιημένη «αλληλεγγύη», δε θα μου δώσει τίποτα ποιοτικό, παρά μόνο κάποια «likes» στο «Facebook», άντε και κάποιες καταδίκες στο Ευρωκοινοβούλιο. Εξάλλου, για να δρομολογηθεί μια πραγματικά επαναστατική διαδικασία, χρειάζεται μελέτη της ιστορίας, της συγκυρίας, των γεωπολιτικών ανακατατάξεων

«Ας κάνουμε το Κυπριακό μόδα λοιπόν», λέγαμε σε κουβέντες με συντρόφους και φίλους. Φυσικά, για να γίνει αυτό, πρέπει να το πληρώσεις και με κάποιους νεκρούς. Όχι ότι ο Σολάκης και ο Τάσος, ο Θεόφιλος, ή οι τόσοι άλλοι στρατιώτες που πυροβολήθηκαν στο ψαχνό από τα «απέναντι» φυλάκια, δεν μετράνε. Δεν ξέραμε μάλλον να το πουλήσουμε σωστά, ή η «κοινωνία του θεάματος» δεν ήταν έτοιμη ακόμη να χάψει το «παραμύθι» μας. Από την άλλη, δεν καταφέραμε να οργανώσουμε ένα δημοκρατικό, εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα που θα μας θυμίζει καθημερινά τι είναι να αγωνίζεσαι για το δίκαιο, για λεύτερες πατρίδες. Σ’ αυτό, πλην φωτεινών εξαιρέσεων, αποτύχαμε. Και αυτό που φτιάξανε οι παππούδες μας, το αφήσαμε στους γύπες του δικαιωματισμού, σε μία αλλήθωρη νεολαία, μια τσογλανοπαρέα, που κάνει κριτική.

Ξέρω πολύ καλά όμως, ότι η εμπορευματοποιημένη «αλληλεγγύη», δε θα μου δώσει τίποτα ποιοτικό, παρά μόνο κάποια «likes» στο «Facebook», άντε και κάποιες καταδίκες στο Ευρωκοινοβούλιο. Εξάλλου, για να δρομολογηθεί μια πραγματικά επαναστατική διαδικασία, χρειάζεται μελέτη της ιστορίας, της συγκυρίας, των γεωπολιτικών ανακατατάξεων. Χρειάζεται ένα ισχυρό λαϊκό κίνημα με συνείδηση της θέσης του στην κοινωνία και στον κόσμο. Που θα ωθήσει σε μία συλλογική αντιστασιακή συνείδηση και έναν πραγματικό διεθνισμό που θα αναδιατάξει τις σχέσεις εξουσίας μεταξύ των κρατών, τις παραγωγικές σχέσεις που διέπουν το καπιταλιστικό σύστημα και θα στείλει τον ιμπεριαλισμό στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.

Τα «hashtags» δεν αρκούν. Ίσα – ίσα, εκτονώνουν την οργή με μη παραγωγικό τρόπο. Παρόλα αυτά, εάν πρέπει να αναγνωρίσουμε και κάτι θετικό, είναι ότι επαναφέρουν το πρόβλημα στη δημόσια σφαίρα, νομιμοποιούν και εκκινούν μία συζήτηση η οποία μπορεί και να μας βγάλει σιγά-σιγά από το λήθαργο. Εξάλλου, ο δίκαιος αγώνας των Παλαιστινίων, των Κούρδων, δεν μπορεί να ιδωθεί έξω από το πλαίσιο στο οποίο προκύπτει, τις σφαίρες επιρροής, τους ενεργειακούς δρόμους κ.ο.κ. Και σε αυτό το πλαίσιο, η Κύπρος και η Ελλάδα παίζουν το δικό τους ξεχωριστό ρόλο. Για παζλ μιλάμε. Όταν λείπει ένα κομμάτι, δεν έχει κάδρο. Ειδικότερα όταν ξεχνάς το κομμάτι που σου αναλογεί. Είτε θα είσαι με την πραγματική διεθνιστική αλληλεγγύη, είτε θα είσαι μέρος μίας «εμπορευματοποιημένης», απολίτικης αλληλεγγύης. Ο αγώνας της Κύπρου για λευτεριά σου δείχνει το δρόμο.

Υ.Γ.: Βρείτε τις διαφορές μεταξύ του Φαντί Αμπού Σαλάντ και του Σολάκη Σολωμού. Καμία. Και οι δύο οδηγήθηκαν στο θάνατο συνειδητά και με θάρρος. Κάποιοι όμως φρόντισαν να βαφτίσουν τον έναν ήρωα και τον άλλο «παλαβό». «Δύο μέτρα και δύο σταθμά».

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!