Συνεχίζοντας –κατά κάποιον τρόπο– το αφιέρωμα που ξεκινήσαμε την προηγούμενη εβδομάδα με τη ματιά ξένων συγγραφέων στην Ελλάδα, με αναφορά στον Χοσέ Μαρτί, σήμερα θα ταξιδέψουμε στην Αθήνα μέσα από το βιβλίο του καθηγητή Ian Worthington «Αθήνα – Η άγνωστη πόλη – Από τον Μέγα Αλέξανδρο έως τον Αδριανό», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός σε μετάφραση Μενέλαου Αστερίου.

Όπως σημειώνει στον πρόλογό του ο Νίκος Βατόπουλος, «η ιστορία των πόλεων είναι η ιστορία των βλεμμάτων» και συμπληρώνει: «Στην Ελλάδα, όπως και αλλού, περάσαμε μεγάλα διαστήματα στην ιστορία μας, αγνοώντας ή έστω υποτιμώντας μεγάλες περιόδους του παρελθόντος.»

Και πράγματι, όπως και στα βιβλία της ιστορίας του σχολείου όπου σε λίγες γραμμές ξεμπερδεύουμε με την ιστορία της Αθήνας από τη στιγμή που την καταλαμβάνει ο Μέγας Αλέξανδρος, την εμφανίζουμε για λίγο με τους Ρωμαίους και μετά… σιωπή.

Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια διάφοροι επιστήμονες και συγγραφείς στρέφουν την προσοχή τους σε αυτές τις άγνωστες αλλά τόσο σημαντικές περιόδους όχι μόνο για την ιστορία της Αθήνας, αλλά και όλης της Ελλάδας.

Στην πραγματικότητα «ξεπετάγοντας» ολόκληρους αιώνες είναι αδύνατον να κατανοήσουμε και να εξηγήσουμε πολλά γεγονότα.

Ο συγγραφέας της «Αθήνας» με εξαντλητική μελέτη των πηγών, αλλά και με την παράθεση αντικρουόμενων απόψεων καταφέρνει να ζωντανέψει εκείνη την εποχή και να δείξει την μακροχρόνια αντίσταση της πόλης και της Δημοκρατίας, ακόμη κι όταν μοιάζει να έχουν όλα χαθεί. Είναι μια πάλη διαρκής με ήττες και νίκες, με συμβιβασμούς και παράτολμα εγχειρήματα. Κάθε άλλο παρά ευθύγραμμη, όπως δυστυχώς έχουμε μάθει να αντιλαμβανόμαστε στην ιστορία.

Όπως γράφει ο Worthington, «η ελληνιστική Αθήνα κάθε άλλο παρά ένα υστερόγραφο στην κλασική προκάτοχό της ήταν. Η πλούσια και ποικίλη ιστορία της συνεχίστηκε, αν και χωρίς την ίδια πολιτική και στρατιωτική βαρύτητα, και μολονότι αποτέλεσε αντικείμενο πολλών πρόσφατων μελετών, ζει ακόμη αδίκως στη σκιά της διάσημης προκατόχου της. Επιπλέον ο κλασικός εαυτός της εξακολουθούσε να ασκεί επιρροή στην πολιτική, τη φιλολογία και τη σκέψη κατά την ελληνιστική και τη ρωμαϊκή περίοδο, ενώ τα υπέρ και κατά της δημοκρατίας και των πολιτικών της εξακολουθούσαν να πυροδοτούν αντιπαραθέσεις».

Ο συγγραφέας επίσης εξηγεί πως δεν διάλεξε να περιορίσει τη μελέτη του στα με τη στενή έννοια «ελληνιστικά» χρόνια, αλλά να φθάσει μέχρι την εποχή του Αδριανού θεωρώντας πως εκεί κάπου ολοκληρώνεται η συγκεκριμένη περίοδος της ιστορίας της πόλης.

Περπατώντας στην Αθήνα, διαβάζοντας για τα μνημεία της, προσπαθώντας να μαντέψω τι κρυβόταν πίσω από έναν τοίχο ή μια βάση μνημείου εκείνης της εποχής, ανατρέχω και στα όσα διάβασα. Μια άλλη πόλη απλώνεται μπροστά μου. Σκέφτομαι πως προσωπικότητες αντιφατικές και ελάχιστα γνωστές σήμερα κυριάρχησαν χρόνια ολόκληρα, όπως ο Δημήτριος ο Φαληρεύς, στον οποίο αφιερώνονται –όχι τυχαία– αρκετές σελίδες του βιβλίου. Μαθητής του Αριστοτέλη και του Θέοφραστου, υπήρξε «Επιστάτης» διορισμένος από τον Κάσσανδρο για δέκα ολόκληρα χρόνια.

Εγκαθίδρυσε ένα καθεστώς «ολιγαρχικό στα λόγια αλλά μοναρχικό στην πράξη», όπως έλεγε ο Πλούταρχος. Σεβάστηκε κάποιους θεσμούς σε μια επίφαση δημοκρατίας. Εφάρμοσε ένα πρόγραμμα ηθικής –κάτι σαν τον σύγχρονο προτεσταντισμό– μόνο που εξαίρεσε τον εαυτό του. Οι Αθηναίοι ωστόσο τον τίμησαν φτιάχνοντας και στήνοντας από ένα άγαλμά του για κάθε μέρα του χρόνου!

Ωστόσο όταν εκδιώχθηκε τα κατέστρεψαν όλα εκτός από ένα… Πήγε στην Αλεξάνδρεια κι εκεί συνέβαλε τα μέγιστα στη Βιβλιοθήκη και στο Μουσείο της πόλης.

Το βιβλίο ακολουθεί την πορεία των πραγμάτων, παραθέτοντάς μας και στοιχεία της καθημερινότητας, δίνοντας έμφαση στις τέχνες, στη φιλοσοφία και στην πολιτική.

«Ελεύθεροι χωρίς ελευθερία», είναι ο χαρακτηριστικός τίτλος ενός κεφαλαίου που αναφέρεται στη ρωμαϊκή περίοδο.

Ενδιαφέρον έχει και ο τρόπος που οι Αθηναίοι «καλόπιαναν» και κολάκευαν τους ξένους κατακτητές. Όπως αναφέραμε για τον Φαληρέα, συνήθιζαν να τους φτιάχνουν αγάλματα. Μόνο που κάποια στιγμή είχαν μια φαεινή ιδέα: Καθώς οι κατακτητές άλλαζαν με ταχύτητα, αντί να φτιάχνουν νέα αγάλματα κρατούσαν τα παλιά αλλά από κάτω έσβηναν το όνομα του προηγούμενου και έγραφαν το όνομα του νέου ηγεμόνα!

Ως χαρακτηριστικό της ανθεκτικότητας της Αθήνας, ο συγγραφέας αναφέρεται και στην εποχή μετά τον Αδριανό και στην πιο καταστροφική εισβολή που έγινε στην πόλη από τους Έρουλους το 267 μ.Χ., όπου κατάφεραν και πάλι οι Αθηναίοι να ανοικοδομήσουν την πόλη τους:

«Ωστόσο ήταν μια εποχή κατά την οποία η πόλη ήταν σε “λυκόφως” και παρέμεινε σε αυτή την κατάσταση μέχρις ότου το φως μειώθηκε ακόμη περισσότερο όταν το 529 μ.Χ. ο Ιουστινιανός έκλεισε την Ακαδημία.»

Κάπου εκεί τελειώνει το ταξίδι του βιβλίου, όμως κλείνοντάς το έχουμε γίνει σοφότεροι. Τώρα το σε τι μας χρησιμεύει αυτό σήμερα, είναι μια άλλη ιστορία…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!