Οι πόλεμοι, οι βομβαρδισμοί, οι γενοκτονίες, οι λεηλασίες, οι ισοπεδώσεις πόλεων και χωριών, η διάλυση κρατών και οι καταστροφές πολιτισμών όχι μόνο δεν σταμάτησαν, αλλά όσο οξύνονται οι ανταγωνισμοί και συνεχίζει ακόρεστη η τάση για κυριαρχία και αρπαγή, εντείνονται όλα τα εγκλήματα σε βάρος της ανθρωπότητας, χρησιμοποιώντας όλους τους παλιούς τρόπους, αλλά και όλα τα νέα μέσα που προσφέρει η τεχνολογία στις μητροπόλεις του καπιταλισμού. Μέσα στις δύο τελευταίες δεκαετίες εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι εξολοθρεύτηκαν και ακρωτηριάστηκαν με υπερόπλα, χώρες ολόκληρες έγιναν λαμπόγιαλο, μνημεία σπουδαίων πολιτισμών κατεδαφίστηκαν και χιλιάδες έργα τέχνης απαλλοτριώθηκαν και εξαφανίστηκαν από μεγάλα και μικρά μουσεία και εκατομμύρια άντρες και γυναίκες, γέροι και παιδιά, κοινότητες ολόκληρες, ξεριζώθηκαν, εξαθλιώθηκαν ή πνίγηκαν στα νερά της Μεσογείου εξ αιτίας των επιδρομών των Δυτικών με πρόσχημα τον εκδημοκρατισμό και την ειρήνη. Τέτοια καταστροφή δεν είχαν υποστεί η Μέση Ανατολή και η Βόρεια Αφρική ούτε με τις αποικιακές κατακτήσεις του περασμένου αιώνα ούτε καν στους δύο παγκόσμιους πολέμους.

Αλλά και στην Ευρώπη, η διασφαλισμένη μέχρι το 1990 μεταπολεμική ειρήνη παραβιάστηκε από τους ισχυρούς Δυτικούς με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς, τραυματίες και ξεριζωμένους από τις εστίες τους ανθρώπους. Και μαζί ήρθε, όχι από μόνη της, και η σειρά των λαών που ανήκουν στην Ε.Ε., με πρώτες στη σειρά την Ελλάδα και την Κύπρο, που προσφέρονταν για λεηλασία χάρη στους ιδιαίτερα ευάλωτους, ενδοτικούς και εύχρηστους πολιτικούς που διαθέτουν οι δύο αδελφές χώρες. Αλλά επειδή, οι διεθνείς ολιγαρχίες, οι τραπεζίτες, οι επενδυτές, οι χρηματιστές και οι βιομήχανοι είναι ακόρεστοι, όπως αρμόζει στον καπιταλισμό, αρπάζουν τον πλούτο που παράγεται σε πρωτοφανή στην Ιστορία μεγέθη όχι μόνο από τους τρίτους εκτός Ευρώπης και τους δορυφόρους τους εντός, αλλά πλέον και από τις κοινωνίες των ίδιων των μητροπόλεων. Όλα τα λεγόμενα «κοινωνικά συμβόλαια» που αποτέλεσαν τη βάση της μεταπολεμικής ευμάρειας και διασφάλιζαν και τη συγκράτηση των ανισοτήτων και την επακόλουθη κοινωνική ειρήνη, αναιρούνται σταδιακά και εκτοξεύονται στα ύψη οι ανισότητες. Οι ολιγαρχίες δεν σέβονται τα «συμβόλαια» και οι πολίτες βρίσκονται σε οριακές καταστάσεις μέσα σε χώρες με περίσσιο πλούτο που είναι ορατός δια γυμνού οφθαλμού. Φτωχαίνουν οι πολίτες μέσα σε ένα περιβάλλον αφθονίας και ανέσεων. Γι’ αυτό η δυσαρέσκεια, η απογοήτευση, η παθητικότητα και η απόσυρση ή ο θυμός και η αγανάχτηση, είναι όλα εμφανή και εκρηκτικά σχεδόν σε όλες τις χώρες της εύπορης Δύσης.

 

Σύγχρονη βαρβαρότητα

Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, η Γκουέρνικα του Πικάσσο είναι επίκαιρη ξανά επί ευρωπαϊκού εδάφους! Με πολλές παραλλαγές, από χώρα σε χώρα και από περιοχή σε περιοχή. Δηλαδή, ανάλογα με το βαθμό της επίθεσης που δέχεται κάθε κοινωνία εντός της, αλλά και το βαθμό επίθεσης που δέχεται κάθε θύμα των πολιτικών αυτών στον περίγυρο της.

Η βαρβαρότητα του καπιταλισμού είτε εκδηλώνεται με εξωραϊσμένες και νόμιμες μεθόδους είτε εκδηλώνεται με βανδαλισμούς και γενοκτονίες χωρίς ή με προσχήματα, δεν παύει να είναι βαρβαρότητα. Βαρβαρότητα είναι οι διαλύσεις κρατών και πολιτισμών στη Λιβύη, το Ιράκ, το Αφγανιστάν, τη Συρία και την Υεμένη, βαρβαρότητα είναι οι κυρώσεις και οι απειλές εναντίον της Βενεζουέλας και του Ιράν, βαρβαρότητα είναι το καθεστώς απαρτχάιντ στην Παλαιστίνη, βαρβαρότητα είναι η στημένη πτώχευση και λεηλασία της Ελλάδας, βαρβαρότητα είναι και οι πολιτικές που φτωχαίνουν και κάνουν ανασφαλείς τους Γάλλους, Ιταλούς, Ισπανούς, Πορτογάλους, Βούλγαρους, Πολωνούς, Ιρλανδούς ή Άγγλους. Απλά οι μορφές, οι διαβαθμίσεις και οι μέθοδοι αλλάζουν γιατί προσαρμόζονται στις τοπικές ιδιαιτερότητες.

Αλλά η βαρβαρότητα με τις πλαστικές σφαίρες που τυφλώνουν τους εργαζόμενους που κατεβαίνουν στους δρόμους των γαλλικών πόλεων με τα κίτρινα γιλέκα, η βαρβαρότητα με το κόψιμο του ΕΚΑΣ από τους χαμηλοσυνταξιούχους στην Ελλάδα και τη λεηλασία του δημόσιου και ιδιωτικού πλούτου της χώρας μπορεί να είναι διαφορετικού είδους από τη βαρβαρότητα της καθολικής ισοπέδωσης και του διαμελισμού της Λιβύης ή του πνιγμού στα πελάγη δεκάδων χιλιάδων αμάχων που προσπαθούν να φτάσουν σε ασφαλές ευρωπαϊκό έδαφος ξεφεύγοντας από τις συνέπειες των πολέμων που οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικάνοι προκαλούν και τροφοδοτούν, είναι όμως όλες (οι βαρβαρότητες) παράγωγα της ίδιας ωμής πολιτικής που εφαρμόζουν με όλο και μεγαλύτερη ένταση και σκληρότητα οι δυτικές ολιγαρχίες. Έχουμε αμέτρητες, μικρές, μεσαίες και μεγάλες Γκουέρνικες ολούθε!

Γι’ αυτό, με βάση αυτή την αναμφισβήτητη πραγματικότητα, με εξέπληξε ευχάριστα που είδα αυτές τις μέρες δύο «παραφράσεις» της Γκουέρνικα του Πικάσσο φιλοτεχνημένες από δύο σημαντικούς Έλληνες ζωγράφους! Και θυμήθηκα μία τρίτη του διάσημου Βούλγαρου σκιτσογράφου Jovcho Savov που μου είχε κάνει εντύπωση στο διαδίκτυο. Δεν χρειάζεται να είσαι κριτικός τέχνης για να επισημάνεις όχι μόνο τη διαχρονικότητα του πρότυπου, ως βαρυσήμαντου έργου, αλλά και την αξία του ως πρώτη ύλη για τη διαρκή -μέσα από τις «διασκευές»- επικαιροποίηση των κεντρικών συμπερασμάτων και νοημάτων που εκφράζονται με την Γκουέρνικα από τον Πικάσσο.

 

Στέλιος Ελληνιάδης

 

 

Σκουλάκης

 

«Στον καιρό της δικτατορίας, είχα απορροφηθεί τόσο πολύ από την πολιτική που η παρουσία μου στη ζωγραφική υστερούσε… Όσοι πιστεύουν ότι μπορούν μέσα από την τέχνη να μπήξουν τις φωνές και να αλλάξουν την κοινωνία, ίσως δεν έχουν μελετήσει καλά την Ιστορία. Δεν μπορείς να κατακρίνεις μια κοινωνία ολόκληρη, μέσω της τέχνης, ειδικά όταν είσαι αναγκασμένος να έρχεσαι σε επαφή με τα κάθε είδους κατεστημένα. Ας μην κοροϊδευόμαστε. Μεταξύ ’68 και ’75 τα πράγματα ήταν ξεκάθαρα. Ή από δω ή από κει. Η ζωγραφική δεν χρειαζόταν. Τουλάχιστον δεν χρειαζόταν εμένα. Έκανα κανονική ιεράρχηση και διάλεξα την πολιτική.» (Δήμος Σκουλάκης)

Ο Δημοσθένης Σκουλάκης, ο Δήμος για μας που ήμασταν συναγωνιστές στο ΕΚΚΕ και τον αγαπήσαμε μαζί με τον Χρόνη Μπότσογλου που αποτελούσαν το βαρύ εικαστικό πυροβολικό μας. Ζεστός και ευφυής, με χιούμορ και φινέτσα ο Δήμος. Υψηλών προδιαγραφών. Έφυγε στα 75 του το 2014 αφήνοντας έργο που σε γεμίζει και αναμνήσεις που σε χαροποιούν που τον γνώρισες και σε λυπούν που η κοινή πολιτική μας προσπάθεια δεν έβγαλε την ανηφόρα. 100 πίνακές του θαύμασα στο Μουσείο Μπενάκη, μέσα από τους οποίους βγαίνουν οι εσωτερικές αναταράξεις του, οι γαλήνιες στιγμές του, η παιδεία του και οι στροφές που η ίδια η πραγματικότητα διαμορφώνει. Από τις καθαρόαιμα πολιτικές ζωγραφιές του, με τη βία της δικτατορίας και τις λαμπρές απεικονίσεις του Άρη Βελουχιώτη σε γκρίζες αποχρώσεις και του χαμογελαστού Νίκου Μπελογιάννη με το κόκκινο γαρύφαλλο να ματώνει πάνω στα δάχτυλά του μέχρι τις αναφορές στους δασκάλους του ζωγράφου με όλη την πρέπουσα σεμνή μεγαλοπρέπεια που τους αξίζει.

 

 

 

Κατζουράκης

 

«Το είδος της καταστροφής που παρατηρεί κανείς στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες είναι μη αναστρέψιμο. Αρχίζει κανείς να πιστεύει ότι τα πράγματα ποτέ δεν θα βελτιωθούν – απλά θα χειροτερεύουν.» (Κυριάκος Κατζουράκης, «Ο δρόμος προς τη Γκουέρνικα»)

«Το πάθος μου είναι να φτιάχνω αφηγήματα και ιστορίες. Όπως και στο σινεμά που κάνω, όλα είναι εφικτά, ο θάνατος δεν είναι θάνατος, ο πολιτισμός είναι αθάνατος, ο άνθρωπος έχει ανάγκη τον άνθρωπο περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο, κι αυτό τον καθιστά ανίκητο. Στην τέχνη μπορείς να ανατρέπεις τα πάντα. Εκ φύσεως λοιπόν η τέχνη είναι ανατρεπτική.» (Κυριάκος Κατζουράκης, «Αναφορά στην Γκουέρνικα»)

«Ο Κατζουράκης, εντοπίζοντας αναλογίες ανάμεσα στο τότε και στο τώρα, ανάμεσα στην Ελλάδα της δικτατορίας και στην Ελλάδα της κρίσης, ανάμεσα στην πτώση της ιδεολογίας και την ανάδυση του λαϊκισμού, ανάμεσα στη φανφαρόνικη υπεροψία των άκαπνων και την οργισμένη σιωπή όσων αγωνίστηκαν για τα αυτονόητα και προδόθηκαν, καταθέτει τα αναπόφευκτα συμπεράσματά του… Ότι δηλαδή δεν ήταν οι ιδέες, οι αγώνες ή τα πιστεύω μιας ζωής λάθος, αλλά η πρόστυχη εκμετάλλευσή τους, η διακωμώδησή τους καλύτερα, από κάποιους «μαθητευόμενους μάγους» της εξουσίας για την εξουσία. Αυτή την πικρή αλήθεια διατυπώνει και με αιδώ και με περίσκεψιν, υποστηρίζοντας πως αν κάποιοι επαγγελματίας της ιδεολογίας αποδείχθηκαν κατώτεροι της ιστορικής συγκυρίας, ούτε η Ιστορία τελειώνει με αυτούς ούτε η Αριστερά, δηλαδή το όραμα για μια κοινωνία πιο δίκαιη και λιγότερο βίαιη, για τα δικαιώματα των πολλών απέναντι στην αυθαιρεσία των λίγων, είναι ανεπίκαιρη και εξωπραγματική.» (Μάνος Στεφανίδης, «Η ζωγραφική σαν θέατρο του κόσμου»)

 

Ο Κυριάκος Κατζουράκης, στο Μέγαρο Εϋνάρδου, απέναντι από το Εθνικό Θέατρο, κινηματογραφιστής, συγγραφέας και ζωγράφος, υποσκάπτει τα θεμέλια του συστήματος που του (μας) είναι αποκρουστικό. Μου δίνει την εντύπωση ότι είναι τόσο βαθιά η πεποίθησή του ότι η τέχνη λυγίζει σίδερα που με μεγάλη φαντασία και δύναμη οδηγεί τη δική του έκφραση στα άκρα.

Όχι μόνο δεν απομακρύνεται από την πραγματικότητα, αλλά βυθίζεται μέσα της και ανασύρει εκείνα τα κομμάτια της που προέρχονται από ένα θρυμματισμένο από τις εξουσίες και τις απάνθρωπες συμβάσεις κόσμο. Ο Κατζουράκης δεν είναι παίξε-γέλασε. Και δεν αφήνει το ταλέντο του να χαραμίζεται χαριτολογώντας με τους απέναντι. Ούτε, όμως, αφήνει το ταλέντο του να εξοκείλει σε ηλιόλουστες αμμουδιές. Διεκδικεί, δεν ακολουθεί και δεν ωραιοποιεί. Αξίζει να επισκεφτεί κανείς την έκθεση για να δει τα έργα με τη δική του ο καθένας ματιά.

 

 

Ιωάννου

 

Η απώλεια του Γιάννη Ιωάννου, στα 75 του, ανήκει σ’ εκείνες που δίκαια αισθανόμαστε ότι δεν αναπληρώνονται. Κι αυτό την κάνει πιο οδυνηρή. Είναι σαν να πέφτει ένα από τα καλύτερα οχυρά που μας είχαν απομείνει. Δεν χάνουμε μόνο τον άνθρωπο με ταλέντο, με ανεξάντλητες ιδέες, με συνέπεια και σθένος. Χάνουμε μια πύλη που την υπερασπιζόταν αυτός όχι με παθητική άμυνα, αλλά με συνεχείς κατά κύματα αντεπιθέσεις που ξεγύμνωναν και γελοιοποιούσαν τους υποτιθέμενους φίλους, εταίρους και συμμάχους, αλλά και τους στρεβλωτές των αξιών μας πίσω από τα ράσα της υποκρισίας, της ψευτιάς, της υποτέλειας και της αναξιοπιστίας. Κάθε σκίτσο του Ιωάννου μια μικρή αιχμηρή νίκη.

 

Στέλιος Ελληνιάδης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!