Η πρόσφατη –τη Δευτέρα 30/1 – αποχώρηση της Σάρα Βάγκενκνεχτ από το κόμμα της γερμανικής Αριστεράς (Die Linke) μαζί με 9 ακόμα βουλευτές (από τους 38 που διαθέτει η Die Linke στην Ομοσπονδιακή Βουλή της Γερμανίας) και η συγκρότηση από την ίδια της «Συμμαχίας Σάρα Βάγκενκνεχτ – Για Λογική και Δικαιοσύνη» με σκοπό την προετοιμασία για την ίδρυση νέου κόμματος στις αρχές του 2024, είναι μια ιδιαίτερα θετική εξέλιξη. Ικανή να επηρεάσει τις εξελίξεις σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, με καταγεγραμμένη την ισχυρή πρόθεσή της τουλάχιστον, να αποτελέσει πολιτική εναλλακτική από την πλευρά της υπεράσπισης των ζωτικών συμφερόντων της μεγάλης πλειοψηφίας των Γερμανών εργαζομένων. Μπροστά στα μεγάλα κοινωνικοπολιτικά αδιέξοδα που βιώνει η Γερμανία αλλά και ειδικότερα, μπροστά στην επιταχυνόμενη πλέον πολιτική χρεωκοπία του κόμματος της γερμανικής Αριστεράς απόλυτα σχετιζόμενη με την αναλόγως επιταχυνόμενη πορεία συστημικής του ενσωμάτωσης. Γι’ αυτό τον λόγο στο προηγούμενο (φ. 657) φύλλο του Δρόμου δημοσιεύσαμε (με κάποιες αναγκαίες μικρές περικοπές) το Ιδρυτικό Μανιφέστο της νέας πολιτικής κίνησης. Συνεχίζουμε με το σημείωμα αυτό επιχειρώντας μια εκτίμηση αυτής της εξέλιξης και της πιθανής δυναμικής της.

Κομβικό θέμα η κρίση που γεννά ο πόλεμος στην Ουκρανία

Το Μανιφέστο ορίζει μέτωπα αντίθεσης απέναντι σε ένα σύνολο συστημικών πολιτικών: Πόλεμος, «πράσινες» αναδιαρθρώσεις, κοινωνικές ανισότητες και συμπίεση των λαϊκών εισοδημάτων – κύματα αποδιάρθρωσης του κράτους πρόνοιας, οι συγκεκριμένοι συστημικοί χειρισμοί και χρήσεις του μεταναστευτικού, δικαιωματισμός, ιδεολογία της «ακύρωσης» / woke και επιβολή ενιαίας σκέψης. Είναι μάλιστα ιδιαίτερα προωθητικός ο τρόπος με τον οποίο αναδεικνύει την ενιαία λογική που διαπερνά αυτές τις πολιτικές. Από τον χαρακτήρα του κειμένου προκύπτει επίσης η ανάγκη πολιτικού διαχωρισμού της κίνησης από την πολιτική κατεύθυνση που έχει πάρει τα τελευταία χρόνια το κόμμα της γερμανικής Αριστεράς, που από «αριστερές – παγκοσμιοποιητικές» θέσεις καταλήγει να λειτουργεί υποστηρικτικά στα όσα προωθούνται σήμερα.

Το κομβικό θέμα πάνω στο οποίο πάει να στηθεί το νέο κόμμα είναι η συνολική τοποθέτησή του απέναντι στην κρίση που γεννά ο πόλεμος στην Ουκρανία. Από την έναρξή του άλλωστε, τόσο η Σ. Βάγκενκνεχτ, όσο και ο Όσκαρ Λαφοντέν, σημαντική προσωπικότητα της γερμανικής Αριστεράς (και σύντροφός της) τάχθηκαν κατά αυτού του πολέμου συνεχίζοντας μια μακρά πορεία που τους έφερε σε αντίθεση με τον συστημισμό των βασικών πολιτικών επιλογών του Die Linke.

Η πολιτική λογική του Ιδρυτικού Μανιφέστου του κόμματος της Σάρα Βάγκενκνεχτ, επιδιώκοντας να διεμβολήσει το γερμανικό πολιτικό σύστημα και τις διαχωριστικές του γραμμές, αξιοποιεί τη συσσωρευόμενη κοινωνική και πολιτική δυσφορία από τη μεγάλης διάρκειας κρίση και τη συμπίεση των κοινωνικών αναγκών που αυτή παράγει, από τη συστημική διαχείριση της πανδημίας και τώρα από τους ακραία δυσμενείς όρους που προσθέτει ο πόλεμος στην Ουκρανία και εσχάτως στη Μ. Ανατολή

Σχετικά με τον πόλεμο και τις συνέπειές του, το μανιφέστο θίγει διάφορες πλευρές που έχουν σημαντικές δυνατότητες να γεννήσουν μεγάλη κοινωνικοπολιτική υποστήριξη μέσα στη Γερμανία αλλά και να ενισχύσουν παρόμοιες απαιτήσεις μέσα.στις ευρωπαϊκές κοινωνίες που βιώνουν με επιταχυνόμενο τρόπο ανάλογα αδιέξοδα. Ανάμεσα σ’ αυτές τις πλευρές, η ανάγκη σταματήματος της κούρσας εξοπλισμών και της απόλυτης πρόσδεσης στο άρμα των ΗΠΑ που έχει παροξύνει με το τεράστιο κόστος της τη συμπίεση των κοινωνικών δαπανών και των λαϊκών εισοδημάτων. Ειδικά η τοποθέτηση για άρση των κυρώσεων προς τη Ρωσία και αποκατάσταση των ενεργειακών συνδέσεων μαζί της «χαϊδεύει κρίσιμες χορδές». Τόσο λόγω της εκρηκτικής «ενεργειακής» αύξησης του κόστους ζωής όσο και λόγω των τάσεων αποβιομηχάνισης εξαιτίας των ασφυκτικών πιέσεων που δέχεται η γερμανική βιομηχανία αποκομμένη από την φτηνή ρωσική ενέργεια στην οποία βασιζόταν και καταδικασμένη να τροφοδοτείται από πανάκριβες εναλλακτικές (ανάμεσά τους και το LNG από τις ΗΠΑ).

Είναι χαρακτηριστικές οι σχετικές με τα προηγούμενα θετικές επικλήσεις του κειμένου, της Όστ Πολιτίκ του Βίλλυ Μπράντ και των πολιτικών διακηρύξεων του Γκορμπατσόφ για Ευρώπη «από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια» που περιλαμβάνει και τη Ρωσία κ.λπ. Απευθύνονται στην ευρεία απήχηση αυτών των πολιτικών εντός Γερμανίας, απήχηση «εθνικού χαρακτήρα» εφόσον απηχεί πέρα απ’ όλα τα άλλα και στρατηγικά συμφέροντα μερίδων του γερμανικού βιομηχανικού κεφαλαίου. Εδώ βέβαια πρέπει να πούμε ότι δεν έχουμε κανένα λόγο να προσχωρήσουμε σε μιαν αφελή αισιοδοξία αποτιμώντας πολιτικές που αν μη τι άλλο έδειξαν την αδυναμία τους όταν αναμετρήθηκαν με την επέλαση του ευρωατλαντισμού και της απόλυτης ευθυγράμμισης με τις ΗΠΑ. Όμως από την άλλη πλευρά επίσης δεν πρέπει να υποτιμήσουμε το ότι ο «κόμπος τώρα φτάνει στο χτένι», και ότι η Γερμανία έχει μια από τις πιό υποτακτικές στις ΗΠΑ κυβερνήσεις που την οδηγεί σε αδιέξοδους δρόμους. Οι ασφυκτικές αμερικανικές πιέσεις επί της Γερμανίας και του ευρωενωσιακού οικοδομήματος γενικότερα, διευρύνονται συνεχώς μετά την Ουκρανία και τώρα περνάνε σε άλλο επίπεδο με την κρίση στην Μ. Ανατολή. Έτσι η τοποθέτηση κατά της επαναστρατιωτικοποίησης της Γερμανίας και της συμμετοχής της στους πολέμους των ΗΠΑ γίνεται κρίσιμης όχι αποκλειστικά γερμανικής σημασίας. Το ίδιο και η ανάγκη να υπάρξει μέτωπο απέναντι στις στρατοπεδεύσεις που βάζουν την Ευρώπη σε πορεία σύνθλιψής της ανάμεσα στις ΗΠΑ και τις ευρασιατικές δυνάμεις (Ρωσία, Κίνα).

Ανάγκη επαναχάραξης των γραμμών «πρόοδος – συντήρηση»

Είναι μείζονος σημασίας η τοποθέτηση του Μανιφέστου ότι είναι ανάγκη η αριστερά να διαχωριστεί από τον συστημισμό αυτής της ιδιάζουσας «φιλελεύθερης αριστεράς των μειοψηφιών» που είναι αποξενωμένη όταν δεν κινείται και εχθρικά απέναντι στις ανάγκες των πλατιών λαϊκών, εργαζόμενων πλειοψηφιών, απέναντι στο πληβειακό στοιχείο γενικότερα και γίνεται μοχλός για την νομιμοποίηση της άγριας συστημικής επίθεσης απέναντί τους. Αν μη τι άλλο, το ότι υπάρχει υπολογίσιμος πολιτικός χώρος για μια τέτοια τοποθέτηση επί γερμανικού εδάφους, λέει πολλά για το βάθος που έχει προσλάβει η χρεοκοπία και η επιταχυνόμενη απαξίωση του «κεντροαριστερού – πράσινου – αριστερού» χώρου συνολικά. Το νέο εγχείρημα δηλώνει εξ αρχής την πρόθεσή του να αναμετρηθεί ως αριστερή εναλλακτική με την ογκούμενη πολιτική κρίση εκπροσώπησης που αφορά όλο το φάσμα των συστημικών πολιτικών δυνάμεων και εκδηλώνεται στις συγκεκριμένες συνθήκες της Γερμανίας, με την αυξανόμενη καθίζηση των Σοσιαλδημοκρατών, των Πράσινων αλλά και της Die Linke, και με την αντίστοιχη σημαντική άνοδο της ακροδεξιάς AfD που της δίνεται συστηματικά χώρος προκειμένου να οικειοποιείται την κοινωνική οργή και τις αντισυστημικές διαθέσεις. Μια ενίσχυση της ακροδεξιάς που τροφοδοτείται από τους χειρισμούς του «συστημικού δημοκρατικού τόξου», με τον πόλεμό του απέναντι στον «εθνολαϊκισμό» και τους κοινωνικούς διαχωρισμούς που επιβάλλει συστηματικά μέσα στο κοινωνικό σώμα. Είναι πολύ χαρακτηριστική η σπουδή με την οποία καταγγέλθηκε εφ’ όλης της ύλης, από κύκλους της ευρωπαϊκής, δικαιωματικής αριστεράς, η προσπάθεια της Βάγκενκνεχτ, και η ίδια προσωπικά. Οι τοπικές ελληνικές εκδοχές αυτής της καταγγελτικής στάσης (από έντυπα συριζικής επιρροής, κυρίως την ΕφΣυν) αναπαράγουν «όλη τη γραμμή»: «Φεύγει από την Αριστερά, κρυφοκοιτάζει την Ακροδεξιά» ο χαρακτηριστικός τίτλος σχετικού άρθρου που συνοψίζει τον γενικό τόνο. Οι αιχμές των κατηγοριών περιλαμβάνουν πολλά. Την «ξενοφοβία» των θέσεών της για το μεταναστευτικό που «τολμούν» να επισημαίνουν το πολλαπλό στρίμωγμα των πληβείων και την κοινωνική αποδιοργάνωση που επιφέρουν οι συγκεκριμένοι συστημικοί χειρισμοί. Την «συνωμοσιολογία» των απόψεων για τον βιοπολιτικό έλεγχο που προωθήθηκε με όχημα την πανδημία! Τον «συντηρητισμό» της αρνητικής τοποθέτησής της απέναντι στην ακραία οικονομική και πολιτική επιθετικότητα που υφίστανται τα λαϊκά στρώματα υπό το προκάλυμμα της «πράσινης πολιτικής». Και ακόμη περισσότερο την «ιερά αγανάκτηση» απέναντι στην εκτίμηση του Μανιφέστου ότι «η ηγεσία της Die Linke υποστηρίζει λάιφ στάιλ αριστερούς, των οποίων οι πολιτικές για την ένταξη περιθωριοποιημένων κοινοτήτων καταλήγουν να περιθωριοποιούν τους ψηφοφόρους της Die Linke». Δύο λόγια είναι αρκετά σε σχέση με όλες αυτές τις κατηγορίες. Προκύπτει από την ανάποδη (κι πολύ ανάγλυφα) η ανάγκη ενός πολιτικού διαχωρισμού εφ’ όλης της ύλης απ’ αυτή την «ευρωπαϊκή αριστερά». Ο οξύς αρνητικός τόνος αυτής της επίθεσης που φτάνει μάλιστα να καταγγέλλει σαν αθέμιτο (!) «ψάρεμα σε ακροδεξιά ακροατήρια» την επιδίωξη προσέλκυσης των ψήφων που δίνονται στην ακροδεξιά λόγω της ογκούμενης κοινωνικής οργής και της έλλειψης πολιτικής έκφρασής της, επιβεβαιώνει την πολιτική υποκρισία του «αντιφασισμού» αυτής της αριστεράς και το επείγον αυτής της ανάγκης διαχωρισμού. Άλλωστε οι εγχώριες πολύ αμαρτωλές συριζικές εκδοχές αυτής «ευρωπαϊκής αριστεράς» δείχνουν ότι καταλαβαίνουν πολύ καλά ότι και γι’ αυτές εξίσου «ομιλεί πολλά ο μύθος».

Φαίνονται όμως και οι δυσκολίες της περιόδου και οι άλυτοι κόμποι της

Είναι ανάγκη να μην παραδοθούμε στην εύκολη, συχνή αισιοδοξία που δεν παύει να βλέπει «νέες ευκαιρίες» που τώρα ανοίγονται και οδεύουν προς εκλογικές επιτυχίες κ.λπ. Οι δυσκολίες είναι παρούσες και μεγάλες. Το πολιτικό πρόγραμμα του υπό διαμόρφωση κόμματος περιλαμβάνει ένα σύνολο από μάλλον μετριοπαθείς μεταρρυθμίσεις, στο πλαίσιο μιας επαναφοράς του κοινωνικού κράτους. Με αναφορές σε μια προηγούμενη περίοδο βιομηχανικού καπιταλισμού και της ευημερίας που είχε πετύχει. Παρ’ όλο που οι συνθήκες ακραίας, παγκόσμιας συστημικής κρίσης και οι, για την ώρα, πολύ δυσμενείς συσχετισμοί κοινωνικών δυνάμεων βάζουν τεράστια εμπόδια σε μια τέτοια προοπτική, οι αιχμές του προγράμματος όπως προβάλλονται διαθέτουν ικανό δυναμικό που μπορεί να κινητοποιήσει μεγάλης κλίμακας κοινωνική υποστήριξη. Η πολιτική του λογική, επιδιώκοντας να διεμβολήσει το γερμανικό πολιτικό σύστημα και τις διαχωριστικές του γραμμές, αξιοποιεί τη συσσωρευόμενη κοινωνική και πολιτική δυσφορία από τη μεγάλης διάρκειας κρίση και τη συμπίεση των κοινωνικών αναγκών που αυτή παράγει, από τη συστημική διαχείριση της πανδημίας και τώρα από τους ακραία δυσμενείς όρους που προσθέτει ο πόλεμος στην Ουκρανία και εσχάτως στη Μ. Ανατολή. Και οπωσδήποτε για την αξιοπιστία των όσων λέγονται, παίζει το ρόλο της η πολύχρονη πολιτική συνέπεια ανάδειξης αυτών των θεμάτων – όχι ξαφνικά ως ευκαιρία – από τη Σ. Βάγκενκνεχτ αλλά και τον Ο. Λαφοντέν. Η Ιστορία για άλλη μια φορά ακολουθεί «πονηρούς» δρόμους αποφεύγοντας τις «καθαρές» μορφές. Ιδιαίτερα αν λάβουμε επιπλέον υπ’ όψη ότι το νέο πολιτικό εγχείρημα δεν έχει προκύψει από κάποιον μεγάλο κινηματικό κύκλο, ο μετριοπαθής χαρακτήρας των επιδιώξεών του είναι πιο πιθανό να δώσει δυνατότητες για γραμμές κοινωνικής αντίστασης, απ’ .ότι μια ριζοσπαστική φρασεολογία «καθαρών θέσεων και σχημάτων» στενής απήχησης και εύκολα περιθωριοποιήσιμη. Σε μια εποχή αρνητικών διεθνών κοινωνικών συσχετισμών δυνάμεων, όπου μάλιστα βοά το έλλειμμα μιας χειραφετητικής στρατηγικής στην απαιτούμενη παγκόσμια κλίμακα –έλλειμμα που δεν μπορεί να καλυφθεί με «διατάγματα» αλλά μόνο μέσα από την επίπονη πορεία επιμέρους προχωρημάτων– η επί της ουσίας περιορισμένη στα εθνικά, «γερμανικά» πλαίσια, αφετηρία των όσων προτείνονται είναι σε μεγάλο βαθμό κατανοητή. Παράλληλα πάντως πρέπει να μην μας διαφεύγει ότι πλάι στον ριζοσπαστισμό της καταγγελίας του ρόλου των μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών και τους υπολογίσιμους αντιαμερικανικούς τόνους, γίνεται πιο ηχηρή η παράκαμψη του μεγάλου ζητήματος του «γερμανικού ιμπεριαλισμού», ένα διαχρονικό «αμάρτημα» της γερμανικής αριστεράς. Και παρά την κατανόηση των δυσκολιών και των τεράστιων πιέσεων που δέχεται από τις συστημικές δυνάμεις αυτή η αριστερά, το «αμάρτημα» αυτό προσθέτει σημαντικές δυσκολίες και αντιφάσεις στη αναγκαία πορεία συντονισμού των προσπαθειών των ευρωπαϊκών λαών για μια άλλη πορεία απελευθερωμένη από τα μη μεταρρυθμίσιμα δεσμά που θέτει το, σε μεγάλη κρίση ευρισκόμενο, «γερμανικής ηγεμονίας» ευρωενωσιακό μόρφωμα. Οι άλυτοι κόμποι λοιπόν είναι μπροστά. Οι ευρωατλαντικές ελίτ άλλωστε δείχνουν σταθερά ότι δεν έχουν καμία διάθεση για ελιγμούς και συμβιβασμούς. Έχοντας μάλιστα σχετικά μ’ αυτό το τελευταίο κατά νου τις πρόσφατες εμπειρίες από τις τεράστιες πιέσεις που ασκήθηκαν οδηγώντας στην πλήρη εξημέρωση / ενσωμάτωση ολόκληρης της αριστεράς του ευρωπαϊκού Νότου, τα ανοιχτά ενδεχόμενα σχετικά με την πορεία του νέου κόμματος παραμένουν μεν πολλά υποσχόμενα αλλά και τα προς απόδειξη εξαγγελλόμενα επίσης.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!