Δεν έβγαινε με τίποτα φέτος από τα χείλη, τούτη η απλή, ανθρώπινη ευχή:

– Καλή χρονιά και του χρόνου.
Και αν η συνήθεια σε παρέσερνε, η πραγματικότητα σε προσγείωνε.
– Πού τη βλέπεις την καλή χρονιά φίλε;
Ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που είχα εγκλωβιστεί τόσο πολύ στην επιθυμία να φύγει το παρελθόν και να μην έλθει το μέλλον.
Ένα μεγάλο κενό και μια μεγαλύτερη αβεβαιότητα.
Νιώθεις πως είσαι σ’ ένα σταθμό που δεν ήθελες να βρίσκεσαι και δεν μπορείς να φύγεις, σε μια αναμονή για ένα τρένο που δε θέλεις να έρθει και όμως έρχεται και δεν μπορείς παρά ν’ ανέβεις.
Αιχμάλωτος σε μια «ζωή» που μια ζωή την αντιπάλευες και τώρα βλέπεις πως είναι το μόνο που σου επιτρέπουν να έχεις.
Το 2012 έφυγε.
Μια χρονιά της οφθαλμαπάτης, της σκέτης απάτης, της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, του τρόμου της δόσης, της αριστερής αμηχανίας και της κοινωνικής αναδίπλωσης.
Μια χρονιά όπου είχαμε πια πλεόνασμα, όμως τα χρέη μεγάλωναν, όπου είχαμε σημάδια ανάκαμψης όμως οι νέοι μας μετανάστευαν, η ρευστότητα ερχόταν στην «αγορά» και οι καταστηματάρχες πήγαιναν στα συσσίτια του Δήμου, το κράτος ανασυγκροτείτο και η Βουλή καταργείτο, ο Πρόεδρος δάκρυζε για τα βάρη των εργαζόμενων και υπέγραφε διατάγματα για νέα βάρη.
Μια χρονιά όπου οι σπατάλες στην Παιδεία μειώθηκαν και οι λιποθυμίες μαθητών από την αφαγία, πολλαπλασιάστηκαν.
Μια χρονιά όπου η σωτηρία της πατρίδας δεν επέτρεπε τη μείωση του φόρου στο πετρέλαιο για τα νοικοκυριά, επέβαλλε όμως την κατάργηση του φόρου πολυτελούς διαβίωσης της πλουτοκρατίας.
Μια χρονιά όπου ο παππούς (για πρώτη φορά μετά την Κατοχή) κλέβει ξύλα από το δάσος για να ζεστάνει τα εγγόνια του και ο τηλεοπτικός εισαγγελέας μας κάνει μάθημα οικολογικής συμπεριφοράς.
Μια χρονιά που οι αστυνομικοί-διακινητές ναρκωτικών χειροκροτούνται από συναδέλφους τους και τα θέατρα κλείνουν από χρυσαυγίτες.
Μια χρονιά όπου η Εκκλησία των εκατομμυριούχων δεσποτάδων, επισκέπτεται τους εκατομμυριούχους έγκλειστους στον Κορυδαλλό και προσεύχεται για «τους αδύναμους».
Μια χρονιά όπου οι πλατείες άδειασαν από αγανακτισμένους και γέμισαν από άστεγους.
Μια χρονιά της διπλής πραγματικότητας.
Από τη μια αυτή των Μedia και από την άλλη αυτή που ζούμε. Και ανάμεσά τους ο φόβος και οι ψευδαισθήσεις και η «ανασυγκρότηση» της Αριστεράς.
Το 2012 έφυγε.
Και η ελπίδα του ερχομού του «νέου», έγινε απόγνωση.
Η λαϊκή οργή σιγά-σιγά γίνεται απελπισία.
Μια επικίνδυνη απελπισία, όχι κατ’ ανάγκη «δημιουργική απελπισία», εφαλτήριο ριζοσπαστικών κοινωνικών και πολιτικών ανατροπών.
Τούτη η εφιαλτική πραγματικότητα, τούτη η πολιτική, έχει ονοματεπώνυμο:
Καπιταλισμός λέγεται και τα όποια προσδιοριστικά επίθετα, λίγη σημασία έχουν.
Προαιώνιος καπιταλισμός νέτα-σκέτα.
Όμως και η διέξοδος έχει ονοματεπώνυμο:
Αριστερά νέτα-σκέτα και τα όποια προσδιοριστικά της, με κοροϊδεύουν νομίζω και ας τ’ αφήσουμε στους «αναλυτές» και τους αγωνιούντες για την πολιτική τους επιβίωση.
Τα πράγματα ξεκαθαρίζουν γρήγορα και με δραματικό τρόπο.
Ένας κόσμος -πολύς κόσμος-  «κρέμασε» τις ελπίδες του στο ΣΥΡΙΖΑ και ή το αποδέχεσαι ή λες «δεν το μπορώ».
Χωρίς μισόλογα και τερτίπια.
Λέω εγώ, να πούμε «ΝΑΙ» στην πρόκληση.
Να πούμε «ΝΑΙ», ξέροντας πως θα έχουμε να διαχειριστούμε απελπισία, φτώχεια και θανάτους, αλλά και κάτι άλλο.
Τον «επιθανάτιο ρόγχο» ενός συστήματος που δεν θα «ενταφιαστεί» αναίμακτα.
Ο σοσιαλισμός, νέτα-σκέτα, μας χτυπά την πόρτα και πρέπει τώρα να αποφασίσουμε αν θα την ανοίξουμε εμείς.
Ή θα περιμένουμε να μας αποσταλεί πρώτα το «πιστοποιητικό θανάτου» της κυβέρνησης;

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!