Του Μάρκου Δεληγιάννη

Του χαρτιού η προκλητική ασπράδα, την πένα σου ερεθίζει. Σε παρακινεί με λέξεις κατάλληλες την λευκότητα να καλύψεις και τις σκέψεις σου, στου τετραδίου τα φύλλα, να αποτυπώσεις. Θέματα πλούσια και ποικίλα. Στρώσου και γράψε. Τα γεγονότα τρέχουν. Μπήκαμε για τα καλά στο χειμώνα. Ο βοριάς μαστιγώνει τα τσιμεντένια μας υπνωτήρια. Του φόβου η ανάσα, η βρoμιάρα, φυλακίζει την ανάγκη για δράση, στα στενά κελιά, στα ενδιαιτήματά μας. Της τηλεόρασης τα εμέσματα προκαλούν έντονες στομαχικές διαταραχές, ενώ στον ουρανό, ψηλά, οι αρχιερείς του ψεύδους, προσπαθούν, με σίδερα, το φεγγάρι τ’ ασημένιο να θαμπώσουν και του ήλιου την γλυκιά ματιά να σκοτεινιάσουν. Κι είναι καθώς φαίνεται η επιλογή τους σωστή, γιατί έτσι ό,τι ανήκουστο γίνεται, ό,τι απάνθρωπο απεργάζεται στα εργαστήρια παραγωγής μίσους, θα μένει θαμμένο στου ζόφου το αδιαπέραστο φρούριο. Έτσι μάτι ανθρώπου δεν θα μπορεί τα σκοτάδια να τρυπήσει και στην επικράτεια του φωτός να τ’ ανασύρει. Αλίμονο στη χώρα, που δολοφονεί το αύριο. Πύκνωσαν οι περιπολίες του θανάτου. Η νιότη σε διωγμό. Οι ραβδούχοι καταδιώκουν δεκαπεντάχρονα βλαστάρια. Πεδίο άσκησης βίας τ’ ανυπεράσπιστα κορμιά των νεολαίων. Εκτοξεύουν ύβρεις, οχετοί που ξεχύθηκαν στους δρόμους κι απειλούν την ανάσα μας. Θέμα σπαρταριστό. Η νιότη στο εκτελεστικό απόσπασμα. Φτάνει να το αναδείξεις. Πας παρακάτω.
Η κακοπαιγμένη κωμωδία της ψήφισης του προϋπολογισμού. Όλοι μπροστά στο γυαλί, στον εντυπωσιασμό, που αφειδώλευτα παρέχει η εικόνα, οι βαθυστόχαστοι ανθύπατοι, με φράσεις-κλισέ -αφόρητα ανούσιες- μιλούν για του δύσμοιρου λαού τις θυσίες. Μα σαν έρθει η στιγμή το μεγάλο το Όχι να προφέρουν, ε… τότε… προέχει η σταθερότητα, η σύνεση και πάνω απ’ όλα η ερωμένη, η παντοτινή, η πολύφερνη καρέκλα.
Ο χειμώνας απειλητικός, μας ρίχνει την παγωμένη του ματιά. Σήμανε του θανάτου η ώρα. Ο θλιβερός κατάλογος των νεκρών, ολοένα αυξάνεται. Άστεγοι ή στεγασμένοι, σε παγωμένα ντουβάρια, κοσμούν την μακάβρια λίστα. Φρικτό τέλος για ζωές ανθρώπινες, μερικές απ’ αυτές δεν πρόλαβαν καν το συναρπαστικό ταξίδι της ζωής ν’ αρχίσουν. Η αναλγησία, ο αμοραλισμός, η διεθνής των τοκογλύφων, αντισταθμίζουν ανθρώπινα πλάσματα με ποσοστιαίες μονάδες, με αδιάφορους αριθμούς. Το γέλιο εξαφανίσθηκε.
Η μάσκα του τρόμου καρφωμένη στα έντρομα πρόσωπα. Θέμα μοναδικό. Χριστούγεννα σε λίγο, το ημερολόγιο θα δείξει, ενώ ο θάνατος καλπάζει ανενόχλητος. Εσύ, όμως, τα παραμέρισες όλα αυτά και στάθηκες μ’ εμμονή στην ασθένεια την επιδημική της αριστεράς, που χρόνια τώρα την πλήττει: Αφέλεια, είναι των γιατρών η διάγνωση! Αλήθεια, φίλοι μου, πόσο εύκολα κλείνουμε τα μάτια μπροστά στην πραγματικότητα και χτίζουμε παραμυθένια παλάτια, που δεν χρειάζεται βοριάς δριμύς να τα κατεδαφίσει, φτάνει του μπάτη το χάδι, για να σβηστεί του ονείρου η γραφή.
Αναμφίβολα του ΣΥΡΙΖΑ το εγχείρημα είναι μοναδικό στην Ευρώπη, αλλά να μην μας παρασύρει ο ενθουσιασμός σ’ αφελή συμπεράσματα. Αυτό ας μην το ξεχνάμε: Ο πρόεδρος της Ε.Ε. δεν εκλέγεται, διορίζεται. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο παίζει ρόλο συμβουλευτικό. Υπάρχει, λοιπόν, κάποιος, που δεν ίπταται στους πουπουλένιους ουρανούς των παραμυθιών και πιστεύει ότι θα υιοθετηθεί η υποψηφιότητα του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ για την προεδρία της Κομισιόν; Αλλά κι αν προταθεί και στεφθεί πρόεδρος, άραγε τί πολιτική θα κληθεί ν’ ασκήσει; Νομίζετε, φίλοι μου, πως θα εμφανισθεί αγέρωχος στο άντρο του νεοφιλελευθερισμού και θα βροντοφωνάξει: Ω Καίσαρες της Εσπερίας! από αύριο καταργούνται τα μνημόνια. Όλοι οι δανεισμοί είναι άκυροι, γιατί έγιναν μ’ επαχθείς όρους. Κι αυτοί θα κύψουν ευλαβώς την κεφαλή και μια καινούργια χαραυγή θα χαράξει στον ορίζοντα της γηραιάς Ηπείρου. Ας μη γελιόμαστε, οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και παντού στον κόσμο, βρίσκονται αντιμέτωποι μ’ ένα ανελέητο μπλοκ πολιτικών δυνάμεων, που συγκροτούν τη σύγχρονη μορφή ενός βάρβαρου καπιταλισμού, που συνοπτικά καλείται νεοφιλελευθερισμός. Ας το νοιώσουμε αυτό: Ζούμε το δράμα μιας μεταβατικής περιόδου. Οι ανταύγειες της φωτιάς που άναψε η Οκτωβριανή Eπανάσταση έχουν σβήσει τώρα πια και μαζί τους το όραμα, που κινητοποιούσε τα πλήθη. Μοιάζει η εποχή μας πλοίο ακυβέρνητο, καταμεσής του ωκεανού. Το πλήρωμα στασίασε. Όλοι ψάχνουν μια διέξοδο. Μα πόσο διαφορετικές είναι οι απόψεις! Άλλοι ζητάνε εσπευσμένα πισωγύρισμα στο παλιό λιμάνι. Άλλοι, πάλι, σηκώνουν απελπισμένοι τα χέρια προς τον ουρανό. Κάποιοι προτείνουν πορεία προς τα μπρος. Κάποιοι άλλοι τρομαγμένοι ρίχνονται στη θάλασσα, μην έχοντας λύση να προτείνουν. Κανένας δεν τους πρόσεξε. Το πλοίο ακολουθεί των κυμάτων τις πεθυμιές. Όμως, ένα τραγικό ερώτημα πλανάται πάνω απ’ το φουρτουνιασμένο σήμερα: ποιο το επόμενο λιμάνι;
Σύντροφοι, πορεία κατά το βοριά και το πλήρωμα, ο καθένας στη θέση του. Το επόμενο λιμάνι θα φανεί.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!