Η Ελληνίδα

Είδαμε μια γυναίκα μελαχρινή να κατασκευάζει το γκρεμό.
Όχι περισσότερο από ένα δευτερόλεπτο, σα λογχισμένη από τον Ήλιο.
Όπως τα τραυματισμένα βλέφαρα του θεού, το παιδί Προμελετημένο
από την ατέλειωτη παραλία μας. Η Ελληνίδα, η Ελληνίδα,
επαναλάμβαναν οι πουτάνες της Μεσογείου, η αριστοτεχνική αύρα:
Εκείνη που αυτοκατευθυνόταν, σαν φάλαγγα
μαρμάρινων αγαλμάτων, βαμμένων με αίμα και θέληση,
σαν ένα διαβολικό και χαμογελαστό σχέδιο υποστηριζόμενο από Τον
ουρανό και τα μάτια σου. Εγκαταλελειμμένη από τις πόλεις και Τη
Δημοκρατία, όταν νόμιζε ότι όλα έχουν χαθεί, τα μάτια σου θα εμπιστευτώ.
Όταν η συμπονετική ήττα μας πείσει πόσο άχρηστο
είναι να συνεχίσω να αγωνίζομαι, τα μάτια σου θα εμπιστευτώ.

Θα προσπαθήσω να ξεχάσω

Jus lo front port vostra bella
                                     Jordi de sant Jordi

Ένα σώμα που εμφανίστηκε κατά τη διάρκεια της χιονόπτωσης
Όταν όλοι ήμαστε μόνοι Στο πάρκο, στο βουναλάκι πίσω
από τα γήπεδα του μπάσκετ Είπα σταμάτησα και γύρισα:
ένα λευκό πρόσωπο φωτισμένο από μια ευγενική καρδιά.
Ποτέ δεν είχα δει τέτοια ομορφιά Το φεγγάρι απομακρυνόταν από τη γη
Από μακριά ο θόρυβος των αυτοκινήτων στον αυτοκινητόδρομο: κόσμος
που γύριζε σπίτι Ζούσαμε όλοι σε μια ανακοίνωση
της τηλεόρασης μέχρι που εκείνη διαχώρισε τις διαδοχικές
κουρτίνες χιονιού και με άφησε να δω το πρόσωπό σου: ο πόνος
και η ομορφιά του κόσμου στο βλέμμα σου Είδα μικροσκοπικά
ίχνη πάνω στο χιόνι Ένιωσα τον παγωμένο άνεμο στο πρόσωπο
Στην άλλη άκρη του πάρκου κάποιος έκανε σινιάλα
με ένα φακό Κάθε νιφάδα χιονιού ήταν ζωντανή
Κάθε αυγό εντόμου ήταν ζωντανό κι ονειρευόμουν Σκέφτηκα: τώρα
θα μείνω για πάντα μόνος Αλλά το χιόνι έπεφτε
και έπεφτε κι εκείνη δεν απομακρυνόταν.

Βροχή

Βρέχει κι εσύ λες ότι είναι σαν τα σύννεφα
που κλαίνε. Μετά, σκεπάζεις το στόμα και ανοίγεις
το βήμα. Σαν να κλαίνε αυτά τα βρώμικα σύννεφα;
Αδύνατον. Αλλά ύστερα, από πού αυτός ο θυμός,
αυτή η απελπισία που πρέπει να μας πάει όλους στο διάολο;
Η Φύση κρύβει μερικές από τις διαδικασίες της
στο Μυστήριο, τον ετεροθαλή αδελφό της. Έτσι, αυτό το απόγευμα
που θεωρείς ίδιο με ένα απόγευμα το τέλους του κόσμου
πιο γρήγορα από ό,τι νομίζεις θα σου φανεί μόνο
ένα μελαγχολικό απόγευμα, ένα απόγευμα μιας χαμένης μοναξιάς
στη μνήμη: ο καθρέφτης της Φύσης. Ή καλύτερα
θα το ξεχάσεις. Ούτε η βροχή, ούτε το κλάμα, ούτε τα βήματά σου
που αντηχούν στον δρόμο προς τον γκρεμό έχουν σημασία
τώρα μπορείς να θρηνήσεις και να αφήσεις να διαλυθεί η εικόνα σου
στα παρμπρίζ των σταθμευμένων αυτοκινήτων κατά μήκος
της Παραλίας. Αλλά δεν μπορείς να χαθείς.

Μετάφραση: Γιάννης Σουλιώτης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!