Η Αντίσταση

Δεν είναι τούτο πάλεμα σε μαρμαρένια αλώνια,
εκεί να στέκει ο Διγενής και μπρος να στέκει ο Χάρος.
Εδώ σηκώνετ’ ολ’ η γη με τους αποθαμένους,
και με τον ίδιο θάνατο πατάει το θάνατό της.

Κι απάνω απάνω στα βουνά, κι απάνω στις κορφές τους
φωτάει μεμιάς Ανάσταση, ξεσπάει αχός μεγάλος.

Η Ελλάδα σέρνει το χορό, ψηλά, με τους αντάρτες,
– χιλιάδες δίπλες ο χορός, χιλιάδες τα τραπέζια –,
κ’ ειν’ οι νεκροί, στα ξάγναντα, πρωτοπανηγυριώτες!

Παλαμάς

Ηχήστε, οι σάλπιγγες…. Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα, πέρα ως πέρα…
Βογγήστε, τύμπανα πολέμου…. Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθήτε στον αέρα!

Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ένα βουνό
με δάφνες αν υψώσουμε ως το Πήλιο και ως την Όσσα,
κι αν το πυργώσουμε ως τον έβδομο ουρανό,
ποιόν κλει, τι κι αν το πει η δικιά μου γλώσσα;

Μα Εσύ, Λαέ, που τη φτωχή Σου τη μιλιά,
Ήρωας, την πήρε και την ύψωσε ως τ’ αστέρια,
μεράσου τώρα τη θεϊκή φεγγοβολιά
της τέλειας Δόξας του, ανασήκωστον στα χέρια,

γιγάντιο φλάμπουρο, κι απάνω κι από μας
που τον υμνούμε, με καρδιά αναμμένη,
πες μ’ ένα μόνο ανασασμόν: «Ο Παλαμάς!»,
ν’ αντιβογγήσει τ’ όνομά του η Οικουμένη.

Ηχήστε, οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα, πέρα ως πέρα…

Βογγήστε, βούκινα πολέμου… Οι ιερές
σημαίες, ξεδιπλωθήτε στον αέρα!

Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ένας λαός,
σηκώνοντας τα μάτια του, τη βλέπει.
κι ακέριος φλέγεται ως με τ’ άδυτο ο Ναός,
κι από ψηλά νεφέλη Δόξας τονε σκέπει.

Τι, πάνωθέ μας, όπου ο άρρηκτος παλμός
της Αιωνιότητας αστράφτει, αυτή την ώρα,
Ορφέας, Ηράκλειτος, Αισχύλος, Σολωμός,
την άγια δέχονται ψυχή την τροπαιοφόρα,

που αφού το Έργο της θεμελίωσε βαθειά
στη γην αυτή, με μιαν ισόθεη Σκέψη,
τον τρισμακάριο τώρα πάει ψηλά τον Ίακχο
με τους αθάνατους θεούς για να χορέψει.

 

Ηχήστε, οι σάλπιγγες…. Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα, πέρα ως πέρα…
Βόγγα, Παιάνα! Οι σημαίες οι φοβερές
στης Λευτεριάς, ξεδιπλωθήτε τον αέρα!

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!