Πολλοί, παραλληλίζουν τα συλλαλητήρια που προγραμματίζονται για την Μακεδονία στην Θεσσαλονίκη, με εκείνα του 1992. Αν κάποιος δει κάτω απ’ το «η Μακεδονία είναι Ελληνική» που διαπερνά και τα δύο, θα διαπιστώσει ότι απ’ το 1992 μας χωρίζει μεγάλη απόσταση όχι μόνο χρονική.

Τότε το ίδιο το σύστημα (κυβέρνηση, κόμματα, εκκλησία, θεσμικοί φορείς) οργάνωναν και στήριζαν τα συλλαλητήρια για να ενισχύσουν μια «εθνική» στρατηγική. Μια «εθνική» στρατηγική, που και τότε υπαγορευόταν απ’ τους ισχυρούς αφέντες του πλανήτη, και είχε σαν μία πτέρυγα της την βαλκανική εξόρμηση, την συμμετοχή δηλαδή μερίδας του ελλήνων υπεργολάβων στην αρπαχτή των διαλυμένων Βαλκανίων.

Τώρα το «μακεδονικό» ανοίγει πριν από μια νέα διαφαινόμενη βαλκανική κρίση, ο πολιτικός κόσμος και οι κρατικοί θεσμοί του σέρνονται σε μια υποχωρητική στάση πλήρως ευθυγραμμισμένη με τις ΝΑΤΟϊκές επιδιώξεις. Τότε, ο εθνικισμός ήταν κάτι πιο βαθύ απ’ το κιτς και γραφικό στυλ κάποιων εκ’ των συγκεντρωμένων, επιβλήθηκε άνωθεν και χρησιμοποιήθηκε ως εργαλείο χειρισμού της κοινωνίας και πλασαρίσματος των ελληνικών ελίτ, χωρίς να αποφευχθούν πολιτικοί κλυδωνισμοί στο εσωτερικό…

Τώρα, η αντίδραση έρχεται ως έκφραση του λαϊκού ενστίκτου, ότι κάπως πρέπει να απαντήσουμε σε άλλη μιά εθνική υποχώρηση που ετοιμάζουν από κοινού οι ισχυροί του πλανήτη με τους δικούς μας πολιτικούς. Η αντίδραση αυτή δεν στηρίχθηκε σχεδόν από κανέναν επίσημο φορέα μέχρι να πάρει διαστάσεις που δεν μπορούσε κανείς να παραβλέψει, και τότε μόνο εμφανίστηκαν διάφοροι επίδοξοι σωτήρες να την εντάξουν πάλι στους μικροπολιτικούς σκοπούς τους.

Ο λαός δικαιολογημένα δεν έχει εμπιστοσύνη στις «ηγεσίες» του και φοβάται ότι γι’ ακόμη μια φορά μπορεί να διαστρεβλώσουν την θέληση του, ενώ ταυτόχρονα είναι και κουρασμένος απ’ τα απανωτά χτυπήματα. Μ’ αφορμή το μακεδονικό, θα εκφραστεί ένα «φτάνει πια» και θα σταλεί ένα μήνυμα στους υποστηρικτές της «ευκαιρίας»… Σίγουρα αρκετές χιλιάδες κόσμου (κυρίως βορειοελλαδίτες) θα συμμετέχουν στο συλλαλητήριο της 21 Γενάρη στην Θεσσαλονίκη. Θα είναι όμως πολλοί και εκείνοι που, αν και ανήκουν στο 80% (σύμφωνα με δημοσκοπήσεις) που διαφωνεί με την σχεδιαζόμενη λύση, δεν θα κατέβουν, είτε γιατί δεν πιστεύουν ότι κάτι μπορεί να βγει, είτε γιατί είναι καθηλωμένοι απ’ τον ρυθμό των εξελίξεων. Τέλος υπάρχει και η αδιαφορία, είτε ως αποτέλεσμα του κλεισίματος στην ρουτίνα της καθημερινότητας είτε ως αποτέλεσμα ενός ιδιότυπου εθνομηδενιστικού ωχαδερφισμού που διαβρώνει εδώ και χρόνια συνειδήσεις.

Δ.Γ.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!