του Δημήτρη Μπελαντή

Το φαινόμενο Me Too (κατά συντομία: ΜΤ) είναι ένα φαινόμενο των τελευταίων ετών. Κυρίως, έχει χώρο και πεδίο εφαρμογής την show bizz, τον κινηματογράφο, το θέατρο, την υποκριτική τέχνη, το μαζικό πολιτιστικό θέαμα (τηλεόραση, βίντεο), δευτερευόντως την πολιτική ή τον αθλητισμό (επίσης δραστηριότητες αντικειμενικά του μαζικού θεάματος με τη ντεμποριανή έννοια) κ.λπ. Βασική χώρα προέλευσής του είναι οι ΗΠΑ, και από αυτές έχει εξαπλωθεί σε όλο τον δυτικό κόσμο. Συνδέεται με το γενικότερο φαινόμενο της «πολιτικής ορθότητας», αλλά έχει και πολύ ιδιαίτερες όψεις και διαστάσεις.

ΠΑΡΑ ΤΟ ότι το φαινόμενο ΜΤ συνδέεται α) με τη σεξουαλική παρενόχληση και οριακά τον βιασμό και β) με τη γενικότερη εργασιακή παρενόχληση, δεν είναι αποκλειστικά μια αναβάθμιση και συλλογική μορφή της κοινωνικής διαμαρτυρίας από την πλευρά των θυμάτων κατά της παρενόχλησης ή του βιασμού που υπέστησαν. Αφορά κυρίως την παρενόχληση, σεξουαλική κυρίως αλλά και γενικότερη εργασιακή, επώνυμων πλέον προσώπων, βασικά γυναικών. Που υπέστησαν την επίθεση προτού γίνουν επώνυμα. Τα πρόσωπα αυτά είναι κοινωνικά αναγνωρίσιμα (*). Χωρίς αυτό να συνεπάγεται καθόλου ότι κάποια ή αρκετά από αυτά δεν υπήρξαν όντως θύματα σεξουαλικής ή άλλης απαράδεκτης βίας και βίαιων συμπεριφορών. Το ΜΤ εντάσσεται σε μιαν μαζική πλανητική δημοσιότητα όπου, κυρίως, επώνυμες/οι καταγγέλλουν επώνυμους. Χωρίς τον τεράστιο μηχανισμό των συγχρόνων πλανητικών ΜΜΕ αλλά, επίσης, και τον υπερδιογκωμένο μηχανισμό των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ), το ΜΤ δεν θα υφίστατο πρακτικά ή θα είχε πολύ περιορισμένη διάσταση – καθώς συνδέεται έντονα με το φαινόμενο της ηλεκτρονικής μαζικής δημόσιας έκθεσης του άλλου ή δημόσιας αυτοέκθεσης. Συνεπώς, δεν είναι μόνο ή αποκλειστικά ατομική ή συλλογική διαμαρτυρία θυμάτων παρενόχλησης αλλά συλλογική διαμαρτυρία επώνυμων θυμάτων παρενόχλησης (το πραγματικό ή μη της καταγγελίας θα το δούμε πιο κάτω) που αξιοποιεί ένα τεράστιο δίκτυο δημοσιότητας. Το επώνυμο των θυμάτων και των θυτών σε συνδυασμό με την ύπαρξη του τεράστιου δικτύου δημοσιότητας ανάγει το φαινόμενο σε έναν ιδιόμορφο πόλεμο δημοσιότητας. Οι επώνυμοι «θύτες» εμπλέκονται και αυτοί σε έναν πόλεμο δημοσιότητας ή «κρύβονται». Τα μη επώνυμα θύματα δεν παίζουν ιδιαίτερο ρόλο σε αυτό το φαινόμενο, παρά μόνο αν οι καταγγελίες τους «ακουμπούν» θύτες που έχουν ήδη καταγγελθεί από επώνυμα θύματα. Αλλιώς, χάνονται μέσα στην ταξική τους ανωνυμία και «ούτε λέξη πια γι’ αυτά». Είναι αναλώσιμα.

Το φαινόμενο ΜΤ θα μπορούσε –και σε έναν βαθμό το κάνει αντικειμενικά– να αξιοποιήσει αυτόν τον πόλεμο δημοσιότητας, για να ενισχύσει όντως μια θετική ενεργή κοινωνική συνείδηση κατά της σεξουαλικής βίας ή της ευρύτερα βίαιης συμπεριφοράς στους χώρους εργασίας. Να δημιουργήσει δηλαδή έναν ηθικό φραγμό στη συμπεριφορά αυτή προσθέτοντας στην ποινική πρόληψη ένα είδος «ηθικής πρόληψης». Να αποκτήσει και μιαν ευρύτερη κοινωνική και ταξική διάσταση. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αν λειτουργούσε αποκλειστικά έτσι, η συμβολή του σε επίπεδο κοινωνικής συνείδησης θα ήταν βασικά θετική. Επίσης, θα συνέβαλε σε μια αποτελεσματικότερη νομική και ποινική διερεύνηση των υποθέσεων αυτών και στην απόδοση δικαιοσύνης και όχι εκδίκησης.

ΣΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, όμως, αυτή είναι η φωτεινή πλευρά της σελήνης. Η φωτεινή πλευρά της σελήνης μας βοηθάει και σε κάτι άλλο: Στο να αντιληφθούμε ότι στη βιομηχανία του θεάματος κυριαρχεί μια πολύ άκαμπτη και σκληρή ιεραρχία με ηγέτες αλαζονικές και ναρκισσιστικές, συχνά ανήθικες με την έννοια της αντικοινωνικότητας, προσωπικότητες που θεωρούν όσους/ες εξαρτώνται από αυτούς για την καριέρα τους ως απόλυτα υποκείμενους/ες στην εξουσία τους, την εργασιακή, την προσωπική, την αισθητική, τη σεξουαλική κ.λπ. Φορείς μιας διαστροφικής εξουσίασης. Η σκληρή ιεραρχία στον χώρο του θεάματος μπορεί βέβαια (ιδίως στις περιπτώσεις του ποιοτικού θεάματος) να συνδέεται και με τις ιδιαίτερες απαιτήσεις ποιοτικής παραγωγής του (η εξουσία του «μαέστρου» κατά τον Φελλίνι, στην «Πρόβα Ορχήστρας»). Δεν μπορεί, όμως, να είναι απόλυτη. Το ότι υπάρχει σε τυραννικό βαθμό είναι μεν εντυπωσιακό, αλλά δεν είναι και κάτι που το μαθαίνουμε σήμερα. Σήμερα βγαίνει στο φως κάτι που όλοι επί χρόνια υποψιαζόμασταν ότι υπάρχει. Όπως, επίσης, υποψιαζόμασταν ότι ιδίως στον χώρο του θεάματος η δημιουργία καριέρας και η ανέλιξη εξασφαλίζεται συχνά –ευτυχώς όχι πάντοτε– και με την προσφορά σεξουαλικών ανταλλαγμάτων, εκούσια ή ακούσια ή κάπου στο ενδιάμεσο. Στην περίπτωση της εκούσιας συμμετοχής, για να εξηγούμαστε, αυτό δεν νομιμοποιεί τον «αξιώνοντα το ωφέλημα» – αυτός είναι ο βασικός υπεύθυνος και όχι αυτός ή αυτή που συναινεί. Στον βαθμό όμως που οι άνθρωποι δεν είναι μόνο «θύματα» αλλά αυτόνομες προσωπικότητες, η επιλογή ή μη της αξιοπρέπειας οφείλει να λαμβάνεται υπ’ όψιν.

Στη βιομηχανία του θεάματος κυριαρχεί μια πολύ άκαμπτη και σκληρή ιεραρχία με ηγέτες αλαζονικές και ναρκισσιστικές, συχνά ανήθικες με την έννοια της αντικοινωνικότητας, προσωπικότητες που θεωρούν όσους/ες εξαρτώνται από αυτούς για την καριέρα τους ως απόλυτα υποκείμενους/ες στην εξουσία τους, την εργασιακή, την προσωπική, την αισθητική, τη σεξουαλική κ.λπ.

Επίσης, εντυπωσιακό –αλλά όχι άγνωστο– είναι το γεγονός της σεξουαλικής εκμετάλλευσης ή κυριάρχησης ανηλίκων και μάλιστα όχι μόνο από τους κλασσικούς δράστες, κατά τον νεοφεμινισμό, «πατριάρχες ετεροφυλόφιλους άνδρες» κατά των νεαρών κοριτσιών και γυναικών, αλλά και από άτομα αμφιφυλόφιλα, ομοφυλόφιλα κατά ατόμων του ιδίου φύλου, ουσιαστικά δηλαδή ανεξαρτήτως σεξουαλικού προσανατολισμού. Επίσης, τίποτε δεν αποκλείει στο μέλλον να έχουμε φαινόμενα τέτοιου τύπου και από την πλευρά ισχυρών γυναικών με θέσεις εξουσίας, όσο οι θέσεις εξουσίας αρχίζουν να αποκτούν μια μεγαλύτερη διάχυση ή diversity. Τέλος, μια σημαντική διάσταση φαίνεται να είναι η τάση προς την σεξουαλική χειραγώγηση ανηλίκων, πράγμα που μπορεί να υπερβαίνει τον ηθικό πανικό και να έχει μια ισχυρή αντικειμενική διάσταση στον σύγχρονο πολιτισμό, μια διάσταση διεύρυνσης του κοινωνικού φαινομένου της παιδοφιλίας.

ΣΤΟ ΣΗΜΕΙΟ αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι η απαίτηση και άντληση ερωτικών ωφελημάτων από τους φορείς εξουσίας είναι μια πρακτική εξαιρετικά απαράδεκτη ηθικά, που κυρίως όμως συνδέεται με το φαινόμενο και τους μηχανισμούς της εξουσίας καθ’ εαυτούς. Δεν εξαντλείται στις πατριαρχικές εξουσιαστικές σχέσεις (παραδοσιακές σχέσεις αντρών-γυναικών με παραδοσιακούς σεξουαλικούς προσανατολισμούς και ρόλους κ.λπ.). Είναι προφανές ότι σε μια κλασσική πατριαρχική κοινωνία η σεξουαλική βία ή εκβιασμός κυρίως εκκινεί από τους άνδρες και στρέφεται κατά των γυναικών. Ακόμη και σε μια κοινωνία που προέρχεται από την πατριαρχική, ισχύει αυτό σε μεγάλο βαθμό. Πέραν του ότι η σημερινή δυτική κοινωνία δεν είναι κλασσικά πατριαρχική, καθώς δεν στηρίζεται πια στην πυρηνική οικογένεια ούτε σε μια απόλυτη και καθαρά συστημική ανισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών, αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμη και σε μια κοινωνία απόλυτα εξισωτική μεταξύ των φύλων ή ακόμη και σε μια κοινωνία όπου ο σεξουαλικός προσανατολισμός που κυριαρχεί θα ήταν ο ομοφυλόφιλος ή ο αμφοτερόφυλόφιλος ή ο όποιος, θα υπήρχε άσκηση σεξουαλικής εξουσίας υπό τον όρο α) ότι δεν έχει εξαλειφθεί το φαινόμενο της εξουσίας και β) οι άνθρωποι είναι ακόμη έμφυλοι κοινωνικά ή βιολογικά . Όταν οι άνθρωποι θα έχουν γίνει άφυλοι, η θετική πλευρά είναι ότι η άσκηση εξουσίας δεν θα υιοθετεί την σεξουαλική βία. Θα υπάρχουν, όμως, άλλου είδους «μικροπροβλήματα».

Συνεχίζεται

* Δες και τις κριτικές παρατηρήσεις του Σλ. Ζίζεκ σε βίντεό του για το φαινόμενο https://www.youtube.com/watch?v=ai_UAPaoEW4.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!