Μπροστά στις ρευστοποιήσεις των πάντων (τιμαλφών, χώρας, συνόρων, κομμάτων, κοινωνίας, αξιών, ηθών)… σε στιγμές εξαιρετικά ανήσυχες για τη χώρα και τις διαστάσεις της (για παράδειγμα μετράμε την τάχα μείωση της ανεργίας και δεν υπολογίζουμε την εθνική ζημιά από τον ξενιτεμό 500.000 νέων κυρίως ανθρώπων)… μια δήλωση της Μέρκελ τις μέρες της επίσκεψής της πρέπει να μας προβληματίσει. Είπε λοιπόν η κυρία Μέρκελ:

«Είμαι ιδιαιτέρως χαρούμενη που διαπιστώνω ότι η κατάσταση έχει αλλάξει πολύ και η ανεργία έχει μειωθεί. Βεβαίως, δεν είναι το τέλος των μεταρρυθμίσεων, αλλά η αρχή μιας νέας κατάστασης».

Χαρούμενη, όχι τέλος των μεταρρυθμίσεων, αρχή μιας νέας κατάστασης. Από όλα αυτά συγκρατώ το τελευταίο, το «αρχή μιας νέας κατάστασης». Η αισιόδοξη άποψη, αυτή που κανένας σοβαρός πολιτικός δεν πιστεύει ακόμη κι αν δημοσίως την υποστηρίζει, είναι πως η Ελλάδα επιστρέφει στην κανονικότητα. Πιο συγκρατημένοι πολιτικοί και οικονομολόγοι διαπιστώνουν ότι θα χρειαστούμε κι άλλο πακέτο οικονομικής στήριξης. Η ανησυχία είναι τόση που κανείς δεν κάνει λόγο για εθνικές περιπέτειες, κινδύνους και απειλές. Κανείς δεν λέει ότι είμαστε πριν την καταιγίδα επειδή μια ιδιότυπη κρίση έχει ξεκινήσει στα Βαλκάνια, συναντιέται με το ρόλο μεγάλων και περιφερειακών δυνάμεων στην περιοχή (Ρωσία, Τουρκία), διασταυρώνεται με αλυτρωτισμούς και εθνικιστικές παροξύνσεις (Αλβανία κ.λπ.) και φυσικά με μια ανοικτή πολιτική κρίση στην καρδιά της Ευρώπης (Γαλλία, Ιταλία, Αγγλία) και με δεδομένο πως θα αλλάξει ο πολιτικός χάρτης με τις εκλογικές διαδικασίες που έπονται. Απ’ ό,τι φαίνεται, με μεγάλη χαρά θα καταργούσαν τις εκλογικές διαδικασίες. Δεν χρειάζεται ο λαός, η πολιτεία. Ούτε ο λόγος τους, ούτε η γνώμη τους.

Η χώρα δεν μπαίνει σε καμία κανονικότητα – το αντίθετο!

Παρά τις διακηρύξεις για κανονικότητα και όλο το βάρος που δίνεται στο οικονομικό πεδίο, η χώρα πρόκειται να νοιώσει τις αναταράξεις τριών παραγόντων: α) των επικυρίαρχων δυνάμεων και του ανταγωνισμού τους για τη λεία επί της Ελλάδας –στρατιωτικά, πολιτικά, οικονομικά– και των σχεδιασμών που έχουν για Βαλκάνια και Ευρώπη, οπότε πρέπει να ψηφίζεις Πρέσπες αβλεπί, αλλιώς δεν έχεις στήριξη, β) των απειλών και μεθοδεύσεων του τούρκικου παράγοντα σε βάρος της χώρας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της, και γ) του άθλιου πολιτικού παιχνιδιού που θα παιχθεί για τις τετραπλές εκλογές που θα γίνουν πολύ σύντομα, αφού ήδη έχουμε μπει σε προεκλογική περίοδο.

Ήδη εισερχόμαστε στη «νέα κατάσταση» χωρίς να βγαίνουν οι αριθμοί, χωρίς ο πολιτικός κόσμος να έχει τη στήριξη των πολιτών, με μια κοινωνία βουβή, επιφυλακτική, μαγκωμένη και φοβισμένη για τα χειρότερα που διαισθάνεται, με τους πολίτες πιο αποξενωμένους από ποτέ από το πολιτικό σύστημα και –το χειρότερο– χωρίς ελπίδα. Χωρίς ελπίδα και καλό σινιάλο για κάτι καλύτερο για τη χώρα, την οικονομία, την οικογένεια, τα παιδιά, τον πολιτισμό, την κοινωνική συνοχή, το αύριο.

Η νέα κατάσταση απαιτεί νέα αντιμετώπιση

Το ερώτημα είναι ποια στρατηγική, ποια τακτική, εν ολίγοις ποια πολιτική, ποιος σχεδιασμός μπορεί να αντιστρέψει αυτή την κατάσταση. Γιατί χωρίς αυτόν τον όρο, όλα είναι καταδικασμένα να αποτύχουν ή να αναπαράξουν κάτι από τα γνωστά

 Πολλοί θεωρούν ότι, ή τώρα ή ποτέ, στις επόμενες εκλογές πρέπει να εμφανιστεί ένα νέο εκλογικό σχήμα, πατριωτικών και δημοκρατικών απόψεων. Άλλοι επαναλαμβάνουν ότι χρειάζεται ένα μέτωπο και το μυαλό συνειρμικά πάει στο ΕΑΜ. Από τότε όμως έχουν αλλάξει πολλά. Τότε υπήρξε μια πλήρης κατάρρευση του ελληνικού κράτους και μια απόδραση του πολιτικού κόσμου και ο λαός, έχοντας τεράστια αποθέματα από το έπος του «Όχι» και τις νίκες πάνω στις φασιστικές ιταλικές ορδές, αποφάσισε να δώσει τα πάντα για την ελευθερία του. Θα υποστήριζα επομένως πως χρειάζεται μια σοβαρή και νηφάλια διάγνωση-εκτίμηση της σημερινής κατάστασης, κι όχι επανάληψη συνθηματολογιών του 2010 ή 2012.

Στο σημείο αυτό πρέπει να τεθεί ένα ακόμα ζήτημα: Τι συμπεράσματα βγαίνουν από τα 8 χρόνια μνημονίων και αγώνα ενάντιά τους; Εδώ δεν υπάρχει πλέον σύμπτωση από όλες τις δυνάμεις που πήραν μέρος. Δεύτερον, μάλλον υπάρχει αδυναμία εξαγωγής 2-3 βασικών συμπερασμάτων. Τρίτον, δεν υπήρξε καμία αυτοκριτική για τον περιορισμό των στόχων σε απλά διεκδικητικά πλαίσια και τη μη σύνδεση του οικονομικού στοιχείου με τους σχεδιασμούς καθολικής υποδούλωσης της χώρας και διαμελισμού της. Τέταρτον, σχεδόν όλες οι δυνάμεις παρέμειναν εντός των συντεταγμένων του πολιτικού συστήματος, το οποίο είναι κομμένο και ραμμένο για να αυτοαναπαράγεται εξυπηρετώντας τους επικυρίαρχους – στη συγκεκριμένη περίπτωση τους τροϊκανούς και σήμερα τις ΗΠΑ-Γερμανία για τους σχεδιασμούς τους ενάντια σε Ρωσία και για αποσάθρωση των Βαλκανίων. Πέμπτον, ότι η ανάληψη από την αριστερά και τους διανοούμενους (στο μεγαλύτερο μέρος τους) της τελευταίας φάσης των μνημονίων και της Συμφωνίας των Πρεσπών έχει δημιουργήσει ένα «κούμπωμα», μια ολοκλήρωση, που δεν ξεπερνιέται εύκολα, ούτε χωρίς μεγάλες αναθεωρήσεις.

Ένα διπλό ζήτημα που πρέπει να υπηρετηθεί

Γι’ αυτό το σημαντικότερο ζήτημα είναι η πλευρά του υποκειμενικού παράγοντα, του λαού με την ευρύτερη έννοια, του υποκειμένου: των διαθέσεών του, των φόβων του, των ανησυχιών του, του βαθμού δοτικότητας και συμμετοχής που έχει αυτήν τη στιγμή, της επιφυλακτικότητας και της εχθρότητας ακόμα προς την πολιτική και τα πολιτικά κόμματα. Το ερώτημα είναι ποια στρατηγική, ποια τακτική, εν ολίγοις ποια πολιτική, ποιος σχεδιασμός μπορεί να αντιστρέψει αυτή την κατάσταση. Γιατί χωρίς αυτόν τον όρο, όλα είναι καταδικασμένα να αποτύχουν ή να αναπαράξουν κάτι από τα γνωστά.

Επομένως υπάρχει ένα διπλό ζήτημα, μορφής και ταυτόχρονα περιεχομένου, που πρέπει να υπηρετηθεί. Μορφή και περιεχόμενο, ζητήματα που επιλύονται στις ευτυχισμένες στιγμές κινητοποίησης του λαού, π.χ. πλατείες ή Κίτρινα Γιλέκα – όμως αυτές μοιάζουν με στιγμιαίες εκλάμψεις, σημαντικότατες μεν, αλλά που δεν συγκροτούνται σε ένα ρεύμα, πρόγραμμα, λόγο. Κι έχουμε περιοδικές εμφανίσεις υβριδικών καταστάσεων που θεωρητικά αλληλοαποκλείονται, αλλά πρακτικά συμπορεύονται για πολλούς λόγους: επειδή υπάρχει λαϊκή ώθηση, επειδή υπάρχει ανάγκη αποτελεσμάτων, επειδή το απαιτούν οι αριθμοί, επειδή δεν υπάρχουν εντελώς καθαρά πράγματα, ή ακόμα επειδή υπάρχει και δεν καταργείται ο οπορτουνισμός. Παραδείγματα της ζωής: ελληνική περίπτωση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ τον Γενάρη του 2015, Ιταλία συγκυβέρνηση 5 Αστέρων και Λέγκας, Ισπανία ψήφος όλων των κομμάτων ενάντια σε Ραχόι και πτώση της κυβέρνησής του.

Αν όμως αναρωτηθούμε για το σχήμα «μορφή και περιεχόμενο» στην Ελλάδα του 2019, αναγκαστικά θα πρέπει να τονίσουμε ότι η αξιοπιστία δεν καταχτιέται σήμερα με την προσκόλληση στην ανάδειξη μέσω του πολιτικού συστήματος, ούτε μέσω της με κάθε τρόπο απόκτησης ρόλου, της χρησιμοποίησης των εκλογικών διαδικασιών για προσωπική ανάδειξη. Ναι, όλοι θέλουν να βοηθήσουν τον τόπο. Αλλά έχουμε χορτάσει κιόλας από αυτήν την προσφορά που όλο διαψεύδεται.

Μορφή και περιεχόμενο μιας νέας προσπάθειας στην Ελλάδα του 2019: αυτό είναι το κάλεσμα και η πρόκληση που έχουμε μπροστά μας. Είναι το δύσκολο πρόβλημα. Βήμα πρώτο: όχι στις παλιές και αποτυχημένες συνταγές. Η πρεμούρα και η πνευματική οκνηρία δεν βοηθά τη νηφάλια σκέψη. Η διάνοιξη δρόμων απαιτεί «νέα υλικά». Να οικοδομήσουμε μια «συνολική ματιά» που να βλέπει και παραπέρα. Και να στήσουμε ένα, δύο, τρία ταμπούρια ισχυρά για όσα έρχονται.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!