Βλέποντας τη φωτογραφία του Κυριάκου Μητσοτάκη πλάι στον Φράνσις Φουκουγιάμα (που είχε αναγγείλει το «τέλος της Ιστορίας» το 1990) στη σύνοδο του Economist, ομολογώ πως έβαλα τα γέλια. Σχεδόν δεν έδωσα καμία σημασία στο τι είπαν (προσοχή, σχεδόν), επειδή ήδη τρέχουν πίσω από εξελίξεις τις οποίες δεν είναι ικανοί ούτε καν να κατανοήσουν και να αποκρυπτογραφήσουν, πόσο μάλλον να σχολιάσουν κριτικά. Το μόνο που τους νοιάζει –αυτούς και όσους ή ό,τι εκπροσωπούν– είναι να φαντασιώνονται ότι βρίσκονται στη «σωστή πλευρά της Ιστορίας». Χωρίς καμία συναίσθηση για το ποιο είναι το σύγχρονο ρεύμα του «ποταμού» – της σύγχρονης ιστορίας.

Ο Κ. Μητσοτάκης μέσα σε ελάχιστες μέρες έκανε δύο ανδραγαθήματα: Πήγε στο Κάιρο για να είναι ο μόνος στην εκεί διάσκεψη που χαρακτήρισε τη Χαμάς ως τρομοκρατική οργάνωση, και ύστερα επισκέφθηκε τον «φίλο του Μπίμπι» παραλείποντας να συναντήσει τον Αμπού Αμπάς στην Δυτική Όχθη (σε αντίθεση με ό,τι έκαναν όλοι οι άλλοι Δυτικοί επισκέπτες αυτών των ημερών). Εξέχων ζήλος του κ. Κούλη, που όμως αντί να προσθέτει κάτι στην εξωτερική πολιτική της χώρας –σε εξαιρετικά κρίσιμες καμπές και με εντελώς ρευστές καταστάσεις– την εκθέτει, την απομονώνει, την εμφανίζει σε ολόκληρο τον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο ως στενό σύμμαχο του Ισραήλ και της εθνοκάθαρσης που αυτό επιχειρεί (μαζί και των άλλων εγκλημάτων πολέμου).

Άλλες δυνάμεις –ιδιαίτερα στηρίγματα του Ισραήλ, όπως οι ΗΠΑ– κάνουν το ίδιο, αλλά με πιο προσεκτικά λόγια και κινήσεις. Το κράτος-τζουτζές της Δυτικής συμμαχίας δείχνει καλή διάθεση και προθυμία να εμφανιστεί ως «ο πιο καλός ο μαθητής», ενώ είναι πολύ κοντά στην εμπόλεμη περιοχή και πιθανά να «το βρουν τα σκάγια». Ας δούμε λοιπόν τι δεν βλέπει, τι δεν αισθάνεται, για ποια πράγματα αδιαφορεί η ελληνική πολιτική ηγεσία. Μοιάζει λίγο να συμπεριφέρεται όπως το 1950, όταν η αμερικανοκρατία κυριαρχούσε και προστάτευε τις ελληνικές ελίτ με τα σχέδια Μάρσαλ ή το δόγμα Τρούμαν, τη συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο της Κορέας και την είσοδο της χώρας στο ΝΑΤΟ.

Η «ηγεσία» μας μοιάζει να εκτιμά τις διεθνείς συνθήκες σαν αυτές να είναι στάσιμες στο 1990, με την πτώση του τείχους του Βερολίνου, την απόσπαση περιοχών της πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ, τη μονοκρατορία των ΗΠΑ λίγο πριν και λίγο μετά την εξαπόλυση του πρώτου πολέμου του Κόλπου και τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας κ.ο.κ. Μοιάζει σαν να πιστεύει ευλαβικά τα λόγια του γραμματέα του ΝΑΤΟ κ. Στόλτενμπεργκ ότι «το ΝΑΤΟ είναι η ισχυρότερη συμμαχία στην ιστορία» και θα προστατεύσει τα μέλη του από απειλές, ή τα λόγια του Μπάιντεν στο πρόσφατο διάγγελμά του για τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή, ότι «η αμερικανική ηγεσία κρατά ενωμένο τον κόσμο» και πως «η Αμερική είναι φάρος για τον κόσμο». Η πραγματικότητα όμως εξελίσσεται διαφορετικά, και ο κόσμος χαρακτηρίζεται από ορισμένες τάσεις που κανείς δεν μπορεί να αγνοεί με κομπορρημοσύνη.

Η «δύση της Δύσης» ως ιστορική διαδικασία μεγάλης σημασίας

Μια από τις πιο ισχυρές τάσεις της σύγχρονης πραγματικότητας είναι η παρακμάζουσα πορεία της συλλογικής Δύσης και η ανάδυση άλλων κέντρων, αρκετά ισχυρών ώστε να εμποδίζουν ή να αναστέλλουν την παγκόσμια ηγεμονία της «συλλογικής Δύσης», ή αλλιώς του Δυτικού ιμπεριαλισμού στο σύνολό του υπό την αιγίδα των ΗΠΑ.

Ο κόσμος εδώ και χρόνια αποκτά έναν πολυκεντρικό, πολυπολικό και αρκετά αντιφατικό ή χαοτικό χαρακτήρα, ακριβώς λόγω της σχετικής –αλλά σημαντικής– υποχώρησης της Δύσης και της ανάδυσης άλλων, ισχυρών δυνάμεων με παγκόσμιες βλέψεις και στρατηγικές. Όπως και περιφερειακών δυνάμεων ικανών να παίζουν έναν ρόλο σε μεγάλες περιοχές, και να «αυτονομούνται» σχετικά ή και πιο ανοικτά από τη Δυτική ομπρέλα. Για να είμαστε πιο ακριβείς, ο πόλεμος στην Ουκρανία (2022) ως παγκόσμιο γεγονός επισφραγίζει την είσοδο σε μια νέα εποχή συγκρούσεων και ανακατατάξεων μεγάλης εμβέλειας, μια εποχή που ξεκίνησε και συνεχίζει να επηρεάζει διαφορετικά όλες τις οικονομικές, πολιτικές, στρατιωτικές και κοινωνικές καταστάσεις που ίσχυαν μέχρι τότε.

Η αποδρομή των ΗΠΑ έχει ξεκινήσει λίγο παλιότερα (με πιο συμβολικό γεγονός την έκτακτη αποχώρηση από το Αφγανιστάν), ενώ σε όλους τους πολέμους που εξαπέλυσαν από το 1990 και μετά οδηγήθηκαν σε αντίθετα αποτελέσματα από τα επιδιωκόμενα, όπως δείχνει η σημερινή κατάσταση π.χ. στο Ιράκ. Παράλληλα, δεν μπορούν εύκολα να ανακόψουν την ανοδική πορεία της Κίνας, ενώ μια άλλη μεγάλη υπερδύναμη, με ισχυρό πυρηνικό οπλοστάσιο, η Ρωσία, αποφάσισε να συγκρουστεί ένοπλα στο πεδίο της Ουκρανίας – έχοντας απέναντι σχεδόν όλο το ΝΑΤΟ, που ενισχύει το καθεστώς Ζελένσκι. Είναι ένας πόλεμος που όλα δείχνουν ότι το ΝΑΤΟ δεν μπορεί να κερδίσει, και πιθανόν να καταστεί ένα νέο «Αφγανιστάν» για τις δυτικές δυνάμεις.

Οι ΗΠΑ βέβαια κατάφεραν να πλήξουν τις σχέσεις Γερμανίας και Ρωσίας και τον αγωγό που τροφοδοτούσε την Ευρώπη με ενέργεια, και διέλυσαν κάθε αυτονομία της Ευρώπης. Ναι, τα πέτυχαν αυτά, αλλά δεν γονάτισαν τη Ρωσία, ούτε την απομόνωσαν από τον υπόλοιπο κόσμο. Μπορεί να έχουν κηρύξει τον Πούτιν εγκληματία πολέμου που πρέπει να δικαστεί από διεθνές δικαστήριο, αλλά αυτός σαν να διευρύνει συμμαχίες και δημοτικότητα στον υπόλοιπο, μη Δυτικό κόσμο. Το σχήμα «The West and the rest» (Η Δύση και το «υπόλοιπο» του κόσμου) είναι ήδη ξεπερασμένο: μεταξύ άλλων, και επειδή τα νέα κέντρα που εκκολάφθηκαν μέσα από την παγκοσμιοποίηση και τη μεταφορά του μεγαλύτερου μέρους της βιομηχανικής παραγωγής προς Ανατολάς, δεν τα χωρίζει πια κάποιο αβυσσαλέο τεχνολογικό χάσμα από τη Δύση και τις ΗΠΑ.

Πρόκειται για μια μεγάλη ποιοτική αλλαγή βλέποντας όλες τις εξελίξεις στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα τους τελευταίους 2 αιώνες. Από το διπολικό μεταπολεμικό σύστημα περάσαμε σε μια βραχεία περίοδο σχεδόν μονοκρατορίας των ΗΠΑ, αλλά αυτή κράτησε λίγο. Μπορεί το 1990 στο Ιράκ, το 2001 στο Αφγανιστάν, το 2003 ξανά στο Ιράκ οι ΗΠΑ να κήρυξαν τον πόλεμο και να κατέστρεψαν ή προσωρινά να κατέλαβαν αυτές τις χώρες, χωρίς καμία ιδιαίτερη αντίδραση από Ρωσία ή Κίνα, τώρα όμως τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Τα νέα και αναδυόμενα κέντρα, ακόμα και μερικές περιφερειακές δυνάμεις, σχετικά μεγάλες, καταλαβαίνουν αυτήν την αλλαγή συσχετισμού. Έτσι δημιουργούνται νέες στρατοπεδεύσεις και νέοι τροπισμοί στην εξωτερική πολιτική πολλών χωρών που μέχρι χθες θεωρούνταν φιλικά προσκείμενες προς τη Δύση. Αλλάζουν πολλά και σε πολλά επίπεδα. Πρώτος μεγάλος σπασμός η Ουκρανία, και τώρα ο δεύτερος η Μέση Ανατολή.

Τα νέα κέντρα που εκκολάφθηκαν μέσα από την παγκοσμιοποίηση και τη μεταφορά της βιομηχανικής παραγωγής προς Ανατολάς, δεν τα χωρίζει πια κάποιο αβυσσαλέο τεχνολογικό χάσμα από τη Δύση και τις ΗΠΑ

Δεν είναι πόλεμος Ισραήλ-Χαμάς

Ολόκληρη η Δύση αρέσκεται να παρουσιάζει τον δεύτερο μεγάλο «σπασμό», τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή, σαν δικαίωμα του Ισραήλ στην «αυτοάμυνα» για να τιμωρήσει (ή εξαλείψει) τη Χαμάς. Σαν πόλεμο μιας ελεύθερης δημοκρατικής και προηγμένης χώρας ενάντια σε μια τρομοκρατική ισλαμοφασιστική οργάνωση, κάτι περίπου σαν τον ISIS. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη υποκρισία και ψέμα. Το Ισραήλ δέχθηκε ένα μεγάλο πλήγμα –που ήδη έχει παραγάγει αποτελέσματα, σχεδόν από την πρώτη στιγμή– και νομίζει ότι είναι σε θέση να συντρίψει συνολικά την Παλαιστίνη και τους Παλαιστίνιους, να τους διασκορπίσει σε άλλες περιοχές, να εκκαθαρίσει τη Γάζα και να αγοράσει χρόνο. Βέβαια θέλει να ξεχάσει τα ακόλουθα:

– Τινάχθηκαν στον αέρα όλες οι προσπάθειες ΗΠΑ-Ισραήλ για δημιουργία σχέσεων με αραβικά καθεστώτα, ώστε να είναι λυμένα τα χέρια των ΗΠΑ στην αντιπαράθεση με Ρωσία και Κίνα.

– Τινάχθηκαν στον αέρα προσπάθειες να στηθούν γέφυρες και εναλλακτικά σχέδια για τους δρόμους των υδρογονανθράκων, του πετρελαίου και του διεθνούς εμπορίου.

– Ξανατέθηκε με έμφαση το Παλαιστινιακό ζήτημα και το αίτημα για δημιουργία Παλαιστινιακού κράτους.

– Απομονώθηκε το Ισραήλ διεθνώς για να αποτρόπαια εγκλήματά του στη Γάζα και στην Δυτική Όχθη: όλη η ανθρωπότητα είδε την βαρβαρότητα του σιωνιστικού εξτρεμιστικού καθεστώτος Νετανιάχου και συντροφίας του στη άσκηση της «συλλογικής τιμωρίας», της «τελικής λύσης», των τρομερών σε έκταση εγκλημάτων πολέμου.

– Κατέπεσε και ο μύθος της ανίκητης δύναμης, των τρομερών μηχανισμών, των υπερσύχρονων οπλικών συστημάτων. Το πλήγμα της 7/10 λειτουργεί ακόμα σαν εφιάλτης για το τι μπορεί να ακολουθήσει αν το Ισραήλ συνεχίζει τη σιωνιστική κατοχική του πολιτική.

Ενώ λοιπόν δεν είναι πόλεμος Ισραήλ εναντίον Χαμάς, δεν είναι και ένας συνηθισμένος πόλεμος σαν αυτούς που έχει διεξάγει το Ισραήλ στην μετά το 1948 ιστορία του. Δεν είναι κάτι σαν τον πόλεμο των 6 ημερών ή τον πόλεμο του 1973, ούτε σαν τις προηγηθείσες επαναλαμβανόμενες επιθέσεις ενάντια στη Γάζα. Μοιάζει περισσότερο στη μορφή (και ίσως στο αποτέλεσμα) με τον πόλεμο στον Λίβανο, ενάντια στη Χεζμπολά (2006), όπου το Ισραήλ ηττήθηκε.

Το πραγματικό μέτωπο του πολέμου, και τι το καθορίζει

Αλλά και πάλι έχει διαφορά: Το πραγματικό μέτωπο του πολέμου, πολιτικά, ηθικά, στρατιωτικά, διπλωματικά επεκτείνεται σε μια πολύ μεγάλη περιοχή: από το Ιράκ, στη Συρία, την Υεμένη, τον Λίβανο – χωρίς να συμπεριλάβουμε το Ιράν, το οποίο οι ισραηλινοί θεωρούν κεντρικό τους αντίπαλο. Ακόμα, αυτός ο πόλεμος δημιουργεί ήδη μεγάλη πίεση και γεγονότα μέσα σε ολόκληρο τον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο. Υποχρεώνει κυβερνήσεις να ανεβάζουν τους τόνους, κι άλλες να απειλούνται να πέσουν σύντομα αν δεν ανταποκριθούν στοιχειωδώς έστω σε κάποιες διπλωματικές και πολιτικές καταδίκες του Ισραήλ. Έχει ήδη ενεργοποιήσει ολόκληρη τη Β. Αφρική, όπως και τις χώρες του Κόλπου.

Επιπλέον, ο πόλεμος αυτός δεν εξηγείται απλά με γεωπολιτικές αναλύσεις ισχύος αφαιρώντας την πολιτική, το δίκιο ή τον ανθρώπινο παράγοντα και τη θέληση-πεποίθηση για αντίσταση. Το Παλαιστινιακό σαν ζήτημα ξεπερνά τις επιδιώξεις ξεχωριστά παρμένων χωρών της περιοχής. Δεν είναι εύκολο να γίνει υποχείριο κάποιας περιφερειακής δύναμης, έχει τη δική του αυτονομία και αίγλη σε ολόκληρο τον κόσμο. Ναι, υπάρχει το σουνιτικό και το σιιτικό τόξο, αλλά δεν είναι αυτά που καθορίζουν την πορεία και την ιστορία του Παλαιστινιακού λαού και της Παλαιστινιακής Αντίστασης. Το σθένος, η ψυχή, το φρόνημα, η αποφασιστικότητα, ο αντιστασιακός χαρακτήρας, η παράδοση, οι δεσμοί αίματος και οι μάρτυρες του Παλαιστινιακού λαού δεν μπορούν να υποκατασταθούν από τη σκέτη γεωπολιτική θεώρηση και τον κυνισμό διαφόρων θεωριών περί ισχύος.

Χρειάζεται λοιπόν να δούμε κι αυτόν τον πόλεμο ως έναν δεύτερο σημαντικό, σοβαρό «σπασμό» στη μετάβαση σε έναν άλλο παγκόσμιο συσχετισμό, ίδιας περίπου εμβέλειας με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η σημασία του δεν αφορά απλά έναν συσχετισμό ανάμεσα σε Ισραήλ και Παλαιστίνιους επί του πεδίου. Αυτό φαίνεται δια γυμνού οφθαλμού.

Δεν χωρά όμως αμφιβολία ότι η τάση προς τον πόλεμο δυναμώνει σε παγκόσμια κλίμακα, και σχεδόν καμία δύναμη (αν θέλει να είναι σοβαρή και να έχει ρόλο) δεν μένει χωρίς να προετοιμάζεται για ένα μέλλον με πολλές συγκρούσεις. Ο συγκρουσιακός χαρακτήρας είναι εντελώς μέσα στη λογική της αντιπαράθεσης και των διαδικασιών που θα οδηγήσουν σε έναν άλλο παγκόσμιο συσχετισμό.

Η τάση προς τον πόλεμο δυναμώνει σε παγκόσμια κλίμακα, και σχεδόν καμία δύναμη (αν θέλει να είναι σοβαρή και να έχει ρόλο) δεν μένει χωρίς να προετοιμάζεται για ένα μέλλον με πολλές συγκρούσεις

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, υπάρχει κι ένα ανέκδοτο

Πρόκειται για τη χαζοχαρούμενη στάση της επίσημης Ελλάδας, σαν περίπου να μην συμβαίνει τίποτα σοβαρό. «Γεια σου φίλε Μπίμπι, καλώς τον Κούλη» ο διάλογος Μητσοτάκη-Νετανιάχου, φωτογραφίες με Φουκουγιάμα και σαχλαμάρες, τηλέφωνα και προετοιμασίες να πάνε καλά οι σχέσεις με την Τουρκία, ακόμα κι όταν αυτή ανακηρύσσει την βραχονησίδα Ζουράφα σαν δικιά της χωρίς καμία αντίδραση, ακόμα κι όταν ο Ερντογάν ξαναμιλά για Θεσσαλονίκη και σύνορα της καρδιάς του, ακόμα κι όταν στέλνουμε πακέτο Κούρδους προς εκτέλεση και σφαγή στον Έβρο, ή δρουν ανενόχλητες υπηρεσίες της ΜΙΤ στη Λούτσα πριν λίγο καιρό δολοφονώντας αντιπάλους. Ακόμα κι όταν βλέπουμε τι γίνεται στην Αρμενία, ή όταν το Αζερμπαϊτζάν, πλήρως εξοπλισμένο από Τουρκία και Ισραήλ, απειλεί το υπόλοιπο της Αρμενίας, στέλνει πετρέλαιο στο Ισραήλ και φυσικό αέριο στην Ευρώπη.

Η Τουρκία ανοικτά από βήματος ΟΗΕ ζητά να αναγνωριστεί το ψευδοκράτος (εμείς πάλι κωφεύουμε, μην και χαλάσει το ειδύλλιο), και απλά νομίζουμε ότι επειδή παίρνουμε πιο ανοικτά και απροκάλυπτα μια φιλοΝΑΤΟϊκή και φιλοϊσραηλινή θέση θα τύχουμε καλύτερης μεταχείρισης – ξεχνώντας ότι όλοι οι σύμμαχοί μας, και ειδικά οι ΗΠΑ-ΝΑΤΟ, έχουν ανοικτά φιλοτουρκική θέση και είναι έτοιμοι να παραχωρήσουν κάτι στο παζάρι που κάνει ο Ερντογάν, χρησιμοποιώντας και την Παλαιστινιακή υπόθεση. Επειδή ο Ερντογάν θέλει να κερδίσει ισχύ με όποιο τρόπο μπορεί: Το βράδυ της μιας μέρας λέει ναι στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, και το πρωί της επομένης καταγγέλλει ΗΠΑ και Ισραήλ για Παλαιστίνη, και σε λίγες μέρες παραπονιέται διότι ο Μπλίνκεν δεν κάνει μια στάση και στην Άγκυρα στο ταξίδι που είναι σε εξέλιξη.

Εμείς χάσκουμε σαν ένα «ανέκδοτο». Δεν κάνουμε απολύτως τίποτα ουσιαστικό για την κυριαρχία της χώρας, δεν ασκούμε καμία σοβαρή εξωτερική πολιτική. Απλά πολλαπλασιάζουμε εχθρούς και αντιπάθειες στα 4 σημεία του ορίζοντα (Βαλκάνια, Ρωσία, Β. Αφρική, Μέση Ανατολή κ.λπ.) και χαριεντιζόμαστε ότι «είμαστε Δύση, όχι παίξε-γέλασε»… Μακάριοι οι νάνοι της υποτέλειας, του ενδοτισμού, της ΝΑΤΟφροσύνης.

Είναι παραπάνω από αναγκαίος ένας προσανατολισμός που να προσδίδει βαθμούς κυριαρχίας στη χώρα. Έχουμε ανάγκη από ένα σχέδιο Εθνικής Κυριαρχίας που να υπολογίζει όλα τα δεδομένα και να καλλιεργεί μια εθνική-λαϊκή ενότητα μπροστά σε μεγάλες περιδινήσεις και απειλές. Ο αναδασμός, δυστυχώς, μας περιλαμβάνει με δραματικό τρόπο. Κι ας χαχανίζουν οι 62 της ελληνικής κυβέρνησης (τι αριθμός υπουργών και υφυπουργών του τίποτα!), ας μην υπάρχει αντιπολίτευση, ας οργιάζουν υπηρεσίες μυστικές και Πρεσβείες, ας αλωνίζουν μιζαδόροι, εργολάβοι και λοιποί «πατριώτες», ας αποστρατιωτικοποιούνται νησιά, ας ανατινάζονται στρατιωτικές εγκαταστάσεις, ας βουλιάζουν νομαρχίες ολόκληρες μαζί και ελικόπτερα. «Ως εδώ, όλα καλά»… με οδηγό το εγκληματικό «πάμε κι όπου βγει»…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!