1.Η υψηλή αβεβαιότητα χαρακτηρίζει την αγορά ενέργειας το 2023. Όλες οι σχετικές αναλύσεις στερούνται ικανής στατιστικής βάσης πάνω στην οποία να στηριχθούν ασφαλείς πιθανολογικές προβλέψεις για τις προσεχείς εξελίξεις των τιμών των προϊόντων ενέργειας. Άλλωστε το ίδιο είχε συμβεί και το έτος 2022, κατά τη διάρκεια του οποίου όλες οι ανάλογες προβλέψεις ουσιαστικά απέτυχαν να προβλέψουν όλες αυτές τις διακυμάνσεις των τιμών του φυσικού αερίου και του πετρελαίου.

Στις παρακάτω γραφικές παραστάσεις (1 και 2) αναφέρονται οι εξελίξεις των τιμών του φυσικού αερίου και του πετρελαίου την περίοδο 2021 μέχρι σήμερα.

2. Η τιμή του φυσικού αερίου είναι ένας εξαιρετικά κρίσιμος δείκτης, αφού διαδραματίζει σημαντικό ρόλο και στον καθορισμό των τιμών ρεύματος στην χονδρική και στη συνέχεια αυτή που πληρώνουν οι καταναλωτές.

Η πτώση της τιμής του φυσικού αερίου την τελευταία περίοδο –παρότι εξακολουθεί να είναι σχεδόν τέσσερις φορές υψηλότερη από τις αρχές του 2021– οφείλεται στους παρακάτω λόγους:

Πρώτον, στην αισθητά μεγάλη μείωση της ζήτησης. Οι ασυνήθιστα υψηλές για την εποχή θερμοκρασίες τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο συνέβαλαν στο να υποχωρήσει αισθητά η ζήτηση και να μείνει χαμηλότερα από την προσφορά. Η μείωση της ζήτησης οφείλεται στο ότι νοικοκυριά, επιχειρήσεις και κρατικές υπηρεσίες οδηγήθηκαν συνειδητά σε μικρότερη κατανάλωση λόγω των πολύ υψηλών τιμών του φυσικού αερίου προκειμένου να αντεπεξέλθουν στο αυξημένο κόστος. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση καταναλώθηκε περίπου 15% λιγότερο φυσικό αέριο από τη συνηθισμένη κατανάλωση των προηγούμενων ετών, από τον Αύγουστο έως τα τέλη του 2022, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Bloomberg NEF αλλά και της ING Bank. Το ότι οι χώρες της Ε.Ε. κατάφεραν να γεμίσουν τις αποθήκες του φυσικού αερίου σε ποσοστό περίπου 94,0%, δεν είναι ανεξάρτητο από το γεγονός της μείωσης της κατανάλωσης με το αναφερόμενο ποσοστό.

Η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας λόγω των πολύ υψηλών τιμών είχε σημαντική συμβολή στη μείωση της μεγέθυνσης του ΑΕΠ της ΕΕ σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο: ρυθμός μεγέθυνσης το 2021, 5,3%, ενώ το 2022 υπολογίζεται στο 3,2% (φθινοπωρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής). Η μειωμένη κατανάλωση φυσικού αερίου προβλέπεται να συνεχισθεί και το 2023. Η Morgan Stanley προβλέπει ότι η κατανάλωση φυσικού αερίου στην Ευρώπη θα είναι περίπου 16% κάτω από τον μέσο όρο της προηγούμενης πενταετίας, το 2023.

Είναι γνωστό ότι η μείωση της ποσότητας του ρωσικού φυσικού αερίου μέσω αγωγών, σε ετήσια βάση, το 2022 ανήλθε στο 50,0% που σημαίνει σε όγκο 58 bcm. Σήμερα η μείωση ανέρχεται περίπου στο 80,0%. Αν υποθέσουμε ότι θα συνεχίσει με αυτόν το ρυθμό για το 2023, υπολογίζεται ότι ο όγκος του ολόκληρο το 2023 θα ανέλθει περίπου σε 23 bcm. Οι ελλείπουσες ποσότητες πρέπει να αντικατασταθούν με άλλου είδους ροές φυσικού αερίου. Προφανώς αυτές θα έχουν τη μορφή του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Η συγκεκριμένη μορφή βοήθησε πολύ στην αναπλήρωση της μείωσης του ρωσικού φυσικού αερίου μέσω αγωγών. Υπολογίζεται ότι οι εισαγωγές στην Ε.Ε., από τον Οκτώβριο 2022, αυξήθηκαν κατά 70,0% σε ετήσια βάση, σε όγκο περίπου 9 bcm. Όμως, υπάρχει αδυναμία στην Ε.Ε. να αποθηκεύσει το απαιτούμενο υγροποιημένο φυσικό αέριο το 2023, παρότι διάφορες χώρες, όπως οι Ολλανδία, Γερμανία, Φιλανδία και Εσθονία έχουν ή βρίσκονται σε διαδικασία κατασκευής πλωτών αποθηκευτικών χώρων χωρητικότητας 23-27 bcm, που όμως θα είναι διαθέσιμοι τουλάχιστον μετά 1,5 έτη. Συνεπώς η Ε.Ε. το 2023 θα είναι αρκετά εκτεθειμένη σχετικά με τις απαιτούμενες ποσότητες κάτι που εξαρτάται εκτός από την προσφορά, που και αυτή είναι περιορισμένη (υπολογίζεται ότι η παγκόσμια εξαγωγική δυνατότητα για το 2023 θα είναι περίπου 19 bcm, εκ των οποίων το 46,0% προέρχεται από την Ρωσία), και από τη ζήτηση που θα διαμορφωθεί από τις οικονομικές δυνάμεις του Ειρηνικού Ωκεανού. Συνεπώς αυτό που πρέπει να αναμένουμε πιθανότατα, το 2023, θα είναι αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου που μπορεί να κυμανθεί κατά μέσο όρο από 150-170 ευρώ/MWh.

3. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου πρόκειται να φτάσει σε υψηλά επίπεδα το 2023 καθώς η Κίνα χαλαρώνει τους περιορισμούς της σχετικά με τον Covid-19 σε μια κίνηση που μπορεί να ωθήσει τις τιμές του αργού ανοδικά το δεύτερο εξάμηνο του έτους.

Συγκεκριμένα, στην πρώτη του μηνιαία έκθεση για την παγκόσμια αγορά πετρελαίου για το 2023, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) αναφέρει ότι η ζήτηση για αργό πετρέλαιο θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 1,9 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, φτάνοντας συνολικά τα 101,7 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, ενώ ο εξελισσόμενος αντίκτυπος των δυτικών κυρώσεων στη Ρωσία απειλεί να περιορίσει την προσφορά. Συνεπώς ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας θεωρεί ότι οι εξελίξεις στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου εξαρτώνται βασικά από τη συμπεριφορά δύο χωρών: της Κίνας από τη μεριά της ζήτησης και της Ρωσίας από τη μεριά της προσφοράς.

Οι τιμές του αργού εκτινάχθηκαν πέρυσι κοντά σε υψηλά ρεκόρ εν μέσω φόβων για αναταραχή στις αγορές πετρελαίου μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, αλλά στη συνέχεια υποχώρησαν καθώς η προσφορά από τη Ρωσία δεν συγκρατήθηκε και η οικονομική επιβράδυνση περιόρισε τη ζήτηση, ιδιαίτερα στην Ευρώπη. Όπως αναφέρεται από τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, η προσφορά ρωσικού πετρελαίου διατηρήθηκε σταθερή τον Δεκέμβριο, στα 11,2 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως, παρά την επιβολή κυρώσεων εκ μέρους της Ε.Ε. στις εισαγωγές ρωσικού αργού.

Ωστόσο, υπογραμμίζει ότι μπορούν να εμφανιστούν προβλήματα στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου από την αρχή του έτους 2023 καθώς οι δυτικές κυρώσεις –ιδίως η απαγόρευση της ΕΕ για την εισαγωγή διυλισμένων ρωσικών προϊόντων που ξεκινά να ισχύει από τις 5 Φεβρουαρίου– θα τεθούν σε πλήρη ισχύ. Ήδη την περίοδο 10-19 Ιανουαρίου 2023 παρατηρείται άνοδος της τιμής του μαύρου χρυσού (η τιμή του αργού πετρελαίου Brent ξεπέρασε τα 87 δολάρια το βαρέλι τις 20/1/2023).

Η αυξανόμενη αισιοδοξία ότι η κινεζική ζήτηση θα ανακάμψει φέτος βοήθησε τις τιμές του πετρελαίου να αυξηθούν κατά περίπου 10% την περασμένη εβδομάδα.

Η εκτίμηση του ΙΕΑ είναι ότι σχεδόν το ήμισυ της προβλεπόμενης αύξησης της κατανάλωσης πετρελαίου φέτος θα προέλθει από την Κίνα, παρόλο που «η μορφή και η ταχύτητα» της επανεκκίνησης της οικονομίας της ασιατικής χώρας παραμένουν αβέβαιες.

Οι περιορισμοί που σχετίζονται με την αντιμετώπιση του κορωνοϊού στην Κίνα, οι οποίοι μείωσαν την οικονομική δραστηριότητα πέρυσι, προκάλεσαν μείωση στην κινεζική ζήτηση πετρελαίου το 2022 για πρώτη φορά από το 1990, κατά 390.000 βαρέλια την ημέρα κατά μέσο όρο, που είναι και η μεγαλύτερη ετήσια πτώση της.

Ωστόσο, η χαλάρωση των μέτρων καραντίνας και τεστ τον Νοέμβριο, ακολουθούμενη από την απότομη απόφαση του Πεκίνου να εγκαταλείψει το λεγόμενο καθεστώς «μηδενικών κρουσμάτων Covid» στις αρχές Δεκεμβρίου, είχε ήδη ενισχύσει την κινεζική κατανάλωση, αναφέρει η νέα έκθεση του IEA.

Η ζήτηση πετρελαίου στην Κίνα τον Νοέμβριο αυξήθηκε κατά 470.000 βαρέλια ημερησίως σε σύγκριση με τον Οκτώβριο, σύμφωνα με τα στοιχεία του Οργανισμού.

Επίσης ο ΟΠΕΚ, αναμένει ότι η κινεζική ζήτηση θα αυξηθεί κατά 510.000 βαρέλια την ημέρα το 2023, όπως ανέφερε στη δική του μηνιαία έκθεση που δημοσιεύθηκε τις 17/1/2023.

Ο ΟΠΕΚ προβλέπει ότι η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου θα αυξηθεί κατά 2,2 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα το 2023, φτάνοντας συνολικά στα 101,8 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα.

Ο ΟΠΕΚ και οι σύμμαχοί του, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας, αύξησαν την παραγωγή πετρελαίου τους κατά 4,7 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα το 2022, αλλά μείωσαν τον συλλογικό στόχο παραγωγής τους τον Οκτώβριο, παρά την πίεση των ΗΠΑ να αυξήσουν την παραγωγή τους.

Ως αποτέλεσμα, σύμφωνα με τον ΙΕΑ, η παγκόσμια παραγωγή πετρελαίου το 2023 προβλέπεται να σημειώσει επιβράδυνση. Η παραγωγή πετρελαίου προβλέπεται να αυξηθεί κατά 1 εκατ. βαρέλια την ημέρα φέτος, ανέφερε ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, καθώς η αυξημένη παραγωγή των ΗΠΑ, της Βραζιλίας, της Νορβηγίας, του Καναδά και της Γουιάνας αντισταθμίζεται από την πτώση της παραγωγής του ΟΠΕΚ+ κατά 870.000 βαρέλια την ημέρα.

Ο συνδυασμός των παραπάνω αναφερομένων, και κυρίως η χαμηλότερη προσφορά του ρωσικού πετρελαίου και η μείωση της προσφορά των χωρών ΟΠΕΚ+ σε συνάρτηση με την αναμενόμενη αύξηση της ζήτησης από την Κίνα πιθανότατα θα οδηγήσει σε αύξηση της τιμής του μαύρου χρυσού κατά μέσο όρο, το 2023, γύρω στα 105 δολάρια το βαρέλι. Φυσικά όλα τα παραπάνω υπό την αίρεση των γεωπολιτικών εξελίξεων.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!