Αυτή η άθλια πραγματικότητα του αποικιοκρατικού καζινοκαπιταλισμού πλέον, έκλεψε ένα μέρος από τα υλικά αγαθά μας,αλλά και από το σώμα και την ψυχή μας

Tου Αντώνη Ανδρουλιδάκη *

 

Τα μνημόνια έκλεψαν ένα μέρος, όχι μόνο από τους μισθούς, τις συντάξεις, τους τραπεζικούς λογαριασμούς και από τον τρόπο της ζωής μας, όπως και όλες οι οικονομικές καταστροφές που προηγήθηκαν, αλλά και από το σώμα και την ψυχή μας. Οι αυτοκτονίες, η οικογενειακή βία και οι ασθένειες που σχετίζονται με το άγχος και τις ψυχικές διαταραχές αυξήθηκαν δραματικά κατά τη διάρκεια της κρίσης, όσο κι αν δεν πολυμιλάμε γι’ αυτό. Βλέπεις, αυτή η άθλια πραγματικότητα δεν μας κάνει τη χάρη να αλλάζει μόνο και μόνο επειδή δεν μιλάμε γι’ αυτήν. Για τους πιο πολλούς, οι δυσκολίες συνεχίζονται αυξητικά.

Έτσι κι αλλιώς, ο καπιταλισμός και πολύ περισσότερο ο αποικιοκρατικός καζινοκαπιταλισμός, ακόμη και στις καλύτερες στιγμές του -εξαιτίας των απρόβλεπτων κύκλων της ανάπτυξης και της ύφεσης- αυξάνει πάντα το άγχος, μερικές φορές μέχρι και το επίπεδο μιας διαταραχής μετά από τραυματικό στρες. Δεν είναι ανάγκη, δηλαδή, να υπάρχει ένας πόλεμος, μια φυσική καταστροφή, ένα σοβαρό τροχαίο ατύχημα ή ένας βιασμός για να προκληθεί μια τέτοια αγχώδης διαταραχή. Αρκεί ένα ή άντε δύο, τρία μνημόνια.

Για δεκαετίες, οι ερευνητές έχουν τεκμηριώσει τη σωματική καταπόνηση που προκαλείται από την κοινωνική ιεράρχηση. Για παράδειγμα, η ψυχολόγος και καθηγήτρια στο Harvard, Nancy E. Adler, ανακάλυψε ότι η αντιληπτή κοινωνικοοικονομική μας κατάσταση είναι ένας καλός προγνωστικός δείκτης των καρδιαγγειακών παθήσεων, της παχυσαρκίας, καθώς και του επιπέδου των ορμονών του στρες που κυκλοφορούν στο σώμα. Και «αντιληπτή» κατάσταση δεν είναι απαραίτητα η πραγματική – είναι αυτή που εμείς αντιλαμβανόμαστε να είναι.

Ανεξάρτητα, λοιπόν, από το πως ένας άνθρωπος εξασφαλίζει τις συνθήκες της ζωής του, μια υποκειμενική ερμηνεία του εαυτού του ως προς τη χαμηλή του κοινωνική θέση, συμβάλλει στις ασθένειες που σχετίζονται με το άγχος. Κατά συνέπεια, ένας φτωχός Έλληνας στην εύπορη Ευρωπαϊκή Ένωση, βιώνει περισσότερο άγχος σχετιζόμενο με την κοινωνική του κατάσταση, απ’ ό,τι ένα αντίστοιχο μέλος μιας φτωχής αφρικανικής κοινότητας, όπου η πλειοψηφία αντιμετωπίζει το ίδιο επίπεδο οικονομικής δυσπραγίας. Αντίστοιχα, ένας υπερχρεωμένος Έλληνας αντιμετωπίζει περισσότερο άγχος καθώς, συνειδητά ή ανεπίγνωστα, συσχετίζεται με τους διάφορους τακτοποιημένους «Καρατέτοιους» του συστήματος.

Οι χώρες με τα υψηλότερα επίπεδα οικονομικής ανισότητας έχουν και το μεγαλύτερο αριθμό ατόμων με ασθένειες που σχετίζονται με το άγχος. Και δεν υπάρχει, μάλλον, ούτε καν «ΣΥΡΙΖέικη», αμφιβολία ότι τα μνημόνια, εκτός των άλλων, διεύρυναν δραματικά τα επίπεδα ανισότητας στη νεοελληνική κοινωνία.

Είναι μάλλον προφανές ότι οι άστατοι οικονομικοί κύκλοι του καπιταλισμού, συμβάλλουν επίσης στο άγχος. Το σώμα μας ανταποκρίνεται στην απειλή με τρομακτική εγρήγορση, ειδικά όταν συμπίπτει με μια πεποίθηση ότι η ανάληψη δράσης είναι αναγκαία για να αποφευχθεί ένας τραυματισμός. Στη «διάλεκτο» του τραύματος, αναφερόμαστε σε αυτό ως μια κατάσταση υπερεγρήγορσης ή στην ανάγκη να ελέγχεται, να σκανάρεται συνεχώς το περιβάλλον του για την πιθανότητα κάποιες απειλές από το παρελθόν να αναδυθούν για μια ακόμη φορά και να θέσουν σε κίνδυνο την επιβίωση του ατόμου. Το να ζούμε σε μια μνημονιακή οικονομία φαίνεται να απαιτεί ακριβώς αυτό: την υπερεγρήγορση και το συνεχή έλεγχο για την πιθανή απώλεια της θέσης εργασίας, τη μείωση της σύνταξης, την αύξηση του τάδε φόρου κ.λπ., αν όχι για τη διάλυση ενός ολόκληρου τομέα της οικονομίας.

Με την έννοια αυτή, για τους οικονομικά πιο επισφαλείς, ένα δηλαδή συνεχώς διευρυνόμενο τμήμα του λαού μας, τα Μνημόνια δημιουργούν μια κατάσταση παρόμοια με τη ψυχολογική κυριαρχία που συμβαίνει όταν οι άνθρωποι κρατούνται σε αιχμαλωσία. Εκεί, δηλαδή, όπου η ψυχολογική κυριαρχία είναι πιο εξασφαλισμένη: α) όταν η απειλή είναι απρόβλεπτη και β) όταν εν μέσω του χάους και της κατάχρησης υπάρχουν μικρές περίοδοι σχετικής ασφάλειας. Και είναι, νομίζω, βέβαιο, ότι στη μνημονιακή περίοδο χορτάσαμε και από τα δύο.

Η Judith L. Herman, καθηγήτρια Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Harvard, σημειώνει: «Το τελικό αποτέλεσμα της ψυχολογικής κυριαρχίας είναι να πεισθεί το θύμα ότι ο δράστης είναι παντοδύναμος, ότι η αντίσταση είναι μάταιη και ότι η ζωή του εξαρτάται από την επιείκεια του θύτη, μέσω της απόλυτης συμμόρφωσης του (θύματος)». Βέβαια, μια από τις ψυχολογικές επιδράσεις του μνηνονιακού -και όχι μόνον- καπιταλισμού, είναι ότι αδυνατεί να αντιληφθεί τη σοβαρότητα της απώλειας του δικαιώματος ενός ανθρώπου στο να μην κακοποιείται. Αντίθετα, μάλιστα. Ακριβώς επειδή ο καπιταλισμός είναι επισφαλής και αβέβαιος, δημιουργεί συνθήκες που είναι απάνθρωπες και οδηγούν σε τραυματικό στρες.

Στο βιβλίο του On Deep History and the Brain, ο Daniel Lord Smail ή κατά κόσμον Frank B. Baird, καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Harvard, κάνει μια σύνδεση μεταξύ του παγκόσμιου καπιταλισμού, της κοινωνικής ιεράρχησης και της αντίδρασης του σώματος στις απειλές. Ο Smail υποστηρίζει, «ότι ο καπιταλισμός εκμεταλλεύεται τις αντιδράσεις του σώματος για επιβίωση (δηλαδή, το «πάγωμα», την πάλη, τη φυγή και την υποταγή) δημιουργώντας από τη μια τις προϋποθέσεις της ψυχολογικής κυριαρχίας, αλλά και από την άλλη, την ανακούφιση από τα συναισθήματα της αδυναμίας που ο ίδιος προκαλεί.

Σύμφωνα με τον Smail, ο καπιταλισμός δημιουργεί άγχος μέσω της μη προβλεπτικότητας και της εξουσιαστικότητας των δομών του, αλλά επίσης ανακουφίζει από το στρες με την ανάπτυξη μιας οικονομίας, που οργανώνεται γύρω από την παραγωγή και την κυκλοφορία των εξαρτησιογόνων ουσιών, πρακτικών και δραστηριοτήτων».

Τα μνημόνια μας σκοτώνουν, αλλά μας «φτιάχνουν» και μ’ έναν εθισμό για να μην το πολύ-καταλάβουμε.

Ο Smail επισημαίνει ότι, «από την εγκαθίδρυση του τον 17ο και 18ο αιώνα, ο παγκόσμιος καπιταλισμός οργανώθηκε γύρω από την ανάπτυξη και τη συντήρηση των εθισμών. Οι πρώτες εισαγωγές στην Ευρώπη (από την Αφρική, τον αραβικό κόσμο, και την Αμερική) ήταν ο καφές, η ζάχαρη, η σοκολάτα, ο καπνός και τα οινοπνευματώδη _ όλες οι ουσίες, δηλαδή, που τροποποιούν τη διάθεση. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο όρος addiction-εθισμός απέκτησε τη σύγχρονη σημασία του σαν αυτό-καταστροφική συμπεριφορά, εγκαταλείποντας την προηγούμενη σημασία του ως την κατάσταση του να είσαι χρεωμένος, εξαρτημένος οικονομικά από κάποιον άλλο (π.χ. η δουλοπαροικία), πράγμα που σήμαινε μέχρι τότε η λέξη addict. Αυτή η αλλαγή στην κατανόηση του εθισμού, συνοδεύτηκε, επίσης, από μια νέα οργάνωση της κοινωνίας, που επικέντρωσε την έμφαση από τη διαχείριση των εξωτερικών μορφών ελέγχου, στους εσωτερικούς τρόπους ανταπόκρισης στην κυριαρχία, αυτο-θεραπεύοντας, μάλιστα, τις συνέπειές της».

Σήμερα, η χρήση εξαρτησιογόνων-εθιστικών ουσιών και δραστηριοτήτων για τη ρύθμιση του άγχους είναι τόσο κοινά διαδεδομένη, που είναι δύσκολο να οριοθετηθεί τί θεωρείται ως ψυχαγωγική χρήση ουσιών και τι συνιστά, ουσιαστικά, συντήρηση της ίδιας της ζωής. Οι εθισμοί είναι ένας ευρέως διαδεδομένος τρόπος διαχείρισης των συναισθημάτων των συναρτώμενων με την καταπίεση και για πολλούς, είναι η συνήθης απάντηση στην πίεση που βιώνουν για να επιβιώσουν.

Συνήθως, όταν προβλέπουμε τον κίνδυνο, το σώμα είτε ενεργοποιείται, ώστε εισέρχεται σε μια κατάσταση ακραίας διέγερσης (που αναφέρεται ως «υπερδιέγερση»), είτε κινείται προς μια κατάσταση «κλεισίματος», ως απάντηση στην αίσθηση ενός συγκλονισμού (που ονομάζεται «υποδιέγερση-υπομανία»).

Οι εξαρτησιογόνες ουσίες και δραστηριότητες είναι πλέον οι καθημερινές μέθοδοι για να αποδράσει κανείς από καταστάσεις σ’ αυτήν. Έναν ρόλο, που στον προ-βιομηχανικό κόσμο εξυπηρετούσε η θρησκεία. Δεν είναι, δηλαδή, πλέον «η θρησκεία το όπιο των λαών», αλλά αντιστρόφως, το «όπιο» είναι η νέα θρησκεία των λαών. Οι λογής εξαρτήσεις και οι εθισμοί είναι η νέα θρησκεία μας, μπας και τη «βγάλουμε καθαρή».

Και η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν πολλών ειδών «όπια». Η μνημονιακή πιάτσα προσφέρει αφειδώς εθιστικές διαφυγές για την ανακούφιση του τραύματος που προκαλεί, οι οποίες, μάλιστα, δεν εξαντλούνται σε ένα ποτήρι παραπάνω ή σ’ ένα «γάρο», όπως λένε οι πιτσιρικάδες. Κι αν αναρωτηθεί κανείς με ειλικρίνεια, νομίζω ότι απ’ αυτήν τη εξαρτησιογόνο μεθοδολογία της διαφυγής δεν θα απέκλειε και το Διαδίκτυο, στις περιπτώσεις τουλάχιστον όπου εμφανίζονται ακόμη και άτυπα συμπτώματα εθισμού. Δεν είναι η «πρέζα» του FB, δηλαδή, αν με εννοείς. Δεν θα απέκλειε, ακόμη, την «πρέζα» μιας αδιέξοδης πολιτικής φλυαρίας. Ούτε την «πρέζα» μιας ατέλειωτης καθημερινής επικριτικότητας όλων εναντίον όλων ή μιας ψευδεπίγραφης επαναστατικότητας. Πρόκειται, απλά, για τις συστημικές ψυχολογικές διαφυγές μας από τα τραύματα των μνημονίων.

Έτσι κι αλλιώς, ο καπιταλισμός δεν είναι το μόνο κοινωνικό σύστημα που εκμεταλλεύεται τις φυσικές αντιδράσεις του σώματος με σκοπό την εξουσία και την κυριαρχία. Είναι όμως το μόνο κοινωνικό σύστημα που διαδίδει το τραυματικό άγχος με τρόπους που προάγουν την άσκηση της εξουσίας και την κοινωνική θέση, στοιχεία τα οποία συντηρούν τελικά τη λειτουργία του. Και είναι επίσης το μόνο κοινωνικό σύστημα που, μέσα από ένα πολυδαίδαλο υποσύστημα εξαρτήσεων και εθισμών, γιατροπορεύει και ανακουφίζει το τραύμα που το ίδιο προκαλεί. Τα μνημόνια είναι μια ακραία εκδοχή αυτής της κατάστασης.

Κι αν οφείλουν κάτι οι κοινωνίες για να δικαιώνουν το όνομα τους, είναι να αγωνίζονται ενάντια στην εξουσία, στην ισχύ της και στο άγχος που αυτή προκαλεί στο ανθρώπινο σώμα. Παρ’ εκτός κι αν είναι υπερδιανοητικοποιημένες-ασώματες κοινωνίες, που δεν τις πολυκόφτει το σώμα και η ψυχή. Αρκεί που υπάρχουν, επειδή σκέπτονται…

 

* Ο Αντώνης Ανδρουλιδάκης είναι σύμβουλος Ψυχικής Υγείας – Ψυχοθεραπευτής

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!