«Οι μπάτσοι και οι καναλάρχες πουλάνε την ηρωίνη»

Του El Balador

 

Την προηγούμενη Κυριακή στο Καυταντζόγλειο Στάδιο και κατά τη διάρκεια του ποδοσφαιρικού αγώνα του Ηρακλή με τον Ολυμπιακό ο διαιτητής του αγώνα, Φωτιάδης, διέκοψε το παιχνίδι προκειμένου να κάνει παρατηρήσεις και να απαιτήσει να κατέβει το πανό που είχαν αναρτήσει οι οπαδοί του Γηραιού το οποίο έγραφε: «Οι μπάτσοι και οι καναλάρχες πουλάνε την ηρωίνη». Ο διαιτητής επικαλέστηκε τον ΚΑΠ και εκτίμησε πως το πανό περιέχει «αντικοινωνικό μήνυμα και γι’ αυτόν τον λόγο πρέπει να κατέβει. Προφανώς το ζήτησε είτε κάποιο στέλεχος της Ελληνικής Αστυνομίας που ενοχλήθηκε από το διαχρονικό σύνθημα ή κάποιος από τους κατόχους άδειας για τηλεοπτική συχνότητα…

Δεν είναι η πρώτη φορά που έχει ζητηθεί από τον ρέφερι της αναμέτρησης να κατέβει πανό με περιεχόμενο που ο ίδιος κρίνει. Αν και οι ποδοσφαιρικές Αρχές, ομολογουμένως, τα τελευταία χρόνια έκαναν μεγάλα βήματα στο κυνήγι των ρατσιστικών συμπεριφορών και συνθημάτων την ίδια στιγμή οι απαγορεύσεις ξεπερνούν τα όρια, καθώς αγγίζουν κάθε σύνθημα που έχει να κάνει πολιτική και κοινωνική κριτική.

Η τακτική αυτή από την πλευρά των Αρχών ξεκίνησε το 2011, όταν στα ελληνικά γήπεδα άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους πανό που καταφέρονταν ενάντια στην κυβέρνηση, το ΔΝΤ, την τρόικα, το μνημόνιο, την έλλειψη δημοκρατίας κ.λπ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα υπήρξε στο Ηράκλειο της Κρήτης, όταν ο διαιτητής του κυριακάτικου αγώνα ΟΦΗ-ΑΕΚ Στυλιάρας διέκοψε πέντε λεπτά την αναμέτρηση μέχρι να κατεβεί πανό με το σύνθημα «Δεν σε θέλει ο λαός… Πάρε την τρόικα και μπρος». Ανάλογα περιστατικά έγιναν στο ΟΑΚΑ, στα γήπεδα του Περιστερίου και της Τούμπας, μια εποχή που οι κινητοποιήσεις των πλατειών είχαν δώσει τη θέση τους στις απεργίες, στους γεμάτους διαδηλωτές δρόμους, στις διαμαρτυρίες κατά τη διάρκεια των παρελάσεων της 28ης Οκτωβρίου και άλλες μορφές διαμαρτυρίας. Μία από αυτές τις μορφές αποτέλεσε και το γήπεδο με τους οπαδούς των συλλόγων να δείχνουν ισχυρή κοινωνική συνείδηση, πράγμα φυσιολογικό και διαχρονικό στην ποδοσφαιρική ιστορία, αφού οι θαμώνες των γηπέδων όπου διεξάγεται το λαϊκότερο των αθλημάτων στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι κομμάτι της κοινωνίας των καταπιεσμένων των εκμεταλλευόμενων.

Η συνολική καθίζηση μετά το 1989 των αντιστάσεων, των κινημάτων και του πολιτικού αγώνα για έναν καλύτερο κόσμο κατέστησε σε σημαντικό βαθμό τα γήπεδα μια υγειονομική ζώνη. Σε αυτό συνέβαλε και η κορύφωση της εμπορευματοποίησης του ποδοσφαίρου, η κυριαρχία αυτού που αποκαλείται «μοντέρνο ποδόσφαιρο» και περιστρέφεται γύρω από το χρήμα και την εκμετάλλευση παλαιών και νέων αγορών. Στον 21ο αιώνα, ωστόσο, έχει παρατηρηθεί μια αύξηση της πολιτικοποίησης και του ριζοσπαστισμού της κερκίδας. Αυτό βεβαίως έχει συνδυαστεί, όπως και στις υπόλοιπες εκφάνσεις της καθημερινότητας, με την ενίσχυση του φασισμού, του ρατσισμού και της ρητορικής του μίσους. Είναι, όμως, ταυτόχρονα αναντίρρητο ότι οι οπαδοί δείχνουν ικανοί να αποτελούν οργανικό κομμάτι αναδυόμενων κινημάτων προς αριστερή ριζοσπαστική κατεύθυνση.

Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα της παραπάνω τάσης είναι η συμμετοχή των Τούρκων οπαδών των μεγάλων ομάδων της Κωνσταντινούπολης, Galatasaray, Fenerbahçe και Beşiktaş, που, αν και τους χωρίζει αιώνιο και άσβεστο μίσος, συνέβαλαν από κοινού στη μεγάλη ενίσχυση του κινήματος της Pλατείας Gezi τον Μάιο του 2013. Μάλιστα, 35 μέλη του συνδέσμου οπαδών της Beşiktaş, Çarşı, σύρθηκαν στα δικαστήρια από την κυβέρνηση Ερντογάν με την κατηγορία ότι επιδίωξαν τη βίαιη ανατροπή της. Αφού βρήκαν οι υποστηρικτές και αλληλέγγυους σε πολλούς οπαδούς ανά την Ευρώπη, οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν, χωρίς όμως να θεωρούν ότι έχουν «καθαρίσει» με τη Δικαιοσύνη και το κράτος.

Τα γήπεδα, σε όλον τον πλανήτη, αποτελούν κοινωνικό χώρο ζύμωσης και ανταλλαγής ιδεών, χώρο έκφρασης συλλογικών απόψεων. Η ταύτισή τους με τον χουλιγκανισμό, τα σπασμένα τζάμια και κεφάλια αποτελούσε πάντα ζητούμενο για τις κυβερνήσεις και τους δυνατούς του κόσμου. Το να φαίνεται ότι οι οπαδοί των συλλόγων αποτελούν οργανωμένη συλλογικότητα με άποψη και ανθρώπους που δεν τρώνε αμάσητο το παραμύθι που πουλάει κάθε καθεστώς είναι κάτι που τρομάζει και θα τρομάζει τα καθεστώτα με αποτέλεσμα η ελευθερία του λόγου και της άποψης να καθίστανται δικαιώματα υπό αίρεση και να κρίνονται από την απόφαση ενός διαιτητή.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!