Η απόφαση για μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, αντανακλά τη φιλοδοξία της Τουρκίας, του Ερντογάν και του ρεύματος του πολιτικού Ισλάμ που εκπροσωπεί, να επιβληθεί ως ηγεμονική δύναμη στον μουσουλμανικό κόσμο, όχι μόνο εντός της χώρας, ή της ευρύτερης περιοχής αλλά παγκόσμια.
Συντριπτική αποδοχή στο εσωτερικό της Τουρκίας
Το καθεστώς Ερντογάν είχε από καιρό προλειάνει το έδαφος. Ένα μήνα πριν, το κυβερνών AKP, «παρήγγειλε» έρευνα η οποία έδειξε πως το 73% των Τούρκων πολιτών επιθυμούν την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί. Πιο συγκεκριμένα θετικοί είναι 9 στους 10 ψηφοφόρους του AKP και των γκρίζων λύκων του MHP, γεγονός που δείχνει το βάθεμα της συνεργασίας τους, ενώ παραδόξως θετικοί είναι και οι 7 στους 10 ψηφοφόρους του κεμαλικού CHP, παρά το γεγονός ότι η κίνηση αυτή είναι μια άρση των κοσμικών στοιχείων της Τουρκίας.
Το μοναδικό κόμμα στην Τουρκία που έχει σταθεί απέναντι στην απόφαση του Ερντογάν, είναι το αριστερό φιλοκουρδικό HDP, το οποίο δήλωσε πως «η Αγία Σοφία είναι μέρος της πολιτιστικής και ιστορικής κληρονομιάς της ανθρωπότητας και η μετατροπή της σε τζαμί είναι λάθος». Τις ίδιες ανησυχίες εκφράζουν και μια σειρά άνθρωποι του πολιτισμού, οι οποίοι τα τελευταία χρόνια νοιώθουν να φιμώνονται απ’ το καθεστώς. Χαρακτηριστική η φράση του βραβευμένου με Νόμπελ συγγραφέα, Ορχαν Παμούκ: «Η επαναφορά της Αγίας Σοφίας σε τζαμί σημαίνει δυστυχώς ότι δεν είμαστε πλέον κοσμική κοινωνία».
Σε κάθε περίπτωση ο βαθύς μετασχηματισμός της Τουρκίας είναι σε εξέλιξη. Οι επεκτατικές φιλοδοξίες σύσσωμου του πολιτικού κόσμου στη γείτονα, είναι ικανές να αμβλύνουν τις όποιες ιστορικές διαφορές. Κεμαλιστές, Ισλαμιστές και Γκρίζοι Λύκοι, παρά τις διαφορές τους αποτελούν από κοινού κίνδυνο για την ειρήνη στην περιοχή. Με τους δημοκράτες πολίτες στο περιθώριο, του Κούρδους υπό περικύκλωση, η ιδιότυπη αυτή ισλαμοκεμαλική σύνθεση, δείχνει αποφασισμένη να ακολουθήσει μια εμπρηστική νέο-οθωμανική πολιτική, και η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί είναι ένας υψηλού συμβολισμού σταθμός αυτής της πορείας.
Η στάση των μουσουλμανικών κρατών
Η κίνηση αυτή της Τουρκίας, εντάσσεται και στην αντιπαράθεση της συμμαχίας Κατάρ-Τουρκίας με άλλες μεγάλες μουσουλμανικές χώρες και κυρίως την τριάδα, Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Αίγυπτος. Δεν είναι τυχαίο ότι η απόφαση αυτή ανακοινώνεται ενώ βρίσκεται σε κορύφωση η μάχη στην Λιβύη, όπου είναι πολύ πιθανό να υπάρξει άμεση στρατιωτική αντιπαράθεση Αιγύπτου-Τουρκίας. Απ’ αυτή την άποψη έχει ιδιαίτερη σημασία το πως τοποθετούνται οι διάφοροι παίκτες του αραβικού και μουσουλμανικού κόσμου.
Η πλειοψηφία των μουσουλμάνων, πολιτικών και θρησκευτικών, ηγετών χαιρέτησαν την κίνηση αυτή τη Τουρκίας και η ίδια σπεύδει μέσω του πρακτορείου Αναντολού, αλλά και του φιλικού Al Jazeera να προβάλει τη στήριξη αυτή. Εκφράζοντας τις απόψεις της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, η Αραβική Ένωση του Μαγκρέμπ, χαρακτήρισε τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί ως «ένα ιστορικό γεγονός» ενώ δήλωσε πως απευθύνει «εγκάρδια συγχαρητήρια σε όλο το Ισλαμικό Έθνος, και ιδιαιτέρως στον τούρκικο λαό, και τον ηγέτη του πρόεδρο Ερντογαν, για το άνοιγμα της Αγίας Σοφίας ως τζαμί για τους πιστούς». Σε αντίστοιχο μήκος κύματος οι ανακοινώσεις σουνίτικων οργανώσεων από χώρες όπως το Πακιστάν, η Ινδονησία, η Ν. Αφρική, η Μαυριτανία, η Μαλαισία. Ακόμη και το σιιτικό Ιράν, μέσω του εκπροσώπου του υπουργείου Εξωτερικών, δήλωσε πως «χαρήκαμε και εμείς με την απόφαση την οποία χαιρέτισε ο λαός της Τουρκίας και οι μουσουλμάνοι, να ανοίξει για προσευχή η Αγία Σοφία».
Μουδιασμένη ήταν η αντίδραση της Σαουδική Αραβίας, η οποία, βλέποντας την επιρροή της Τουρκίας στον αραβομουσουλμανικό κόσμο να επεκτείνεται, μέσω των ΜΜΕ που ελέγχει έσπευσε να δηλώσει πως το θέμα της Αγίας Σοφίας δεν πρέπει να γίνεται πεδίο πολιτικής εκμετάλλευσης. Πιο έντονη ήταν η αντίδραση της Αιγύπτου, η οποία άλλωστε έχει σχεδόν ανύπαρκτες διπλωματικές σχέσεις με την Τουρκία, από την εποχή της ανατροπής των Αδελφών Μουσουλμάνων από τον νυν πρόεδρο Σίσι, και βρίσκεται μαζί της σε αντιπαράθεση στο έδαφος της γειτονικής Λιβύης. Η ανώτατη ισλαμική αρχή της χώρας, Dar al-Ifta, σε ανακοίνωση της υπενθυμίζει πως «η Αγία Σοφία χτίστηκε ως εκκλησία κατά την Βυζαντινή περίοδο, και παρέμεινε τέτοια για 916 χρόνια ως την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης απ’ τους Οθωμανούς» ενώ προχωράει ακόμη πιο βαθειά την κριτική της αναφέροντας πως «έχουμε επανειλημμένα επιβεβαιώσει με έγγραφα και αποδεικτικά στοιχεία ότι ο Τούρκος πρόεδρος Ρ.Τ. Ερντογάν συνεχίζει να χρησιμοποιεί τις θρησκευτικές αποφάσεις ως όπλο για την εγκαθίδρυση της τυραννίας στη χώρα του και για να δικαιολογήσει τις φιλοδοξίες του στο εξωτερικό στο όνομα του φερόμενου ως Χαλιφάτου».
Η Παλαιστινιακή ιδιαιτερότητα
Έντονη ήταν η αναταραχή που έφερε η απόφαση της Τουρκίας και στην Παλαιστίνη. Ο ίδιος ο Ερντογάν αντιπαρέβαλε την κίνηση του με την προσάρτηση εδαφών της Παλαιστίνης από το Ισραήλ, ενώ στην προσπάθειά του να εμφανιστεί ως προστάτης των Παλαιστινίων έκανε αναφορά στην απελευθέρωση του τεμένους Αλ-Άκσα στην Ιερουσαλήμ.
Η Χαμάς, βασική δύναμη της Παλαιστινιακής Αντίστασης, αλλά και τοπικός βραχίονας της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στην περιοχή, έσπευσε να χαιρετήσει αυτήn την κίνηση. Παράλληλα η Χαμάς επιτίθεται σε όλους εκείνους που τώρα διαμαρτύρονται για την απόφαση της Τουρκίας, λέγοντας πως «δεν τους είδαμε ποτέ να ανησυχούν για το τέμενος Αλ-Άκσα. Δεν τους είδαμε να λυπούνται όταν οι Σιωνιστές επιτέθηκαν στο Θόλο του Βράχου, όταν οι κατακτητές απαγόρευσαν την πρόσκληση σε προσευχή για τους Παλαιστίνιους». Βέβαια η ίδια η Χαμάς, και κομμάτι της Παλαιστινιακής Αντίστασης, πέφτει στα ίδια σφάλματα για τα οποία κατηγορεί τους υπόλοιπους. Μπροστά στα αδιέξοδα που γεννά η καταπίεση της σιωνιστικής κατοχής, κρατάει δυο μέτρα και δυο σταθμά και σπεύδει να μπει κάτω απ’ τις φτερούγες του Ερντογάν, ο οποίος με τη σειρά του μετατρέπει τα δίκια του παλαιστινιακού λαού σε ένα ακόμη διαπραγματευτικό χαρτί στο μεγάλο παζάρι του με το Ισραήλ και τις μεγάλες δυνάμεις.
Σε άλλο μήκος κύματος κινείται η ανακοίνωση της Παλαιστινιακής Παροικίας στη χώρα μας, που απηχεί της απόψεις της Παλαιστινιακής Αρχής και της Αλ Φατάχ και αναφέρει μεταξύ άλλων: «Η απόφαση για μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί δεν συμβάλλει στην προσέγγιση και εδραίωση σχέσεων φιλίας, συνεργασίας κι αμοιβαίου σεβασμού μεταξύ του Ισλαμικού και του Χριστιανικού κόσμου, που αποτελεί χρέος όλων των κυβερνήσεων. Αντιθέτως, προκαλεί περισσότερη ένταση μεταξύ των λαών και των χωρών της περιοχής, και σπέρνει διχόνοια στον κοινωνικό και εθνικό ιστό των αραβικών χωρών. (…) Η απόφαση αυτή εμπλέκει θρησκευτικά σύμβολα σε πολιτικούς σχεδιασμούς, και ρίχνει νερό στο μύλο των θιασωτών της σύγκρουσης των πολιτισμών». Η Παροικία προειδοποιεί ότι η κίνηση αυτή μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ στους Παλαιστίνιους, αφού «ενδέχεται και να αποτελέσει προηγούμενο που θα εκμεταλλευτούν οι σιωνιστικές κι ακραίες εβραϊκές δυνάμεις, με την υποστήριξη των ακροδεξιών λεγόμενων “Ευαγγελιστών” στις ΗΠΑ, για την αλλαγή του καθεστώτος και της ταυτότητας σε ιερά μέρη και μνημεία στην Ιερουσαλήμ, όπως το τέμενος Αλ-Άκσα».
Ας ακούσουμε τέλος τα λόγια του Αρχιεπισκόπου Σεβαστείας Θεοδόσιου (Αττάλα Χάνα) που αποτελεί σύμβολο της Παλαιστινιακής Αντίστασης και τονίζει πως «η πράξη του Ερντογάν είναι μια εχθρική πράξη όχι μόνο προς τους Χριστιανούς, αλλά εναντίον όλης της ανθρωπότητας. Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε τον βάρβαρο κι αιμοσταγή Ερντογάν. Η απόφαση Ερντογάν για τον ναό της Αγίας Σοφίας είναι ένα επιθετικό και προκλητικό μέτρο. (…) Λυπούμαστε και θλιβόμαστε που ορισμένοι Παλαιστίνιοι χόρεψαν και χάρηκαν για την απόφαση του Ερντογάν. Αλλά θα έρθει η μέρα που θα ανακαλύψουν ότι αυτή η ύποπτη απόφαση του Ερντογάν είναι μέρος της συνωμοσίας εναντίον του λαού μας, της δικής μας Ιερουσαλήμ και των ιερών μας τόπων, κι ειδικότερα του τεμένους Αλ-Άκσα.»