του Κώστα Μελά*

Η οικονομική κατάσταση στην Τουρκία είναι εξαιρετικά δύσκολη. Βρίσκεται σε μια καθοδική πορεία τα τελευταία τρία χρόνια η οποία επιβαρύνθηκε περαιτέρω σημαντικότατα από την εξάπλωση της πανδημίας Covid-19 το 2020. Σαφέστατα βασική αιτία αυτής της καθοδικής πορείας είναι η ακολουθούμενη οικονομική πολιτική, αλλά και η γενικότερη γεωπολιτική συμπεριφορά της κυβέρνησης του Ερντογάν. Ήρθε και η πανδημία με αποτέλεσμα όλα τα οικονομικά μεγέθη να εξελιχθούν πολύ χειρότερα από το αναμενόμενο. Να δώσω ορισμένα στοιχεία προς πιστοποίηση των παραπάνω:

Ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ, από 7,8% το 2017, μειώθηκε σε 2,8% το 2018, σε 0,9% το 2019, και προβλέπεται μείωση -5,4% το 2020.

Ο ρυθμός αύξησης των τιμών καταναλωτή (πληθωρισμός) βρίσκεται στο 11,89% (Οκτώβρης 2020). Θα πρέπει να πούμε, για να εκτιμήσουμε σωστά τις εξελίξεις στον πληθωρισμό, ότι αυτός ήταν υψηλός καθ’ όλη την περίοδο της διακυβέρνησης Ερντογάν. Την περίοδο 2004-2016, κατά ετήσιο μέσο όρο, κυμάνθηκε στο 8,5%. Το 2017 αυξήθηκε στο 11,144 και στη συνέχεια η αύξηση ήταν υψηλότερη – 2018: 16,332 και 2019: 15,177. Η αύξηση του πληθωρισμού οφείλεται αφενός στη συνέχιση της μεγάλης πιστωτικής επέκτασης αλλά και στη μεγάλη διολίσθηση του τουρκικού νομίσματος που υπερακοντίζει τον εισαγόμενο πληθωρισμό.

Το ποσοστό ανεργίας ανήλθε στο 13,2% (Οκτώβριος 2020), αυξημένο κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τα έτη 2017-18 και κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με την περίοδο 2000-2015.

Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2020 παρουσιάζει έλλειμμα -27,973 δισ. δολάρια έναντι πλεονάσματος 8,127 δισ. δολάρια την ίδια περίοδο του 2019. Αυτό οφείλεται:

Πρώτον στη διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος -29,303 δισ. δολάρια την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2020 έναντι ελλείμματος -11,314 δισ. δολάρια την αντίστοιχη περίοδο 2019. Η αύξηση του εμπορικού ελλείμματος οφείλεται αποκλειστικά στη χειρότερη επίδοση των εξαγωγών: 117,628 δισ. δολάρια (Ιανουάριος-Σεπτέμβριος 2020) έναντι 134,324 δισ. δολάρια (Ιανουάριος-Σεπτέμβριος 2019), δεδομένου ότι οι εισαγωγές παρέμειναν σχεδόν αμετάβλητες. Η μείωση των εξαγωγών αποδίδεται στην οικονομική κρίση που πλήττει κυρίως τις ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες αποτελούν την περιοχή που υποδέχεται τον μεγαλύτερο όγκο των τουρκικών εξαγωγών (περίπου το 60,0%).

Δεύτερον στην υστέρηση των εισροών υπηρεσιών (τουριστικά έσοδα), τα οποία την αναφερόμενη περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2020 ανήλθαν σε 25,112 δισ. δολάρια έναντι 48,317 δισ. δολαρίων την αντίστοιχη περίοδο του 2019, παρουσιάζοντας μια υστέρηση 23,205 δισ. δολαρίων. Η μείωση των συγκεκριμένων εισροών αποδίδεται επίσης στην οικονομική κρίση λόγω της πανδημίας Covid-19.

***

Παράλληλα το συνολικό χρηματοοικονομικό ισοζύγιο την ίδια περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2020, παρουσίασε εκροή από τη χώρα ύψους 4,479 δισ. δολαρίων έναντι εισροής 0,328 δισ. δολαρίων την αντίστοιχη περίοδο 2019. Συνολικά το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών (τρεχουσών, κεφαλαίων, χρηματοοικονομικών στοιχείων) παρουσίασε έλλειμμα ύψους 42,634 δισ. δολαρίων μειώνοντας αντίστοιχα τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας.

Τα τελευταία στοιχεία για τα συναλλαγματικά διαθέσιμα (Σεπτέμβρης 2020) δείχνουν ότι αυτά ανέρχονται σε 79,7 δισ. δολάρια, εκ των οποίων 36,3 δισ. σε δολάρια ΗΠΑ και 41,8 δισ. δολάρια σε χρυσό.

Η ισοτιμία του τουρκικού νομίσματος έναντι του δολαρίου, την περίοδο 2017-2020 παρουσιάζει, με το πέρασμα του χρόνου, μια συνεχή και επιταχυνόμενη διολίσθηση, ειδικά το έτος 2020. Συγκεκριμένα:

2 Ιανουαρίου 2017 =3,48
2 Ιανουαρίου 2018 =4,14
2 Ιανουαρίου 2019 =5,39
2 Ιανουαρίου 2020 =5,83
6 Νοεμβρίου 2020 = 8,58
12 Νοεμβρίου 2020 = 7,69

Η τελευταία μείωση της ισοτιμίας του τουρκικού νομίσματος ως προς το αμερικανικό νόμισμα, οφείλεται στις προσδοκίες των χρηματοπιστωτικών αγορών (κερδοσκοπικά παιχνίδια) ότι το νέο επιτελείο της Κεντρικής Τράπεζας θα προβεί σε αύξηση των επιτοκίων της την προσεχή εβδομάδα κατά τουλάχιστον 450 μονάδες βάσης. Δεν σημαίνει βέβαια ότι θα συμβεί αυτό. Η αντίδραση των χρηματοπιστωτικών αγορών επομένως θα είναι σε συνάρτηση με το ύψος ανόδου των επιτοκίων. Η παρατηρούμενη μείωση της ισοτιμίας του τουρκικού νομίσματος σε σχέση με το αμερικανικό νόμισμα (και το ευρώ) εμφανίστηκε παρά τη δραματική χειροτέρευση του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών της χώρας, όπως απορρέει από τα στοιχεία. Ούτε καν από μια επιτελεσθείσα αύξηση των επιτοκίων. Απλά λόγω της προεξόφλησης μιας αναμενόμενης μελλοντικής πράξης, αυτής της αύξησης των επιτοκίων. Διακρίνεται ευκρινώς μια αυτονόμηση της νομισματικής σφαίρας της οικονομίας από την αντίστοιχη πραγματική.

Το ισοζύγιο πληρωμών, αποτελεί τον χώρο καταγραφής των μεταβολών που λαμβάνουν χώρα σ’ όλες τις αγορές του οικονομικού συστήματος από πολυπληθείς παράγοντες αναφορικά με το εξωτερικό.

Πολλές από τις αγορές αυτές είναι αγορές ροών, ενώ άλλες είναι αγορές αποθεμάτων. Συνεπώς η ισορροπία του ισοζυγίου μπορεί να επιτευχθεί μερικώς διαμέσου εξισορρόπησης αγορών ροών και μερικώς διαμέσου αγορών αποθεμάτων.

Συγκεκριμένα επειδή η αγορά των αγαθών και υπηρεσιών κυριαρχείται από τις ροές της καινούργιας παραγωγής, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών προσαρμόζεται διαμέσου μεταβολών των τιμών και άλλων μεταβλητών που αντιδρούν στις ροές παραγωγής και στην τρέχουσα ζήτηση. Από την άλλη μεριά, ο λογαριασμός κίνησης κεφαλαίων και οι χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί κυριαρχούνται από αγορές αποθεμάτων.

Επίσης λόγω των αλληλοεξαρτήσεων που δημιουργούνται μεταξύ των αγορών, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι όσο πιο βραχύ είναι το χρονικό διάστημα που αναλύουμε, τόσο περισσότερο η συνολική ισορροπία του ισοζυγίου θα προσδιορίζεται από την ανάγκη συμψηφισμού προσφοράς και ζήτησης των αποθεμάτων παρά από την αντίστοιχη των ροών. Αυτό συνεπάγεται ότι βραχυχρόνια, η συναλλαγματική ισοτιμία προσδιορίζεται πάνω απ’ όλα σε συνάρτηση με τις μεταβολές ζήτησης και προσφοράς στις νομισματικές και χρηματιστηριακές αγορές (τρέχοντα επιτόκια, προσδοκίες για μελλοντικές αποδόσεις), παρά σε συνάρτηση με μεταβλητές που επηρεάζονται ευθέως από ανισορροπίες προσφοράς και ζήτησης στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών.

***

Το συμπέρασμα είναι απλό: το τι συμβαίνει στον πραγματικό τομέα της οικονομίας δεν αντανακλάται στις βραχυχρόνιες κινήσεις της ισοτιμίας του νομίσματος παρότι η μακροχρόνια τάση της ισοτιμίας μπορεί να σηματοδοτεί την ύπαρξη προβλημάτων στη γενικότερη οικονομική δραστηριότητα της χώρας. Όμως ακόμη και σε αυτήν την περίπτωση, επειδή η συναλλαγματική ισοτιμία είναι μέσο οικονομικής πολιτικής και όχι στόχος, αν η διολίσθηση του νομίσματος έχει ενταχθεί ως μέσον στην εξυπηρέτηση των βασικών στόχων της οικονομικής πολιτικής, θα πρέπει να διερευνηθεί η εξέλιξη της ισοτιμίας του νομίσματος και από αυτή την οπτική ώστε να συναχθούν σαφή και ορθά συμπεράσματα. Σαφέστατα όμως, ειδικά μετά το 2016, η έντονη διολίσθηση του τουρκικού νομίσματος, δεν ερμηνεύεται με την προηγούμενη προβληματική με αποτέλεσμα οι αρνητικές συνέπειες των ενεργειών του Ερντογάν στην άσκηση της νομισματικής πολιτικής να μεταφερθούν αργά αλλά σταθερά στις αγορές χρήματος και στις αγορές αγαθών και επενδύσεων.

* Ο Κώστας Μέλας είναι οικονομολόγος και πανεπιστημιακός

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!