Υπάρχουν πολλά ζητήματα σε ένα πολύπλοκο σκηνικό, που περιλαμβάνει εσωτερικές κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις σε κάθε ξεχωριστή χώρα. Και στη δική μας, όπου είναι πολλές, πυκνές, βαριές, συνεχόμενες –σε ρυθμό ενός διαρκούς σοκ– για περίπου 13 χρόνια τώρα, κι όπου έχουμε αξιοσημείωτα «πειράματα» ή «πρωτοπορίες». Δείτε το σχετικό σημείωμα του Ιταλού πανεπιστημιακού Αντρέα Τζοκ στη σελίδα 15, που δείχνει πώς μας «βλέπουν», πώς «λειτουργούμε» ως παράδειγμα προς εξαγωγή σε άλλες χώρες, αλλά και τι τεράστιο έλλειμμα ουσιαστικής πληροφόρησης υπάρχει για το τι γίνεται σε κάθε χώρα. Για παράδειγμα, έχουμε μια πολύ θολή ιδέα για το τι γίνεται αυτή τη στιγμή στα Βαλκάνια, ή στην Ιταλία. Αντίθετα μαθαίνουμε απίθανες λεπτομέρειες για τη ζωή ή τις προτιμήσεις του κ. Κασσελάκη…

Πέρα όμως από τις εσωτερικές κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις και τις «ατζέντες» που τρέχουν οι εκπρόσωποι του «ακραίου κέντρου» σε κάθε χώρα (δεξιοί, κεντρώοι, σοσιαλιστές, αριστεροί οπαδοί της παγκοσμιοποίησης), υπάρχουν και εντείνονται σε πολύ επικίνδυνο βαθμό τα αποκαλούμενα γεωπολιτικά ζητήματα, οι νέοι διεθνείς και περιφερειακοί συσχετισμοί, οι προσπάθειες των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-Ε.Ε. να διατηρήσουν με κάθε μέσο τις αμφισβητούμενες θέσεις τους και να ανακόψουν την τεράστια κρίση που τις διατρέχει. Και παράλληλα με τις προσπάθειες νέων ισχυρών κέντρων που αναδύονται (Κίνα, Ινδία, Ρωσία κ.λπ.), έχουμε την εμφάνιση επεκτατικών περιφερειακών δυνάμεων όπως η Τουρκία, που νοιώθει ότι είναι η «χρυσή στιγμή» για να δυναμώσει την ισχύ της, να μετατραπεί σε μια μεγάλη διεθνή δύναμη, με παρουσία όχι μόνο στη Ν.Α. Μεσόγειο αλλά σε 3 ηπείρους συνολικά.

Η ύπαρξη μικρών και μεσαίων χωρών στην ευρύτερη περιοχή συνδέεται άρρηκτα με το νέο γεωπολιτικό συσχετισμό, και με την οριακότητα ή τη μεθοριακότητα που έχουν ορισμένες από αυτές σαν περάσματα ή εμπόδια ή βάσεις των μεγάλων κοσμοκρατορικών ή επεκτατικών δυνάμεων. Το ζήτημα του πώς θα υπάρχουν, με ποιους όρους, και με τι εσωτερική κατάσταση, μια σειρά από χώρες εντός της πολύ μεγάλης περιδίνησης που δημιουργείται, είναι ένα θέμα σοβαρό – και πολλές φορές έχει άμεσο υπαρξιακό χαρακτήρα. Επειδή η νέα γεωπολιτική αναμέτρηση, οι σπασμοί που θα οδηγήσουν σε έναν πολυπολικό κόσμο και έναν νέο διεθνή συσχετισμό, είναι σε πλήρη εξέλιξη. Και θέτουν μεταξύ άλλων ζητήματα όπως τροποποίηση συνόρων, αλλαγές του χάρτη, πολέμους και μεγάλα προσφυγικά κύματα.

Στρατηγική της Τουρκίας και αυξανόμενοι κίνδυνοι

Το πρόβλημα που δημιουργείται για χώρες όπως η Ελλάδα, η Κύπρος, η Αρμενία δεν είναι διόλου μικρό και καθόλου εύκολο στην απάντησή του. Έχει έντονες εθνικές διαστάσεις, έχει και στο εσωτερικό ομάδες και ελίτ που νομίζουν ότι η «σωστή πλευρά της Ιστορίας», και η εσωτερική απορρύθμιση-διάλυση υποδομών και δημόσιων υπηρεσιών ακολουθώντας νεοφιλελεύθερα πλιάτσικα, προσφέρουν μια κάποια «ασφάλεια» και προστασία. Ακόμα περισσότερο, για τις τρεις αυτές χώρες υπάρχει ένα κοινό στοιχείο που παραβλέπεται ή ξεχνιέται από όσους βλέπουν μόνο μια σύγκρουση μεταξύ μιας απεχθούς και εγκληματικής Δύσης και ενός νέου πιο δίκαιου κόσμου που αναδύεται από νέα κέντρα: και οι τρεις απειλούνται και κινδυνεύουν από τον τουρκικό επεκτατισμό. Δηλαδή από μια Τουρκία που έχει ενδυναμώσει τη θέση της, παραμένει εντός του ΝΑΤΟ, έχει σχέσεις με την Ε.Ε., παζαρεύει σε όλα τα επίπεδα μαζί τους και, την ίδια στιγμή που πουλάει Μπαραϊκτάρ και οπλισμό στην Ουκρανία (ή απελευθερώνει αζοφικούς ναζί και τους παραδίδει στον Ζελένσκι), έχει πολύ καλές σχέσεις με τη Μόσχα, δεν ψηφίζει τις κυρώσεις, μεσολαβεί για να σπάσουν μέτρα αποκλεισμού της Ρωσίας, όπως και για τη συνέχιση του εμπορίου σιτηρών.

Η Τουρκία νοιώθει ότι είναι η «χρυσή στιγμή» για να δυναμώσει την ισχύ της, να μετατραπεί σε μια μεγάλη διεθνή δύναμη, με παρουσία όχι μόνο στη Ν.Α. Μεσόγειο αλλά σε 3 ηπείρους συνολικά

Είναι σαφές ότι ο τουρκικός επεκτατισμός έχει ένα δικό του στρατηγικό σχέδιο, και μια σχετική αυτονομία την οποία κατέκτησε μέσα από συγκρούσεις και πολιτικές του Ερντογάν. Η ουσία της στρατηγικής του είναι η ενδυνάμωση της Τουρκίας με κάθε τρόπο, η μετατροπή της σε μια δύναμη ισότιμη με τις άλλες (είτε του G7, είτε του G20, είτε σε λίγο καιρό των BRICS+), φιλοδοξώντας να αποκτήσει ένα στάτους ανάλογο ή και ισχυρότερο από αυτό ξεχωριστών μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων (Γαλλία, Αγγλία, Γερμανία κ.λπ.). Από στρατηγική λοιπόν πλευρά έχει ένα πλάνο που φέρνει την Τουρκία σε επαφή και συσχετισμό ή παζάρι με ολόκληρη την Ε.Ε., τις ΗΠΑ, τη Ρωσία, ενώ πρόσφατα κάνει πολύ μεγάλα ανοίγματα και με την Κίνα. Η εθνική κυριαρχία Ελλάδας, Κύπρου και Αρμενίας αντιμετωπίζει λοιπόν μια τεράστια απειλή από τον σχεδιασμό του τουρκικού επεκτατισμού. Δεν κινδυνεύει μόνο από τον δυτικό εναγκαλισμό και την αβλεπί συμμαχία τους με τη «σωστή πλευρά της Ιστορίας». Τα όσα γίνονται το τελευταίο διάστημα θέτουν επί τάπητος με ιδιαίτερη οξύτητα το ζήτημα, και όποιος στρουθοκαμηλίζει, μάταια νομίζει ότι θα αποφύγει με κάποιο μαγικό τρόπο το πρόβλημα.

Σε ό,τι αφορά την Αρμενία, κινδυνεύει η ίδια η υπόσταση και η ακεραιότητά της, καθώς επικρέμεται η απειλή διαμελισμού και του νότιου τμήματός της μετά την εγκατάλειψη του Αρτσάχ και την εθνοκάθαρση που επιβάλει το Αζερμπαϊτζάν ως μακρύ χέρι της Τουρκίας. Για την Κύπρο, πολλαπλασιάζονται οι διακηρύξεις του Ερντογάν ότι υπάρχουν «δύο κράτη». Τέλος, υπάρχει η ανοιχτή αμφισβήτηση της κυριαρχίας της Ελλάδας σε έδαφος, αέρα και θάλασσα, η άμεση απειλή πολέμου σε περίπτωση που εφαρμόσει κυριαρχικά της δικαιώματα, η απαίτηση για αποστρατιωτικοποίηση. Όλα αυτά συνιστούν μέρος ενός συνολικού στρατηγικού σχεδιασμού που υλοποιείται σε δόσεις, ή με αιφνίδιες ενέργειες. Προωθείται η μεθοδική αποσυναρμολόγηση επαφών και συμφωνιών που είχε κάνει η Ελλάδα π.χ. με Αίγυπτο και Ισραήλ – οι περίφημες τριγωνικές σχέσεις που θα μας έδιναν ασφάλεια. Μετρά βέβαια η Άγκυρα και αντιδράσεις (Αρμενίας, Κύπρου, Ελλάδας, Ε.Ε. και ΗΠΑ) και παίρνει υπόψη της τις ανάγκες ή τις σιωπές της Ρωσίας γι’ αυτές τις περιοχές, κάτω από τις ανάγκες που έχει στον πόλεμο με τη Δύση (προς το παρόν στην Ουκρανία και τον Εύξεινο).

Ακόμα κι αν «χθες» ούτε οι ΗΠΑ αλλά ούτε και η Ρωσία ήθελαν μια πολύ ισχυρή Τουρκία, σήμερα είναι ζήτημα κατά πόσο είναι σε θέση να ανακόψουν την πορεία της με τους «χθεσινούς» τρόπους. Βέβαια στέλνονται μηνύματα και παραγγελιές, μπορεί να δημιουργούνται ελαφρές προστριβές, αλλά πάντως η Τουρκία δεν είναι ένα «κανίς» σαλονιού που μπορούν να το κάνουν ό,τι θέλουν.

Ελλάδα – Κύπρος – Αρμενία και το ελληνοτουρκικό ειδύλλιο

Δύο χώρες με ελληνισμό οι πρώτες, χωρισμένες δια της βίας και ενάντια στη θέληση του ελληνισμού και στις δύο, χριστιανική χώρα η Τρίτη, με έναν πολύπαθο λαό. Η Ελλάδα γνώρισε την Μικρασιατική Καταστροφή και τη σφαγή των ελληνικών πληθυσμών από τον Πόντο μέχρι τα παράλια. Οι Αρμένηδες γνώρισαν μια τεράστια γενοκτονία από τους Τούρκους το 1915, και τώρα βλέπουν να συνθλίβονται ανάμεσα σε Τουρκία και Αζερμπαϊτζάν κι όλοι να σφυρίζουν αδιάφορα (διαβάστε το σχετικό πολύ κατατοπιστικό άρθρο του Ερρίκου Φινάλη στις σελίδες 18-19). Η Κύπρος υπέστη μια εισβολή, την κατοχή του 40% του εδάφους της, συν τον εποικισμό του κατεχόμενου τμήματος. Τι αποφάσεις του ΟΗΕ, τι καταδίκες της εισβολής, τι απειλές για κυρώσεις… τώρα όλοι σκέπτονται πώς να «αναγνωρίσουν» το «κρατίδιο».

Τώρα τρέχουν με χαρακτήρα κατεπείγοντος οι ατζέντες «καλών σχέσεων» και «επίλυσης των προβλημάτων» ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, μαζί με προτάσεις για λύση-πακέτο και στο Κυπριακό. Πρόκειται για μια προσπάθεια των ΗΠΑ να ρυμουλκήσουν την Τουρκία πλησιέστερα σε «δυτικές» θέσεις, κάνοντας τα στραβά μάτια για το αν θίγονται και πόσο η κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα χωρών όπως η Ελλάδα ή η Κύπρος. Είναι σχεδόν εξωφρενικές οι διαθέσεις των ελληνικών ελίτ για μια συγκατάνευση με την Τουρκία, και η σχεδόν τύφλωσή τους μπροστά στην εκδιπλούμενη στρατηγική της. Σε θέσεις-κλειδιά της εξωτερικής πολιτικής έχουν μπει πρόσωπα αρεστά σε ΗΠΑ και Τουρκία (Γεραπετρίτης, Παπαδοπούλου) και προχωρούν όλες οι διεργασίες με ταχύ ρυθμό για να παρουσιαστούν συμφωνίες στη σύνοδο κορυφής της Θεσσαλονίκης στις 7 Δεκεμβρίου (στην οποία, όπως προαναγγέλλει ο Ερντογάν, θα γίνει το «άλμα»…).

Δεν θα αποφύγω να παραθέσω ορισμένες δηλώσεις της τουρκικής και της ελληνικής πλευράς και ορισμένες της ρωσικής διπλωματίας. Το δεύτερο γίνεται επειδή η ελληνική πλευρά έκανε τα πάντα ώστε η Ρωσία να θεωρείται εχθρική χώρα, διέκοψε κάθε επαφή, ψήφισε όλες τις κυρώσεις, δεν πήρε καμιά πρωτοβουλία ειδικών σχέσεων και κινήσεων ώστε να αξιοποιηθούν ορισμένες πάγιες θέσεις της ρωσικής πλευράς για την Κύπρο ή το Αιγαίο…

  • Διαβάζουμε λοιπόν στην τουρκική εφημερίδα Yeni Safak: «Ένα θετικό βήμα ήρθε από την Ελλάδα, η οποία έδωσε ενδείξεις ομαλοποίησης με την Τουρκία. Η κυβέρνηση της Αθήνας σταμάτησε να εξοπλίζει τα νησιά, τις βραχονησίδες και τους βράχους των οποίων η κυριαρχία δεν καθορίζεται με συνθήκες, κάτι που ήταν ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα μεταξύ των δύο χωρών. Πηγές επισημαίνουν ότι θα υπάρξουν νέες θετικές εξελίξεις, καθώς οι συνομιλίες αποκτούν δυναμική… Πηγές ανέφεραν ότι στη νέα περίοδο σχέσεων των δύο χωρών, η τοποθέτηση πυρομαχικών στα νησιά, τα οποία ήταν εξοπλισμένα στο παρελθόν, έχει σταματήσει».
  • Ο Κ. Μητσοτάκης πρόσφατα δηλώνει: «Μπορούμε πια να είμαστε πιο θετικά διακείμενοι στις προοπτικές των ελληνοτουρκικών σχέσεων… Και οι δύο καταλαβαίνουμε ότι είναι μια ευκαιρία να αφήσουμε στην άκρη εντάσεις του παρελθόντος, να αφήσουμε στην άκρη αυτή την ακραία ρητορική, και να βρούμε έναν τρόπο συμπόρευσης… Έχουμε πολλά θέματα τα οποία συγκροτούν τη λεγόμενη θετική ατζέντα, τα οποία μπορούμε να δρομολογήσουμε. Έχουμε σημαντικά περιθώρια να δουλέψουμε μαζί στο ζήτημα της μετανάστευσης».
  • Ο υφυπουργός Εξωτερικών Κ. Φραγκογιάννης, αναφερόμενος στη θετική ατζέντα (στα Παραπολιτικά), εξηγεί: «[Η ατζέντα] αναπτύσσεται γύρω από 29 πλέον θεματικές οικονομικού και εμπορικού ενδιαφέροντος, στους τομείς των μεταφορών, του περιβάλλοντος, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, του τουρισμού… Συνιστά στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης».
  • Μας πληροφορεί ο Θανάσης Αυγερινός (1/9/2023) για τη στάση της Ρωσίας: «Η Μόσχα χαιρετίζει την “ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική της Άγκυρας, που είναι προσανατολισμένη στα δικά της εθνικά συμφέροντα”, καθώς γνωρίζει “από πρώτο χέρι ότι η Δύση προσπαθεί με κάθε δυνατό τρόπο να αμφισβητήσει αυτή τη γραμμή”, η οποία αποτελεί για τους Δυτικούς “σοβαρή αιτία εκνευρισμού”, δήλωσε ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ κατά το πέρας της συνάντησής του με τον Τούρκο ομόλογό του Χακάν Φιντάν». Και συνεχίζει ο Λαβρόφ: «Πιστεύουμε ότι η εποικοδομητική, ισότιμη συνεργασία με τη χώρα μας είναι αμοιβαία ωφέλιμη οικονομικά, και επωφελής από την άποψη της ενίσχυσης των κυρίαρχων θεμελίων της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκικής Δημοκρατίας. Προσπαθούμε πάντα να ικανοποιούμε τις επιθυμίες των Τούρκων εταίρων μας στο μέγιστο δυνατό βαθμό».

Απέναντι σε μια επικίνδυνη δύναμη, που επιβουλεύεται την Εθνική Κυριαρχία και την υπόσταση χωρών και επιδιώκει αλλαγή των συνόρων, είναι υπεραναγκαία η συμπαράταξη όσων απειλούνται

Σαν έτοιμοι από καιρό…

Υπάρχει κόσμος στην Ελλάδα που ανησυχεί με τα τετελεσμένα στο Αρτσάχ, έστω και διαισθητικά, καθώς συνειδητοποιεί ότι στην Αρμενία οι πολιτικές φράξιες αρπάζονται για την προσοδοφόρα καρέκλα τη στιγμή που κολοβώνεται η χώρα τους. Διότι, πριν καν επικρατήσουν οι Αζέροι στο πεδίο της μάχης, ο μεν πρόεδρος της Αρμενίας διακήρυττε ότι έχει τα πάντα έτοιμα για τη φιλοξενία 40.000 οικογενειών από το Αρτσάχ, λες και το θέμα ήταν οι συνθήκες φιλοξενίας των ξεσπιτωμένων! Η δε αντιπολίτευση, που ό,τι και να πράξει ή να μην πράξει ο Πασινιάν παραμένει μειοψηφική επειδή στη συνείδηση πολλών Αρμενίων είναι ο ορισμός της κλεπτοκρατίας, τι κάνει; Αντικυβερνητικές διαδηλώσεις. Το Αρτσάχ το έχει κι αυτή (ξε)γραμμένο.

Εύλογα λοιπόν αρκετός κόσμος αναρωτιέται πόσο απέχει η «ποιότητα» του πολιτικού προσωπικού των θυμάτων από την αντίστοιχη ελληνική… Θα δούμε άραγε τους Νεοδημοκράτες να παίζουν τον ρόλο του Πασινιάν και τους Συριζαίους ή/και Πασόκους αυτόν της αρμένικης αντιπολίτευσης, ή το ανάποδο; Άγνωστο, αλλά το πιο τρομακτικό είναι πως όλοι φαίνονται έτοιμοι για οποιονδήποτε ρόλο! Άλλωστε, εκτός από έναν «ρεαλισμό» που ξεπερνά ακόμη κι αυτόν της αρμένικης πολιτικής τάξης, οι δικοί μας έχουν ένα επιπλέον ατού: ομνύουν όλοι μαζί στη «σωστή πλευρά της Ιστορίας». Ετοιμάζεται λοιπόν ο καθένας να παίξει τον ρόλο που θα του ανατεθεί υπερατλαντικώς…

Ήδη ξεγυμνώνουν από τα τελευταία μέσα άμυνας (στρατιωτικά, γεωπολιτικά, αλλά και σε επίπεδο φρονήματος) την Κύπρο και τα ελληνικά νησιά. Το καμπανάκι του κινδύνου χτυπά, αλλά χρειάζεται να ηχήσει σειρήνα συναγερμού. Διότι δεν είναι μοναδική λύση για ένα λαό, για ένα έθνος, να αφεθεί στην απελπισία, τη μοιρολατρία και τον ατομικίστικο ωχαδερφισμό. Υπάρχουν και λαοί που δείχνουν άλλους δρόμους: αξιοπρέπειας, υπεράσπισης της κυριαρχίας τους. Υπάρχει η επιλογή να σταθούν πλάι-πλάι μια σειρά λαοί, και μαζί να αντιμετωπίσουν κοινούς εχθρούς. Υπάρχουν και νέες δυνατότητες ελιγμών μέσα στην «αντιφατική μεγάλη εικόνα», τέτοιων που να δίνουν τις απαραίτητες ανάσες.

Ο διαμελισμός χωρών, η καταδίκη στην προσφυγιά και την εξαθλίωση, η απειλή ενάντια στην ίδια την επιβίωση κρατών και εθνών, θα συνεχιστούν όσο κάθε λαός μένει μόνος, φοβισμένος, εύκολη λεία. Αντίθετα, στην περίπτωση που ο καθένας συνειδητοποιήσει τι συμβαίνει και αντισταθεί, αν δηλαδή προσπαθήσει να συνεισφέρει το πετραδάκι του για να οικοδομηθεί μια αυθεντική κοινότητα των λαών που θέλουν να ζουν ελεύθεροι σε ελεύθερες χώρες, μπορούν να αναδυθούν διαφορετικές προοπτικές. Χωρίς να αναζητούνται ανύπαρκτοι «σωτήρες». Η αρχή θα μπορούσε να γίνει με ένα εγχείρημα που θα ασκήσει πίεση για να ακολουθήσει η Ελλάδα, και συνολικά η Ευρώπη, μια διαφορετική ρότα. Βοά η ανάγκη, και υπάρχει –εντός και εκτός της χώρας μας– αρκετός κόσμος που την κατανοεί.

Το αίτημα της ενεργητικής συμπαράταξης Ελλάδας-Κύπρου-Αρμενίας

Απέναντι σε μια επικίνδυνη δύναμη, που επιβουλεύεται την Εθνική Κυριαρχία και την υπόσταση χωρών και επιδιώκει αλλαγή των συνόρων με στρατιωτική απειλή και δορυφοροποίηση, είναι υπεραναγκαία η συμπαράταξη όσων απειλούνται. Κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους, και κυρίως μέσω μιας πολιτικής και προτάσεων συγκεκριμένων όλων των πλευρών που νοιώθουν τον κίνδυνο και δεν θέλουν να κοιμούνται όρθιοι.

Η συναδέλφωση Ελλάδας-Κύπρου με κοινή στάση σχεδόν σε όλα τα φόρουμ, τα βέτο που μπορούν να μπουν σε διεθνείς οργανισμούς, οι πρωτοβουλίες συμπαράστασης και αρωγής στα μεγάλα μεταναστευτικά κύματα, τώρα της Αρμενίας, η ανάπτυξη δυνάμεων αποτροπής των σχεδιασμών της Τουρκίας σε ολόκληρη την περιοχή (περιλαμβανομένης της άμυνας), και κυρίως η πολιτική προετοιμασία των λαών, των άμεσα ενδιαφερομένων, να πιέσουν, να κινητοποιηθούν, να αξιοποιήσουν κάθε δυνατότητα και κάθε εργαλείο οικοδόμησης δεσμών και σχέσεων μεταξύ τους, η πληροφόρηση της κοινής γνώμης και η αποκάλυψη της ουσίας των σχεδιασμών: αυτά είναι θέματα πρώτης σημασίας για όσους βλέπουν ή εκτιμούν τον κίνδυνο του τουρκικού επεκτατισμού και τον εκτεταμένο κυνισμό των μεγάλων δυνάμεων.

Όσο δύσκολο κι αν φαίνεται, υπάρχουν δυνάμεις και δυνατότητες που, αν δραστηριοποιηθούν, μπορούν να δημιουργήσουν αποτρεπτική ικανότητα απέναντι σε όλους αυτούς τους σχεδιασμούς. Το «υπαρξιακό πρόβλημα της χώρας» περνά και μέσα από τέτοια μείζονα ζητήματα γεωπολιτικής φύσης. Αλλιώς πρέπει να υποταχθούμε στη μοιρολατρία και την απελπισία. Οι επόμενοι δύο μήνες θα είναι πυκνοί από αυτές τις εξελίξεις, και είναι αναγκαίο να ξεδιπλωθούν πρωτοβουλίες και προσπάθειες –κυρίως από τα κάτω– για να εκφραστεί μια διαφορετική θέληση, που να κατοχυρώνει την ανάγκη της Εθνικής Κυριαρχίας.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!