Παρακολούθηση αριστερών βουλευτών από τις γερμανικές μυστικές υπηρεσίες.

Το ο ότι μυστικές υπηρεσίες παρακολουθούν όποιον αντιστέκεται στην εκάστοτε εξουσία είναι μια αδιαμφισβήτητη αλήθεια σχεδόν από δημιουργίας του κράτους. Επίσης το ότι ειδικό αντικείμενο αυτής της κρατικής δραστηριότητας ήταν και είναι οι προοδευτικές αριστερές οργανώσεις και τα μέλη τους αποτελεί αδιαμφισβήτητη αλήθεια στις υποτιθέμενες δυτικού τύπου δημοκρατίες. Και δεν παύει ούτε στιγμή να επιβεβαιώνεται. Πρόσφατα, στη Βρετανία ήρθε στο φως της δημοσιότητας ότι καλυμμένοι πράκτορες, κοινώς χαφιέδες, της αστυνομίας είχαν διεισδύσει σε περιβαλλοντικές ομάδες. Όμως, η Βρετανία δεν είναι η μόνη για την οποία αποκαλύφθηκαν πρόσφατα τέτοια στοιχεία για τη δράση των μυστικών υπηρεσιών. Στις αρχές του τρέχοντος μήνα, μαθεύτηκε ότι η γερμανική Ομοσπονδιακή Υπηρεσία για την Προστασία του Συντάγματος (VS ή Verfassungsschutz, τέτοιο βαρύγδουπο όνομα έχει η γερμανική μυστική υπηρεσία) παρακολουθούσε 42 (από τους 76) βουλευτές του αριστερού κόμματος Die Linke.
Αναπόφευκτα, η κοινή γνώμη συνέκρινε αυτή την επίδοση των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών με το ότι αποδεδειγμένα φάνηκαν εξαιρετικά ανίκανες είτε να εντοπίσουν είτε να αποτρέψουν είτε να συλλάβουν τους ενόχους των νεοναζιστικών ομάδων που επιδίδονται σε εμπρησμούς ξενώνων για τους αιτούντες άσυλο, επιτίθενται σε μετανάστες στους δρόμους και διαπράττουν δολοφονίες ατιμωρητί. Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από την αποκάλυψη ότι στο διάστημα 2006 – 2009, δολοφονήθηκαν 10 άτομα, μεταξύ των οποίων ένας Έλληνας, από νεοναζί, ενώ η γερμανική αστυνομία επέδειξε πλήρη αδιαφορία.
Θα πει κανείς, η υπόθεση είναι γνωστή από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες: ξυλοκοπούνται, συλλαμβάνονται διαδηλωτές κατά των «πακέτων λιτότητας», αλλά ακροδεξιές συμμορίες μένουν στο απυρόβλητο. Δεν είναι καθόλου τυχαίο: οι επικεφαλής τους διατηρούν στενές σχέσεις με «επιφανείς» παράγοντες της κοινωνίας. Στο παρελθόν, μέλη της Verfassungsschutz είχαν διεισδύσει σε ακροδεξιές οργανώσεις, αλλά η ανικανότητά τους να εμποδίσουν πράξεις δολοφονικής βίας ερμηνεύτηκε από πολλούς ως εκούσια, εφόσον τα επιχειρησιακά της στελέχη συχνά εμφανίζονται να ενθαρρύνουν και να υποστηρίζουν τους ακροδεξιούς (Τζον Γκριν, Morning Star 10/2/2012).
Προστασία από τους… εχθρούς
Η κατασκοπία εις βάρος των αριστερών βουλευτών προκάλεσε αποτροπιασμό στη γερμανική κοινή γνώμη, αλλά αυτό δεν σημαίνει και πολλά πράγματα για τις άρχουσες ελίτ των ευρωπαϊκών χωρών που έχουν επιλέξει οριστικά την αντιδημοκρατική οδό. Όπως παρατηρεί ο Τζον Γκριν, το θέμα σχεδόν αποσιωπήθηκε στη Βρετανία. Το ίδιο και στην Ελλάδα, όπου αναλυτικά έγραψε μόνο η ηλεκτρονική έκδοση του Επενδυτή των Εργαζομένων και ορισμένα blogs. Η Verfassungsschutz παρακολουθούσε επί χρόνια τους αριστερούς βουλευτές και άλλα στελέχη του Die Linke και παρά το γεγονός, σχολιάζει ο Τζ. Γκριν, ότι «το εν λόγω κόμμα τηρεί σχολαστικά το Σύνταγμα και οι βουλευτές του έχουν εκλεγεί δημοκρατικά από το λαό, ακόμη θεωρούνται απειλή από την άρχουσα ελίτ».
Το ότι παρακολουθούνται αριστεροί βουλευτές το αναγνώρισε ανοιχτά ο υπουργός Εσωτερικών της Γερμανίας Χανς-Πέτερ Φρίντριχ, συγκρίνοντας το Die Linke με το NDP, το νεοναζιστικό κόμμα. Εμφανίστηκε δε να εκπλήσσεται για τις αντιδράσεις, εφόσον, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, τόσο το Κόμμα Δημοκρατικού Σοσιαλισμού -που σχηματίστηκε από στελέχη του Ενοποιημένου Σοσιαλιστικού Κόμματος, κυβερνώντος στην Αν. Γερμανία, μετά τη γερμανική ενοποίηση- όσο και το Die Linke -συγχώνευση του PDS με την αριστερή σοσιαλδημοκρατική συνιστώσα Εκλογική Εναλλακτική για την Ελευθερία και την Κοινωνική Δικαιοσύνη- παρακολουθούνται από την ίδρυσή τους (το 1995 και το 2007 αντίστοιχα). Ο λόγος; Ορισμένοι αριστεροί θα ήθελαν τη «δικτατορία του προλεταριάτου» και πολλοί δεν έχουν δηλώσει ποια θεωρούν ότι είναι τα όρια της χρήσης βίας. «Το κράτος», υποστήριξε ο Φρίντριχ, «πρέπει να προστατευτεί από τους εχθρούς του». Σε μια απόπειρα δικαιολόγησης, ο Γερμανός υπουργός Εσωτερικών υποστήριξε ότι παρακολουθούνται απλώς οι δημόσιες δραστηριότητες των αριστερών βουλευτών, λες και αυτό είναι το φυσιολογικότερο των πραγμάτων σε μια δημοκρατία. Όμως, στα σχετικά δημόσια έγγραφα που ζητήθηκαν από τους βουλευτές περιέχονται μεγάλα τμήματα σβησμένα που υποδεικνύουν ότι και αυτή η δήλωση είναι ψευδής όσον αφορά τι ακριβώς παρακολουθείται και πώς χρησιμοποιούνται τα στοιχεία που συλλέγονται.
Στην προκειμένη περίπτωση φάνηκε επίσης πόσο επίπλαστη είναι η επίκληση της προστασίας του Συντάγματος για τη διάπραξη παράνομων κρατικών ενεργειών. «Οι αυτοαποκαλούμενοι προστάτες του Συντάγματος συμπεριφέρονται με αντισυνταγματικό τρόπο», ανέφερε λέει ο Γκρέγκορ Γκίζι, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του Die Linke και ένας από τους υπό παρακολούθηση βουλευτές του. «Υποτίθεται ότι το Κοινοβούλιο ελέγχει τις μυστικές υπηρεσίες και όχι το αντίστροφο».

Τύπος και ουσία
Όμως, το πρόβλημα δεν έγκειται στο συνταγματικό-αντισυνταγματικό, όχι μόνο γιατί τα συντάγματα αντανακλούν τον κοινωνικό-πολιτικό συσχετισμό δύναμης της εποχής που συντάσσονται, αλλά και γιατί το κράτος και οι άρχουσες ελίτ τα έχουν κάνει κουρελόχαρτα, ακόμη και στην υποτιθέμενα πιο συνταγματική χώρα της Ευρώπης που φέρεται να είναι η Γερμανία.
Οι περισσότεροι από τους υπό παρακολούθηση βουλευτές προέρχονται από την Ανατολική Γερμανία, κάτι που ερμηνεύεται με το ότι προέρχονται από το πολιτικό περιβάλλον του παλιού Ενοποιημένου Σοσιαλιστικού Κόμματος Γερμανίας. Όμως, δεν μπορεί να μην παίζει ρόλο ότι εκπροσωπούν πολίτες με πολύ χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο από τους υπόλοιπους Γερμανούς, ίσως και πιο επιρρεπείς σε συγκρίσεις με την επί Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας κατάστασή τους, μέσα σ’ ένα περιβάλλον αυξανόμενης εργασιακής ανασφάλειας και ροκανίσματος των κοινωνικών υπηρεσιών.
Είναι εμφανές για κάθε λογικά σκεπτόμενο ότι η υπόθεση αυτή έχει μια ορισμένη συνάφεια με την αντικομμουνιστική εκστρατεία που εξαπλώνεται σε όλη την Ευρώπη, συστηματικά, εδώ και κάμποσα χρόνια υπό το ιδεολογικό πρόσχημα της «δημοκρατίας έναντι του ολοκληρωτισμού» και της εξομοίωσης φασισμού και κομμουνισμού, μια εκστρατεία στην οποία έλαβε μέρος και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με σχετικά ψηφίσματα και δημόσιες δραστηριότητες. Η αντικομμουνιστική εκστρατεία έχει οξυνθεί και συμπίπτει απόλυτα με την επιβολή πανευρωπαϊκά της πολιτικής της λιτότητας και της κατάλυσης των εργασιακών δικαιωμάτων.
Η παρακολούθηση των αριστερών βουλευτών, εκτός του ότι υποδεικνύει πως ο αντικομμουνισμός ποτέ δεν έπαψε να αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της λειτουργίας του γερμανικού κράτους, αποσκοπεί στο να δημιουργήσει περιβάλλον απειλής και «υγειονομική ζώνη» εις βάρος του Die Linke ως «εχθρού του κράτους».
Στη «δημοκρατική» Γερμανία ουδέποτε σταμάτησαν οι διακρίσεις εις βάρος κομμουνιστών και αριστερών. Μέχρι σήμερα, στη Βαυαρία, όπου κυβερνά η Χριστιανο-κοινωνική Ένωση, εταίρος στον κυβερνητικό συνασπισμό της Μέρκελ, τα μέλη του Die Linke υποχρεούνται να δηλώσουν αν ανήκουν σ’ αυτό, προκειμένου να κάνουν αίτηση διορισμού σε δημόσια υπηρεσία, και αυτό ισχύει μόνο για το Die Linke. Πρόκειται ουσιαστικά για μια πιο «ελαφριά» παραλλαγή του Berufsverbot (της απαγόρευσης εργασίας σε κομμουνιστές) που εφαρμοζόταν στη Δυτική Γερμανία.

M.N.

Πηγές: Der Spiegel, Morning Star, Der Standaard)

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!