Η φετινή Κυριακή του Πάσχα θα είναι διαφορετική, όπως ήταν και η Μεγάλη Βδομάδα. Σήμερα, Μεγάλη Παρασκευή δεν θα υπάρχει καν η περιφορά του επιταφίου, ενώ αύριο η Ανάσταση θα είναι βουβή και χωρίς κόσμο. Το Πάσχα θα πραγματοποιηθεί με όλους μας, αποχωρισμένους από τα έθιμά μας, μακριά από το χωριό ή όπου αλλού γιορτάζει ο καθένας από εμάς, σε απόσταση από τις οικογένειες μας, τους συγγενείς και τους φίλους μας. Αν προσθέσουμε και την αγωνία για το πώς θα εξελιχτεί η πανδημία, τα οικονομικά προβλήματα που συσσωρεύονται για την πλειοψηφία της κοινωνίας και την ανησυχία για το αβέβαιο μέλλον που διαφαίνεται να έρχεται, φτάνουμε στο συμπέρασμα ότι το φετινό Πάσχα θα είναι λιγότερο εορταστικό και λιγότερο εξωστρεφές απ’ ότι συνήθως. Βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δεν παύει να είναι μια γιορτή και καλό θα είναι να προσπαθήσουμε σαν τέτοια να τη ζήσουμε, ειδικά μέσα στις δύσκολες καταστάσεις που βιώνουμε.

Το Πάσχα είναι μια γιορτή πολύ ιδιαίτερη. Είναι δεμένη με τη ζωή των ανθρώπων, δεν είναι απλά ένα ακόμα τριήμερο. Μπορεί να συνδυάζεται με στιγμές ξεκούρασης και χαλάρωσης αλλά δεν είναι μόνο αυτό για την ελληνική κοινωνία. Δεν είναι ούτε μόνο ολιγοήμερες διακοπές αλλά ούτε μόνο ένα μεγάλο οικογενειακό φαγοπότι. Είναι όλα αυτά μαζί, αλλά είναι συγχρόνως και μια ευκαιρία για να γυρίσουν οι άνθρωποι στα χωριά τους, να βιώσουνε τη ζωή της κοινότητας από όπου κατάγονται μέσα από τα έθιμά της, να βρεθούν με τους δικούς τους ανθρώπους, να «ζήσουν» οι πιστοί την εσωτερικότητα της Μεγάλης Εβδομάδας και την ανύψωση της Ανάστασης, να συγχωρέσουν και να συγχωρεθούν οι παρευρισκόμενοι στο πασχαλινό τραπέζι, να ανανεώσουν τους δεσμούς που τους ενώνουν, να αφήσουν πίσω ό,τι τους χωρίζει και να γιορτάσουν. Όλα τα παραπάνω, ίσως και κάποια ακόμα που ξεχνιούνται, συμπυκνώνονται στη γιορτή του Πάσχα.

Και να γιορτάσουμε, όσο μπορούμε να γιορτάσουμε. Να βρούμε τρόπους να γιορτάσουμε τα έθιμα μας χωρίς να βάλουμε σε κίνδυνο τους συνανθρώπους μας, να σκεφτούμε πώς θα μιλήσουμε, πώς θα έρθουμε πιο κοντά, με τις οικογένειες μας, με τους φίλους μας, με όσους θα μας λείψουν αυτό το Πάσχα. Να βάψουμε αβγά, κόκκινα, στο χρώμα της ζωής και της ελπίδας, να τσουγκρίσουμε, να ευχηθούμε, να γελάσουμε. Να δούμε, ακόμα και μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες του εγκλεισμού, πώς μπορούμε να περάσουμε όσο το δυνατόν καλύτερα. Θα είναι και αυτό άλλη μια μικρή νίκη, που την έχουμε πολύ ανάγκη…

Αυτή η γιορτή και το συναίσθημα που δημιουργεί στις ψυχές των ανθρώπων ακρωτηριάζεται φέτος. Η καραντίνα, έτσι και αλλιώς, φορτίζει ιδιότροπα τους ανθρώπους και αυτό το φαινόμενο θα οξυνθεί τις μέρες του Πάσχα. Οι μόνοι συνάνθρωποί μας μάλλον θα νιώθουν πιο μόνοι, και συνολικά για όλη την κοινωνία τα προβλήματα, ιδιαίτερα τα οικογενειακά και τα οικονομικά, θα φαίνονται πιο δύσκολα αντιμετωπίσιμα. Η έλλειψη αγγίγματος και επαφής μεταξύ των ανθρώπων θα μεγεθυνθεί, τα φιλιά, οι αγκαλιές, ακόμα και οι απλές χειραψίες θα λείψουν ακόμα περισσότερο. Είναι σίγουρο ότι, με τον ένα τρόπο ή τον άλλο, θα μετρήσει σημαντικά στις συνειδήσεις των ανθρώπων ο ακρωτηριασμός της πασχαλινής γιορτής. Γιατί οι άνθρωποι δεν νιώθουν ότι απλά χάνουν κάποιες διακοπές, αλλά ότι χάνεται μια ιδιαίτερη στιγμή της ζωής τους. Χάνεται, προσωρινά αλλά χάνεται, η άκρη ενός νήματος που συνδέει τις ρίζες τους με τη ζωή τους, νιώθουν ότι αποκόβονται από κάτι που τους δίνει δύναμη και κουράγιο για να παλεύουν την καθημερινότητα.

Την ίδια στιγμή η ελληνική κοινωνία αντιστέκεται σ’ αυτόν τον ακρωτηριασμό. Ψάχνει τρόπους να αναπληρώσει τις ουσιαστικές πλευρές της γιορτής, αναζητάει την κοινότητα και ό,τι προσφέρει η σχέση μαζί της. Και το προσπαθεί με υπευθυνότητα και διάθεση προσφοράς προς τον διπλανό. Αυτό είναι και ένα από τα πιο αισιόδοξα μηνύματα του καιρού μας. Ότι η ελληνική κοινωνία δεν το βάζει κάτω παρά τις αντιξοότητες, συνεχίζει να αντιστέκεται και να αυτοπροστατεύεται, και θα καταφέρει να γιορτάσει, με όλη τη σημασία της λέξης, και αυτό το Πάσχα.

Καλή Ανάσταση να έχουμε…

«Καλή Ανάσταση». Με αυτή την ευχή υποδέχεται ο λαός μας την Μεγάλη Εβδομάδα. Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα η ευχή «Καλή Λαμπρή, Καλή Ανάσταση». Έτσι είναι χαραγμένη η μέρα της Ανάστασης και του Πάσχα στο λαϊκό υποσυνείδητο. Σαν η λαμπρή μέρα που νικιέται ο Θάνατος, σαν η ξεχωριστή μέρα που υποχωρεί το Σκοτάδι που περιβάλει τις ζωές των απλών ανθρώπων. Η μέρα του Πάσχα ήταν και είναι, πάντα, ξεχωριστή και ελπιδοφόρα. Συνοδεύεται εδώ και αιώνες από ένα κόκκινο αβγό, κάτι που είχαν πάντα ακόμα και οι πιο φτωχές οικογένειες και συμβολίζει τη Ζωή. Βαμμένο με το κόκκινο χρώμα, γιατί είναι γιορτινό και ξορκίζει το Κακό.

Το φετινό Πάσχα μπορεί να είναι διαφορετικό αλλά, για ακόμα μια φορά, διαδραματίζεται παράλληλα και τέμνεται με αυτό που βιώνουμε. Μπορεί η Μ. Εβδομάδα να είχε το δικό της βουβό χαρακτήρα φέτος αλλά το «θείο» δράμα της ταυτίστηκε με το δράμα της ανθρωπότητας μέσα στην πανδημία. Και η αναμονή της Ανάστασης είναι η αναμονή για ένα καλύτερο αύριο, παρά την αβεβαιότητα, για μια έξοδο από την κρίση την οποία βιώνουμε.

Έτσι και το φετινό Πάσχα κουβαλάει το δικό του ελπιδοφόρο εσωτερικό μήνυμα. Παρόλο που θα είναι λιγότερο γιορτινό, παρόλο που θα είναι περισσότερο εσωστρεφές από κάθε άλλη φορά, παρόλο που θα εγγραφεί σαν ιδιότυπο και στενάχωρο στις καρδιές πολλών ανθρώπων, δεν παύει να μεταφέρει το μήνυμα της νίκης απέναντι στον Θάνατο. Στον Θάνατο που για μήνες τώρα περιβάλλει ολόκληρη την ανθρωπότητα. Θα φωτίσει η μέρα της Λαμπρής, με ένα ειδικό και ιδιαίτερο τρόπο τις ψυχές των ανθρώπων. Των ανθρώπων που παλεύουν, μένοντας σπίτι, το Σκοτάδι.

Μπορεί να βιώνουμε μια πολύ δύσκολη κατάσταση, μπορεί η έξοδος από την πανδημία να φέρει μια σειρά από άλλα προβλήματα και δύσκολες καταστάσεις ‒κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές‒, μπορεί οι «από πάνω» να απεργάζονται διάφορα σχέδια εις βάρος της κοινωνίας, όμως το πασχαλινό μήνυμα παραμένει δυνατό και επίκαιρο: Η Ζωή θα νικήσει.

Για αυτό το λόγο, μέρες που είναι να οπλιστούμε με το πνεύμα της Λαμπρής: η Σταύρωση εγκυμονεί την Ανάσταση, όπως έλεγε κι ο Κωστής Μοσκώφ. Ας χρησιμοποιήσουμε λοιπόν αυτές τις στιγμές σαν μια ευκαιρία να συλλογιστούμε για όλα όσα που συμβαίνουν γύρω μας, να στοχαστούμε πάνω στο γιατί γεννιέται τόσος θάνατος και καταστροφή γύρω μας, να στοχαστούμε πάνω στο ζήτημα γιατί η ζωή δεν χάνει ευκαιρία να ξεχύνεται από παντού, νικώντας όπου βρίσκει ευκαιρία το σκοτάδι.

Και να γιορτάσουμε, όσο μπορούμε να γιορτάσουμε. Να βρούμε τρόπους να γιορτάσουμε τα έθιμα μας χωρίς να βάλουμε σε κίνδυνο τους συνανθρώπους μας, να σκεφτούμε πως θα μιλήσουμε, πως θα έρθουμε πιο κοντά, με τις οικογένειες μας, με τους φίλους μας, με όσους θα μας λείψουν αυτό το Πάσχα. Να βάψουμε αβγά, κόκκινα, στο χρώμα της ζωής και της ελπίδας, να τσουγκρίσουμε, να ευχηθούμε, να γελάσουμε. Να δούμε, ακόμα και μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες του εγκλεισμού, πώς μπορούμε να περάσουμε όσο το δυνατόν καλύτερα. Θα είναι και αυτό άλλη μια μικρή νίκη, που την έχουμε πολύ ανάγκη. Καλή Λαμπρή, καλή Ανάσταση να έχουμε…


«Το τέλος αυτό μπορεί να σημαίνει την αρχή μιας νέας ζωής»

Αξίζει να διαβάσετε το παρακάτω απόσπασμα από την εισαγωγή του Νάσου Βαγενά στο συλλογικό έργο, «Το δικό μας Πάσχα» (εκδόσεις Νάρκισσος):

«Αν το δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων είναι κυρίως η γιορτή των παιδιών, η εβδομάδα των Παθών που οδηγεί στο Πάσχα είναι κυρίως η γιορτή των ενηλίκων. Διότι εορταστική είναι κατά βάθος και η κατάνυξη των ημερών της, αφού εγκυμονεί το μήνυμα της Ανάστασης• ημερών που στον πυρήνα τους κοχλάζει η αίσθηση του χρόνου, του επίγειου χρόνου, που τελειώνει αναπότρεπτα, διαποτισμένη από την ελπίδα ότι το τέλος αυτό μπορεί να σημαίνει την αρχή μιας νέας ζωής (για τα παιδιά ο χρόνος ουσιαστικά δεν υπάρχει).

“Γιατί γυρεύουμε μιαν άλλη ζωή / πέρα από τ’ αγάλματα”, λέει ο Σεφέρης σε ένα από τα ποιήματα του, εννοώντας μιαν επίγεια άλλη ζωή (ο συμβολισμός των αγαλμάτων στην ποίηση του, όπου αυτά εμφανίζονται πάντοτε σπασμένα, είναι προφανής), θα μπορούσε μάλιστα κανείς να πει ότι η αναζήτηση αυτή παρουσιάζει στον τόπο μας μιαν ιδιαίτερη ένταση, όπως δείχνει η ορθόδοξη ιεροτελεστία της Μεγάλης Εβδομάδας, που είναι αισθησιακότερη και συγχρόνως εσωτερικότερη όχι μόνο από εκείνη της ρωμαιοκαθολικής παράδοσης (πολλώ μάλλον και της προτεσταντικής) αλλά και από την ορθόδοξη σλαβική, ίσως γιατί στον λαό μας επιβιώνουν –εν μέρει και μέσω της αδιάσπαστης συνέχειας της γλώσσας μας– στοιχεία της αρχαίας παγανιστικής κληρονομιάς.»

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!