Το Κογκρέσο των ΗΠΑ απαρτίζεται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, όπου πλειοψηφούν οι Δημοκρατικοί, και τη Γερουσία, όπου πλειοψηφούν οι Ρεπουμπλικάνοι. Αυτήν την εβδομάδα η Βουλή παρέπεμψε σε δίκη τον Τραμπ με τις κατηγορίες ότι καταχράστηκε την εξουσία του και παρακώλυσε το Κογκρέσο. Η δίκη, που θεωρητικά θα μπορούσε να καταλήξει στην αποπομπή του Τραμπ από το αξίωμά του, θα διεξαχθεί στη Γερουσία – το πότε και πώς ακριβώς είναι ακόμη άγνωστο. Όλοι αναμένουν ότι η ρεπουμπλικανική πλειοψηφία θα τον απαλλάξει, αν και η πρόσφατη ιστορία –κι αυτό καθαυτό το γεγονός της ακραίας αμφισβήτησης του Τραμπ ακόμη και μετά την ανάληψη των καθηκόντων του– δείχνει ότι δεν πρέπει να αποκλείονται εντελώς οι «εκπλήξεις». Τέλος πάντων, δύο είναι τα βασικά ερωτήματα: πόσο θα επηρεάσει η παραπομπή την προσπάθεια επανεκλογής του, και πόσο ακόμη θα πληγεί από αυτήν την εξέλιξη το διεθνές κύρος των ΗΠΑ;

Σε κάθε περίπτωση, η είδηση της παραπομπής υπογραμμίζει με τον πιο δραματικό τρόπο ότι συνεχίζεται μέχρι παροξυσμού η ενδόρρηξη εντός του βορειοαμερικανικού βαθέος κράτους και των ελίτ, με τη συγκεκριμένη απόφαση να αποτελεί μέχρι στιγμής την πιο οξεία εκδήλωση του ιδιότυπου αμερικανικού εμφυλίου. Ήδη πριν την ανάληψη των καθηκόντων του ήταν σαφές ότι ισχυρά τμήματα του βορειοαμερικανικού κατεστημένου αντιτίθονταν σφοδρά στη «γραμμή» του Τραμπ και θα κλιμάκωναν (όπως και συνέβη) την προσπάθειά τους να απαλλαχθούν από αυτόν. Η «γραμμή» αυτή επιδιώκει μεταξύ άλλων τον επαναπατρισμό κεφαλαίων στις ΗΠΑ και μιας μορφής αναβίωση τμήματος της βιομηχανικής της βάσης, με την επιβολή δασμών (αλλά και απόπειρα απόσυρσης από ατυχή για τις ΗΠΑ πολεμικά μέτωπα) να είναι ένα από τα χρησιμοποιούμενα μέσα για την επίτευξη του στόχου «Πρώτα η Αμερική».

H είδηση της παραπομπής υπογραμμίζει με τον πιο δραματικό τρόπο ότι συνεχίζεται μέχρι παροξυσμού η ενδόρρηξη εντός του βορειοαμερικανικού βαθέος κράτους και των ελίτ, με τη συγκεκριμένη απόφαση να αποτελεί μέχρι στιγμής την πιο οξεία εκδήλωση του ιδιότυπου αμερικανικού εμφυλίου

Πού θα κριθεί η μοίρα του Τραμπ

Το σε ποιο βαθμό έχει υλοποιηθεί αυτή η τραμπική «πλατφόρμα», και πόσο ακόμη μπορεί να προωθηθεί με όλες τις τρικλοποδιές που τρώει από αντίπαλα τμήματα της άρχουσας τάξης που έχουν ένα διαφορετικό (και εξίσου αναποτελεσματικό) σχέδιο ανάκτησης της παντοκρατορίας των ΗΠΑ, θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό τη μοίρα του Αμερικανού προέδρου. Κρίσιμο ρόλο παίζει και η πορεία των διαπραγματεύσεων με τον μεγαλύτερο εμπορικό (και όχι μόνο) αντίπαλο της Ουάσιγκτον, το Πεκίνο – δηλαδή το κατά πόσο η όποια αμερικανοκινεζική προσωρινή συμφωνία ερμηνεύεται ως αδυναμία του Τραμπ να επιβάλει μια λύση που να υπηρετεί τα «ζωτικά συμφέροντα» των ΗΠΑ. Σημαντική είναι και η συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι ο ανταγωνισμός βαθαίνει και με την Ευρώπη, ιδίως όσον αφορά τον έλεγχο τεχνολογιών αιχμής, ανεξάρτητα από το ότι το ευρωπαϊκό σκορποχώρι αδυνατεί να προβάλει ως αυτόνομος πόλος και αποδέχεται εκόν-άκον τις επιταγές του ευρωατλαντισμού.

Με τα σημερινά δεδομένα πάντως η ενδόρρηξη και η ένταση του διχασμού αποκαλύπτουν μια κρίση στρατηγικής των ελίτ, χωρίς να διακρίνεται μια πειστική διέξοδος. Το γεγονός ότι ο ενδοσυστημικός εμφύλιος και η κρίση ηγεμονίας έχουν μεν σαν επίκεντρο το βορειοαμερικανικό πολιτικό σύστημα, αλλά διαχέονται σε ολόκληρο το Δυτικό στρατόπεδο, κάθε άλλο παρά διευκολύνει την επίλυση του προβλήματος. Σε αυτά πρέπει να συνυπολογιστεί και η κοινωνική αποδιάρθρωση (άρα και δυσαρέσκεια) που επέφερε στη βορειοαμερικανική κοινωνία η μέχρι πρόσφατα κυρίαρχη «παγκοσμιοποιητική» γραμμή. Αντίδραση στις συνέπειες αυτής της γραμμής ήταν ακριβώς και η, πρωτοφανής για τα δεδομένα του βορειοαμερικανικού πολιτικού συστήματος, δυναμική εμφάνιση «αιρετικών» προσωπικοτήτων και στα δύο κόμματά του (κυρίως Τραμπ και Σάντερς), και τώρα το εντυπωσιακό γεγονός της… αύξησης της δημοφιλίας του Τραμπ μετά την παραπομπή του!

H στάση των ΗΠΑ στο διεθνές πεδίο δεν είναι πια μονοπώλιο του προέδρου: όλο και περισσότερο άτυποι και εξωθεσμικοί παράγοντες μιλούν ως εκπρόσωποι των ΗΠΑ, συχνά με τις «δικές τους» αποχρώσεις, αυξάνοντας με αντιφατικά μηνύματα τη σύγχυση ιδίως μεταξύ των συμμάχων της Ουάσιγκτον

Παρέμβαση άλλων παραγόντων

Πράγματι, οι δημοσκοπήσεις και έρευνες δείχνουν μια κοινωνία διχασμένη σε δύο σχεδόν ίσα μπλοκ. Η προσπάθεια να απαντηθεί το πρόβλημα μέσα από την ποιοτική ενδυνάμωση του ρόλου άλλων θεσμικών κέντρων, όπως το δικαστικό σύστημα, που παρεμβαίνει όλο και πιο δυναμικά ως «διαιτητής» (ενίοτε με φιλοδοξίες άσκησης ισχύος μεγαλύτερης και από αυτήν που διαθέτει ο Αμερικανός πρόεδρος), ίσως τελικά να το περιπλέξουν ακόμη περισσότερο. Πόσο μάλλον που η πολιτική και στάση των ΗΠΑ στο διεθνές πεδίο δεν είναι πια μονοπώλιο του προέδρου: όλο και περισσότερο άτυποι και εξωθεσμικοί παράγοντες μιλούν ως εκπρόσωποι των ΗΠΑ, συχνά με τις «δικές τους» αποχρώσεις, αυξάνοντας με αντιφατικά μηνύματα τη σύγχυση ιδίως μεταξύ των συμμάχων της Ουάσιγκτον.

Η κρίση ηγεμονίας από τη μια και από την άλλη ο επακόλουθος διχασμός της βορειομερικανικής κοινωνίας (που, όπως και στην περίπτωση της Βρετανίας με το Brexit, υπερβαίνει τις παραδοσιακές διαχωριστικές γραμμές και πολιτικές καταγωγές) οδήγησαν στην κλιμάκωση της παραπομπής του Τραμπ. Εάν επιβεβαιωθεί ότι αυτή η κίνηση δεν θα επηρεάσει καθοριστικά την έκβαση των προεδρικών εκλογών –που θα γίνουν σε λιγότερο από ένα χρόνο, τον επόμενο Νοέμβριο– οι εξελίξεις θα είναι πιθανά ακόμη πιο δραματικές. Οι Δημοκρατικοί και τα διεθνή ΜΜΕ υπερπροβάλλουν το (ισχνό) προβάδισμα των αντιπάλων του Τραμπ στις μέχρι τώρα δημοσκοπήσεις. Όμως απλά προσπαθούν να δημιουργήσουν κλίμα, διότι «ξεχνούν» ότι και στις προεδρικές εκλογές του 2016 η τότε υποψήφια των Δημοκρατικών Χίλαρι Κλίντον πήρε σχεδόν 3 εκατομμύρια ψήφων περισσότερες από τον Τραμπ, και ποσοστό υψηλότερο του Τραμπ κατά 2,1%. Αλλά το αποτέλεσμα κρίθηκε από τους εκλέκτορες της κάθε πολιτείας, τους οποίους παρεμβάλλει το εκλογικό σύστημα ως ενδιάμεσους και αποφασιστικούς κρίκους για την ανάδειξη του νικητή.


Βουτιά στο παρελθόν

Εναντίον του Τραμπ («τρελού», «ηλίθιου», «επικίνδυνου» κ.λπ.) και του περιβάλλοντός του (που κι αυτό δεν είναι διόλου ενιαίο και σταθερό) επιστρατεύτηκε μέχρι τώρα από το αντίπαλο τμήμα των ελίτ κάθε «νόμιμο» μέσο: από έρευνες για το πώς προσπάθησε να καλύψει τις σεξουαλικές του περιπέτειες ή την πίεση που άσκησε στον Ουκρανό πρόεδρο για να ερευνήσει τις μπίζνες του υιού Μπάιντεν, ως την κορύφωση τώρα με την παραπομπή σε δίκη. Φαίνεται ότι αυτά δεν αρκούν για να διασφαλίσουν την αποπομπή του ή/και τη μη επανεκλογή του το 2020. Και το βάθος της ενδόρρηξης είναι τέτοιο που νομιμοποιεί τη βουτιά στο παρελθόν για να εξεταστεί με ποιους άλλους τρόπους, πέραν των «θεσμικών», επιλύονταν αυτού του είδους οι αντιθέσεις: όλα τα μέσα θεωρούνται χρησιμοποιήσιμα όταν εξαντληθούν οι «κανονικές» δυνατότητες. Ιδίως όταν, όπως π.χ. στην περίπτωση της οικογένειας Κένεντι, υπάρχει βαθιά και ιστορική διαπλοκή με τον υπόκοσμο, με σκοτεινά κέντρα του βαθέος κράτους κ.ο.κ. Το πώς η μαφία αρχικά υπηρέτησε την ανάδειξη των Κένεντι και παρείχε «τεχνικές διευκολύνσεις» σε έκνομες επιλογές τους (π.χ. στην απόπειρα εισβολής στην Κούβα, εξόντωσης του Κάστρο κ.λπ.), και έπειτα στράφηκε εναντίον τους, δεν αποτελεί ευφάνταστο σενάριο κινηματογραφικής ταινίας, αλλά ιστορικό γεγονός. Η ιστορία δείχνει ότι, εν ανάγκη, δεν υπάρχουν όρια… Αν θα ζήσουμε ανάλογα σενάρια και στον 21ο αιώνα, θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες, κάποιοι εκ των οποίων αναλύονται και στο άρθρο. Σίγουρα πάντως δεν θα εξαρτηθεί μόνο από τα πολεμικά editorial των New York Times και της Washington Post, ούτε από όσα προβλέπει το Σύνταγμα των ΗΠΑ… (Στη φωτογραφία, ο Τζόζεφ Κένεντι, πατριάρχης της οικογένειας: ζάπλουτος, φανατικός αντικομμουνιστής και αντισημίτης, και συμπαθών τη χιτλερική Γερμανία…).

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!