της Ισαβέλλας Μαρτζοπούλου*

 

Ο Φούλης μας άφησε… Ήταν η πρώτη μου σκέψη. Μας άφησε στη δική μας συνέχεια, στην παρούσα διάσταση, αλλά μας άφησε και άφθονο υλικό, πλούσιο αποτύπωμα για ανατροφοδότηση… Άκουσα πάλι την εκπομπή «Ξενοδοχείο» του 9,58 FM απ’ το 2016, άκουγα πάλι τη ζωή του.

Την προσφυγιά στη Σαλονίκη, στην Τούμπα, τα καβουράκια του Τσιτσάνη, τις πρώτες τρέλες, τη ζεστή ατμόσφαιρα με τα καθημερινά γλέντια στη γειτονιά, στη φτωχογειτονιά που δεν έλειπε η βροχή, αλλά και το κέφι!

Τις πρώτες εξεγέρσεις και την αναμέτρηση με την εξουσία, στο πρόσωπο του μπάτσου που του τραβούσε τα λάστιχα για τα σώβρακα, όταν τα πουλούσε λάθρα, προς άγραν πελατείας, κεντρικά, στη Βενιζέλου, ο μικρός Φούλης…

Το πρώτο του θεατρικό σανίδι με τις αδερφές Καλουτά, Σταυρίδη και Σία, ντυμένος χορεύτρια! Και άδων, τραγουδίστρια! Τον πήραν κι είδηση στη γειτονιά, τα ’μαθε κι η μαμά του, που τόσο λάτρευε και αγαπούσε… «Ε, όχι και χορεύτρια βρε παιδάκι μου»!

Ήδη όμως περπατούσε στο μέλλον του: Η δημιουργία του Φ.Ο.Θ.Κ με τον Φούλη από τα ιδρυτικά μέλη και ψυχή του, στη συνέχεια το Θεατρικό Εργαστήρι και κατόπιν το Καφεθέατρο, μαζί με την Δέσποινα Πανταζή, στην Καλαμαριά, θα αποτελούσαν τους τρεις πρώτους σπουδαίους σταθμούς στην καλλιτεχνική του πορεία, που εξάλλου ήταν η ίδια του η ζωή!

Στη συνέχεια, πάλι στην πρωτοπορία στρατεύτηκε στο νεοσύστατο τότε ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Καλαμάτας, και μάλιστα στην πιο δημιουργική του φάση, για να περάσει στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ της Πάτρας και να συμπράξει με τον Νίκο Αρμάο, τον άξιο καλλιτεχνικό διευθυντή του και αγαπημένο συνεργάτη του.

Οι ρόλοι, αλλά και η σκηνοθετική του δημιουργία σε πλήρη εξέλιξη, καταλήγουν κάποτε και στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, περίπου σαν «φυσική» συνέπεια της θεατρικής περιπλάνησης του.

Εκεί, στα πρόθυρα του μιλένιουμ, συνδημιουργούμε τη «Γριά» του Δανιήλ Χάρμς, και εισάγουμε τυπικά και ουσιαστικά τον τελευταίο Ρώσο πρωτοπόρο και λογοτεχνικό χούλιγκαν της εποχής, στην ελληνική δραματουργία. Ο Φούλης ενθουσιάζεται και ενσαρκώνει τον θαυματοποιό συγγραφέα με απαράμιλλη αγάπη και έμπνευση: του πήγαινε γάντι, που λένε… Δεν μπορώ να λησμονήσω τον Σύλλογο Τυφλών που έρχονται στο καμαρίνι και με δάκρυα στα μάτια τον γεμίζουν φιλιά και ευγνωμοσύνη, λέγοντας: «Μας έκανες να δούμε! Βλέπαμε!»

Εξάλλου, το 2018 θα επανέλθει σκηνοθετώντας κείμενα του Χαρμς, παίζοντας και ο ίδιος. Ευτυχώς ηυδόκησα να απολαύσω την «Μύτη» του γιατί, μια οι απεργίες, μια οι καραντίνες, μόλις που πρόλαβε ν’ ανοίξει τα φτερά της έστω για λίγο κάπου ανάμεσα σ’ αυτές τις Συμπληγάδες. Γιατί, υπό άλλες συνθήκες, είχε μέλλον στην γνωριμία της με το κοινό…

Να μιλήσω για τον Φούλη, τον εξεγερμένο, τον αθώο, τον εθελοντή και παρόντα στις συγκρούσεις του καιρού του, τον ευαίσθητο ανθρωπιστή, τον τόσο νέο και πάντα με τους νέους, τον ερμηνευτή με την γκάμα από το Α ως το Ω; Με το χιούμορ στην κόψη του ξυραφιού και λάτρη της ανατροπής και του αλλόκοτου, όπως έλεγε…; Για τον Φούλη και την τζαζ, συντροφιά με τον Φλώρο, τον Σάκη, τη Γεωργία; Για την τελευταία συναυλία μια όμορφη βραδιά του Ιουνίου στο Λαλατίνα; Να την απολαμβάνει με ενθουσιασμό νεοφώτιστου και να ξεσηκώνει τα παιδιά της μπάντας κι αυτά να συνεχίζουν ακάθεκτα μέχρι τελικής εμφάνισης… της Αστυνομίας…;

 

Θα μιλήσω για τον Φούλη των τελευταίων καλοκαιριών στην ακτή του Μπάρμπα Θωμά στο Σουτραλί, στον Παγασητικό, τον Καβάφη, όπως του ’χε κολλήσει το παρατσούκλι ο καλός φίλος Βαγγέλης, φιλόσοφος… Και πράγματι του ταίριαζε, με τα στρογγυλά χαρακτηριστικά γυαλιά και τον αχώριστο παναμά του…

Αφού είχε μεσολαβήσει μια απόπειρα για αναβίωση της «Γριάς», 20 χρόνων πια, παρέα αυτή τη φορά με τον Σάκη και το πιάνο του, σχέδια που εκπονούσαμε στον 5ο  όροφο, χωρίς ασανσέρ, στη Βιζυηνού. Άρχισε, ανάμεσα απ’ τη σαρδελίτσα και το λευκό κρασάκι με την αιώνια πίπα του, σε αναμονή του καινούργιου τσιγάρου, να ξεπροβάλλει και η τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ…

Ευφυής επιλογή! Δεν προλάβαμε ούτε να την υποβάλλουμε στη διεύθυνση του Κρατικού, δυο χρόνια τώρα… όμως ο Φούλης ήταν «έτοιμος από καιρό». Γνωστός ο θαυμασμός του για την απογυμνωμένη ύπαρξη του Μπέκετ, αλλά και η έλξη του για τη δραματουργία του, θα ήταν μια ακόμη ευκαιρία να τον απολαμβάναμε κι εμείς, στη μετενσάρκωση του Κραπ!

Ο Φούλης ήταν έτοιμος, αλλά μας έκλεψε ο καιρός αυτή την τελευταία απόλαυση του Φούλη… Ένα τυχαίο συμβάν, από αυτά που λέμε: «Όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος». Εκεί στο θέατρο, σε παράσταση αγαπημένη, που περίμενε πώς και πώς! Άρχισε ο αποχαιρετισμός…

Έτσι, ο Φούλης μας άφησε, λίγο αλλόκοτα, που θα ’λεγε κι εκείνος, αλλά εμείς δεν τον αφήνουμε. Η παρουσία του κρατά πολύ πέρα από την υλική ύπαρξη, στον κόσμο της ομορφιάς που θα σώσει τον κόσμο. Ισαβέλλα Μαρτζοπούλου Όπως τον ονειρεύτηκε και τον υπηρέτησε ο Φούλης, ο Φούλης μας!

 

* Η Ισαβέλλα Μαρτζοπούλου είναι σκηνοθέτις.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!