Η συναυλία προς τιμήν του Σταύρου Ξαρχάκου που διοργάνωσε το ΚΚΕ, γνώρισε επιτυχία και κέρδισε θετικά σχόλια από αρκετούς χώρους της Αριστεράς και ειδικά από εκείνους που έχουν ένα κοινό παρελθόν με το ΚΚΕ. Έτσι το γεγονός ότι το ΚΚΕ διοργάνωσε μια εκδήλωση για έναν σημαντικό μουσικοσυνθέτη, παρότι είναι γνωστές οι πολιτικές του πεποιθήσεις, θεωρήθηκε από πολλούς μια αλλαγή στάσης που δείχνει μια ορισμένη ανοικτότητα. Είναι αλήθεια πως το ΚΚΕ έχει κάνει μια στροφή-επένδυση στον καλλιτεχνικό χώρο, διοργανώνοντας αρκετές τέτοιες εκδηλώσεις όπως τα αφιερώματα στον Θ. Μικρούτσικο αλλά και το –αναβαθμισμένο πέρσι– ετήσιο φεστιβάλ της ΚΝΕ, το οποίο περιείχε πληθώρα συναυλιών. Ως εδώ βέβαια δεν υπάρχει κάποια αλλαγή στάσης, δεδομένου ότι η διοργάνωση τέτοιων εκδηλώσεων αποτελεί πάγια πρακτική διάφορων προοδευτικών χώρων, σε μια προσπάθεια να προωθηθεί ένα εναλλακτικό πολιτισμικό παράδειγμα, ποιοτικό και προσβάσιμο από τον κόσμο σε μια περίοδο όπου τα έξοδα για την τέχνη μοιάζουν πολυτέλεια.

Η αλλαγή στάσης που ανιχνεύεται, αφορά την αλλαγή προφίλ που επιχειρεί το ΚΚΕ μέσα από τέτοιες κινήσεις και ανοίγματα, όπως η εκδήλωση στο νέο γήπεδο της ΑΕΚ στη μνήμη του ΕΑΜίτη ποδοσφαιριστή Σπύρου Κοντούλη, παρά τα γνωστά προβλήματα που έχουν υπάρξει μέχρι σήμερα με τη σχεδόν μαφιόζικη διαδρομή που ακολούθησε η οικοδόμηση του γηπέδου. Αντίστοιχο παράδειγμα ενός «ανανεωμένου» πλην όμως μιντιακού προφίλ αποτέλεσε και η απάντηση του Δ. Κουτσούμπα για τα 10 χρόνια του γνωστού σατυρικού ιστότοπου Luben, που μέχρι πολύ πρόσφατα θεωρούνταν από το χώρο, φιλικός προς το ΣΥΡΙΖΑ. Ενώ τις μεγαλύτερες εντυπώσεις, προκάλεσε η «ταχύτητα» με την οποία έγινε η αυτοκριτική από μεριάς του Δ. Κουτσούμπα για τη θετική ψήφο στο επίδομα των 600 ευρώ προς τους ένστολους, λίγες μέρες μετά τη δολοφονία του Κ. Φραγκούλη από πυρά αστυνομικών, λες και μια αυτονόητη διορθωτική κίνηση σε ένα τόσο ακραίο και σημαντικό ατόπημα αποτελεί κατάκτηση.

Άλλο ανοίγματα και άλλο ανοικτότητα

Είναι δύσκολο να δει κανείς κάποια ουσιαστική αλλαγή ή ανοικτότητα στα παραπάνω, αν δεν ρίξει σημαντικά τον πήχη για το τι είναι, στις μέρες μας, ένας αναγκαίος προσανατολισμός και στάση και αυτό είναι ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί γενικότερα στον χώρο της Αριστεράς. Με τον ΣΥΡΙΖΑ να έχει πλέον ενσωματωθεί πλήρως και την υπόλοιπη αριστερά να βολοδέρνει στην ανυποληψία, σχεδιάζοντας ακόμη και τώρα εκλογικά μαγειρέματα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που φλερτάρουν με μια «σταθερή αντισυστημική» ψήφο ή αυτοί που βλέπουν «μεγάλες αλλαγές», προσδοκώντας συνεργασίες και επιστροφές. Αυτό βέβαια είναι αντιληπτό από το ΚΚΕ που προχωρά σε ένα ελαφρύ «λίφτινγκ» μέσα από πολλές καλλιτεχνικές υποψηφιότητες, αλλά και εκλογικές συνεργασίες με διάφορους «πρώην», όπως τους Δ. Τσακνή (πρώην ΣΥΡΙΖΑ και διευθυντή της ΕΡΤ) και Γ. Ρούσση (ΝΑΡ – ΑΝΤΑΡΣΥΑ), αλλά και την έντονη προβολή του Δ. Κουτσούμπα, ο οποίος άλλωστε δήλωσε στο Αγρίνιο πως το κόμμα του δεν θα γίνει κλακαδόρος στην «προοδευτική διακυβέρνηση».

Ωστόσο μια πραγματική αλλαγή θα έπρεπε καταρχάς να εντοπίζεται στο πεδίο της πολιτικής γραμμής και στόχευσης. Η συνεπαγωγή ισχυρό ΚΚΕ, άρα ανίσχυρη αντιλαϊκή κυβέρνηση και ασφαλής ισχυρός λαός, δεν είναι μια τέτοια αλλαγή. Αυτό συμβαίνει κυρίως γιατί η γραμμή που προωθείται δεν αφορά το ίδιο το λαϊκό κίνημα, την κοινωνία ή τη χώρα –και αυτό είναι ένα δυστυχώς σταθερό χαρακτηριστικό του ΚΚΕ–, αλλά αφορά την αυτόκεντρη ανάπτυξη του κόμματος που θα ρυθμίσει όλα τα ζητήματα. Βέβαια, ακόμη και τα ζητήματα που προβάλλονται αφορούν ένα στείρο διεκδικητισμό, με μια σειρά διεκδικήσεων επί παντός επιστητού, που θα μπορούσαν κάλλιστα, σε μια άλλη ιστορική στιγμή, να αποτελούν αιτήματα σωματείων ή και μιας αγωνιστικής εργατικής ΓΣΣΕ. Ταυτόχρονα, ό,τι δεν άπτεται τέτοιων διεκδικήσεων παραπέμπεται –επίσης σταθερά– σε μια άλλη οργάνωση της κοινωνίας και της οικονομίας… τον σοσιαλισμό, ο οποίος όμως βρίσκεται κάπου βαθιά στο μέλλον.

Τι θα ήταν μια πραγματική αλλαγή

Αλλαγή θα ήταν η προσπάθεια να δοθούν κάποιες απαντήσεις και να οικοδομηθεί μια πολιτική σχετικά με τα παρακάτω ερωτήματα: Ποια είναι εκείνα τα ιστορικά αιτήματα που μπορούν να συγκροτήσουν το λαϊκό κίνημα ή την εργατική τάξη στη σύγχρονη εποχή; Θα μπορούσε να υπάρχει μια άλλη πολιτική που να παλεύει για ένα μαχητικό λαϊκό κίνημα σήμερα, αντί να επενδύει σε ξεχωριστές συγκεντρώσεις για την επετειακή, πλέον, επίδειξη δύναμης και σε πλήρως αποστειρωμένες και ελεγχόμενες κομματικές πρωτοβουλίες, συσπειρώσεις και παρατάξεις; Ποια είναι η στάση που θα πρέπει να κρατήσει η χώρα, δεδομένων των «ανταγωνισμών διεθνών παικτών και της όξυνσης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις που μπορεί να πάρει τη μορφή “θερμού επεισοδίου” ή και επώδυνων συμβιβασμών», όπως ανέφερε ο Δ. Κουτσούμπας στο Άργος; Τί ρόλο μπορεί να παίξει ο λαός ενάντια στον πόλεμο και την πυρηνική απειλή; Και πάλι η απάντηση που δίνεται σε όλα αυτά είναι πώς ένα ισχυρό ΚΚΕ θα τα αποτρέψει και θα προωθήσει ό,τι χρειάζεται.

Το πραγματικό ερώτημα όμως, δεν είναι το ποιος αλλά το πώς. Το πώς, όχι με την έννοια ενός αναλυτικού προγραμματικού σχεδίου, αλλά με την έννοια μιας διακριτής πρότασης για το λαϊκό κίνημα, πρόταση για την επίλυση του «μπλοκαρίσματός» του, τους στόχους, τα αιτήματα και την συγκρότησή του. Αξίζει να αναρωτηθεί κανείς, χωρίς αυτές τις αλλαγές, η «σταθερή» γραμμή του ΚΚΕ πόσο βελτίωσε την κατάσταση στην χώρα, στην κοινωνία, στα μεγάλα κινήματα που ζήσαμε αλλά και στο ίδιο το ΚΚΕ τα τελευταία 20 χρόνια, δεδομένων των δυνατοτήτων του;

Ειδάλλως, η όποια αλλαγή αποτελεί μάλλον ένδειξη μιας προσαρμοστικότητας σε έναν ρόλο εντός του συστήματος, της δεξαμενής αντισυστημικών δυνάμεων που είναι πλήρως βολεμένη στη θέση της, ακόμη και αν το ποσοστό της αυξηθεί μερικές μονάδες.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!