Ανταπόκριση από την Κύπρο
του Γιώργου Τάττη
Για μία ακόμη φορά, η κυπριακή κυβέρνηση έδειξε να μην θέλει να προσεγγίσει το Κυπριακό ζήτημα στην πραγματική του διάσταση, που δεν είναι άλλη από την παράνομη εισβολή ενός τρίτου κράτους και την συνεχιζόμενη κατοχή μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας, της μόνης διεθνούς αναγνωρισμένης και νόμιμης κρατικής οντότητας στο νησί. Ως εκ τούτου, δεν επέδειξε στοιχειώδη αντανακλαστικά διαχείρισης της αντιστασιακής πράξης του 16χρονου νεαρού, που όντας στα κατεχόμενά μας εδάφη για εκκλησιασμό, κατέβασε την τουρκική σημαία και έσπασε το κάδρο φωτογραφίας του Ντενκτάς.
Για κάποιους, τα παρακάτω σχόλια, θα ήταν αυτονόητα, νοούμενων των αντικειμενικών συνθηκών που εντοπίζονται επί του εδάφους. Που δεν τα λέμε μόνο εμείς, τα λέει και το Διεθνές Δίκαιο, όσο διακοσμητικό κι αν είναι. Για μία, δυστυχώς μεγάλη, μερίδα συμπολιτών μας, εξακολουθούν να μην γίνονται κατανοητά ως τέτοια. Ναι λοιπόν, ας το επαναλάβουμε ρητώς. Η Τουρκία είναι κατοχική δύναμη και ομολογουμένως, όσο η σημαία αυτού του κράτους κυματίζει παράνομα, στα σκλαβωμένα μας εδάφη, δεν αποτελεί κανένα εθνικό σύμβολο, έτσι γενικά και αόριστα, που πρέπει να τυγχάνει σεβασμού. Η κυπριακή κυβέρνηση και οι όψιμοι εκσυγχρονιστές, είτε προέρχονται από το κυβερνών δεξιό κόμμα είτε από το κατ’ όνομα κομμουνιστικό ΑΚΕΛ, δεν λένε να καταλάβουν ότι δεν κατέβηκε μία σημαία ενός οποιοδήποτε κράτους, αλλά η κατοχική σημαία.
Γι’ αυτό εξάλλου και η ενέργεια νοείται ως πράξη επαναστατική. Ήρθε ένας 16χρονος, μέσα σε όλο τον αυθορμητισμό που τον διακατέχει, να μας θυμίσει τα βασικά. Ότι, ρε διάολε, μεγαλώσαμε σε πατρίδα μισή. Χωρίς πολλά πολλά, χωρίς να μπλέκουμε τα μπούτια μας σε ιδεοληπτικές θεωρίες πολλαπλών αφηγήσεων που εξισώνουν θύμα και θύτη, χωρίς να πρέπει να απολογηθούμε για το ότι «εκάμαμεν τζιαι εμείς πολλά», πριν αρθρώσουμε το αυτονόητο: Ότι είμαστε πρόσφυγες, «είμαστεν αγνοούμενοι που πάππον ως αγγόνιν».
Έτσι, ακούσαμε την πτέρυγα του «λύση να’ ναι κι ό,τι να’ ναι», σύσσωμη, μαζί με την κατοχική δύναμη της Τουρκίας και τους αξιωματούχους του ψευδοκράτους, που ομολογουμένως ξέρουν να εκμεταλλεύονται το κάθε τι, να μας κουνούν το δάχτυλο για την δήθεν καταστροφή του φιλικού κλίματος μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Συναντάμε λοιπόν το εξής παράλογο. Το κατέβασμα της σημαίας του κατακτητή να είναι προβοκατόρικη πράξη, ενώ η συνεχιζόμενη κατοχή, οι πρόσφατες επεμβάσεις σε ΑΟΖ και εδάφη της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο επικείμενος εποικισμός του Βαρωσίου και οι τόσες απειλές που ξεστομίζουν καθημερινά οι Τούρκοι πολιτικοί, να είναι πράξεις νομιμοποιημένες στη συνείδηση των ραγιάδων.
Ήρθε ένας 16χρονος, μέσα σε όλο τον αυθορμητισμό που τον διακατέχει, να μας θυμίσει τα βασικά. Ότι, ρε διάολε, μεγαλώσαμε σε πατρίδα μισή
Κι όμως, χάσαμε μία πολλή καλή ευκαιρία να καταγγείλουμε την Τουρκία, να τοποθετήσουμε το πρόβλημα, επιτέλους, στην πραγματική του διάσταση. Που προφανώς, δεν είναι η δικοινοτική πτυχή. Τουλάχιστον, όχι στη βάση του. Γεννήσαμε λοιπόν θεωρίες και κουραφέξαλα, που θέτουν την αμφισβήτηση στο αυτονόητο, που αν δεν το επαναλαμβάνουμε εμείς οι ίδιοι, πώς μπορούμε άραγε να το ζητούμε από τους ξένους «τοποτηρητές» του ΟΗΕ, οι οποίοι ανάλαβαν τις συνομιλίες; Πώς να μην κλείσουμε το στόμα στον Γκουτέρες, που τον ενοχλούν οι 16χρονοι ενώ δεν τον ενοχλούν οι 40 χιλιάδες στρατιώτες;
Εν κατακλείδι, μαγειρευτήκαν όπως πρέπει και ο συλλογικός μας εξευτελισμός έφτασε στο ναδίρ του, με την δημόσια συγγνώμη της οικογενείας του 16χρονου και την παράδοση των «κλεμμένων». Στείλαμε και «ειλικρινείς απολογίες σε όσους, δικαιολογημένα, ένιωσαν λύπη και απογοήτευση». Δέχτηκε φυσικά τις απολογίες μας ο κ. Ακιντζί, μη χάνοντας την ευκαιρία να μας νουθετήσει. «Η Ε/κ πλευρά να επανεξετάσει το εκπαιδευτικό της σύστημα». Κι όμως, αυτό πρέπει να κάνουμε. Γίνεται να ζητάς συγγνώμη επειδή κατέβασες την σημαία του κατακτητή από τη γη σου; Όσο κι αν κάποιος διαφωνεί για λόγους τακτικής.
Οι συμβολικές διατάσεις της επαίσχυντης επιστολής «συγχώρεσης» χωρούν μέσα όλη την παρακμή της κυπριακής κοινωνίας. Εθελοδουλία με παράλληλη ποινικοποίηση όποιων ακόμη αντιστέκονται. Δεν υπάρχει καλύτερη απόδειξη από αυτό το περιστατικό. Όλοι αυτοί που φωνασκούσαν ενάντια στον νεαρό, που κινδυνολογούσαν, είναι οι υπαίτιοι του εξευτελισμού μας. Δεν θέλω να σκέφτομαι τι άκουσε αυτός ο πατέρας για να δημοσιοποιηθεί αυτή η επιστολή.
Αυτοί λοιπόν είναι οι σύγχρονοι δοσίλογοι. Φανερώθηκαν εν νέου με μια πραγματική πράξη παράδοσης. Κι ας ομιλούν κάποιοι υπό τον ρόλο των αριστερών επαναστατών.
Περιστερώνα, Λευκωσία, 20 Σεπτεμβρίου 2019