του Μάρκου Δελληγιάννη

 

Καιρό τώρα, σύντροφε παλιέ, σε παρακολουθώ, καθώς, στο δρόμο το μοναχικό -τη μόνη στράτα που έμαθες με ακρίβεια θαυμαστή να περπατάς- το κορμί σου το ταλαιπωρημένο απ’ του χρόνου τις καμτσικιές, να σέρνεις πεισματάρικα. Μοιάζεις καράβι γερασμένο, που οι λαμαρίνες του κουράστηκαν πια, δεν αντέχουν άλλες συγκρούσεις με των κυμάτων την αδιαλλαξία και βρήκε καταφύγιο στην αγκαλιά κάποιου πόρτου ονομαστού. Ο τσιμεντένιος ντόκος προσφέρει ασφάλεια μοναδική. Οι κάβοι δυνατοί, πλώρα, πρίμα, το κρατάνε γερά στου λιμανιού την ακινησία. Τι θέλεις, τώρα, θάλασσες άγνωστες να οργώνεις; Περάσανε τα χρόνια. Καλά είμαστε εδώ. Κάπως έτσι, το μπάρκο το πολυταξιδεμένο, με το θαλασσόβρεχτο τον καπετάνιο του, θα κουβεντιάζει. Και θα καταλήγει: Άλλωστε εμείς οι δυο έχουμε τόσες ιστορίες ο ένας στον άλλον να διηγηθεί, ούτε που θα καταλάβουμε πώς πέρασαν του χειμώνα οι άπραγες νύχτες.

Νιώσε το βαθειά μέσα σου, φίλε μου, η μοναξιά μόνο των ποιητών την έμπνευση βοηθάει – αν τη βοηθάει. Άνοιξε τα παράθυρα, παραμέρισε τις μαύρες κουρτίνες που σε απομονώνουν απ’ την καυτή ανάσα της ρέουσας ζωής κι άφησε το φως ορμητικά να μπει στου δογματισμού το ναό, που με τόση ευλάβεια περίσσια οικοδόμησες κι ύστερα, σήκωσε ψηλά το κεφάλι κι οδήγησε τη ματιά σου στην πραγματικότητα, στο σήμερα που κραυγάζει, που ωρύεται: Ο χρόνος τελειώνει! Αύριο, ίσως είναι πολύ αργά. Οι μοναχικές πορείες δεν οδηγούνε πουθενά. Μα εσύ, σύντροφε παλιέ, φαίνεται πως γέρασες επικίνδυνα. Αλλιώς δεν εξηγείται. Ακόμα σκαλωμένος βρίσκεσαι στη δεύτερη διεθνή και στου Κάουτσκι τον οπορτουνισμό. Προσπαθείς με τσιτάτα παρμένα από τετράδια κιτρινισμένα τον αποστάτη να κατακεραυνώσεις. Μοιάζεις οπαδός φανατικός σέχτας θρησκευτικής, που οράματα ταράζουνε τον ύπνο του, καθώς κάποιος άγιος με τη φωνή την μπάσα μηνύματα του στέλνει απ’ το υπερπέραν προειδοποιητικά: Πρόσεχε τους ρεβιζιονιστές! Ο εχθρός παραμονεύει! Η καθαρότητα της λαϊκής επανάστασης κινδυνεύει ν’ αμαυρωθεί!

Δεν είναι για γέλια. Ζούμε έναν ιδιότυπο φασισμό. Η κατάσταση δεν εξωραΐζεται, ούτε με πολύχρωμες φωτογραφίες, ούτε με αυτάρεσκα χαμόγελα, πολύ δε περισσότερο με συνθηματολογικές παρλαπίπες. Οι εργαζόμενοι αγωνιούν. Βλέπουν τη ζωή τους να χάνεται. Ο μόχθος τους αντί να γίνεται γλυκό ψωμί, μεταβάλλεται σε φαρμάκι. Χτίζουν καινούργιες φυλακές, απεργάζονται νέα δεσμά για τον ταλαίπωρο λαό. Εκποιούν τον αέρα, το νερό, τη θάλασσα, την ενέργεια κι εσύ, ταμπουρωμένος μέσα στο ναό της ιδεολογικής καθαρότητας, αποφαίνεσαι λακωνικά: Όλοι το ίδιο είναι, όλοι για το σύστημα δουλεύουν. Μήπως ρίχνεις εσύ νερό στο ποτάμι της αντίδρασης; Πιστεύω ασύνειδα. Αλλά να σου πω και κάτι που είπε ο Λένιν: Δεν έχει σημασία αν ένα λάθος στη πολιτική γίνεται συνειδητά ή ασύνειδα. Σημασία έχει ότι αυτό το λάθος στοιχίζει τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων.

Αλήθεια ξεφύλλισες ποτέ σου τις σελίδες της σύγχρονης Ιστορίας; Φαίνεται πως όχι. Να σου θυμίσω εγώ, σύντροφε. Έτσι και τότε, τη δεκαετία του ’30, ένας ήταν ο εχθρός, η Σοσιαλδημοκρατία κι οι φαιές ταξιαρχίες του θανάτου προέλαυναν ανενόχλητες. Αποτέλεσμα, φρικτό! Εκατομμύρια νεκροί, ανείπωτες φρικαλεότητες. Ο λαός μας πλήρωσε τίμημα βαρύ. Πόλεμος, εμφύλιος κι ύστερα το κράτος των δοσίλογων που διαδέχθηκε τον κατακτητή. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν σ’ άγγιξε; Αναμασάς των ηρώων τις πράξεις, τις μοναδικές, αλλά, σύντροφε, αλίμονο στη χώρα που έχει ανάγκη από ήρωες, έλεγε ο μεγάλος ο Μπρεχτ.

Η εξαθλίωση η οικονομική οδηγεί στην πνευματική εξαθλίωση και όχι στον λαϊκό ξεσηκωμό. Ξεδιάντροποι μεταπράτες παζαρεύουν του λαού την περιουσία. Βάζουν κλήρο, ποιος πρώτος, το καλύτερο κομμάτι θ’ αρπάξει.

Η ευκαιρία είναι μοναδική. Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε μια συγκεκριμένη πρόταση, για ν’ αποφευχθεί η εκποίηση της ΔΕΗ. Αν και τώρα τίποτα δεν ακούσεις, τίποτα δεν δεις, τότε η Ιστορία θα’ ναι ανελέητη μαζί σου. Πρόσεχε, η Ιστορία καραδοκεί. Αναμασάς λόγια χιλιοειπωμένα, λες και ζεις ένα αιώνα πίσω. Αλήθεια, φίλε μου, η ζωή τι μας είπε; Και εσύ τι λες σ’ αυτήν; Πρώτιστο καθήκον κάθε συνειδητού αγωνιστή είναι ο λαός απ’ τη φτώχια να λευτερωθεί. Να απαλλαγούμε από τους πραίτορες, τους ύπατους, τους γυρολόγους της πολιτικής, τους περιφερόμενους θιάσους, της Ρώμης την εποπτεία. Πρόσεχε, η ζωή δεν ξεχνά, τιμωρεί τα λάθη, σύντροφε. Χρόνια τώρα στο φωνάζουμε: Κοίταξε αυτό το άτι το ασέλωτο, που ξεκίνησε ζεστό τον ξέφρενο καλπασμό του, Ενότητα Δράσης της Αριστεράς, είναι το όνομά του κι όλοι το τρέμουνε. Μόνον έτσι, σύντροφε, ο αγώνας προχωράει.

«Πως εδώθε να βγούμε; Όχι ένας-ένας. Όλοι μαζί και μοναχός κανένας. Σα φτάσει η έσχατη ανάγκη να σωθείς ενωμένος ο Λαός θα σηκωθείς».

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!