Δεν υπάρχει πουθενά αλλού στον πλανήτη, με εξαίρεση βέβαια τις πολεμικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία, που μια χώρα –και μάλιστα «σύμμαχος» στο ΝΑΤΟ και υπό καθεστώς διαπραγματεύσεων για ένταξη στην Ε.Ε– να απειλεί σε καθημερινή βάση να επιτεθεί στρατιωτικά σε μια γειτονική της.

Το συχνά-πυκνά επαναλαμβανόμενο «θα έρθουμε ένα βράδυ ξαφνικά» και το αντίστοιχο του «θα γίνουν όλα τα απαραίτητα όταν έρθει η ώρα» δεν είναι απλό «νταηλίκι», όπως αποφάνθηκε ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών.

Αποτελεί μύθο, απόλυτη ψευδαίσθηση των θεμελίων της αντίληψης των πολιτικών ελίτ της Αθήνας, ότι ο Ερντογάν βρίσκεται σε «παροξυσμό» επειδή βλέπει τα ποσοστά του να καταρρέουν στις επερχόμενες εκλογές στην Τουρκία. Ακόμα και έτσι να ήταν οι «προεκλογικές εξαγγελίες» οφείλουν να τηρούνται διαφορετικά καταλήγουν σε μπούμερανγκ.

Ομοίως αποτελεί ψευδαίσθηση ότι η Ελλάδα θα αποφύγει τα χειρότερα λόγω της «προστασίας» που προσφέρουν οι «σύμμαχοι» σε ΝΑΤΟ και Ε.Ε. ή ακόμα και οι περιφερειακές συνεργασίες ( Ισραήλ, Αίγυπτος, Σαουδική Αραβία) έναντι των τουρκικών προκλήσεων. Καμμιά χώρα δεν είναι πρόθυμη να αναλάβει το βάρος όλων εκείνων που εσύ ο ίδιος υποτιμάς ή νομίζεις ότι θα αποφύγεις εύκολα.

Η τουρκική πολιτική δεν εξαντλείται μόνο με τις προκλητικές πολεμικές εξαγγελίες και τις προσβλητικές δηλώσεις των αξιωματούχων της σε βάρος της Ελλάδας. Έχουν ιστορικό βάθος και είναι πολύπλευρες, διπλωματικές, νομικές και στρατιωτικές.

Αναπάντητες οι τουρκικές προκλήσεις

Στο διπλωματικό πεδίο η Τουρκία εγείρει θέμα ανατροπής των συνθηκών της Λοζάνης και των Παρισίων με το πρόσχημα της στρατιωτικοποίησης των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου. Ταυτόχρονα απορρίπτουν ως ανυπόστατες τις καθημερινές παραβιάσεις του εναέριου χώρου στο Αιγαίο υποστηρίζοντας ότι είναι παράλογο και παράνομο η Ελλάδα να διαθέτει θαλάσσια χωρικά ύδατα στα 6 ναυτικά μίλια και εναέριο χώρο στα 10. Οι δύο αυτές σοβαρές αιτιάσεις, για τις οποίες τις περασμένες μέρες στάλθηκε επίσημη επιστολή διαμαρτυρίας σε ΟΗΕ, ΝΑΤΟ και Ε.Ε, θεωρούνται βάσιμες από τις χώρες της δυτικής συμμαχίας. Είναι γνωστές οι πιέσεις που ασκούνται από Ουάσιγκτον και Βερολίνο για την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών (έχει άλλωστε πραγματοποιηθεί σε κάποιο βαθμό με πρόσχημα τον πόλεμο στην Ουκρανία) όπως και η συστηματική αδιαφορία όλων για τις καθημερινές αερομαχίες πάνω από το Αιγαίο. Η ελληνική διπλωματία έχει αποδεχθεί τη στάση «Πόντιου Πιλάτου» του ΝΑΤΟ όσο αφορά τον εθνικό εναέριο χώρο όπως και αποδέχεται παθητικά το τουρκικό casus belli για το αναφαίρετο δικαίωμα επέκτασης των χωρικών της υδάτων ακόμα στο Ιόνιο ή την Κρήτη.

Στο στρατιωτικό πεδίο έχουμε την ευθεία αμφισβήτηση κυριαρχικών δικαιωμάτων στον Έβρο και το Αιγαίο με τη συστηματική εκμετάλλευση των προσφυγικών ροών και την εργαλειοποίησή τους ως μέσω εκβιασμού της Ελλάδας και της Ευρώπης, γεγονός που είναι σε έξαρση αυτές τις μέρες. Ταυτόχρονα έχουμε, συνοδεία πολεμικών πλοίων, την αμφισβήτηση της ελληνικής και κυπριακής ΑΟΖ με συνεχείς έρευνες, στο Κύπρο και γεωτρήσεις σε αμφισβητούμενα εδάφη. Η κατοχύρωση στον ΟΗΕ της τουρκο-λιβυκής συμφωνίας αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο, στο άμεσο μέλλον, να έχουμε γεωτρήσεις σε ελληνική δυνητικά ΑΟΖ με τον επίσημο πολιτικό κόσμο της Αθήνας παντελώς ανέτοιμο να αντιμετωπίσει μια τέτοια πρόκληση. Και σε αυτό το πεδίο η στάση των Δυτικών χωρών και οι ασφυκτικές πιέσεις «για επίλυση των διαφορών μέσω διαλόγου» ανοίγουν την επεκτατική όρεξη της Τουρκίας και φέρνουν πιο κοντά το ενδεχόμενο μιας στρατιωτικής, μικρής ή μεγάλης έντασης, σύγκρουσης.

Δορυφοροποίηση ή στρατιωτική σύγκρουση

Η Τουρκία συνολικά έχει ένα σχέδιο για την Ελλάδα. Η Τουρκία συνολικά, ολόκληρο δηλαδή το σύμπλεγμα των κυρίαρχων πολιτικών, οικονομικών και στρατιωτικών δυνάμεων της χώρας, και όχι μόνο ο Ερντογάν. Θεωρεί την Ελλάδα, και όχι μόνο αυτήν, εμπόδιο για τις γεωπολιτικές και γεωοικονομικές βλέψεις της. Έχοντας από βάθος χρόνου υιοθετήσει τη λογική της επίτευξης «στρατηγικού βάθους» –μια σύγχρονη εκδοχή της ναζιστικής αντίληψης περί «ζωτικού χώρου»– αντιλαμβάνεται ως κρίσιμο στοιχείο την επέκτασή της.

Κρίσιμο στοιχείο των επεκτατικών σχεδίων είναι ο έλεγχος μεγάλων θαλάσσιων οδών. Το μισό Αιγαίο αποτελεί διακηρυγμένο στρατηγικό στόχο της Τουρκίας για την αναβάθμιση της σημασίας των Στενών των Δαρδανελίων. Αντίστοιχα ο έλεγχος της Ν.Α. Μεσογείου θα επιτρέψει όχι μόνο την εκμετάλλευση του ενεργειακού της πλούτου αλλά ταυτόχρονα και την επιτήρηση μιας κρίσιμης διαδρομής του παγκόσμιου εμπορίου.

Με αυτή την έννοια η Ελλάδα και οι «μαξιμαλιστικές της επιδιώξεις» αποτελεί εμπόδιο που πρέπει να υπερκεραστεί. Είτε με την υποταγή και τη δορυφοροποίησή της μπροστά στην απειλή ενός πολέμου είτε με μια στρατιωτική σύγκρουση «όταν έρθει η κατάλληλη ώρα». Και είναι ακριβώς αυτό το σχέδιο της τουρκικής ελίτ που αδυνατεί να κατανοήσει και αντιμετωπίσει ο επίσημος ελληνικός κόσμος. Όχι γιατί δεν μπορεί. Αλλά γιατί έχει επιλέξει το ρόλο του πειθήνιου και δεδομένου συμμάχου της Δύσης ως μέσου «σωτηρίας». Μιας Δύσης όμως που, υπό προϋποθέσεις, έχει συμφέροντα σχετιζόμενα με τις τουρκικές επιδιώξεις.


Σημαντική γεωπολιτική αναβάθμιση της Τουρκίας

Σημειώθηκε ήδη ότι η Τουρκία έχει ένα σχέδιο για τον εαυτό της. Κυρίως έχει τη βούληση να προωθήσει το σχέδιο της αξιοποιώντας όλα τα μέσα, διπλωματικά και στρατιωτικά. Είναι εξίσου σημαντικό να σημειωθεί ότι η παγκόσμια συγκυρία, δηλαδή η αποδυνάμωση της Δύσης και η εμβρυακή ανάδειξη ενός πόλου (Κίνα–Ρωσία) που θέλοντας και μη δυναμώνει πρωτοβουλίες συγκρότησης και διεύρυνσης της επιρροής του, διευκολύνει και αξιοποιείται ως παράθυρο ευκαιρίας από την Τουρκία.

Ήδη η Τουρκία εγγράφει μια σημαντική αναβάθμιση στην παγκόσμια σκηνή. Αποτελεί δύναμη που παρεμβαίνει με το δικό της σχέδιο στη Μέση Ανατολή, στη Βόρεια Αφρική, στα Βαλκάνια, στην περιοχή του Καυκάσου. Διατηρεί σημαντικές διπλωματικές σχέσεις με χώρες της Κεντρικής Ασίας όπως το Πακιστάν, η Ινδονήσια και η Μαλαισία, χώρες για τις οποίες ανταγωνίζονται ΗΠΑ και Κίνα και είναι κρίσιμες για τη μελλοντική αρχιτεκτονική της Ασίας.

Κρατώντας μια εξαιρετικά ιδιότυπη στάση στο θέμα του ουκρανικού πολέμου δημιουργεί ανησυχίες και ταυτόχρονα αναγνωρίζεται ως «πολύτιμη γέφυρα» μεταξύ της Ρωσίας και του δυτικού κόσμου. Ο ρόλος της στην επίτευξη συμφωνίας σχετικά με την ελεύθερη διάθεση των σιτηρών της Ουκρανίας χαιρετίστηκε ως μεγάλο επίτευγμα και από την Ουάσιγκτον και από τη Μόσχα.

Η Άγκυρα ελίσσεται διπλωματικά με ακραίο τρόπο άλλοτε κατηγορώντας την πολιτική Δύση έναντι της Ρωσίας και άλλοτε αυτοπροβαλλόμενη ως κρίσιμο και αναντικατάστατο μέγεθος για το ΝΑΤΟ εκβιάζοντας στην πραγματικότητα την απόσπαση δώρων και παροχών. Αντίστοιχη στάση κρατά και απέναντι στη Ρωσία διαπραγματευόμενη μόνιμη και διαρκή παρουσία στη Συρία γνωρίζοντας ότι η διατήρηση μιας αναταραχής στη Ν.Α. πτέρυγα του ΝΑΤΟ αποτελεί «ανάσα» για την πολιτική της Ρωσίας.

Μέσω αυτών των ακραίων διπλωματικών εξισορροπήσεων πετυχαίνει διεθνείς αναγνωρίσεις και κατοχύρωση θέσεων. Ήδη έχει κατοχυρώσει την κατοχή τμήματος της Συρίας, διατηρεί στρατιωτικές δυνάμεις στο Ιράκ παίζει καταλυτικό ρόλο στη Λιβύη και σταθεροποιεί τις βλέψεις της για έλεγχο της Ν.Α. Μεσογείου και κόμβου ενεργειακών ροών.

Η αναβάθμιση της Τουρκίας και η επιτακτική απαίτηση για παραχωρήσεις μπορεί να «εκνευρίζει» ορισμένες φορές τη δυτική συμμαχία αλλά αδυνατεί να διαρρήξει τις σχέσεις των δύο πλευρών. Η γεωγραφική της θέση, η οικονομική και πληθυσμιακή της δύναμη αποτελούν κρίσιμους παράγοντες που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν. Αν και δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια η γεωπολιτική εικόνα του κόσμου που αναδύεται και οι διευθετήσεις που θα επιβληθούν η Τουρκία μετατρέπεται σταδιακά σε σημαντικό διεθνή παίκτη σε βάρος της ειρήνης και των λαών της περιοχής.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!