Είναι πολύ πιθανό οι ΗΠΑ να βρεθούν μπροστά σε νέα αδιέξοδα στη δεκαετία αυτή. Του Γκάμπριελ Κόλκο

Οι πρόσφατες διακηρύξεις του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Λίον Πανέτα ότι οι ΗΠΑ παραμένουν μία δύναμη στον Ειρηνικό συνιστούν, πολύ λιγότερο μία επανάληψη ενός παλιότερου δόγματος και περισσότερο αντανακλούν την αναζήτηση μιας νέας στρατηγικής που θα δικαιολογήσει τα τεράστια ποσά τα οποία το Πεντάγωνο θα δαπανήσει τα επόμενα χρόνια μετά τις ήττες ή, στην καλύτερη περίπτωση, τα αδιέξοδα της πολιτικής του σε Ιράκ και Αφγανιστάν.
Η αντι-κινεζική στόχευση των επισκέψεων Πανέτα στις Φιλιππίνες, την Ινδία και το Βιετνάμ, ήταν σαφής. Χωρίς να αναπτύξουν μόνιμες βάσεις, οι ΗΠΑ θα επιδιώξουν να αποκτήσουν δικαιώματα χρήσης σε αυτές που ήδη υπάρχουν. Οι Φιλιππίνες θα επιτρέψουν στις ΗΠΑ να κάνουν και πάλι χρήση των τεράστιων εγκαταστάσεων στο Σούμπικ Μπέι και την αεροπορική βάση Κλαρκ, από τις οποίες αποχώρησαν το 1992. Στο Βιετνάμ ο Πανέτα πήγε στον Κόλπο Καμ Ραν, έδρα ενός μεγάλου αμερικανικού στρατιωτικού συγκροτήματος στη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ, όπου και πάλι οι ΗΠΑ θα διεκδικήσουν και (μάλλον θα εξασφαλίσουν) δικαιώματα χρήσης.
Οι τοποθετήσεις του Πανέτα, όμως, διακρίνονται από μεγάλη δόσ η αοριστίας, χαράζοντας ένα χρονικό φάσμα μέχρι και 10 έτη για τη διαμόρφωση μιας στρατηγικής στην περιοχή του Ειρηνικού, σαν να θεωρεί δεδομένο ότι ο υπόλοιπος κόσμος θα παραμείνει στάσιμος και σαν η τρέχουσα παραλυτική οικονομική κρίση να μην δημιουργεί προσκόμματα στην ανεξέλεγκτη ροή των στρατιωτικών δαπανών των ΗΠΑ. Όπως και η περασμένη δεκαετία αποδείχθηκε γεμάτη εκπλήξεις, τις οποίες η αμερικανική κυβέρνηση και μαζί της κάθε λογής ειδικοί και άλλες κυβερνήσεις απέτυχαν να προβλέψουν, έτσι θα ξετυλιχθεί μάλλον και η επόμενη δεκαετία. Είναι αδύνατο να καταστρώσει κάποιος από τώρα σχέδια για τα επόμενα 10 χρόνια.
Όμως η Κίνα διαθέτει ήδη μεγάλη ισχύ στρατιωτικά και οικονομικά… Από στρατιωτική άποψη η Κίνα είναι πλέον πολύ ισχυρή για να αντιμετωπίζεται από τις δυνάμεις της Δύσης σαν να βρισκόμαστε στον 19ο αιώνα.
Οι Φιλιππίνες, η Κίνα, η Μαλαισία, το Μπρουνέι και το Βιετνάμ διεκδικούν περιοχές ή και το σύνολο της θάλασσας στη Νότια Κίνα. Κατά συνέπεια, η διαμάχη για τη θάλασσα αυτή εμπλέκει πολλούς –κατ’ όνομα– συμμάχους ή φίλους των ΗΠΑ οι οποίοι δεν έχουν διαφωνίες απλώς με την Κίνα αλλά και μεταξύ τους. Αν δεν δημιουργηθεί ένας μηχανισμός για την επίλυση του ζητήματος αυτού, κάτι ιδιαίτερα απίθανο δεδομένης της επιμονής της Κίνας ότι είναι ο νόμιμος «ιδιοκτήτης» ολόκληρης της θάλασσας της Νότιας Κίνας (αλλά και της στρατιωτικής της υπεροχής που της επιτρέπει να επιβάλλει τους ισχυρισμούς της στην πράξη), το κύρος των ΗΠΑ θα βγει τελικά ζημιωμένο από τη διαμάχη.
Πολλά είναι τα τρωτά σημεία στην όχι και τόσο καινούργια, φιλόδοξη στρατηγική των ΗΠΑ. Καθόλου αμελητέο μεταξύ αυτών είναι οι διαφορές που υπάρχουν στους κόλπους της στρατιωτικής ηγεσίας του Βιετνάμ (και ίσως και της πολιτικής ηγεσίας) ως προς τη διαμόρφωση της οποιασδήποτε συμμαχίας… Ο Βο Νγκουγιέν Γκιαπ, σημαντικότερος στρατιωτικός ηγέτης του πρώτου και δεύτερου πολέμου της Ινδοκίνας και ο τελευταίος εν ζωή «πατέρας» του Κομμουνιστικού Βιετνάμ, αντιτάχθηκε στην κυβερνητική πολιτική ανάπτυξης επιφανειακών ορυχείων βωξίτη στα κεντρικά υψώματα της χώρας, με καταστροφικές επιπτώσεις στην οικολογία της περιοχής και στους τοπικούς πληθυσμούς. Έγκυρες πηγές αναφέρουν, επίσης, ότι είναι αντίθετος στην εν εξελίξει προσπάθεια να διατηρηθεί ο μύθος ενός μαρξιστικού-λενινιστικού Βιετνάμ, σε συνδυασμό με την εγκαθίδρυση μίας μορφής κρατικού καπιταλισμού…

Η πολυπλοκότητα της πραγματικότητας
Ο Ντόναλντ Ράμσφελντ από τη θέση του υπουργού Άμυνας εκτιμούσε ότι ο πόλεμος στο Ιράκ θα έχει γρήγορο τέλος διότι οι ΗΠΑ θα έθεταν σε εφαρμογή τη νέα στρατιωτική τεχνολογία του «σοκ και δέους». Από καθαρά στρατιωτική άποψη είχε δίκιο. Όμως οι επιπλοκές που επακολούθησαν σε όλο το φάσμα, από τις συγκρούσεις μεταξύ των φατριών και το τελικό κόστος του πολέμου, μέχρι καθημερινά πράγματα όπως η έλλειψη νερού, η διαφθορά και πολλά άλλα, δεν επέτρεψαν στις ΗΠΑ να εξέλθουν από τον πόλεμο αυτό κραδαίνοντας τη «σημαία» της νίκης, με μόνη εξαίρεση την ανατροπή του Σαντάμ Χουσεΐν…
Αν οι ΗΠΑ ενδιαφέρονταν αποκλειστικά για την περιοχή του Ειρηνικού και της Ανατολικής Ασίας, ίσως να υπήρχε μία μικρή αχτίδα ελπίδας για την ασαφή ακόμα στρατηγική του Πενταγώνου. Όμως η αμερικανική κυβέρνηση δείχνει να ενδιαφέρεται για κάθε σημείο της γης: από τις συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή μέχρι τους πυραύλους της Ρωσίας, ο κατάλογος είναι πολύ μακρύς. Ο δρόμος για την επάνοδο των ΗΠΑ στον Ειρηνικό, ως μία μεγάλη δύναμη, θα είναι μακρύς και με πολλά εμπόδια.
Οι ΗΠΑ διατρανώνουν ότι δεν επιδιώκουν να οικοδομήσουν κάποιου είδους συμμαχία για την αναστολή της κινεζικής ισχύος, αλλά οι Κινέζοι δεν το πιστεύουν γιατί απλώς δεν είναι αλήθεια. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Πανέτα επισκέφθηκε μόνο την Ινδία, τις Φιλιππίνες και το Βιετνάμ, οι δύο από τους οποίους είχαν εμπλακεί στρατιωτικά στο παρελθόν με την Κίνα, ενώ όλοι έχουν εδαφικές διαφορές μαζί της, ελπίζοντας να βρει ευήκοα ώτα για τα θολά αμερικανικά σχέδια του μέλλοντος. Ο Πανέτα δείχνει να παραδέχεται την αοριστία αυτή, άρα το ερώτημα είναι κατά πόσον αυτή η αοριστία είναι ή όχι εσκεμμένη. Αν δεν είναι, τότε η αμερικανική κυβέρνηση δίνει μία εικόνα απίστευτης ανοησίας. Καθώς όμως οι συζητήσεις του Πανέτα, όπου κι αν έχει πάει, δίνουν την εντύπωση ότι σκέφτεται μεγαλόφωνα και προχωρεί με υπολογισμένα βήματα, αυτό δεν θα καθησυχάσει τους Ινδούς και τους Βιετναμέζους. Πολλά μπορούν να συμβούν και σίγουρα θα συμβούν για να αλλάξουν τα σχέδια του όποιου καθεστώτος στις ΗΠΑ μέσα στην προσεχή δεκαετία, είτε είναι υπό τους Δημοκρατικούς ή τους Ρεπουμπλικανούς. Είναι, δε, πολύ πιθανό οι ΗΠΑ να βρεθούν μπροστά σε νέα αδιέξοδα στη δεκαετία αυτή.

Ο παράγοντας Ινδία
Οι Ινδοί από την πλευρά τους δεν επιθυμούν να αναλάβουν μεγάλες ευθύνες στο Αφγανιστάν την στιγμή ακριβώς που οι Αμερικανοί και οι σύμμαχοί τους βρίσκονται στην έξοδο. Η Ινδία έχει αναμειχθεί στο Αφγανιστάν, όμως μόνο οριακά…
Η Ινδία που σήμερα είναι ένας τους από μεγαλύτερους εισαγωγείς όπλων στον κόσμο, θα ήταν πρόθυμη να αγοράσει αμερικανικά οπλικά συστήματα υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι θα είναι πιο σύγχρονα και ότι θα βαρύνονται με λιγότερους περιορισμούς. Έχουν, εξάλλου, πραγματοποιήσει ανάλογες και καλύτερες αγορές αεροσκαφών από τη Γαλλία.
Επιπλέον η Ινδία δεν είναι διατεθειμένη να εμπλακεί σε αχρείαστες διαμάχες με την Κίνα ή το Πακιστάν. Αμφότερες διαθέτουν πυρηνικά όπλα, ενώ η Κίνα είναι εντυπωσιακά αξιόμαχη και στα συμβατικά όπλα. Η Ινδία θέλει να συνεργαστεί με τις ΗΠΑ αλλά θα κάνει τα πάντα για να αποφύγει νέες περιπλοκές, ενώ αντίθετα οι τοποθετήσεις Πανέτα ενδέχεται να σημάνουν μεγαλύτερους κινδύνους. Οι Ινδοί, σίγουρα, δεν θέλουν κάτι τέτοιο, δεδομένου ότι η ένταση με την Κίνα δεν εξυπηρετεί τους στόχους τους και δεν έχουν κανένα όφελος από την πρόκληση ενός πολέμου. Ανάλογα είναι μάλλον τα αισθήματα των Βιετναμέζων…
Το Πακιστάν θεωρεί την Ινδία θανάσιμο εχθρό του και στην παρούσα φάση είναι διπλωματικά απομονωμένο από τις ΗΠΑ. Οι σχέσεις των δύο χωρών βρίσκονται στο χειρότερο σημείο της ιστορίας τους. Ρωσία και Κίνα σπεύδουν να καλύψουν το κενό που δημιουργεί η πολιτική των ΗΠΑ στο Πακιστάν και το μίνιμουμ κοινού ενδιαφέροντος που έχουν από κοινού Ρωσία, Κίνα και Πακιστάν είναι να μην περάσει στο μέλλον το Αφγανιστάν στη σφαίρα της αμερικανο-ινδικής επιρροής, παρέχοντας στις ΗΠΑ εφαλτήριο στην κεντρική Ασία…
Με δεδομένη την αοριστία των δηλώσεων Πανέτα, άλλες δυνάμεις της Ασίας, όπως η Ινδία και το Βιετνάμ, θα έπαιρναν πολύ μεγάλο ρίσκο αν έδιναν βάση στα λεγόμενά του.
Όλα αυτά υποδηλώνουν ότι η παγκόσμια διπλωματική τάξη πραγμάτων διέρχεται φάση έντονης μεταβατικότητας, αλλά και ότι οι ΗΠΑ διατηρούν τις παραδοσιακές τους φιλοδοξίες μαζί με την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να τις υλοποιήσουν. Αν οι στόχοι του Πανέτα –που έχουν και την υποστήριξη του προέδρου Ομπάμα– δεν ήταν τόσο επικίνδυνοι, θα μπορούσε κανείς ακόμα και να τον λυπηθεί στην κοπιώδη προσπάθειά του αναζήτησης τρόπων επίτευξης.

Μετάφραση: Ελεάννα Ροζάκη

Ο Ομπάμα επικρίθηκε έντονα στο εσωτερικό των ΗΠΑ για τη ματαίωση προγραμματισμένης επίσκεψης στην Ασία εξαιτίας της αντιπαράθεσης με τους Ρεπουμπλικανούς για την οροφή του χρέους. Σε μια θεωρούμενη κρίσιμη περίοδο για την περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού και το ρόλο της υπερδύναμης εκεί, το χάσιμο χρόνου δεν συγχωρείται.
Το κείμενο του Γκάμπριελ Κόλκο, μέχρι πρότινος τακτικού αρθρογράφου του Counterpunch, γράφτηκε για τον ιστότοπο τον Ιούνιο του 2012, πριν από ενάμιση χρόνο, αλλά διατηρεί την επικαιρότητά του λόγω του «βάθους» που συνήθως χαρακτηρίζει τις εκτιμήσεις του συγγραφέα. Είναι επιπλέον επίκαιρο, λόγω της σύντομης αναφοράς του στον στρατηγό Γκιαπ, που πέθανε πρόσφατα.
Τέλος, είναι μια ευκαιρία γνωριμίας με τον ίδιο τον Αμερικανό Γκάμπριελ Κόλκο, 81 ετών.  Σχετικά άγνωστος στην ελληνική Αριστερά, αποτελεί στο χώρο της αντισυστημικής σκέψης, στη Δύση, έναν από τους κορυφαίους πολιτικούς και ιστορικούς αναλυτές του δεύτερου μισού του προηγούμενου αιώνα, ιδιαίτερα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Για παράδειγμα, συγκριτικά με τον κατά πολύ γνωστότερό του Νόαμ Τσόμσκι, η σκέψη του Κόλκο στο πεδίο της διεθνούς πολιτικής δυναμικής είναι πολύ βαθύτερη. Το έργο του The Politics of War: The World and United States Foreign Policy, 1943-1945 είναι ίσως το πιο σφαιρικό στο είδος του, και ένα από τα κορυφαία στην ανάλυση ακριβώς της πολιτικής των διαφόρων δυνάμεων πίσω από τις μάχες κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε ό,τι αφορά τη σημερινή παγκόσμια δυναμική, κεντρική θέση στην ανάλυση του Κόλκο έχει η αδυναμία μακροπρόθεσμης πρόβλεψης και ο μοιραίος εθελοντικός υποκειμενισμός που χαρακτηρίζει το σχεδιασμό των ίδιων των μεγάλων δυνάμεων, και ειδικότερα των ΗΠΑ.
Ο Κόλκο δεν υποστηρίζει στο έργο του το μαρξισμό, θεωρεί το εγχείρημα του σοσιαλισμού στον 20ό αιώνα αποτυχημένο, αλλά θεωρεί επίσης ξοφλημένο ιστορικά το σύγχρονο καπιταλισμό.    

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!