Η μεγαλειώδη νίκη του Ρετζέπ Ερντογάν, που λίγο-πολύ ήταν αναμενόμενη, το νέο υπουργικό του συμβούλιο, επιβεβαιώνουν ότι, όπως αναμενόταν, τίποτε δεν θα αλλάξει στην πολιτική του καθεστώτος της Άγκυρας. Αντίθετα, τα «γεράκια», που τοποθετήθηκαν σε καίρια πόστα, δείχνουν πως ο Ερντογάν τοποθέτησε τους ανθρώπους του, προχωρημένων και σκληρών θέσεων στα υπουργεία Εξωτερικών (Χακάν Φιντάν, πρώην επικεφαλής της ΜΙΤ) Άμυνας (Γιασάρ Γκιουλέρ, μέχρι πρότινος Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων της Τουρκίας), και Ενέργειας Αλπαρσλάν Μπαϊρακτάρ ενώ στην ΜΙΤ διόρισε τον εξ απορρήτων του, Ιμπραχήμ Καλίν.

Είναι προφανές ότι ο Ερντογάν τοποθετεί συνεργάτες σε θέσεις, οι οποίοι σκέφτονται όπως ο ίδιος. Προφανώς κι αυτό θα πρέπει να διαπιστώνεται κι από όλους όσους παρακολουθούν τα τεκταινόμενα στην κατοχική Τουρκία και επένδυαν εδώ και καιρό στην επόμενη ημέρα από την έναρξη της νέα πενταετίας Ερντογάν. Όλα δείχνουν πως ο Τούρκος πρόεδρος, με τον… αέρα του νικητή, δεν έχει λόγους να εγκαταλείψει την επιθετική πολιτική του και τα επεκτατικά του σχέδια σε βάρος Ελλάδος και Κύπρου, αλλά και των άλλων γειτόνων του.

Την ίδια, όμως, ώρα υπάρχει η εκτίμηση ότι η Άγκυρα προωθώντας την πολιτική της και υλοποιώντας τους μακροπρόθεσμους, διαχρονικούς στόχους της, δεν θα αποφύγει τον πειρασμό να ανταποκριθεί σε διπλωματικές κινήσεις τρίτων και ισχυρών. Άλλωστε είναι πάγια τακτική της κατοχικής δύναμης, να ροκανίζει το χρόνο, να ανταποκρίνεται σε πρωτοβουλίες, χωρίς ωστόσο να διαφοροποιεί τις θέσεις της.

Ακόμη και με τα μηνύματα, που στέλνει ο Ερντογάν, προφανώς και οι σχεδιασμοί για «ομαλοποίηση» των σχέσεων στα ελληνοτουρκικά δεν θα εγκαταλειφθούν από τους μεγάλους παίκτες, που επενδύουν στα «ήρεμα νερά». Ούτε και οι σκέψεις, ιδέες, για λύση-πακέτο (ελληνοτουρκικά και Κυπριακό), δεν θα εγκαταλειφθούν. Πρόκειται για ένα σχεδιασμό που εξυπηρετεί τα αμερικανικά συμφέροντα, ώστε να εφαρμόσουν χωρίς προβλήματα και εντάσεις τα σχέδια τους. Για να γίνει τούτο προφανώς και θα επιστρατευθεί η γνωστή συνταγή. Αυτή του κατευνασμού. Πώς θα πεισθεί ο σκληρός Ερντογάν; Με δώρα. Και ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό; Η Ελλάδα και η Κύπρος. Κυρίως η Κύπρος, που θεωρείται ο αδύνατος κρίκος. Στην εξίσωση των πρωτοβουλιών βρίσκεται προ πολλού και η Γερμανία, που έχει ως γνωστό φιλοξενήσει συναντήσεις αξιωματούχων Ελλάδος και Τουρκίας. Επιχειρεί να διαδραματίσει και ρόλο εν δυνάμει μεσολαβητή και στο Κυπριακό.

Η Άγκυρα παρουσιάζεται να θέλει να αφήσει ανοικτά παράθυρα ή και χαραμάδες στα ελληνοτουρκικά, στο Κυπριακό, ωστόσο, η στάση της είναι διαφορετική. Γνωρίζει πως οι χώρες που παρεμβαίνουν δίνουν προτεραιότητα στα ελληνοτουρκικά και πολύ λιγότερο στο Κυπριακό.

Άλλωστε η Τουρκία σε σχέση με την Κύπρο δεν άλλαξε ποσώς στάση και συμπεριφορά. Ούτε καν για τις εντυπώσεις. Κι αυτό επιβεβαιώνεται από διάφορες κινήσεις. Τόσο σε σχέση με τα τετελεσμένα που επιβάλλονται επί του εδάφους (Αμμόχωστος, ενίσχυση και αναβάθμιση στρατιωτικών υποδομών, δημογραφική αλλοίωση με κάθοδο εποίκων) όσο και στην θάλασσα, στην κυπριακή ΑΟΖ. Σε σχέση με την Κύπρο, συνεπώς, είναι πρόδηλο ότι η κατοχική δύναμη δεν έχει κανένα λόγο να αλλάξει στάση.

Για όσους παρακολουθούν τα τεκταινόμενα στην Τουρκία, δεν θα πρέπει, πάντως, να υποβαθμιστεί η αναφορά Ερντογάν στην πρώτη συνεδρίαση του νέου υπουργικού του συμβουλίου, η οποία συνδέεται με τα μεγαλεπήβολα σχέδια του: «Κανείς δεν μπορεί να λυγίσει τους καρπούς μας», τόνισε, προσθέτοντας ότι «έχει καταστεί σαφές ότι όσοι διαβάζουν την διπλωματία, όπως και την πολιτική, με τα παλιά στενά καλούπια είναι εκτός τόπου και χρόνου. Η Τουρκία είναι πολύ μεγαλύτερη από 780.000 km²».

Ποιο το μήνυμα αυτής της τοποθέτησης; Εδαφική επέκταση και αύξηση της επιρροής της Άγκυρας, καθιστώντας την ισχυρή περιφερειακή δύναμη. Αυτό είναι ένα μήνυμα, που δεν εμφανίσθηκε προφανώς τώρα, το γνωρίζουν σε Αθήνα και Λευκωσία. Η διαφορά τώρα είναι πως ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, έχοντας μπροστά του μια ακόμη πενταετία και αισθανόμενος ισχυρός παρά ποτέ, θα προχωρήσει ακάθεκτος στους σχεδιασμούς του.

Η Λευκωσία έχοντας συνολική εικόνα των διαφόρων κινήσεων, κυρίως των τουρκικών, αλλά και των διάφορων τρίτων, κινείται παράλληλα σε πολλούς άξονες, με στόχο προφανώς να αποφύγει να μπει σε μια λογική πακετοποίησης (ελληνοτουρκικά και Κυπριακό). Αλλά και για να αποκρούσει πιέσεις. Τούτο μπορεί να γίνει με κινητικότητα.

Πρώτον, προωθεί την πρόταση της για ενεργότερη εμπλοκή της Ε.Ε. στο Κυπριακό. Η πρόταση εξηγήθηκε στις κυβερνήσεις των κρατών-μελών της Ένωσης και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Τα κράτη-μέλη έχουν ενημερωθεί ότι η Λευκωσία προτίθεται να θέσει προς συζήτηση το θέμα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, που θα πραγματοποιηθεί στο τέλους αυτού του μήνα.

Δεύτερο, σε ό,τι αφορά τα ενεργειακά, οι πρωτοβουλίες για μεταφορά αερίου από ισραηλινά θαλασσοτεμάχια προς την Κύπρο με αγωγό και η συνεργασία με τις χώρες της περιοχής, δεν είναι άσχετη με τις άλλες πρωτοβουλίες. Η στρατηγική προίκα της Κύπρου αναδεικνύεται με συνεργασίες με τις χώρες της περιοχής, αλλά και τις κινήσεις στα ενεργειακά, γεγονός που θα πρέπει να αφορά και τους εταίρους μας στην Ε.Ε.

Στη Λευκωσία αναμένουν τις εκλογές στην Ελλάδα. Λίγο-πολύ τις προθέσεις της Αθήνας της γνωρίζει και δεν μπορεί να υποστηρίξει κανείς ότι την ικανοποιούν. Κυρίως γιατί στην Αθήνα, το βαθύ κράτος, το κομματικό σύστημα, βασικά τα τρία μεγάλα κόμματα, λειτουργούν σε λογικές «εξημέρωσης» του θηρίου, δηλαδή της κατοχικής Τουρκίας. Πρακτικά, παρά τις κατά καιρούς διαφοροποιήσεις της ελλαδικής πλευράς σε τακτικό επίπεδο, αλλά και ρητορικό, η πολιτική του κατευνασμού δεν εγκαταλείπεται. Η Αθήνα είναι αιχμάλωτη αυτής της λογικής, που η υλοποίησή της, αφήνει εκτεθειμένη την Κύπρο στις τουρκικές ορέξεις. Πόσο επηρεάζει το πολιτικό κατεστημένο να έχει κόστος από την προσέγγιση αυτή ο διαχρονικός «πονοκέφαλος» του Κυπριακού; Μάλλον δεν υπολογίζουν το κόστος αυτό, καθώς με κάθε τρόπο έχουν περιορίσει στο ελάχιστον τη συζήτησή του στη δημόσια σφαίρα.


Το «κοινό μέτωπο» ΔΗΣΑΚΕΛ

Άτυπο κοινό μέτωπο αντιπολίτευσης συγκροτούν τα δυο μεγάλα κόμματα, ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ. Με τις πληροφορίες να υποστηρίζουν πως υπάρχει και υπόγεια συνεννόηση: σε όλες τις κινήσεις της νέας κυβέρνησης, Νίκου Χριστοδουλίδη, αντιτάσσονται και ασκούν έντονη κριτική. Τούτο αφορά το εσωτερικό πολιτικό γίγνεσθαι, που είναι καινούργιο ενόψει του γεγονότος ότι για πρώτη φορά και τα δυο μεγάλα κόμματα είναι εκτός κυβέρνησης. Αμφότερα έχασαν τις προεδρικές εκλογές από ένα ανεξάρτητο υποψήφιο, ο οποίος υποστηρίχθηκε από τα κόμματα του λεγόμενου ενδιάμεσου χώρου, έχοντας, ωστόσο, ψηφιστεί από μια μεγάλη μερίδα Συναγερμικών και μικρότερη ΑΚΕΛικών. Η συνεργασία αυτή, που φαίνεται κυρίως στις συζητήσεις σε κοινοβουλευτικές επιτροπές, στο κοινοβούλιο εν γένει αναβιώνει το γνωστό ΔΗΣΑΚΕΛ.

Σε ένα χρόνο από τώρα θα διεξαχθούν διπλές εκλογές, τοπικής αυτοδιοίκησης και για ευρωβουλή. Αν και δεν θα είναι ένα πλήρες δείγμα εκλογικών τάσεων, προφανώς και ενδείξεις θα καταγραφούν.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!