Επιμέλεια: Γιάννης Σχίζας 

Η Kraken Mare, μια θάλασσα υγρού μεθανίου, κρύβεται βαθιά κάτω από τα νέφη του Τιτάνα, του μεγαλύτερου δορυφόρου του Κρόνου – και αστρονόμοι του Cornell University έχουν υπολογίσει ότι η θάλασσα αυτή έχει βάθος τουλάχιστον 300 μέτρα κοντά στο κέντρο της. Το βάθος αυτό θεωρείται επαρκές για εξερεύνηση από ένα ρομποτικό υποβρύχιο.

Οι επιστήμονες παρουσίασαν τα ευρήματά τους σε επιστημονικό άρθρο που δημοσιεύτηκε στο Journal of Geophysical Research. «Το βάθος και η σύνθεση της καθεμιάς από τις θάλασσες του Τιτάνα είχαν ήδη μετρηθεί, εκτός από τη μεγαλύτερή του, την Kraken Mare – που δεν έχει απλά υπέροχο όνομα, μα περιέχει επίσης το 80% των υγρών της επιφάνειας του Φεγγαριού» είπε ο επικεφαλής συντάκτης, Βαλέριο Πογκιάλι. Ο Τιτάνας κρύβεται πίσω από «χρυσά» νέφη αζώτου σε αέρια μορφή, μα κάτω από αυτά το τοπίο θυμίζει αυτό της Γης, με ποτάμια υγρού μεθανίου, λίμνες και θάλασσες, σύμφωνα με τη NASA. Τα δεδομένα για αυτή την ανακάλυψη είχαν συγκεντρωθεί κατά το πέρασμα T104 του διαστημόπλοιου Cassini στις 21 Αυγούστου 2014. Το ραντάρ του σκάφους εξέτασε τη Ligeia Mare –μια μικρότερη θάλασσα στον βόρειο πόλο του Φεγγαριού– για να αναζητήσει το μυστηριωδώς εμφανιζόμενο και εξαφανιζόμενο «Μαγικό Νησί», που ήταν μια προηγούμενη ανακάλυψη του Cassini.

Ενώ το σκάφος πετούσε στα 21.000 χλμ/ώρα, στα 965 χλμ πάνω από την επιφάνεια του Τιτάνα, το σκάφος χρησιμοποίησε το ραντάρ υψομέτρου του για να μετρήσει το βάθος του υγρού στο Kraken Mare και στο Moray Sinus, έναν κολπίσκο στο βόρειο άκρο της θάλασσας. Οι επιστήμονες του Cornell, μαζί με μηχανικούς του JPL της NASA, είχαν βρει πώς να υπολογίζουν το βάθος θαλασσών και λιμνών εξετάζοντας τους χρόνους επιστροφής από την επιφάνεια και τον πυθμένα, καθώς και τη σύνθεση της θάλασσας αναγνωρίζοντας την ποσότητα ενέργειας ραντάρ που απορροφάται κατά τη διέλευση μέσα από το υγρό.

Όπως διαπιστώθηκε, το Moray Sinus έχει βάθος περίπου 85 μέτρων, πιο ρηχά από τα βάθη του κέντρου της Kraken Mare, που ήταν πολύ βαθιά για να γίνει μέτρηση με ραντάρ. Στη σύνθεση του υγρού, κυρίως μείγματος αιθανίου και μεθανίου, κυριαρχούσε το μεθάνιο, και ήταν παρόμοια στη σύνθεση της κοντινής Ligeia Mare, δεύτερης μεγαλύτερης θάλασσας του Τιτάνα.

Η αδυναμία εντοπισμού του πυθμένα στο κύριο «σώμα» της θάλασσας, όπως γράφει το New Atlas, μπορεί να σημαίνει δύο πράγματα: Είτε το υγρό είχε άλλη σύνθεση (οπότε απορροφούσε περισσότερα κύματα ραντάρ) είτε ήταν πολύ βαθύτερη. Εφόσον το υγρό μάλλον δεν διαφέρει και πολύ μεταξύ του κολπίσκου και της υπόλοιπης θάλασσας, οι επιστήμονες εκτίμησαν ότι η Kraken Mare έχει βάθος τουλάχιστον 100 μέτρα και μπορεί να φτάνει στα 300 στα βαθύτερα τμήματα.

Επιστήμονες είχαν προηγουμένως υπολογίσει ότι η Kraken μπορεί να είναι πιο πλούσια σε μεθάνιο, κυρίως λόγω του μεγέθους της και του ότι εκτείνεται στα χαμηλότερα υψόμετρα του Φεγγαριού. Η παρατήρηση πως το υγρό μεθάνιο δεν διαφέρει ιδιαίτερα από ό,τι σε άλλες θάλασσες αποτελεί σημαντική ανακάλυψη. Αξίζει να σημειωθεί πως ο Τιτάνας αποτελεί ένα περιβάλλον που θα μπορούσε να αποτελεί «μοντέλο» της πιθανής ατμόσφαιρας της πρώιμης Γης.

Πηγή: Ναυτεμπορική

Πικάρ και Γουόλς σε ρεκόρ κατάδυσης

Όλοι θυμούνται τον Άρμστρονγκ που πάτησε στο Φεγγάρι το 1969, όλοι θυμούνται τον Γκαγκάριν το 1961, αλλά πόσοι θυμούνται ή γνωρίζουν τον Ζακ Πικάρ και τον Ντον Γουόλς; Οι δυο τους ήταν οι πρώτοι που τόλμησαν να πάνε εκεί που δεν έχει πάει κανένας άνθρωπος: Στο ναδίρ της Γης. Αυτοί οι δύο και ο Τζέιμς Κάμερον, πριν από μια οκταετία.

Ο Ντον Γουόλς είναι ένας παρασημοφορημένος πλοίαρχος του αμερικανικού ναυτικού και ωκεανογράφος. Πήρε μέρος σε άπειρες υποβρύχιες αποστολές, έχει κατέβει στο ναυάγιο του Τιτανικού, πέρασε πάνω από τη γέφυρα όπου εθεάθη για τελευταία φορά ο καπετάνιος Έντουαρντ Σμιθ, έχει δει στο βυθό το κατασκοπικό υποβρύχιο των Ναζί, το Μπίσμαρκ.

Ο Ζακ Πικάρ ήταν ένας Ελβετός ωκεανογράφος –πέθανε το 2008– που μαζί με τον πατέρα του μελετούσαν τις θάλασσες σε μια εποχή που ελάχιστα πράγματα ήταν γνωστά.

Το αμερικανικό ναυτικό είχε βάλει αγγελία για έναν ωκεανογράφο που θα συνόδευε τον Γουόλς. Ο μόνος που παρουσιάστηκε ήταν ο Πικάρ. Προσελήφθη και για δύο χρόνια έκαναν όλοι δοκιμές στο Σαν Ντιέγκο και το Γκουάμ.

Το πρωινό της 20ής Ιανουαρίου του 1960 θα γραφόταν η πρώτη χρυσή σελίδα της ανθρώπινης πορείας. Ο Γουόλς και ο Πικάρ θα έμπαιναν στο βαθυσκάφος για να εξερευνήσουν το λεγόμενο Challenger Deep, ένα σημείο στα βόρεια του Ειρηνικού Ωκεανού, εκεί όπου ενώνεται η Τεκτονική Πλάκα του Ειρηνικού με την Πλάκα των Μαριανών. Εκεί, στην ένωσή τους, σχηματίζεται μια κοιλάδα, μια τάφρος. Σήμερα την ξέρουμε ως Τάφρο των Μαριανών. Το μέρος όπου ακόμα και το Έβερεστ θα ένιωθε περίεργα αν το βουτούσες στο νερό. Κι αυτό γιατί θα ήθελε ακόμα 2 χιλιόμετρα για να ακουμπήσει την απόληξή του στον πυρήνα της Γης.

Ενσωματωμένα στο Trieste ήταν σιδερένιες παλέτες και γαλόνια με νερό που το τραβούσαν προς τον βυθό. Χρειάστηκαν 3 μέρες για να φτάσουν περίπου στα 9 χιλιάδες μέτρα. Σε ένα σημείο όπου το μόνο φως προέρχεται από την ίδια τη ζωή και όχι από τον ήλιο. Αυτόφωτα πλάσματα κατοικούν εκεί.

Από αυτό το σημείο μέχρι τα 11.000 μέτρα, ο Ζακ Πικάρ και ο Ντον Γουόλς χρειάστηκαν περίπου 5 ώρες. Είχαν ήδη πάει στο πιλοτήριο και ήταν πλέον στριμωγμένοι σε μια ακόμα πιο μικρή καμπίνα. Σε εκείνο το σημείο η πίεση που υπάρχει είναι λες και κάθεται ένα βάρος 6 τόνων πάνω σου.

Για να μπορέσουν να αντιληφθούν πόσο απέχουν ακόμα από το Challenger Deep, μιας και δεν έβλεπαν απολύτως τίποτα, οι δυο τους έριξαν εκρηκτικά και μετρούσαν το χρόνο μέχρι να εκραγούν.

Όταν έφτασαν επιτέλους στην Τάφρο, δε μπορούσαν προφανώς να το απαθανατίσουν. Απόλυτο σκοτάδι. Ήξεραν όμως ότι ήταν εκεί. Η αντίδρασή τους ήταν να σφίξουν τα χέρια τους και να πουν: «Ναι, τα καταφέραμε». Στη συνέχεια, έμειναν σταθεροί για 20 λεπτά κάνοντας μια αναγνωριστική κίνηση για να δουν τι άλλο μπορούν να βρουν.

Με το πέρας του χρόνου αυτού έριξαν κάτω τις σιδερένιες παλέτες και τα γαλόνια και πήραν την ανιούσα. Έξι δεκαετίες αργότερα και η ανθρωπότητα έχει θέσει ως χαμηλότερο όριο τα 6 χιλιόμετρα. Κανένα υποβρύχιο δεν πάει πιο κάτω. Μόνο ο Τζέιμς Κάμερον το έκανε ξανά το 2012. Ο Ντον Γουόλς εξακολουθεί ακόμα και στα 86 του να δίνει διαλέξεις και να προσπαθεί να μειώσει ένα τεράστιο χάσμα: Το να έχουν δοθεί πάνω από 400 ώρες σε αποστολές προς το Φεγγάρι και μόλις λίγες ώρες για την Τάφρο των Μαριανών….

Πηγή: Διαδίκτυο

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!