του Γιάννη Σχίζα

Πριν από λίγο καιρό είχαμε τους πανηγυρισμούς για την μη ιδιωτικοποίηση του νερού, ύστερα από αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας: Οι αποφάσεις αυτές έκριναν ως αντισυνταγματική τη μεταβίβαση με το νόμο 4389/2016 της πλειοψηφίας του μετοχικού κεφαλαίου των ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ (Εταιρεία Ύδρευσης Αποχέτευσης Θεσσαλονίκης) στο ΤΑΙΠΕΔ – το «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας Δημοσίου». Πριν όμως «ο αλέκτωρ φωνήσαι τρις», νέες απειλές ήλθαν να προστεθούν στην όλη διαδικασία, σε βαθμό ώστε να μιλάμε σήμερα για επικείμενη απόπειρα ιδιωτικοποίησης από άλλες ατραπούς…

Πρέπει όμως να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Και πριν απ’ όλα το εμφιαλωμένο νερό, που συνιστά μια κίνηση δημιουργίας ειδικής «πόσιμης» ποιότητας και κατ’ ακολουθία ιδιωτικοποίησης του νερού. Στη συνέχεια πρέπει να πάρουμε υπόψη όλα τα μηχανήματα καθαρισμού του νερού, που προτείνονται στους θεατές της τηλεόρασης από επιδέξιους ομιλητές: Τα μηχανήματα αυτά , που διαφημίζονται για το βαθμό καθαρότητας του νερού που επιτυγχάνουν αποβάλλοντας διάφορες επικίνδυνες ουσίες, θα ήταν βέβαια περιττά στο βαθμό που υπήρχε ενιαία ποιότητα «καλού» νερού. Η Αστική κατανάλωση ολοκληρώνεται με τα διάφορα συστήματα υδροδότησης κυρίως κήπων, όπου συμβαίνει το παράδοξο να ισχύει η αναλογική επιβάρυνση στη θέση της αντιστρόφως ανάλογης – μετά από ένα σημείο: Με άλλα λόγια της επιβάρυνσης που ανεβαίνει σε κάποιο βαθμό, όσο ανεβαίνει η κατανάλωση νερού. Με αυτό τον τρόπο αποθαρρύνονται οι πλούσιοι που επιμένουν να διατηρούν υδροχαρή βλάστηση σε περιοχές υψηλής ξηρασίας.

Εκτός από την «Αστική κατανάλωση» υπάρχει και η αγροτική κατανάλωση νερού, που δεν αξιώνει βέβαια έναν τέτοιο βαθμό καθαρότητας αλλά που επιβαρύνει την οικονομία με τις διάφορες δράσεις – π.χ. με τα φράγματα, τους λιμναίους ή άλλους υδροφορείς κ.λπ. Εδώ και μερικά χρόνια, η κατανάλωση νερού για την αγροτική παραγωγή ανέρχονταν τουλάχιστον στο 85% της συνολικής κατανάλωσης, πράγμα που έθετε σοβαρά καθήκοντα στους υπεύθυνους της αγροτικής πολιτικής: Καθήκοντα «οικονομίας νερού», προσφυγής στην άρδευση σε κατάλληλες ώρες, αποφυγής των ποτισμάτων με κανονάκι, αποφυγής των γεωτρήσεων οι οποίες κινδύνευαν να φέρουν στην επιφάνεια αλατούχο νερό, επιλογής καλλιεργειών και ειδών που προσιδιάζουν σ’ αυτή την οικονομία κ.λπ. Σε ειδικές περιπτώσεις, λ.χ. στα νησιά με την υψηλή τουριστική κίνηση και την «ανάγκη» των τουριστριών/ων να είναι αξιο…γάμητοι επί 24ωρου βάσεως, έμπαινε το θέμα της αφαλάτωσης, το οποίο δημιουργούσε και άλλα περιθώρια κέρδους. Πάντως η αφαλάτωση θα μπορούσε να παραχθεί με τη χρήση «κινητών» ανεμογεννητριών, που θα μεταφέρονταν από τόπου εις τόπον για να μην δημιουργούν προβλήματα. Το 2014-15 είχα παρακολουθήσει τις διαλέξεις του καθηγητή Βατίστα στην Αίγινα, οι οποίες ήταν αρκετά πειστικές για το συγκεκριμένο θέμα.

Στο συνολικό νερό θα πρέπει να προσθέσουμε κι αυτό της βιομηχανίας, ένα 8-9%. Από όλες όμως αυτές τις μορφές κατανάλωσης η Αστική είναι η πλέον κερδοφόρα. Αλλά ας κάνουμε μια πρόχειρη αποτίμηση του κέρδους μιας επιχείρησης, στην οποία περιέρχεται το νερό: Με ένα «μετριοπαθές» ποσοστό κέρδους 20% η επιχείρηση έχει πολλές προσόδους, τις οποίες όμως βιάζεται να αυξήσει επιδρώντας βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα στο κόστος παραγωγής. Μείωση του κόστους της παραγωγής νερού σημαίνει μείωση των επενδύσεων για το νερό! Σημαίνει δηλαδή παραπέρα αύξηση των κερδών κατά το αντίστοιχο ποσοστό της μείωσης του κόστους παραγωγής!

Όπως μας πληροφορεί σχετικό σημείωμα της επιτροπής που έχει συσταθεί για το νερό, στα τέλη της δεκαετίας του 1990 ιδιωτικοποιήθηκε το νερό στη Γαλλία, με αποτέλεσμα την εκτόξευση της τιμής και την υποβάθμιση της ποιότητας του πόσιμου νερού

Παλιές αλλά καλές λύσεις

Σύμφωνα με τους ερευνητές του πανεπιστημίου Τβέντε της Ολλανδίας, το νερό που καταναλώνεται πραγματικά στην Ελλάδα είναι 25,2 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (Gm3) το χρόνο. Απ’ αυτά μόλις τα 0,83 Gm3, το 3,3% περίπου, χρησιμοποιούνται στον οικιακό τομέα. Στην αγροτική οικονομία για την παραγωγή προϊόντων για την εσωτερική αγορά χρειάζονται 14,8 Gm3 συν τα 7,18 των προϊόντων που έχουν εισαχθεί, ενώ για βιομηχανικά προϊόντα αντίστοιχα 0,775 Gm3 συν τα 1,62 Gm3 των εισαγομένων. Είναι φανερό ότι ο υπολογισμός αυτός παραλλάσσει από καιρού εις καιρόν, όμως δεν παύει να διατηρεί μια ορισμένη εγκυρότητα.

Όπως μας πληροφορεί σχετικό σημείωμα της επιτροπής που έχει συσταθεί για το νερό, στα τέλη της δεκαετίας του 1990 ιδιωτικοποιήθηκε το νερό στη Γαλλία, με αποτέλεσμα την εκτόξευση της τιμής και την υποβάθμιση της ποιότητας του πόσιμου νερού. Η Γερμανία βίωσε επίσης την ίδια απάτη της ιδιωτικοποίησης, με τις τιμές που αναρριχήθηκαν στα ύψη και τις επενδύσεις που ήταν ελάχιστες, ενώ το δημοψήφισμα το 2013 οδήγησε στην επανακρατικοποίηση του νερού αλλά με όρο την καταβολή 1,2 δισ. ευρώ μόνο από τους κατοίκους του Βερολίνου !

Οι οπαδοί της ιδιωτικοποίησης προτείνουν σιωπηρά τη λύση της συκοφάντησης (!) των δημόσιων υδάτινων πόρων – και αυτό φερ’ ειπείν το επεχείρησαν ήδη μια φορά στην περίπτωση του Πηλίου, όπου βρήκαν το νερό να περιέχει κολοβακτηρίδια… Ενώ η Ελλάδα είναι ο μεγαλύτερος –μετά τις ΗΠΑ– καταναλωτής νερού, οι λύσεις που πέρα από την εξοικονόμηση προτείνονται έρχονται από τα παλιά. Παραδείγματος χάρη είναι τα νερά της Ψυττάλειας, που ανέρχονται σε 700.000 κυβικά ημερησίως και που θα μπορούσαν να αρδεύσουν τα πάρκα και όλο το πράσινο της Αττικής, με τη δημιουργία ενός παράλληλου δικτύου. Ακόμη και επί υπουργίας Περιβάλλοντος της Τίνας Μπιρμπίλη, το 2009-2010, είχε προταθεί η χρησιμοποίηση μιας ποσότητας 14.000 κυβικών μέτρων ημερησίως, ως πιλοτική προσπάθεια χρησιμοποίησης των αποβλήτων της Ψυττάλειας. Πάντως η λύση της ύψωσης της τιμής με παράλληλο τον περιορισμό των επενδύσεων –που προτείνεται από τον ιδιωτικό τομέα– είναι μη λύση!

Το νερό είναι ένας πόρος που σπανίζει, που πρέπει να περιφρουρείται, γι’ αυτό επιστρατεύονται τα φράγματα των ποταμών για τη δέσμευσή του. Όμως από όλους τους ποταμούς μόνο το 37% παραμένει ελεύθερος φραγμάτων, σε μια εποχή όπου εγείρονται πολύ φόβοι για την τύχη της βιοποικιλότητας. Σε ένα άρθρο στο Ποντίκι (22/4/22) θύμιζα μια παλιά κουβέντα του «Παγκόσμιου Ταμείου Φύσης» (WWF) για «το νερό (που) πρέπει να χάνεται», θεωρώντας ότι η περιβαλλοντική οργάνωση ήθελε να δείξει με αυτό τον προκλητικό τρόπο την ανάγκη μιας συνετής διαχείρισης των ποταμών…

Προς το παρόν λοιπόν, ας διαψεύσουμε τον ποιητή Μιχάλη Κατσαρό (1919-1998) που στιχουργούσε ότι «το μέλλον θα έχει πολύ ξηρασία»: Μόνο προς το παρόν, γιατί το μέλλον είναι αόρατο…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!