Η παγκόσμια οικονομία το 2019 δείχνει σημεία «κόπωσης» μετά από μια δεκαετία ανόδου μετά την κρίση του 2008. Παράλληλα υπάρχουν μια σειρά εγγενείς αδυναμίες που μπορούν να επιδεινώσουν υπό προϋποθέσεις την κατάσταση και να την οδηγήσουν σε συνθήκες πολύ δυσμενέστερες. Επιπλέον δε αυτών υπάρχουν και τα «παιγνίδια με τη φωτιά», όσον αφορά τον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο της διοίκησης Τραμπ. Το «εκρηκτικό» αυτό μείγμα θα ξεκαθαριστεί εντός του 2019 προς τα που θα κινηθεί. Αν δηλαδή θα οδηγηθεί η παγκόσμια οικονομία σε συνθήκες βίαιης χρηματοπιστωτικής κρίσης και ύφεσης στη συνέχεια ή θα εξομαλυνθεί επί του παρόντος η κατάσταση και θα περάσει σε συνθήκες ύφεσης αργότερα, με ενδεχόμενα πιο ομαλό και ελέγξιμο τρόπο.

Παγκόσμιος εμπορικός πόλεμος

Οι εξελίξεις στο θέμα αυτό θα παίξουν τον πλέον καθοριστικό ρόλο στην πορεία της παγκόσμιας οικονομίας το 2019 και θα καθορίσουν την είσοδό της σε ύφεση πολύ νωρίτερα από την αναμενόμενη περίοδο, με τα σημερινά δεδομένα.

Όλοι όσοι «παίζουν με τη φωτιά» γνωρίζουν πολύ καλά ότι με την αύξηση των δασμών και το συνεπακόλουθο περιορισμό του παγκόσμιου εμπορίου ενεργοποιούν έντονα υφεσιακές δυναμικές στην παγκόσμια αγορά και κατ΄ επέκταση στην πρώτη οικονομία του πλανήτη σήμερα.

Η πρόσφατη «εκεχειρία» ΗΠΑ – Κίνας στην σύνοδο του G-20 έδωσε ανάσα μόλις μερικών ημερών στις αγορές πριν οι ανησυχίες τις ξαναβυθίσουν. Η έναρξη των σχετικών διαπραγματεύσεων με τη νέα χρονιά και οι σχετικές δηλώσεις από τους εμπλεκόμενους για ομαλή πορεία, έδωσαν ξανά ελπίδες στις αγορές. Όμως αυτή το φορά δεν αρκούν μόνο οι δηλώσεις και οι καλές προθέσεις. Για να «ηρεμήσουν» πραγματικά οι αγορές η συμφωνία στην οποία θα καταλήξουν θα πρέπει να είναι απόλυτα σαφής και χωρίς παρερμηνείες.

Οικονομική επιβράδυνση το 2019

Την περίοδο 2016-2018 η παγκόσμια οικονομία πέτυχε τους υψηλότερους ρυθμούς στον τρέχοντα οικονομικό κύκλο. Οι εκτιμήσεις-προβλέψεις όλων των οργανισμών συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι από το 2019 και μετά ξεκινά επιβράδυνση χωρίς φυσικά αυτό να σημαίνει ότι μεσοπρόθεσμα, με τα σημερινά δεδομένα, προετοιμάζεται ύφεση. Σε κάθε περίπτωση όμως τα «καλύτερα» είναι πλέον παρελθόν και συνέβησαν σε ένα ευνοϊκό περιβάλλον. Σήμερα με το σύνολο των θεμάτων που αναπτύσσουμε γίνεται κατανοητό ότι το περιβάλλον γίνεται καθημερινά όλο και πιο δύσκολο.

Γερμανική Ευρώπη χωρίς προοπτικές

Η γερμανοκρατούμενη Ευρώπη βιώνει το τίμημα των επιλογών της μέσω της διαδικασίας στασιμότητας στην οποία φαίνεται ότι μπαίνει σταδιακά. Το αντιλαϊκό πρόσωπο της ευρωκρατίας σε συνδυασμό με την οργή για τις ανισότητες διαμορφώνουν ένα εκρηκτικό κοινωνικό μείγμα.

Οι κοινωνικές αυτές συνθήκες συναντώνται το 2019 με τις ευρωεκλογές και την ανάδειξη των οργάνων της Ε.Ε. Λόγω των ευρωεκλογών αναμένεται οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θα περιπέσουν στο πρώτο εξάμηνο σε «χειμερία νάρκη», ασχολούμενοι με το διακύβευμα των εκλογών και κυρίως πως θα περισώσουν το εικόνα τους από ένα ενδεχόμενα μεγάλο «στραπατσάρισμα», από το ονομαζόμενο κατ’ αυτούς «μπλοκ του λαϊκισμού». Το δε δεύτερο εξάμηνο αναμένεται να ασχοληθούν με τη «νομή των εξουσιών» δηλαδή τη σύνθεση των οργάνων. Τα παραπάνω σε συνδυασμό με τη μεταβατική κατάσταση στη Γερμανία λόγω Μέρκελ και την αποδυνάμωση του Μακρόν διαμορφώνουν μια κατάσταση «απραξίας» και «ομφαλοσκόπησης» για την Ε.Ε. ενώ το οικονομικό κλίμα επιδεινώνεται και παράλληλα «τρέχει» το Brexit στην όποια μορφή του με συνέπειες εκατέρωθεν.

Τέλος ποσοτικής χαλάρωσης, αυξήσεις επιτοκίων

Την περίοδο της κρίσης του 2008 και μετά οι Κεντρικές Τράπεζες υιοθέτησαν μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας του συστήματος με τον μηδενισμό των επιτοκίων και την προσφορά φθηνού χρήματος (ποσοτική χαλάρωση). Καθώς η οικονομία ανέκαμψε η αμερικάνικη Fed (Κεντρική Τράπεζα) άρχισε από τα τέλη του 2016 να αυξάνει πάλι το κόστος χρήματος. Η δε ΕΚΤ θεωρεί ότι με το τέλος του 2018 ολοκληρώθηκε το σχετικό πρόγραμμα που «έτρεξε» από το 2015. Όμως οι αγορές φαίνεται να έχουν εθιστεί στα μηδενικά επιτόκια και συνεπώς αντιδρούν σε αυτή την αλλαγή πολιτικής. Οι κινήσεις που οφείλουν να κάνουν σε βάθος χρόνου οι κεντρικές τράπεζες είναι η σταδιακή αύξηση των επιτοκίων αλλά και η μείωση των ισολογισμών τους, με τη διάθεση στην αγορά των τίτλων που έχουν συσσωρεύσει μέσω αγορών στην περίοδο της διάθεσης ρευστότητας. Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος μόνο η ΕΚΤ έχει συσσωρεύσει 2,6 τρισ. ευρώ.

Οι αλλαγές αυτές δεν θα αφήσουν ανεπηρέαστες τις αποτιμήσεις και την πορεία των αγορών. Συνεπώς ενώ αρχίζει να δυσκολεύει το οικονομικό κλίμα, όσον αφορά την οικονομική ανάπτυξη, οι κεντρικές τράπεζες βρίσκονται πλέον στα όριά τους, ή ακόμα και εκτός αυτών, όσον αφορά τις δυνατότητες παρέμβασης με τα μέχρι τώρα γνωστά, αντισυμβατικά εργαλεία σε συνθήκες κρίσης.

Το δυσθεώρητο ύψος των ευρωπαϊκών παραγώγων και ο κίνδυνος «ατυχήματος».

Στα θεμέλια του τραπεζικού συστήματος της Ε.Ε. υπάρχει τοποθετημένη μια ωρολογιακή βόμβα… και αναμένει τις ανάλογες συνθήκες με την «ιστορία» της Lehman Brothers. Πρόκειται για παράγωγα/σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα που ξεπερνούν το 25% της παγκόσμιας αγοράς. Το πλέον ανησυχητικό στοιχεία για αυτά είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, το 75% των συμβολαίων αυτών βρίσκονται στα χαρτοφυλάκια των γαλλικών και των γερμανικών τραπεζών. Από αυτά τα 6,8 τρισ. ευρώ χαρακτηρίζονται ως «τοξικά». Για να έχουμε μια αίσθηση του μεγέθους ο όγκος αυτός είναι κατά 12 φορές μεγαλύτερος από τα «κόκκινα δάνεια» στο σύνολο των ευρωπαϊκών τραπεζών. Οι κίνδυνοι που εγκυμονεί μια τέτοια κατάσταση, όχι μόνο για τις συγκεκριμένες τράπεζες αλλά για όλη την Ε.Ε., σε περίπτωση μεγάλης κρίσης στις αγορές χρήματος και κεφαλαίου είναι προφανείς.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!