Του Γιώργου Πατέλη

 

Πέθανε ο Παττακός, ένας από τους βασικούς θιασώτες της χούντας, μόλις στα 104 του χρόνια. Αμέσως οι υποστηρικτές του έσπευσαν να διαδώσουν ότι δεν άντεξε την κλοπή του μεταλλίου ανδρείας του. Γιατί, άλλωστε αν για κάτι ήταν γνωστός ο Παττακός ήταν η ανδρεία και το θάρρος του. Και κάπου εδώ ο σχολιασμός είναι μάταιος. Εκείνο που έχει ενδιαφέρον είναι οι σχολιασμοί για τον ίδιο με αφορμή τον θάνατό του…

Σελίδα στο facebook αναδημοσίευσε μία ανάρτηση της κόρης του Γ. Ρίτσου, όπου ανέφερε μία ιστορία για τον ποιητή και πώς ο δικτάτορας του απαγόρευσε να πάει στο Λονδίνο σε εκδήλωση όπου, μαζί με τον Πάμπλο Νερούδα, θα ήταν το τιμώμενο πρόσωπο. Αιτία της απαγόρευσης στάθηκε η απάντηση του Ρίτσου πως εάν τον ρωτούσαν για το τι γινόταν στην Ελλάδα εκείνος θα απαντούσε την αλήθεια: «Στην Ελλάδα υπάρχει μια στυγνή στρατιωτική δικτατορία». Η αλήθεια ήταν κάτι που ο «επαναστάτης» Παττακός, όμως, δεν μπορούσε να δεχτεί και κυρίως να ελέγξει. Έτσι το θράσος του κέρδισε το «θάρρος» του. Ανάμεσα στις αντιδράσεις για την ανάρτηση, υπήρχαν αρκετοί που δεν δίστασαν να συγκρίνουν το απριλιανό πραξικόπημα με την σημερινή δημοκρατία.

Σε αθλητική εκπομπή τοπικού καναλιού, ειπώθηκε από έναν εκ των καλεσμένων το γνωστό πια «η χούντα έκανε δρόμους». Πόσα στοιχεία χρειάζονται άραγε για να πέσει κι αυτό το παραμύθι της χούντας «που έκανε έργα»; Αν ζεις την εποχή εκείνη σε χωριό με το καθεστώς να φτιάχνει δρόμους και να φέρνει το ρεύμα ίσως και να δικαιολογείσαι, το 2016 είναι σα να παρακαλάς αυτούς που σ’ ακούνε να σηκώσουν τα χέρια ψηλά.

Μα είναι κάτι πιο βαθύ αυτό που έχει ποτίσει την ελληνική κοινωνία ετούτα τα… δίσεκτα χρόνια. Ο δικαιολογημένος θυμός που γίνεται μίσος, το μίσος που γίνεται φανατισμός. Πώς όμως αποφεύγεις αυτές τις μεταλλάξεις; Δώδεκα χρόνια, η 17η Νοέμβρη ήταν μία γιορτή στο σχολείο, γιατί «έπρεπε να τιμήσουμε αυτούς που αγωνίστηκαν για την δημοκρατία». Το «όχι» ενάντια στον κατακτητή, βρήκε τους Έλληνες ενωμένους, γιατί «ενωμένοι μπορούμε να κάνουμε τα πάντα». Δεν υπήρξε ένας δάσκαλος, ένας καθηγητής τόσα χρόνια να πει το αντίθετο, γιατί η εθνική συναίνεση το απαιτούσε και ο ίδιος συμβιβαζόταν με την ιδέα της «ύλης που έπρεπε να βγει». Συμβιβαζόταν με τη γενικότητα και δεν επιτρεπόταν ή δεν υπήρχε χρόνος να φτάσει στην ουσία. Οι αγώνες του λαού έγιναν αργίες για τους μαθητές και φτάσαμε η ιστορία ενός ολόκληρου λαού για ελευθερία και δημοκρατία να γίνουν σκετσάκια και γιορτές αντί παρακαταθήκης για το μέλλον.

Έτσι καλλιεργήθηκαν συνειδήσεις ποτισμένες με φόβο, συνειδήσεις που προτίμησαν να συμβιβαστούν από το να παλέψουν να αλλάξουν κάτι, έστω και μικρό. Αρκετές γενιές πια, που τις κοίμισαν σε σχολεία και τηλεοράσεις, συνταράχτηκαν στην ίδια την συνειδητοποίηση του μη-μέλλοντος. Δεν έγιναν έτσι ξαφνικά τόσοι πολλοί οι χρυσαυγίτες, οι ρατσιστές, αυτοί που δίνουν άλλοθι στη χούντα συγκρίνοντάς τη με την σημερινή δημοκρατία. Η ρευστή πολιτική, οικονομική και κοινωνική κατάσταση οδήγησε σε αυτές τις στρεβλώσεις μα κυρίως σε έναν τρομακτικό συμβιβασμό: «αφού είναι έτσι η δημοκρατία σας, πόσο πιο σκληρή θα ήταν μια χούντα;»

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!