Δύσκολο και κρίσιμο ερώτημα: Τι περιεχόμενα και ποιες μορφές θα «έπρεπε» να αναδυθούν για να δηλωθεί ένα στοιχειώδες και αντιστασιακό παρών της κοινωνίας μέσα σε αυτό το κουβάρι ραγδαίων και επικίνδυνων εξελίξεων;

Γιατί τώρα που οι φρεγάτες κυκλοφορούν πέρα-δώθε, τα αεροπλάνα πέφτουν και οι δηλώσεις των παγκόσμιων ηγετών διαβάζονται και ξαναδιαβάζονται προσεκτικά για να εκτιμηθούν οι δυναμικές, δεν είναι παράδοξο να επικρατεί όχι μόνο ανησυχία αλλά και ένα σχετικό πάγωμα. Σαν να μπήκαμε τώρα στη φάση της «μεγάλης ισχύος» και της γεωπολιτικής / στρατιωτικής αντιπαράθεσης, όπου τα ζητήματα ξεπερνούν τις δυνατότητες των ανθρώπων να έχουν μια στάση και μια πράξη. Σαν ο κόσμος να μοιάζει με σκακιέρα. Όπως και να έχει, δεν μπορεί η «ισχύς» να θεωρείται αυθύπαρκτη σαν να μην αφορά κοινωνικές δυνάμεις, συνειδήσεις και πρακτικές.

Όχι βέβαια πως ζούσαμε ένα ρωμαλέο κίνημα που τώρα ρουφήχτηκε από την πολεμική ατμόσφαιρα. Ούτε πως η παρουσία του λαού εκδηλώνεται μονάχα από κάποιες «κινητοποιήσεις». Η νέα σφαίρα ζητημάτων απαιτεί και μια νέα σφαίρα πεποιθήσεων, ψυχολογίας και πρωτοβουλιών. Δεν ψάχνουμε μόνο κάποια συνθήματα για να στριμώξουμε την εναντίωσή μας σε κάτι. Είτε αυτό λέγεται ιμπεριαλισμός, είτε τουρκική επιθετικότητα, είτε ελληνικό πολιτικό σύστημα. Ούτε καταργούνται κάποια μέτωπα αντιπαράθεσης γιατί άνοιξαν κάποια καινούρια. Παρόλο που πολλά οφείλουν να εκτιμηθούν εκ νέου.

Υπάρχουν βέβαια και θεωρίες. Σαν κάπως λογικά ο λαός να καθίσταται ανίσχυρος και εκτός παιχνιδιού. Καθότι τώρα το λόγο τον έχουν οι συναντήσεις, η διπλωματία ή και ο στρατός. Όχι πως αυτά δε θα παίξουν ρόλο και μάλιστα σημαντικό στις όποιες εξελίξεις. Γιατί όντως κάποια επιτελεία θα πάρουν κρίσιμες αποφάσεις και κάποιοι μηχανισμοί θα τις υλοποιήσουν. Και για τα μέχρι στιγμής δεδομένα φαντάζει δύσκολο αυτές να παρθούν σε λαϊκές συνελεύσεις ή σε δημοψηφίσματα. Παρόλα αυτά δεν είναι παράδοξο να ξεφυτρώσουν και εντός όλων αυτών –υπό πίεση ή χωρίς– αντιστασιακές ματιές.

Άλλες αντιλήψεις καταγράφουν ως μοναδική μοίρα του όποιου ριζοσπαστισμού σε ένα τέτοιο περιβάλλον την πλήρη απορρόφησή του. Όντως υπάρχουν περιπτώσεις όπου κοινωνικά κινήματα πιέζονται ή ξεφτίζουν μέσα σε ευρύτερες εθνικές περιπέτειες. Τις περισσότερες όμως φορές –πόσο μάλλον για την περίπτωση της Ελλάδας– η ιστορία δείχνει ότι η λαϊκή διάσταση όχι μόνο δεν καταργείται αλλά ενίοτε ενδυναμώνει. Γιατί ο ριζοσπαστισμός δεν είναι μια αμετάβλητη και αυθύπαρκτη οντότητα που απλά ακολουθεί εξωτερικά τις εξελίξεις για να προσαρμοστεί στην καλύτερη περίπτωση αναλόγως. Όπως στην προηγούμενη φάση αναδείχθηκαν δυνάμεις και προτάγματα που δεν προϋπήρχαν, έτσι και σήμερα. Το ζήτημα είναι να μην πάει χαμένη και όλη η πείρα που συσσωρεύτηκε.

Στην πραγματικότητα, αυτό που μένει να αναδυθεί είναι ένας νέος ριζοσπαστισμός. Και αυτό που συνεχίζει να κρίνεται –ίσως πιο δραματικά– είναι το «πόση» αλλά και το «ποια» Ελλάδα θα υπάρξει μέσα σε όλο αυτό.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!