Διαβάστε τα προηγούμενα Μέρος Α΄, Μέρος Β΄

Στα δύο προηγούμενα σημειώματα αναφερθήκαμε: α) στο τι μπορούμε να εννοούμε με τον όρο κοινωνική διαθεσιμότητα, β) στις πρώτες διακηρύξεις μεγάλων αστικών επαναστάσεων, γ) στο πώς με αυτές άνοιξε μια νέα εποχή, και βαθμηδόν είχαμε τη μαζικοποίηση του πολιτικού φαινομένου, θεσμικά και κινηματικά. Τέλος, δ) απαντήσαμε γενικά θετικά στο ερώτημα αν είναι δυνατή μια νέα κοινωνική διαθεσιμότητα. Στο Γ΄ μέρος θα εξετάσουμε ορισμένα θέματα που σχετίζονται με τη συμβολή του εργατικού και του ιστορικού κομμουνιστικού κινήματος στο θέμα της κοινωνικής διαθεσιμότητας, στην πορεία των κοινωνιών. Θα δούμε επίσης τις συνέπειες από τη διάλυση ή χρεοκοπία των κινημάτων αυτών. Κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο, επειδή η ιστορική εποχή που άνοιξε από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 κληροδότησε μια πραγματικότητα χωρίς ελπίδα, χωρίς όραμα, χωρίς μπούσουλα για ευρύτατες μάζες και ανθρώπους, που είχαν προσφέρει απλόχερα μεγάλο μέρος της ζωτικότητάς τους σε μεγάλες απόπειρες για να αλλαχτεί προς το καλύτερο ο κόσμος. Η κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε δεν είναι άσχετη με το τι έγινε, τι δεν έγινε, τι ήταν λάθος και τι μετατράπηκε σε λάθος.

Σκέψη πρώτη

Η αστική επανάσταση δεν απέχει πολύ, χρονικά και ουσιαστικά, από την εμφάνιση της αμφισβήτησής της από μια κοινωνική δύναμη της οποίας η ανάπτυξη ήταν όρος για την επικράτηση του φιλελευθερισμού: βασικά το προλεταριάτο, αλλά κι άλλα στρώματα. Πριν καλά-καλά σταθεροποιηθεί η αστική τάξη, είδε να ξεπετιέται το εργατικό κίνημα, και αναγκάστηκε να ορίσει πολιτικές για τη διαχείριση του νέου κοινωνικού ζητήματος. Ο ρεπουμπλικανισμός που έφερε με έμφαση η Γαλλική Επανάσταση μιλούσε για ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη. Όμως η ανισότητα έπαιρνε νέες μορφές.

Αυτή η αντίφαση δεν ήταν εύκολο να χαλιναγωγηθεί. Η πιο «αριστερή» πτέρυγα του ρεπουμπλικανισμού, ο ριζοσπαστικός δημοκρατισμός, σύντομα τέθηκε σχεδόν εκτός νόμου. Οι εκπρόσωποί του δραστηριοποιήθηκαν μέσα από μυστικές εταιρείες και πήραν μέρος σε μεγάλα επαναστατικά κινήματα (Ελλάδα, Ιταλία, Γερμανία, Γαλλία κ.λπ.). Πολλές από αυτές τις μορφές υιοθετήθηκαν από επαναστάτες που προσπάθησαν να δημιουργήσουν ένα νέο, εργατικό κίνημα. Η μορφή συνδικάτο προϋπήρξε της μορφής εργατικό κόμμα, και συνυπήρξε με μυστικές επαναστατικές οργανώσεις και ενώσεις σοσιαλιστών ή κομμουνιστών στα πρώτα βήματα χειραφέτησης του νέου αυτού κινήματος.

Από τη στιγμή που εμφανίστηκε στοιχειωδώς πιο αυτόνομα, το κίνημα αυτό συνάντησε σκληρή καταπίεση. Το πιο σημαντικό σύμβολό του, η Πρωτομαγιά, καθιερώθηκε όταν καταστάλθηκε άγρια η εξέγερση των εργατών στο Σικάγο (1886). Είχε βέβαια προηγηθεί η Παρισινή Κομμούνα (1871), και η μεγάλη σφαγή μετά την ήττα της. Έκτοτε μπορεί να μην υπήρξαν επαναστάσεις, είχαμε όμως μια εκτατική ανάπτυξη του εργατικού κινήματος: ίδρυση μαζικών κομμάτων με ανεξάρτητη παρέμβαση, ανάπτυξη του συνδικαλιστικού και συνεταιριστικού κινήματος. Ας κρατήσουμε λοιπόν το στοιχείο πως σχεδόν συνυπήρξε η αστική άνοδος με την αμφισβήτησή της από το εργατικό κίνημα, που από τα πρώτα κιόλας βήματά του πέτυχε κατακτήσεις, και σταδιακά απέκτησε συνείδηση του αυτόνομου ρόλου του.

Σκέψη δεύτερη

Δεν μπορούμε να φανταστούμε πώς θα ήταν ο κόσμος χωρίς την ανεξάρτητη έκφραση του «κοινωνικού ζητήματος» μέσα από το εργατικό και συνδικαλιστικό κίνημα. Ισχυρές ωθήσεις για συμμετοχή και αξιοπρεπή ζωή έφεραν στο επίκεντρο το ζήτημα της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης – η συνειδητοποίηση των οποίων οδήγησε σε αφύπνιση μαζών και ανθρώπων σε ολόκληρο τον κόσμο, που είδαν στο εργατικό κίνημα μια νέα προοπτική. Ο αγώνας του εργατικού, συνδικαλιστικού και σοσιαλιστικού κινήματος μεταμόρφωσε τον σύγχρονο κόσμο. Οικοδομήθηκαν μορφώματα, θεσμοί και πολιτικές είτε για την προώθησή του είτε για τη συντριβή ή ενσωμάτωσή του.

Η σύγχρονη ιστορία, δηλαδή το δεύτερο μισό του 19ου και ολόκληρος σχεδόν ο 20ός αιώνας, δεν μπορεί να νοηθεί με αγνόηση του εργατικού κινήματος. Χωρίς την παρουσία και ανεξάρτητη έκφραση και δράση του δεν θα είχαν γίνει ρωμαλέα βήματα προς την απελευθέρωση, προς τη δημοκρατία, προς την κατάκτηση δικαιωμάτων και ελευθεριών. Δεν θα είχαν εκδηλωθεί και εκφραστεί μεγάλα κινήματα ενάντια στον πόλεμο, τον φασισμό, τον ναζισμό, την αποικιοκρατία, τον ιμπεριαλισμό.

Παρ’ όλη την ετερογένεια στους κόλπους αυτού του κινήματος, είναι αναμφισβήτητη η τεράστια ώθηση που έδωσε στην κοινωνική διαθεσιμότητα. Έθεσε στόχους, διεξήγαγε αγώνες, δημιούργησε συνείδηση, έχτισε μορφές και θεσμούς, συνέβαλε στη μόρφωση και στον πολιτισμό, δημιούργησε δική του κουλτούρα. Είχε την ανάγκη, και το έκανε πράξη, να δημιουργήσει μαζικό κίνημα και συσπείρωση ευρύτατων μαζών. Αυτή είναι μια κύρια πλευρά, που το αντιπαραθέτει με την αστική κίνηση – η οποία μόνο στις αρχές είχε να επιδείξει φωτεινές στιγμές δημοκρατισμού και κινητοποίησης.

Παρ’ όλη την ετερογένεια του εργατικού κινήματος, είναι αναμφισβήτητη η τεράστια ώθηση που έδωσε στην κοινωνική διαθεσιμότητα. Είχε την ανάγκη, και το έκανε πράξη, να δημιουργήσει μαζικό κίνημα και συσπείρωση ευρύτατων μαζών

Σκέψη τρίτη

Το εργατικό και σοσιαλιστικό κίνημα οραματίστηκε και εργάστηκε για την κοινωνική επανάσταση, θεωρώντας πως μόνο μέσω αυτής μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα. Πλέον η πολιτική επανάσταση θεωρούνταν ένα μονάχα πρώτο βήμα προκειμένου να δημιουργηθούν όροι για τον μετασχηματισμό της κοινωνίας και των παραγωγικών σχέσεων. Δεν υπήρχαν βέβαια συνταγές, ούτε ολοκληρωμένα προγράμματα για τη μετάβαση. Μια κοινωνία απαλλαγμένη από την καπιταλιστική αναρχία, με οργάνωση της οικονομίας στη βάση ενός κοινωνικού σχεδιασμού, αφού θα είχαν κοινωνικοποιηθεί τα μέσα παραγωγής: αυτό ήταν όλο το πρόγραμμα του σοσιαλισμού. Θεωρητικά, η κοινωνική επανάσταση θα γίνονταν πάνω-κάτω ταυτόχρονα στις βασικές καπιταλιστικές χώρες. Αυτά έλεγε η «θεωρία» που είχε παραχθεί μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα.

Η πράξη βέβαια είχε δημιουργήσει κι άλλα πράγματα. Η μαζικοποίηση του μαρξισμού έγινε με τρόπο που τα εργατικά-σοσιαλιστικά κόμματα της εποχής είχαν αποκτήσει γραφειοκρατία και έντονες τάσεις κοινοβουλευτισμού. Διάβασαν λάθος τις βασικές τάσεις του συστήματος, δεν είδαν το τέλος της «μπελ επόκ», αδιαφόρησαν για το εθνικό και το αγροτικό ζήτημα, ακόμα και για το αποικιοκρατικό σύστημα. Αυτή η προσαρμογή περιγράφτηκε λίγο αργότερα σαν «χρεοκοπία της Β΄ Διεθνούς»: όταν ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος σχεδόν όλα τα κόμματα στάθηκαν στο πλευρό της αστικής τάξης τους, μετέχοντας στην αλληλοσφαγή.

Εμφανίστηκε βέβαια και μια μεταρρυθμιστική πτέρυγα που επεδίωκε ένα βαθμιαίο πέρασμα στον σοσιαλισμό μέσα από μεταρρυθμίσεις, αλλά ευδοκίμησε σε λίγες μόνο χώρες εξαιτίας της πραγματικότητας που ήδη δημιουργούσε ο καπιταλισμός στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο. Ο ιμπεριαλισμός κι όσα έφερε σαν κομβικά ζητήματα (αγορές, σφαίρες επιρροής, παγκόσμιους πολέμους, ανταγωνισμούς ανάμεσα σε μεγάλες δυνάμεις κ.λπ.), μαζί και η πείρα που είχε αποκτήσει η εργατική τάξη, οδήγησαν στο να επιχειρηθούν σοσιαλιστικές επαναστάσεις. Μια μικρή μειοψηφία, ο μπολσεβικισμός στην τσαρική Ρωσία, τόλμησε να μπολιάσει ένα υπαρκτό μεγάλο καζάνι επαναστατικών διαθέσεων και κινημάτων, και μέσα σε συνθήκες ιμπεριαλιστικού πολέμου πραγματοποιήθηκε η Οχτωβριανή Επανάσταση (1917).

Στη βάση αυτού του κοσμοϊστορικού γεγονότος έχουμε ένα Παράδειγμα που τροποποιεί την ίδια τη φύση του εργατικού κινήματος: εμφανίζεται το ιστορικό κομμουνιστικό κίνημα, που παίζει πλέον κομβικό, πρωταγωνιστικό ρόλο στην ιστορία του 20ού αιώνα. Το Παράδειγμα έχει εξαιρετική δύναμη. Κινητοποιεί εκατομμύρια ανθρώπων σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης, όχι μόνο σε Ευρώπη και ΗΠΑ. Το εργατικό, το συνδικαλιστικό και το κομμουνιστικό κίνημα παίρνουν πρωτόγνωρες διαστάσεις.

Στην πορεία ριζώματός τους σε κάθε χώρα –κι αφού η παγκόσμια επανάσταση δεν πραγματοποιήθηκε– αποκτούν μια διττή φύση: σύνδεση με την κοιτίδα της επανάστασης, την ΕΣΣΔ, και τη διεθνή οργάνωση που συγκροτήθηκε, την Γ΄ Διεθνή, και ταυτόχρονα απόπειρες σύνδεσης με την πραγματικότητα κάθε χώρας. Οι πιο καλές στιγμές ήταν εκείνες όπου τα γενικά καθήκοντα και οι ιστορικές απαιτήσεις συναντιόντουσαν με την πραγματικότητα και τις ανάγκες κάθε ξεχωριστής χώρας: σε Ελλάδα, Ιταλία, Γαλλία, Κίνα, Γιουγκοσλαβία, Τσεχοσλοβακία, Κούβα κ.λπ. έχουμε τη συνάντηση των κομμουνιστικών χαρακτηριστικών με ιδιαίτερες παραδόσεις, κουλτούρα, ριζοσπαστισμό. Αντίθετα, όπου επιχειρούνταν μια μηχανιστική μεταφορά μοντέλων, η πολιτική απομόνωση και περιθωριοποίηση ήταν κανόνας.

Σκέψη τέταρτη

Πολλοί παραλλήλισαν τον κομμουνισμό –στις καλές μέρες του– με τον χριστιανισμό στα πρώτα βήματά του. Έμμεσα έθεταν έτσι σημαντικά ζητήματα, που αφορούσαν την εμβέλεια, τον διεθνικό χαρακτήρα, τη δύναμη των ιδεών για την κινητοποίηση και μετασχηματισμό του κόσμου. Εδώ θα μείνουμε σε μία μόνο πλευρά, που έχει σχέση με την κοινωνική διαθεσιμότητα: ο εσχατολογικός χαρακτήρας, μια θρησκευτικού είδους πίστη, έπαιξαν ρόλο στο πώς φαντάζονταν ή στο πώς βίωναν οι κομμουνιστές και οι προλετάριοι την ίδια την ύπαρξή τους και τη συμμετοχή τους στον αγώνα.

Σήμερα πλέον γνωρίζουμε ότι ο σοσιαλισμός, η μεταβατική κοινωνία, δεν είναι ο παράδεισος. Δεν υπάρχει επί γης παράδεισος. Δεν υπάρχει τέλεια και απόλυτη λύση. Το Κόμμα δεν είναι ένα επίγειο Υπέρτατο Ον που οδηγεί στη Γη της Επαγγελίας. Αυτό που δίνει νόημα είναι ο μετασχηματισμός του κόσμου και του ανθρώπου μέσα από μια απελευθερωτική πορεία, μετάβαση και διεργασία αγώνων, προσπάθειες προς χειραφέτηση και βελτίωση της ζωής. Θα παρουσιάζονται πάντα νέες αντιθέσεις, νέες προκλήσεις, νέες συγκρούσεις και εμπόδια. Δεν υπάρχει τέλος της Ιστορίας.

Πρόκειται για ένα σημαντικό και βαθύτατο πρόβλημα-ζήτημα, που δεν πρέπει να το προσπερνάμε με ευκολία. Διότι σε αυτό μπλέκονται ζητήματα επιβίωσης, αλλά και γενικά υπαρξιακά θέματα και αγωνίες του ανθρώπου. Ιδιαίτερα σήμερα, που έχει γκρεμιστεί η ελπίδα.

Σκέψη πέμπτη

Το «μετά την επανάσταση» αποδεικνύεται πολύ πιο σύνθετο και πολύπλοκο από το «πριν». Έπρεπε να ανοιχτούν δρόμοι, και σε ένα βαθμό διανοίχθηκαν. Έγιναν μεγάλα προχωρήματα σε πολλούς τομείς. Δόθηκε ορμητική ώθηση στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, με παράλληλη μέριμνα για τις εργαζόμενες μάζες. Τα βήματα που έκανε η ΕΣΣΔ ήταν τεράστια στους τομείς αυτούς. Αλλά και η σύγκριση π.χ. Κίνας-Ινδίας από τη δεκαετία του 1950 και ύστερα δείχνει τι επίδραση έχουν οι αλλαγές στις παραγωγικές σχέσεις στη γενική καλυτέρευση όλων των όρων κοινωνικής και οικονομικής ζωής. Βέβαια οι νέες μεταβατικές κοινωνικές πραγματικότητες, μετά την πολιτική επανάσταση και στο δρόμο για αλλαγές που θα σήμαναν την προώθηση της κοινωνικής επανάστασης, αντιμετώπισαν τις μεθοδεύσεις και τις επιθέσεις του ιμπεριαλιστικού συστήματος.

Μετά από 100 και πλέον χρόνια, πολλά μπορούν να ειπωθούν για την Οχτωβριανή Επανάσταση και το ρόλο που έπαιξε. (Από την άλλη, το 1972 ρώτησαν τον Τσου Εν Λάι, πρωθυπουργό της Κίνας, τι γνώμη έχει για τη Γαλλική Επανάσταση του 1789. Απάντησε ως εξής: «Είναι πολύ νωρίς για να κρίνουμε»!). Δεν μπορεί όμως να αμφισβητηθεί το τι ώθηση έδωσε αυτή στην κοινωνική διαθεσιμότητα στον 20ό αιώνα, με πολλαπλό τρόπο και σε πολλά επίπεδα. Τα κομμουνιστικά κόμματα, τα συνδικάτα, τα κινήματα ειρήνης, τα λαϊκά μέτωπα, ο αντιναζιστικός αγώνας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα στις δεκαετίες 1950-60-70, είχαν αναμφισβήτητα τη σφραγίδα ενός παγκόσμιου συσχετισμού (με πρωταγωνιστικό ρόλο του ιστορικού κομμουνιστικού κινήματος).

Οι αντιλήψεις που επικράτησαν σταδιακά μετά την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας οδήγησαν σε παροπλισμό και παθητικοποίηση. Όλα αναμένονταν ή επιτρέπονταν αποκλειστικά από το κόμμα-κράτος. Η κοινωνική διαθεσιμότητα πάγωνε

Σκέψη έκτη

Όμως η πολιτική μεταβολή δεν συνοδεύτηκε από προχώρημα της κοινωνικής επανάστασης και μετασχηματισμό των παραγωγικών σχέσεων. Δεν οικοδομήθηκε ένα εναλλακτικό σύστημα. Ο σοσιαλισμός, η μεταβατική κοινωνία, δεν μπορούσε να χωρέσει στο σχήμα «μεγάλο καπιταλιστικό εργοστάσιο + σοσιαλιστική πολιτική εξουσία». Ακόμα χειρότερα, αφού υπήρξε ένα «πάγωμα της επανάστασης» σε μια σειρά τομείς (είτε ως επιλογή και θεωρητικοποίηση, είτε αναγκαστικά εξαιτίας της εξέλιξης της ταξικής πάλης), παρατηρήθηκε σχεδόν παντού μια μονοπώληση της πολιτικής και οικονομικής ζωής από το κόμμα-κράτος. Αυτό το γεγονός μπλόκαρε ανεπανόρθωτα την κοινωνική διαθεσιμότητα, θεωρώντας την είτε περιττή είτε συμπληρωματική-τυπική διαδικασία.

Εδώ βρίσκεται μία από τις πηγές της αποτυχίας, αφού η μετάβαση προς μια άλλη κοινωνία δεν θεωρήθηκε έργο των μαζών, της κοινωνίας σε κίνηση, αλλά υπόθεση του κόμματος, του κράτους, των στελεχών. Και μάλιστα σε ένα καθεστώς όπου κάθε άλλη σκέψη, θέση, πράξη εύκολα χαρακτηριζόταν ως υποκινούμενη από τον ταξικό εχθρό. Τα πρώτα επαναστατικά μέτρα, που δικαιολογούνταν από έκτακτες καταστάσεις (εμφύλιος, ιμπεριαλιστική επέμβαση κ.λπ.), θεωρητικοποιήθηκαν και έγιναν πρακτικά καθεστώς – που σε πολλές περιπτώσεις συμπεριφέρθηκε καταπιεστικά απέναντι σε πληθυσμούς, εθνότητες, εργαζόμενους.

Το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα στο «μετά την επανάσταση» μετατρέπεται σε κάτι άλλο. Συναντιέται με τον κρατισμό και τον παραγωγικισμό. Η εξουσία διαβρώνει συνειδήσεις και δημιουργεί προνόμια. Τα νέα μεσαία στρώματα ζητούν έκφραση. Οι μηχανισμοί συγκροτούν τοπικές σατραπείες. Κι όλοι μαζί –παρά τους όρκους στον σοσιαλισμό– στην ουσία προωθούν διαδικασίες παλινόρθωσης του καπιταλισμού. Η δυνατότητα μιας χώρας «να αλλάξει χρώμα, από κόκκινη να γίνει μαύρη» έγινε εμφανής σχετικά νωρίς: από τις αρχές της δεκαετίας του 1960. Σε μια μονοπωλιακά οργανωμένη μονοκομματική εξουσία, οι θέσεις για «δικτατορία του προλεταριάτου» κ.λπ. μετατρέπονται σε λεοντή μιας νέας νομενκλατούρας, που δεν έχει κανένα λόγο να αρνηθεί κάποια στιγμή τον ίδιο τον εαυτό της. Έτσι σχεδόν όλοι οι κομματικοί-κρατικοί-διοικητικοί παράγοντες μεταλλάχθηκαν σε καπιταλιστές ολιγάρχες, κατακλέβοντας ό,τι δημόσιο και κοινωνικό είχε με μόχθο και αίμα οικοδομηθεί επί 5-6 δεκαετίες.

Τα θέματα αυτά τέθηκαν με εμφατικό τρόπο από την ανολοκλήρωτη μεγάλη θύελλα που σάρωσε τον κόσμο στη δεκαετία 1960-70, με το επίσημο κομμουνιστικό κίνημα αμέτοχο ή και ενάντιο. Από τότε στην ουσία αρχίζει να σημειώνεται μια υποχώρηση, ένας διαλυτισμός. Η κατάρρευση αυτών των σχηματισμών το 1989-91 θα επέλθει χωρίς την παραμικρή αντίσταση εκ μέρους της εργατικής τάξης και των λαών των χωρών αυτών, που είχαν βιώσει την πραγματικότητα του «υπαρκτού σοσιαλισμού» με οδυνηρό τρόπο. Η ελευθερία, ο δημόσιος χώρος, η δυνατότητα έκφρασης ήταν ερμητικά κλειστά για την εργατική τάξη, τους λαούς…

Αυτή η χρεοκοπία ήταν απείρως μεγαλύτερη από της Β΄ Διεθνούς. Διότι συνέβη αφού το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα πήρε την πολιτική εξουσία. Έκανε προχωρήματα, αλλά διαβρώθηκε από «τις τυλιγμένες σε ζάχαρη οβίδες», και απέτυχε να δει πλευρές της κοινωνικής ζωής με τεράστια σημασία: τη δημοκρατία στην πιο πλατιά και πλήρη έννοιά της, την ελευθερία και τη σχέση της με την ισότητα. Κυρίως, δεν είδε τον σοσιαλισμό σαν μετάβαση στην οποία οι μάζες πρέπει να έχουν λόγο και πράξη. Οι αντιλήψεις που επικράτησαν οδήγησαν σε παροπλισμό και παθητικοποίηση. Όλα αναμένονταν ή επιτρέπονταν αποκλειστικά από το κόμμα-κράτος. Η κοινωνική διαθεσιμότητα πάγωνε.

Σκέψη έβδομη

Τώρα ζούμε το «μετά τη χρεοκοπία», «μετά την παλινόρθωση». Πρόκειται για μεγάλο πισωγύρισμα στο πνευματικό και ιδεολογικό επίπεδο, στο επίπεδο του διεθνούς συσχετισμού δυνάμεων ανάμεσα σε κεφάλαιο και ζωντανή εργασία. Το βάρος της αποτυχίας, και ο τρόπος που τη «γιόρτασε» η αστική τάξη, δημιούργησαν σύγχυση και απαισιοδοξία στις εργαζόμενες μάζες όλου του κόσμου. Η πραγματικότητα του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού εμφανίζεται ως παρόν ατέρμονο, χωρίς ελπίδα. Έχει ματαιωθεί σε επίπεδο κοινής αίσθησης η δυνατότητα ενός καλύτερου, δικαιότερου κόσμου. Ο σοσιαλισμός μοιάζει να είναι στα αζήτητα. Η μόνη ιδεολογία που σήμερα κινητοποιεί μάζες είναι ο ισλαμισμός: και στις δύο κύριες παραλλαγές του (σουνιτισμός και σιιτισμός) είναι μια υπολογίσιμη δύναμη.

Τελούμε λοιπόν εν αγωνία, χωρίς ελπίδα, αγωνιζόμενοι και αντιστεκόμενοι χωρίς βεβαιότητες, χωρίς διεθνές καθοδηγητικό κέντρο, χωρίς Παράδειγμα. Κι όμως, η Γη γυρίζει: η κοινωνική διαθεσιμότητα αναζητά το δρόμο της, δεν αποσύρεται δια παντός. Σε ολόκληρο τον κόσμο η δημοκρατία, η ελευθερία, η κοινωνική δικαιοσύνη, η ανάγκη να απαντηθούν τεράστια διεθνή προβλήματα, να ανακαλυφθεί μια νέα ηθική διάσταση του ανθρώπου στη σχέση του με τους άλλους, με τον εαυτό του και με τη φύση, τίθενται ξανά και ξανά. Η πολιτική ζωή εντός των χωρών κατέχει σχετικά μεγάλο ενδιαφέρον. Δεν μπορεί να «αδειάσει». Κοινωνία ή χώρα χωρίς πολιτικό βίο, συμμετοχή των ανθρώπων στα κοινά, δεν μπορεί να νοηθεί. Όλα αυτά είναι προϋποθέσεις μιας νέας κοινωνικής διαθεσιμότητας που αναζητά το ρυθμό της, τις αξίες της, το νόημά της. Πιστεύουμε, ενάντια σε κάθε πεσιμισμό, ότι η αναζήτηση αυτή θα βρει τρόπους να εκφραστεί θετικά. Ακόμα κι αν πάρει άλλες ονομασίες και βρει νέα σύμβολα, θα πρέπει να απαντά σε όσα έχουν μείνει ανολοκλήρωτα, σε όσα ανθρωποποιούν ξανά τον άνθρωπο.

Η Ιστορία δεν σταματά ούτε στις πιο σκοτεινές εποχές, και τη γράφουν οι άνθρωποι. Τις πρώτες δύο δεκαετίες του 21ου αιώνα εμφανίστηκαν σε όλο τον κόσμο λαϊκά κινήματα, νέες μορφές εθνικών και λαϊκών μετώπων, πρωτότυπα εγχειρήματα και δρόμοι. Συσσωρεύεται μια πείρα που σπρώχνει προς μια νέα μορφή κοινωνικής διαθεσιμότητας. Οι άνθρωποι αγωνίζονται –με ό,τι έχουν και με ό,τι τους λείπει– για την επιβίωση, για έναν καλύτερο κόσμο. Η ελπίδα χτίζεται μέσα από όλα τα υπαρκτά ρυάκια και ρεύματα. Πάντα έτσι γινόταν, και θα ξαναγίνει. Τελικά, ο άνθρωπος θα καταστεί πραγματικό υποκείμενο της ιστορίας, και όχι αντικείμενο υποταγμένο στα ίδια τα δημιουργήματά του!

Στο επόμενο: Η κοινωνική διαθεσιμότητα στην Ελλάδα

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!