Του Ιδομενέα Μανωλιτσάκη

Συζητάμε επί μακρόν στο κόμμα πως ο «κόσμος έχει κλειστεί στον εαυτό του» και δίνουμε διάφορες εξηγήσεις όπως η κρίση, η ανασφάλεια και η αγωνία για το αύριο, οι αντικειμενικές συνθήκες – ότι δεν μπορούμε να ακυρώσουμε 30 χρόνια lifestyle μέσα σε τρία χρόνια. Παρ’ όλα αυτά, στις εκλογές του 2012 ο λαός έκανε πολιτική επιλογή με την ψήφο στον ΣΥΡΙΖΑ. Τώρα όμως βλέπουμε ανθρώπους χαμένους στην αποπολιτικοποίηση και την προπαγάνδα, που παραπαίουν μην ξέροντας ποιον να πιστέψουν. Όλα αυτά περιγράφουν μια κατάσταση, δεν εξηγούν γιατί, ενώ σκοπός μας είναι να βγάλουμε τον κόσμο από το «κλείσιμο» και τον «εαυτό», δεν καταφέρνουμε να τον βγάλουμε στο δρόμο. Δεν εξηγούν για ποιον, τελικά, λόγο η πολιτική μας, η γραμμή μας, δεν πείθει.

Η παρουσία μας
Μετά τις εκλογές το κόμμα, χωρίς να το καταλάβει, υιοθέτησε το βασικό ιδεολόγημα του αντιπάλου, δηλαδή ότι τα μέτρα έγιναν για να σώσουν τη χώρα από τη χρεοκοπία και όχι ότι τα μέτρα είναι αυτοσκοπός και η χρεοκοπία κατασκευασμένη πρόφαση1. Υιοθέτησε, επίσης, το πλαίσιο αναφοράς του αντιπάλου: Συζητάμε -στο ίδιο τραπέζι- με τους μνημονιακούς, σαν να βρισκόμαστε σε μια κανονική κοινοβουλευτική δημοκρατία, αντί για κράτος εκτάκτου ανάγκης. Και μόνον η παρουσία μας σε κοινό τραπέζι, χωρίς την καταγγελία του ιδεολογήματος αυτού, νομιμοποιεί την πολιτική τους, αφού συζητάμε από κοινού για τα «προβλήματα». Δηλαδή δεχτήκαμε να συζητάμε μέτρα που πριν από τρία χρόνια θα θεωρούσαμε εξωπραγματικά, στα οποία τάχατες «σύρεται» η κυβέρνηση από την τρόικα. Είμαστε, λοιπόν, σε μια κοινοβουλευτική δημοκρατία και απλά συζητάμε; Περί ποίου η συζήτηση; Αν οι συντάξεις, μετά το κούρεμα των αποθεματικών των Ταμείων, θα πάνε στα 360€ ή στα 400€; Υπάρχει τέτοια συζήτηση; Θα καθόμασταν στο ίδιο τραπέζι με τη χούντα;
Ίσως αρχικά, αμέσως μετά τις εκλογές, η αποδοχή αυτού του μοντέλου να έγινε λόγω αμηχανίας και αδυναμίας να απαντήσουμε σε επιθέσεις του τύπου «εσείς τι θα κάνετε για να…». Στη συνέχεια, όμως, η θέση αυτή επικράτησε, πιθανόν λόγω ευκολίας, γιατί τελικά είναι πιο εύκολο να παίζεις σε ένα στημένο σκηνικό παρά να στήνεις το δικό σου, ανασκευάζοντας κάθε φορά όλη την επικρατούσα λογική, όλη την προπαγάνδα. Έτσι, στην προσπάθειά μας να γίνουμε αποδεκτοί συνομιλητές στα πάνελ, χάσαμε την επαφή μας με τη δική μας πραγματικότητα, δεχτήκαμε το ρόλο που μας έδωσαν, και παίζουμε -αμήχανα- στην παράσταση που έστησε ο εχθρός. Μια παράσταση που στήθηκε ακριβώς για να προκαλεί τον πανικό και την ανασφάλεια, ωθώντας στο «κλείσιμο στον εαυτό» και την αποπολιτικοποίηση.
Τι καταλαβαίνει ο λαός; Ότι βρισκόμαστε σε μια φάση όπου συζητάμε πολιτισμένα, στο κοινό τραπέζι τα «προβλήματα», περιμένοντας μάλιστα υπομονετικά τη σειρά μας, την οποία, ως επί το πλείστον, σφετερίζεται ο εκπρόσωπος της Ν.Δ… Με αυτή την εικόνα και με την πρωτοβουλία συνεχώς στα χέρια της κυβέρνησης, τι περιμένουμε να κάνει ο λαός, να ξεσηκωθεί; Θα περιμένει κι αυτός υπομονετικά τις εκλογές! Έτσι μέσα από τα πάνελ των ΜΜΕ οδηγηθήκαμε στην απαλοιφή του ριζοσπαστισμού, στη λογική του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ και επομένως στη λογική της ανάθεσης. Γι’ αυτό τελικά, αλά ΠΑΣΟΚ, ο κόσμος περιμένει τις εκλογές. Γιατί μας ακούει να μιλάμε για «ανατροπή» αλλά μας βλέπει να παίζουμε τόμπολα στο ίδιο τραπέζι με τους άλλους. Γι’ αυτό ακούμε το «όλοι ίδιοι είσαστε» (δεν είμαστε, αλλά δεν πείθουμε).
Ίσως το κόμμα πιστεύει ότι με την ενσωμάτωση (που τελικά οριοθετεί την πολιτική μας), καθησυχάζει τους συντηρητικούς ψηφοφόρους. Παίζει λοιπόν το ρόλο που του έδωσε ο εχθρός, με την ελπίδα ότι δεν θα ξυπνήσουν από τον βαθύ ύπνο του lifestyle οι πολίτες που συνήθισαν, 30 χρόνια τώρα, στη διελκυστίνδα ΠΑΣΟΚ-Ν.Δ. Μην ταραχτούν αντικρίζοντας την πραγματικότητα, ότι δεν υπάρχει επιστροφή στην εποχή εκείνη. Τόσο λίγο εμπιστευόμαστε κι εμείς το λαό;
Είναι γεγονός ότι μετά από τρία χρόνια δεν είναι δυνατόν να εγκαταλείψουμε τα ΜΜΕ. Κοινό πάνελ, όμως, δεν σημαίνει και αποδοχή κοινού πλαισίου συζήτησης! Όσο βρισκόμαστε εκεί πρέπει να τους καταγγέλλουμε και όχι να τους επιτρέπουμε να μας ενσωματώνουν. Η μοναδική καταγγελία, που ανατρέπει όλο το σκηνικό, είναι ότι τα μέτρα είναι αυτοσκοπός. Έτσι θα γκρεμίζεται κάθε φορά, σε κάθε πάνελ, το οικοδόμημα της «σωτηρίας της χώρας», έτσι θα απαντάμε στο «πού θα βρείτε εσείς τα λεφτά». Δεν είναι εύκολο, αλλά οι εύκολες λύσεις απογοητεύουν το λαό και τον ωθούν στην αδράνεια και στην ανάθεση.
Συγχρόνως πρέπει να ακυρώσουμε, όσο το δυνατόν, την παντοκρατορία των ΜΜΕ. Αν θέλουμε να βγει ο λαός στο δρόμο, πρέπει πρώτα να βγούμε εμείς: Να εγκαταλείψουν οι βουλευτές μας τη «θαλπωρή» των καναλιών και να μιλάνε -σε καθημερινή βάση- σε λαϊκές συγκεντρώσεις ώστε να αποκαταστήσουν, τόσο την προσωπική επαφή όσο και την αμφίδρομη επικοινωνία με το λαό. Να συναντήσουν τον κόσμο στο δρόμο και στο καφενείο, όπως κάναμε πριν γίνουμε αξιωματική αντιπολίτευση και κερδίσαμε την εμπιστοσύνη του.

Η κινηματική τακτική μας
Εξετάσαμε πώς η διαμεσολάβηση της επικοινωνίας του κόμματος από τα ΜΜΕ και το ιδεολογικό πλαίσιο που θέτουν, στηρίζει εμμέσως τη λογική ανάθεσης. Όσο περίεργο και να φανεί, ο δεύτερος παράγοντας που προωθεί την ανάθεση είναι η ίδια η κινηματική τακτική μας: Είμαστε αγκιστρωμένοι στην προ «κρίσης» λογική και δεν καταλαβαίνουμε ότι η κυβέρνηση δεν υποχωρεί στις κινηματικές δράσεις μας, επειδή δεν διανύουμε φάση παραδοσιακού κοινοβουλευτισμού όπου το πολιτικό κόστος είχε ουσία, όταν μια ολιγοήμερη κοινωνική αναστάτωση δημιουργούσε πίεση στην κυβέρνηση.
Διανύουμε φάση ολοκληρωτικής αναδιοργάνωσης της κοινωνίας σε άλλο μοντέλο. Φάση αποδιοργάνωσης και απομείωσης δημοκρατικών δικαιωμάτων και εξάλειψης δημοκρατικών θεσμών, φάση «αποδημοκράτησης». Φάση αλλαγής του οικονομικού μοντέλου, προς την κατεύθυνση της μέγιστης μείωσης του κόστους εργασίας. Αυτά δεν γίνονται με συναινετικό τρόπο, απαιτούν βίαια σύγκρουση με την κοινωνία, για την οποία ο αντίπαλος είναι εμφανώς προετοιμασμένος.
Επομένως, όχι μόνον δεν έχουν νόημα οι ολιγοήμερες κινητοποιήσεις, αλλά αντίθετα είναι το ζητούμενο από την κυβέρνηση, είναι «βούτυρο στο ψωμί της». Μία-δύο βδομάδες αναστάτωση και μετά τα μέτρα περνάνε και πάμε για την επόμενη επίθεση. Ο λαός δίνει τη μάχη του, ουσιαστικά «ξεδίνει» και έτσι αποφεύγεται και η μεγάλη σύγκρουση. Χαρακτηριστικές είναι η διαδηλώσεις και οι απεργίες που καλεί η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ, που δείχνουν ακριβώς το συστημικό χαρακτήρα αυτών των ψευδο-αντιστάσεων.
Ο κόσμος, δεν βγαίνει στους δρόμους ακριβώς επειδή αναγνωρίζει την αναποτελεσματικότητα αυτών των κινητοποιήσεων. Έχει δίκιο όταν λέει ότι «δεν γίνεται τίποτα» με αυτές τις κινητοποιήσεις.
Αντίθετα, οι συνεχείς και ακατάπαυστες επιθέσεις σε πολλαπλά μέτωπα έχουν στόχο ο ΣΥΡΙΖΑ να μην δρα, αλλά να αντιδρά. Να μην μπορεί να ανασυνταχτεί, να τρέχει από διαδήλωση σε διαδήλωση και από απεργία σε απεργία. Αυτό όμως είναι αποτέλεσμα συνειδητής τακτικής του εχθρού, το γνωστό Δόγμα του Σοκ της Naomi Klein. Είναι δυνατόν να συνεχίζουμε να πέφτουμε στην ίδια παγίδα2 και να μη βλέπουμε την πραγματική αδυναμία του εχθρού, ώστε να στοχεύσουμε σωστά;

Οι δύο μονόδρομοι
Όλες οι επιθέσεις του εχθρού στηρίζονται στο ιδεολόγημα του μονόδρομου: «για να σωθεί η χώρα πρέπει να κάνουμε ακριβώς ό,τι μας λένε, να είμαστε καλοί ραγιάδες». Δεν είναι τυχαίο το «there is no alternative» της Thatcher. Όπως και η Thatcher, ο λόγος που δεν μπορεί να υποχωρήσει η κυβέρνηση σε καμία κινητοποίηση είναι ότι το ιδεολόγημα του μονόδρομου είναι, από τη φύση του, απολύτως άκαμπτο: οποιαδήποτε ανατροπή της κυβερνητικής πολιτικής αποτελεί ρωγμή στην αξιοπιστία του, αφού σημαίνει αποδοχή της ύπαρξης εναλλακτικού δρόμου. Αυτή είναι η αδυναμία του.
Δεν είναι απαραίτητη, λοιπόν, στην τρέχουσα συγκυρία η μετατροπή των συνδικαλιστικών αιτημάτων σε πολιτικά, για να μετατραπεί η απεργία σε πολιτική. Κάθε απεργία γίνεται αυτόματα πολιτική όταν έχει τη διάρκεια που απαιτείται ώστε να υποχωρήσει η κυβέρνηση. Γιατί τότε ο λαός θα δει ότι τελικά, υπάρχει κι άλλος δρόμος που δεν φέρνει την καταστροφή3. Θα δει ότι δεν είναι μονίμως ο χαμένος, ότι «κάτι γίνεται», κερδίζει όταν είναι ενωμένος. Θα δει επίσης ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δίκιο όταν ζητάει από το λαό να αντισταθεί. Ότι σωστά παροτρύνει σε συσπείρωση κι αγώνα, ότι αυτά δεν είναι λόγια του αέρα, είναι λόγια αντίστασης. Ότι τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι συστημικό κόμμα.
Στόχος μας λοιπόν πρέπει να είναι η στήριξη απεργιών όπου είτε έχουμε δύναμη, ή η αντίσταση είναι αυτονόητη γιατί οι εργαζόμενοι αναγνωρίζουν το δικό τους μονόδρομο, την αντίσταση. Παράδειγμα οι διοικητικοί υπάλληλοι των Πανεπιστημίων και οι γιατροί του ΕΟΠΥΥ4. Πρέπει να στηρίξουμε με όλα τα μέσα τις απεργίες που έχουν μαζικότητα και μαχητικότητα, για να έχουν τη διάρκεια που απαιτείται ώστε να μετατραπούν σε πολιτικές. Με όλα τα μέσα δεν σημαίνει κοινοβουλευτική στήριξη και επισκέψεις του προέδρου στους απεργούς. Σημαίνει δίνω δυνάμεις, στέλνω τα μέλη μου για συμπαράσταση, κάνω εκδηλώσεις ενημέρωσης του λαού. Σημαίνει επίσης δημιουργία απεργιακού ταμείου, σημαίνει εκπαίδευση των απεργών στην αντίσταση, στη συλλογή χρημάτων από το λαό που στηρίζει την απεργία. Έτσι κερδίζονται οι απεργίες, όχι αφήνοντας τους απεργούς να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους.

Εν κατακλείδι
Αν θέλουμε πραγματικά να κινητοποιήσουμε το λαό, πρέπει να αλλάξουμε την πολιτική μας. Το κόμμα πρέπει να απαγκιστρωθεί από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό των ΜΜΕ, να αντιμετωπίσει την ιδεολογική ενσωμάτωση και να αντιτάξει τη δύναμή του εκεί που μειονεκτεί ο εχθρός, στο δρόμο, με καθημερινή παρουσία των βουλευτών του. Έτσι θα ακυρώσει τη λογική της ανάθεσης στο ιδεολογικό επίπεδο.
Πρέπει επίσης να αναγνωρίσει αυτό που έχει καταλάβει ο λαός, ότι με πολλές μικρές κινητοποιήσεις δεν πέφτει η κυβέρνηση. Αντίθετα, έτσι φθείρει και εξαντλεί τις δυνάμεις του χωρίς αποτέλεσμα, αφού δεν υπάρχει το πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση. Πρέπει να στηρίξει με όλα τα μέσα μεγάλες και μακρόχρονες απεργίες-συγκρούσεις που θα αναγκάσουν την κυβέρνηση να υποχωρήσει. Έτσι, από τη μία θα αναδείξει το ψεύδος του μονόδρομου και από την άλλη την αποτελεσματικότητα των κινητοποιήσεων. Έτσι θα ακυρώσει τη λογική της ανάθεσης στην πράξη.

* Ο Ιδομενέας Μανωλιτσάκης είναι μέλος της Ο.Μ. ΣΥΡΙΖΑ Αμπελοκήπων

1. Βλ. και σχετικό άρθρο Τελικά τα μέτρα πέτυχαν ή απέτυχαν; στο https://rproject.gr/article/telika-ta-metra-petyhan-i-apetyhan
2. Δεν προτείνω να εγκαταλείψουμε την καθημερινή δουλειά του κόμματος στα πολλά μικρά, τοπικά μέτωπα. Η δουλειά μας εκεί θα μας δώσει το έρεισμα στην κοινωνία, τη στήριξη που χρειαζόμαστε για να ανατρέψουμε την κυβέρνηση και να κυβερνήσουμε. Δεν επαρκεί όμως, γιατί θα στηρίξει αλλά δεν θα φέρει την ανατροπή. Ανατροπή μπορούν να φέρουν μόνον μεγάλα κεντρικά γεγονότα.
3. Ας μην ξεχνάμε εδώ και τον παράγοντα τρόικα: Μια αποτυχία της κυβέρνησης θα αναδείξει την ανικανότητά της ως εντολοδόχου και θα δημιουργήσει ρωγμές στο μπλοκ του μεγάλου κεφαλαίου.
4. Δεν είναι δυνατόν να γνωρίζουμε και να επιλέγουμε a priori να στηρίξουμε μόνον τις απεργίες αυτές. Το εντυπωσιακό όμως είναι ότι μέχρι στιγμής, δεν έχουμε δώσει συστηματική στήριξη σε καμία τέτοια απεργία, σκορπίζοντας τις δυνάμεις μας χωρίς προτεραιότητα.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!