Νέα «μεταρρύθμιση» της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας στην κατεύθυνση της διάλυσης. Του Βασίλη Καφετζόπουλου
Την Τετάρτη ξεκίνησε στη Βουλή η συζήτηση για την αναδιάρθρωση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ), μεταρρύθμιση που προβλέπεται να αρχίσει να υλοποιείται από 1ης Ιανουαρίου 2014. Η ταυτότητα των βασικών συντελεστών δεν επιφυλάσσει καμία έκπληξη: Από τη μία πλευρά η Task Force του Ράιχενμπαχ με τη συμβολή διεθνώς αγνώστων ξένων καθηγητών, κι από την άλλη το βαθύ ΠΑΣΟΚικό σύστημα εγχώριων καθηγητών.
Οι δύο προτάσεις που προέκυψαν από τους δύο συντελεστές έχουν διαφορές αλλά ομονοούν σε βασικά σημεία, όπως επισήμανε και ο υπουργός Υγείας Άδ. Γεωργιάδης.
Σκοπός των μελετών αυτών είναι (ξανά) η αλλαγή του συστήματος Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, μια και είναι πλέον φανερό ότι ο προσφάτως συσταθείς ΕΟΠΥΥ δεν έχει καμία απολύτως βιωσιμότητα. Εξάλλου, ήταν από την πρώτη στιγμή φανερό πως αυτός ο οργανισμός είναι απλώς μία από τις πράξεις διάλυσης του δημόσιου συστήματος Υγείας και του ασφαλιστικού συστήματος. Τώρα, προτείνεται η δημιουργία ενός νέου οργανισμού στη θέση του ΕΟΠΥΥ, μια γνωμοδότηση που όμως αφήνει πολλά να αποφασιστούν στο μέλλον.
Όπως προκύπτει από τις δύο προτάσεις:
• Παρά την παραδοχή για υποστελέχωση των δομών πρωτοβάθμιας υγείας και περίθαλψης, προτείνεται η περαιτέρω αποδυνάμωσή τους. Σημείο τομής, η επιβολή του μέτρου της κινητικότητας και στον τομέα της υγείας.
• Δεν υπάρχει κανένα σχέδιο και μεθοδολογία. Η τακτική παραμένει αυτή της συνεχούς περικοπής, μέχρι να βγουν τα νούμερα. Στη θέση ενός θνησιγενούς οργανισμού, του ΕΟΠΥΥ, δημιουργείται ένας νέος, μικρότερος, πιο φθηνός, πιθανώς ιδιωτικού δικαίου, με λιγότερο προσωπικό. Μέχρι να χρειαστούν και νέες περικοπές, οπότε θα περιοριστεί κι άλλο. Όλα αυτά, παρά τη διαπίστωση για χαμηλή χρηματοδότηση της ΠΦΥ, πολύ κάτω από το μέσο όρο ΟΟΣΑ και Ε.Ε.
• Δεν επιχειρείται να υποστηριχθεί η επιχειρηματολογία με πραγματικά δεδομένα. Κανείς δεν γνωρίζει πόσοι γενικοί γιατροί, καρδιολόγοι, νευρολόγοι κ.λπ. χρειάζονται ανά 10.000 κατοίκους στην ελληνική επικράτεια, ούτε έχει ενδιαφερθεί να μάθει. Οι υπολογισμοί γίνονται με γενικεύσεις και με γνώμονα τη μείωση του κόστους και μόνο.
• Τη στιγμή που χρειάζεται επένδυση σε έναν κλάδο που είναι η πρώτη γραμμή στην Υγεία, ειδικά με την υποβάθμιση των νοσοκομείων, δεν υπάρχει καμία απολύτως πρόβλεψη για όσους δεν έχουν ασφάλιση. Μάλλον περισσεύουν…
• Ο θεσμός του ιδιωτικού ιατρείου γενικεύεται και γίνεται ο κανόνας για τους γιατρούς όλων των δομών. Από την πολυετή εφαρμογή του στο πρώην ΙΚΑ είναι δεδομένο ότι με τον τρόπο αυτό σαμποτάρεται ποικιλοτρόπως το Δημόσιο προς όφελος της λειτουργίας των ιδιωτικών ιατρείων.
Σε συνδυασμό με την παντελή απουσία πρόβλεψης για παρακλινικές και εργαστηριακές εξετάσεις (αφήνοντας ορθάνοιχτη πόρτα για ιδιωτικά συμφέροντα), ο δημόσιος χαρακτήρας του συστήματος Υγείας αμφισβητείται πλέον ανοιχτά. Εξάλλου, αναφέρεται ρητώς η «αναγκαιότητα» ιδιωτικών κέντρων για μικροεπεμβάσεις και άλλες ιατρικές πράξεις.
• Ενώ προτείνεται η πλήρης απασχόληση των γιατρών (με εξευτελιστικούς μισθούς και εξουθενωτικά ωράρια) δεν αναφέρεται καθόλου το εργασιακό τους καθεστώς. Ταυτόχρονα με αυτό, εισάγονται ιδιώτες γιατροί μέσα στο δημόσιο σύστημα.
• Εισάγεται και στην ΠΦΥ η έννοια των κλειστών προϋπολογισμών, καθιστώντας τα Κέντρα Υγείας όχι Παρόχους Υπηρεσιών Υγείας, αλλά ξεφεύγοντας από την ουσία της περίθαλψης και κυνηγώντας τη μείωση του κόστους… με κάθε κόστος.
• Το εισιτήριο για το νοσοκομείο γενικεύεται: Η παραπομπή σε πιο εξειδικευμένη δομή απαιτεί γνωμάτευση (το οποίο από μόνο του δεν είναι απαραίτητα κακό) αλλά η αναγκαστική παραπομπή εγείρει ερωτηματικά επιστημονικά, όπως και οικονομικά: Πόσο θα κοστίζει η παραπομπή από γενικό σε ειδικό γιατρό και η εισαγωγή στο νοσοκομείο; Θα υπάρχει κάποια προσφορά 2+1 δώρο;
Οι προτάσεις αυτές (που αναδεικνύουν αδυναμία χάραξης μιας εθνικής πολιτικής που θα υποστηρίξει ένα δημόσιο σύστημα Υγείας και ασφάλισης, θα χρηματοδοτήσει την ΠΦΥ, θα δώσει κίνητρα στους επαγγελματίες Υγείας και στους πολίτες να την στηρίξουν) ακολουθούν το μνημονιακό μοτίβο της ελαχιστοποίησης του κόστους, της καταστροφής με σωσίβιο τον ιδιώτη, για όποιον αντέχει. Αδυνατούν να καταγράψουν σε έναν εθνικό χάρτη Υγείας πραγματικές πληθυσμιακές ανάγκες υγείας και δυνατότητες από τους επαγγελματίες. Σπρώχνουν νέους υγειονομικούς ακόμη περισσότερο στη μετανάστευση, αφού στερούν συνεχώς δυνατότητες εργασίας.
Δεν είναι περίεργο ότι αυτές οι προτάσεις βρήκαν κάθετα αντίθετους Ιατρικούς Συλλόγους, Ενώσεις Ιατρών, τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο αλλά και κινήσεις ασθενών, εστιάζοντας κυρίως σε εργασιακά θέματα, αλλά ταυτόχρονα θεωρώντας ότι αυτές οι προτάσεις αυξάνουν το συνολικό κόστος του συστήματος και ευνοούν παρά αποτρέπουν τη διαπλοκή.