Οι ασύμβατες επιδιώξεις των μεγάλων και περιφερειακών παικτών θα παρατείνουν τη σύγκρουση

του Σωτήρη Ρούσσου*

 

Το Ισλαμικό Κράτος εκμεταλλεύθηκε αριστοτεχνικά τις αδυναμίες στη συγκρότηση εθνών-κρατών στη Μέση Ανατολή, αλλά σήμερα βρίσκεται στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα μέλη του (όπως και το πολιτικο-ιδεολογικό του υπόδειγμα) θα εξαερωθούν μετά τη στρατιωτική του ήττα στη Συρία και το Ιράκ. Πιθανά θα μετακινηθούν είτε σε άλλα εύθραυστα αραβικά κράτη είτε σε περιοχές όπως η Υποσαχάρια Αφρική και η Νότια Ασία

Οι τρομοκρατικές επιθέσεις στις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις έχουν τα τελευταία δύο περίπου χρόνια στρέψει την προσοχή της δυτικής κοινής γνώμης στην αντιμετώπιση του «Ισλαμικού Κράτους» (ΙΚ). Την ίδια περίοδο μάλιστα η εκλογή του Προέδρου Τραμπ και η προσήλωση της διοίκησής του στην καταστροφή της οργάνωσης αυτής έκανε όλους τους περιφερειακούς συμμάχους των ΗΠΑ να στραφούν χωρίς ενδοιασμούς ή κρυφές σκέψεις εναντίον του ΙΚ. Σήμερα είναι πλέον φανερό ότι το ΙΚ βρίσκεται στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Θα χρειαστούν βέβαια κάποιοι μήνες για να εκκαθαριστεί η Μοσούλη και το προπύργιό του, η Ράκκα, αλλά το βασικό ερώτημα που εγείρεται είναι τι θα γίνει μετά. Η πτώση του ΙΚ θα σημάνει την επίλυση του συριακού προβλήματος, ή θα περάσουμε σε μια νέα φάση κλιμάκωσης των εχθροπραξιών, με αποτέλεσμα τον de facto διαμελισμό της Συρίας;

Ισραηλινοί αναλυτές, όπως ο Ούντι Ντέκελ, έχουν υποστηρίξει ότι υπάρχουν δύο βασικές και ασύμβατες μεταξύ τους επιδιώξεις για το τέλος του παιχνιδιού στη Συρία. Η πρώτη είναι η επιδίωξη του Ιράν και της Χεζμπολά να διατηρήσουν τον έλεγχο ενός οριζόντιου (ανατολή-δύση), θα λέγαμε, άξονα, ο οποίος ξεκινά από τα συρο-ιρακινά σύνορα στα ανατολικά και διατρέχει μια ζώνη μέχρι το συρο-λιβανικά σύνορα και τα παράλια της Συρίας. Ο έλεγχος αυτής της ζώνης θα διατηρήσει τη συμμαχία των φιλο-ιρανικών σιιτικών δυνάμεων από την Τεχεράνη ως τη Μεσόγειο. Από την άλλη πλευρά, οι ΗΠΑ, η Σαουδική Αραβία, η Ιορδανία και το Ισραήλ επιθυμούν τον έλεγχο ενός κάθετου (βορράς-νότος) άξονα, ο οποίος θα συνδέει τη βορειοανατολική Συρία, που ελεγχόταν μέχρι σήμερα από το ΙΚ, με τα νότια σύνορα της Συρίας με το Ιράκ, την Ιορδανία και το Ισραήλ. Ο έλεγχος αυτής της ζώνης θα ακυρώσει τα σχέδια των φιλο-ιρανικών δυνάμεων που αναπτύχθηκαν παραπάνω, και θα δημιουργήσει ένα ασφυκτικό πλαίσιο, το οποίο θα οδηγήσει στην ανατροπή του ασαντικού καθεστώτος όταν βρεθεί ο κατάλληλος αντικαταστάτης. Το Τελ Αβίβ δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να αποδεχθεί την παρουσία της Χεζμπολά στην περιοχή των συνόρων του με τη Συρία, φοβούμενο το άνοιγμα ενός δεύτερου μετώπου πέραν αυτού στο νότιο Λίβανο.

 

Ο ρόλος των Κούρδων και η προσέγγιση Μόσχας και Άγκυρας με το Ιράν

Η κατάληψη του Χαλεπίου και περιοχών γύρω από τη Δαμασκό από τις φιλοασαντικές δυνάμεις και ο έλεγχος των βασικών συγκοινωνιακών αρτηριών από το καθεστώς του Άσαντ διευκολύνει το σχεδιασμό του Ιράν και των συμμάχων του. Όμως παραμένει ανοικτό το ζήτημα του ελέγχου των περιοχών της ανατολικής Συρίας, που τη συνδέουν με το Ιράκ και συντηρούν τη γραμμή επιρροής της Τεχεράνης. Εκεί ανταγωνίζονται οι δυνάμεις της κυριαρχούμενης από τους Κούρδους συμμαχίας των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων και οι φιλο-ασαντικές δυνάμεις. Δεν είναι επίσης σαφές αν οι Κούρδοι της Συρίας είναι πρόθυμοι να αποτελέσουν το όχημα των σχεδιασμών ΗΠΑ-Σαουδικής Αραβίας-Ισραήλ εναντίον του Ιράν, προχωρώντας πολύ πέρα από τα εδάφη τους προς τη νοτιοανατολική Συρία και ίσως αργότερα και τη Δαμασκό. Με δεδομένο όμως ότι διακυβεύεται η ίδια η αυτοδιάθεσή τους, και ότι δεν έχουν κανέναν άλλο σύμμαχο στην περιοχή πλην των Αμερικανών, είναι πιθανόν να ενταχθούν πλήρως σε αυτούς τους σχεδιασμούς και να απαλλάξουν την αμερικανική κυβέρνηση από τη δύσκολη απόφαση να επέμβει με χερσαίες δυνάμεις.

Οι άλλες δύο δυνάμεις που επηρεάζουν τη συριακή σύγκρουση, η Ρωσία και η Τουρκία, δεν έχουν ιδιαίτερο συμφέρον να ενταχθούν σε κανέναν από τους δύο «άξονες». Η πρώτη δεν επιθυμεί την απίσχναση του ασαντικού στρατοπέδου, γιατί κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με ήττα της στρατηγικής της στη Συρία. Η Μόσχα, πέρα από στρατιωτικο-πολιτικά ερείσματα στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μεσοποταμία, προσδοκά να αλλάξει τον τρόπο που παίρνονται μείζονες αποφάσεις για την παγκόσμια ασφάλεια, και να αποδείξει ότι ο καιρός της αμερικανικής μονοκρατορίας και των μονομερών επεμβάσεων έχει παρέλθει. Συνεπώς, δεν θα επιτρέψει την ασφυξία του ασαντικού καθεστώτος από τη συμμαχία ΗΠΑ, Σαουδικής Αραβίας και Ισραήλ. Η Τουρκία, από την άλλη πλευρά, κατανοεί ότι, αν οι Κούρδοι συνεχίσουν τη νικηφόρα πορεία τους και αποδειχθούν αναντικατάστατος στρατιωτικός εταίρος για την Ουάσιγκτον και τους συμμάχους της, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποφύγει τη δημιουργία ενός αντιγράφου του Ιρακινού Κουρδιστάν στα ευαίσθητα τουρκο-συριακά σύνορα.

Οι παραπάνω ευαισθησίες φέρνουν την Τουρκία και τη Ρωσία εγγύτερα στην Τεχεράνη. Πρόκειται για προσέγγιση μάλλον συγκυριακή και ευκαιριακή, ιδιαίτερα μετά την υποστήριξη της Τουρκίας προς το Κατάρ και την προστασία του από τυχόν σαουδαραβική στρατιωτική επέμβαση. Εάν η Ουάσιγκτον μπορούσε να εγγυηθεί στη μεν Μόσχα μια βάση έντιμου συμβιβασμού για το ασαντικό καθεστώς, στη δε Άγκυρα ότι δεν πρόκειται να έχει ένα οιονεί κουρδικό κράτος/βάση για το ΡΚΚ στα σύνορά της, τότε η Ρωσία και η Τουρκία δεν θα είχαν κανένα λόγο να υποστηρίξουν τα περιφερειακά σχέδια του φιλο-ιρανικού στρατοπέδου.

 

Δύο ακόμη ζητήματα που επηρεάζουν τη σύγκρουση

Τους σχεδιασμούς αυτούς για την κρίση στη Συρία και τη συνακόλουθη σύγκρουση στο Ιράκ επηρεάζουν δύο ζητήματα, που αφορούν τη συγκρότηση του έθνους-κράτους στη Μέση Ανατολή. Πρώτον, το έθνος-κράτος απεδείχθη ιδιαίτερα ευάλωτο απέναντι σε υβριδικές οργανώσεις όπως το Ισλαμικό Κράτος, το οποίο είχε την ίδια στιγμή τρία χαρακτηριστικά: πρώτον, ένοπλου μη κρατικού δρώντα, δεύτερον, κράτους με αναφορά σε κυριαρχία και εδαφική επικράτεια και, τρίτον, υπερεθνικού ιδεολογικού ρεύματος. Τα μέλη του ΙΚ, και κυρίως το πολιτικο-ιδεολογικό του υπόδειγμα, δεν θα εξαερωθούν μετά τη στρατιωτική του ήττα στη Συρία και το Ιράκ. Είναι πολύ πιθανό να μετακινηθούν σε περιοχές όπου το έθνος-κράτος είναι το ίδιο εύθραυστο ή σε κατάρρευση, όπως η Υεμένη, η Λιβύη ή περιοχές όπως η Υποσαχάρια Αφρική και η Νότια Ασία. Είναι επίσης πιθανό να δούμε μεταμορφώσεις και μετασχηματισμούς των σουνιτικών τζιχαντιστικών οργανώσεων στη Συρία, που θα απορροφήσουν ανθρώπους και ιδέες του ΙΚ.

Το δεύτερο ζήτημα που συνήθως ξεχνούμε είναι πως η κυρίως Μέση Ανατολή, αυτό που Βρετανοί ιστορικοί αποκαλούσαν Δυτική Ασία, είναι μια σιιτική περιοχή. Από τα σύνορα του Πακιστάν ως το Λίβανο ζουν σήμερα περίπου 100 εκατομμύρια σιίτες και μόνο 30 εκατομμύρια σουνίτες μουσουλμάνοι. Λόγω της Οθωμανικής κατάκτησης και του τρόπου συγκρότησης των αραβικών εθνών-κρατών, οι σιίτες παρέμειναν στο περιθώριο της πολιτικής εξουσίας ακόμη και όταν είχαν οικονομική δύναμη, όπως οι μεγάλοι σιίτες γαιοκτήμονες στο Ιράκ. Έτσι οι σιίτες αντιλαμβάνονταν τον εαυτό τους ως υποτελή ομάδα και προσπαθούσαν να ανατρέψουν αυτήν την ανισότητα αποποιούμενοι τη θρησκευτική σιιτική ταυτότητα, εντασσόμενοι είτε στα κομμουνιστικά κόμματα (Ιράκ) είτε στο εθνικιστικό Μπάαθ (Αλαουίτες στη Συρία). Η ιρανική επανάσταση άνοιξε ένα δρόμο χειραφέτησης για τους σιίτες, με λάβαρο το σιιτισμό ως επαναστατική ιδεολογία. Σήμερα βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι αυτού του δρόμου.

 

* Αναπληρωτής Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και υπεύθυνος του Κέντρου Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών, www.cemmis.edu.gr

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!