Ο Νίκος Αραπάκης με τον «Αμερικάνο» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Τόπος» δεν μας παρουσιάζει μόνο ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον μυθιστόρημα, αλλά μας ταξιδεύει σε σχετικά άγνωστα μονοπάτια της ιστορίας.

Ήρωάς του είναι ένας νεαρός μουσουλμάνος της Κρήτης, ο Ισμαήλ. Γιος μεγαλοκτηματία διώκεται για ένα έγκλημα και αναγκάζεται να αλλάξει ταυτότητα, να πάρει ελληνικό όνομα, να καταφύγει αρχικά στην Πάτρα και μετά στις Ηνωμένες Πολιτείες. Έχει αποκτήσει σημαντική μόρφωση χάρη σε έναν Ιρλανδό δάσκαλο και έτσι είναι από τους λίγους μετανάστες που φθάνουν στην υποτιθέμενη «Γη της Επαγγελίας», γνωρίζοντας πολύ καλά τη γλώσσα.

Είναι η εποχή των αγώνων της Ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα, που αποδίδει γλαφυρά ο συγγραφέας στο πρώτο μέρος του βιβλίου, αλλά και της συνδικαλιστικής αφύπνισης των Ελλήνων εργατών στις ΗΠΑ, που μέχρι τότε λειτουργούσαν συχνά ως απεργοσπάστες.

Ο Ισμαήλ, εμφανιζόμενος πια ως Έλληνας, με διαφορετικό όνομα θα δώσει το παρόν στους εργατικούς αγώνες και θα έρθει σε επαφή με εμβληματικές μορφές του κινήματος. Θα πληρώσει βαρύτατο τίμημα για τις επιλογές του, χωρίς να το βάζει κάτω.

Ο αγώνας των ανθρακωρύχων και η μεγάλη τους απεργία παρουσιάζονται με τρόπο μοναδικό. Ζούμε πραγματικά την εποχή και τις συνθήκες του δύσκολου αγώνα, που θυμίζει τα μεγάλα μυθιστορήματα όπως είναι το «Ζερμινάλ» του Εμίλ Ζολά.

Δεν μπορεί να κάνει κανείς παρά μόνο πικρές σκέψεις για τη σημερινή κατάντια του «συνδικαλισμού», όταν βλέπει κανείς με τι τέρατα πάλεψαν κάποτε και πόσες θυσίες έγιναν για να πετύχουν οι αγωνιστές όλα αυτά που σήμερα ανατρέπονται μεθοδικά από τους νεοφιλελεύθερους…

 

Συνέντευξη στον Κώστα Στοφόρο

 

Τι ήταν αυτό που σας έκανε να διαλέξετε ως βασικό σας ήρωα έναν μουσουλμάνο της Κρήτης;
Ο βασικός λόγος ήταν ότι ήθελα για κεντρικό ήρωα έναν άνθρωπο ο οποίος θα γνωρίζει τους Έλληνες, θα έχει ζήσει μαζί τους αλλά ταυτόχρονα δεν θα είναι ένας από αυτούς. Ήθελα η ματιά του να είναι κατά κάποιο τρόπο ανεξάρτητη. Να μπορεί να κρίνει τα όσα συμβαίνουν έξω από εθνικές ή θρησκευτικές συμπάθειες. Ο Ισμαήλ δεν είναι ούτε μουσουλμάνος και Τούρκος, ούτε χριστιανός και Έλληνας. Είναι κατά κύριο λόγο δημιούργημα του δασκάλου του, του Ίαν, ο οποίος τον προόριζε για πολίτη του κόσμου.

 

Υπάρχουν πολλά πραγματικά πρόσωπα ως πρωταγωνιστές στο μυθιστόρημά σας. Πού τελειώνει η μυθοπλασία και αρχίζει η ιστορία;
Η ιστορία δείχνει τον δρόμο, η μυθοπλασία τον ακολουθεί. Στην πορεία όμως, τα όρια είναι δυσδιάκριτα. Ιστορία και μυθοπλασία ανακατεύονται για να προκύψει το μυθιστόρημα. Το καλό με τα πραγματικά πρόσωπα είναι ότι έχεις έτοιμους χαρακτήρες και δεν χρειάζεται να τους χτίσεις από την αρχή. Προσθέτεις πινελιές, κάνεις μικρές παρεμβάσεις και τους εντάσσεις σ’ αυτό που θέλεις να φτιάξεις. Κάποτε, ο αείμνηστος Στρατής Χαβιαράς, μου είχε πει ότι όταν χρησιμοποιείς ένα πραγματικό πρόσωπο οφείλεις να το σεβαστείς. Αυτό προσπάθησα να κάνω. Αντιμετώπισα τα πραγματικά πρόσωπα με σεβασμό και προσπάθησα να στηρίξω τους χαρακτήρες τους στα πραγματικά περιστατικά. Από την άλλη βέβαια, εφόσον μιλάμε για μυθιστόρημα και όχι για ιστορικό πόνημα, το κυρίως ζητούμενο ήταν να εμφανίσω ενδιαφέροντες χαρακτήρες. Πάντως, έχω την αίσθηση ότι, αν κάποιο από τα πραγματικά πρόσωπα του βιβλίου συναντούσε τη μυθιστορηματική του μορφή, δεν θα έβλεπε κάποιον άγνωστο. Σε κάθε περίπτωση, η μυθοπλασία έχει τον πρώτο λόγο. Τα πραγματικά πρόσωπα και περιστατικά βοηθούν στην αληθοφάνεια, αλλά η επιτυχία της προσπάθειας αφορά στο επιτυχημένο πάντρεμα του πραγματικού με το φανταστικό.

Οι εργαζόμενοι συνδικαλίζονται διότι αντιλαμβάνονται ότι το επιχείρημα “ένας πολυεκατομμυριούχος και ένα εργαζόμενος μπορούν να διαπραγματευτούν επί ίσοις όροις” είναι ανέκδοτο. Κακόγουστο ανέκδοτο

Από πού αντλήσατε υλικό; Ποιες ήταν οι βασικές σας πηγές;
Όταν αποφάσισα να ασχοληθώ για πρώτη φορά με το ζήτημα απογοητεύτηκα. Τόσο η βιβλιογραφία, όσο και οι πηγές ήταν ελάχιστες. Γενικώς, το ζήτημα των Ελλήνων μεταναστών στην Αμερική δεν έχει απασχολήσει ούτε τους λογοτέχνες ούτε τους ιστορικούς. Με πολύ κόπο και πολλή προσπάθεια κατάφερα να εντοπίσω κάποια πράγματα. Τολμώ να πω ότι αυτή ήταν η πρώτη φορά που έκανα πραγματική έρευνα. Κάπως έτσι ανακάλυψα τις πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες, την ψηφιακή βιβλιοθήκη της βουλής, το εθνικό αρχείο διδακτορικών διατριβών. Αυτά, σε συνδυασμό με διάφορα βιβλία τα οποία ανακάλυψα σιγά σιγά, καθώς και με ατελείωτες ώρες ψάξιμο στο ίντερνετ με βοήθησαν να αποκτήσω μια εικόνα της εποχής. Το τελευταίο κομμάτι, αυτό που αναφέρεται στη μεγάλη απεργία των ανθρακωρύχων στο Κολοράντο και τον Λούις Τίκας, είναι βασισμένο κατά κύριο λόγο στο βιβλίο του Ελληνοαμερικανού Ζήση Παπανικόλα «Αμοιρολόιτος – ο Λούις Τίκας και η σφαγή στο Λάντλοου». Ο Παπανικόλας είναι ο μόνος που έκανε έρευνα για τον Τίκας, κι αυτό κάνει το βιβλίο του μοναδικό. Επίσης, τεράστια βοήθεια ήταν και η διδακτορική διατριβή του Γιάννη Παπαδόπουλου «Η μετανάστευση από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στην Αμερική (19ος αιώνας-1923): οι ελληνικές κοινότητες της Αμερικής και η αλυτρωτική πολιτική της Ελλάδας». Επειδή τους ανθρώπους θεωρώ απίθανο να τους συναντήσω, αισθάνομαι την ανάγκη να τους ευχαριστήσω δημόσια. Χωρίς να θέλω να αδικήσω άλλους ανθρώπους που έγραψαν σχετικά, η συνεισφορά των δυο ήταν καθοριστική. Χωρίς αυτούς, «ο Αμερικάνος» θα ήταν δύσκολο να γραφτεί.

Διαβάζοντας σκεφτόμουν πόσο διαφορετικό ήταν το εργατικό κίνημα εκείνης της εποχής. Πόσο πιο δυναμικό, ενώ ο αντίπαλος κατέφευγε και στα πιο βίαια μέσα. Δεν είναι λίγο απογοητευτική η σημερινή εικόνα του συνδικαλισμού;
Είναι αλήθεια ότι σήμερα ο συνδικαλισμός βρίσκεται σε παρακμή. Οι λόγοι είναι πολλοί και δεν μπορούμε να τους αναλύσουμε εδώ. Πάντως, τον συνδικαλισμό δεν μπορούμε να τον δούμε αποκομμένο από όσα βιώνουμε σήμερα. Ζούμε στην εποχή της «ατομικής ευθύνης». Η συλλογικότητα, κατ’ επέκταση και ο συνδικαλισμός, βρίσκεται υπό διωγμό. Θέλουν να μας αντιμετωπίζουν μόνους μας και όχι οργανωμένους. Τους είναι πιο βολικό. Από την άλλη, οφείλω να υπενθυμίσω ότι τον συνδικαλισμό τον γέννησε η ίδια η ζωή. Δημιουργήθηκε για να απαντήσει στις άθλιες συνθήκες εργασίας που βίωναν οι εργαζόμενοι. Τούτο σημαίνει πως, κατά την εκτίμησή μου, σύντομα θα τον βρουν πάλι μπροστά τους, διότι οι συνθήκες για τους εργαζόμενους γίνονται ολοένα και χειρότερες. Μικρά μεροκάματα, κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, ελαστικό ωράριο και πολλά παρόμοια μέτρα, που υποτίθεται ότι προωθούν την ανάπτυξη, αλλά στην πραγματικότητα το μόνο που καταφέρνουν είναι να κάνουν δύσκολη τη ζωή των εργαζομένων. Ήδη στις ΗΠΑ, που ο συνδικαλισμός είχε απαξιωθεί εντελώς για πολλά χρόνια, γίνονται πολλές προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση. Οι εργαζόμενοι συνδικαλίζονται διότι αντιλαμβάνονται ότι το επιχείρημα «ένας πολυεκατομμυριούχος και ένα εργαζόμενος μπορούν να διαπραγματευτούν επί ίσοις όροις» είναι ανέκδοτο. Κακόγουστο ανέκδοτο.

 

Να περιμένουμε και συνέχεια; Άφησε νομίζω ανοικτά θέματα το βιβλίο.
Φιλοδοξία μου είναι «ο Αμερικάνος» να γίνει το πρώτο μέρος μιας τριλογίας, η οποία θα ξεκινά γύρω στο 1900 και θα καταλήγει γύρω στο 1950. Στο επόμενο βιβλίο, ο Ισμαήλ θα βρεθεί στην επαναστατημένη Ρωσία και θα ζήσει από πρώτο χέρι την Οκτωβριανή επανάσταση. Ο στόχος μου είναι διπλός: αφενός να παρουσιάσω τα πολύ σημαντικά γεγονότα της περιόδου, αφετέρου να τα συνδυάσω με την Ελλάδα. Όπου, δηλαδή, τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα ακουμπάνε την Ελλάδα θα προσπαθήσω να τα εντάξω στο μυθιστόρημα. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το εκστρατευτικό σώμα που έστειλε ο Βενιζέλος στην Ουκρανία για να καταπνίξει την επανάσταση των Μπολσεβίκων. Ζήτημα γνωστό σε γενικές γραμμές, αλλά πολύ λιγότερο αναλυμένο από όσο του αξίζει.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!