του Γιάννη Σχίζα

Η κατασκευή και λειτουργία μιας μεγάλης εξέδρας στο Γκραντ Κάνυον, στο διασημότερο ίσως φαράγγι του κόσμου, κάνει εδώ και χρόνια τον γύρο της διεθνούς τουριστικής αγοράς και αποτελεί πρώτο στοιχείο της τουριστικής ατραξιόν του χώρου.

Αυτό το διάφανο «skywalk», πραγματική «βόλτα στον ουρανό» σε ύψος 1.220 μέτρων και «άκρον άωτο» της πρόκλησης για τους «ακροφοβικούς», επιτρέπει στον παρατηρητή να επιθεωρεί τους εντυπωσιακούς γεωσχηματισμούς της Αριζόνα. Ο χώρος παραπέμπει τον «συμβατικό» τουρίστα σε κάτι από τις άγριες στιγμές του West, σε φαντασιώσεις για άγριους Ινδιάνους και τραχιές καουμπόικες φυσιογνωμίες – όπως αυτές που αποδόθηκαν με τις μορφές του Μπαρτ Λάνκαστερ ή του Λη Βαν Κλιφ. Όμως απέναντι στους ανθρώπους κάποιας παιδείας και ευαισθησίας, το Γκραντ Κάνυον είναι πρωτίστως μνημείο της κοσμογένεσης: Είναι η ζωντανή περίληψη ενός γεωλογικού αφηγήματος που εκλύει τη μεγαλοσύνη του κόσμου, που δηλώνει τη μικρότητα της ανθρώπινης ιστορίας μπροστά στη γεωιστορία. Είναι μια έμμεση αλλά σαφής υπαρξιακή ώθηση προς τον καθένα για την απόλαυση της ενεστώσας ζωής – διά μέσου της «υπόμνησης» της μεταβατικότητας κάθε ιστορίας…

Στην Αμερική και όχι μόνο, η τουριστική βιομηχανία αποβλέπει σε μια αυξημένη ζήτηση των «πακέτων» της μέσα από την προώθηση διαφόρων «αξιοθέατων» και «αξιοπερίεργων», χωρίς να προβληματίζεται για την καλλιτεχνική ποιότητα των «σκηνικών» που διαμορφώνει

Φαράγγι, που τα έχει όλα

Το φαράγγι είναι παρατηρήσιμο από διάφορες οπτικές γωνίες, μεταξύ των οποίων και από αυτήν της αεροπορίας: Για τους ενδιαφερόμενους, οργανώνονται πτήσεις ελικοπτέρων και αεροπλάνων, που αποδίδουν μαγευτικές κατόψεις και μια περιεκτική θέα της περιοχής. Υπάρχουν σάιτ με πληροφορίες «να φαν κι οι κότες» – που τα έχουν όλα, που αναφέρονται σε οδοιπορικές και άλλες οδεύσεις, προς το φαράγγι, αλλά και υπέρ και υπό την οροφή του φαραγγιού, σε ποταμίσια νερά κατάλληλα για ράφτινγκ. Υπάρχουν τα πάντα σχετικά με το φαράγγι! Και ενώ έχουν έτσι τα πράγματα, πολλοί αναρωτούνται για τη χρησιμότητα μιας σταθερής εγκατάστασης. Για το νόημα μιας κατασκευής που εμβάλλει στο σώμα της φύσης μια δομή παράταιρη, απαράδεκτα νεωτεριστική, υπονομευτική του καλλιτεχνικού και υπαρξιακού στοχασμού που αναδεύει ο χώρος. Ανάμεσα σε αυτούς τους πολλούς περιλαμβάνονται οικολόγοι αλλά και κάποιοι εγχώριοι Ινδιάνοι, της φυλής των Χουαλαπάι, που διαβλέπουν μιαν ανεπιθύμητη εξέλιξη στη μορφή και στη λειτουργία του χώρου. Όσον αφορά τους υπόλοιπους Ινδιάνους, αυτοί μάλλον ενδίδουν στην υπόσχεση της τοπικής ανάπτυξης μέσα από την «ατραξιόν» του skywalk…

 

Το πηγαίνειν οπουδήποτε παντοιοτρόπως

Στην Αμερική και όχι μόνο, η τουριστική βιομηχανία αποβλέπει σε μια αυξημένη ζήτηση των «πακέτων» της μέσα από την προώθηση διαφόρων «αξιοθέατων» και «αξιοπερίεργων», χωρίς να προβληματίζεται για την καλλιτεχνική ποιότητα των «σκηνικών» που διαμορφώνει: Θεωρώντας τη φύση σαν παθητικό ντεκόρ, επιδεκτικό οποιωνδήποτε τροποποιήσεων και αλλαγών. Κι ακόμη ανοίγοντας οδεύσεις άνευ νοήματος, επίγειες και υπέργειες, ενθαρρύνοντας το «πηγαίνειν οπουδήποτε παντοιοτρόπως». Αγνοώντας ότι το «πηγαίνειν» με σκοπό την παρατήρηση επιδρά συχνότατα στο παρατηρούμενο αντικείμενο, όπως στην πυρηνική φυσική, όπου η παρατήρηση τροποποιεί την κατάσταση των παρατηρούμενων μικροσωματιδίων. Ο τουρίστας που καλείται να φθάσει μέχρι τη φωλιά της αρκούδας, παραγνωρίζει το ότι η προσέγγιση αυτή είναι καταστρεπτική για τη διαβίωση και αναπαραγωγή του ζώου. Ο ΙΧης που μεταβαίνει αυτοκινητιστικώς ως την καρδιά του δάσους, παραγνωρίζει την υποβάθμιση του δάσους ή ακόμη και την έκπτωση της δασικής ποιότητας, διά μέσου της οδικής χάραξης και της «απαρτίωσης» του τοπίου. Ο «αεριτζής» που θέλει να στήσει τις ανεμογεννήτριές του και ανοίγει οδικό δίκτυο στις κορυφές των βουνών, παραγνωρίζει το ότι τρέπει τους πληθυσμούς των άγριων ζώων σε φυγή με το να παρεμποδίζει τις ζωτικές τους λειτουργίες.

Καρπός της παραπάνω λογικής ήταν η πρόταση για το πέρασμα της Ολυμπιακής Φλόγας από το Έβερεστ (Ελευθεροτυπία, 10/3/2007), που διαφημίστηκε από τους Κινέζους ηγέτες σαν μεγάλη υπόσχεση προς την οικονομία του Θιβέτ. Η «περαντζάδα» αυτή, στο επίπεδο των 5 χιλιομέτρων και από αυτή την άποψη πολύ κοντά στο ύψος των 8.848 μέτρων της «στέγης του κόσμου», που αποκτά εδώ νόημα μόνο ως θεαματικό γεγονός και ως «γήπεδο» του αθλητικού και πολιτικο-δημοσιογραφικού παραγοντισμού, συνεπαγόταν μια μεγάλη παρέμβαση στην υπάρχουσα ορειβατική διαδρομή. Κι ακόμη επέφερε στο στάδιο της κατασκευής της μια εξωφρενική χρήση εξοπλισμών, αχθοφόρων Σέρπας, βαρέων μηχανημάτων, «προσωπικού» με ευρύτερα καθήκοντα. Επρόκειτο για μια κανονική βολή πυροβολικού ενάντια στη μαγεία του χώρου, που γινόταν σημαντική μόνο για «τουρίστες της συμφοράς» και πολιτιστικά εξαθλιωμένους «χρήστες» του περιβάλλοντος.

 

Μια τουριστική «διείσδυση» που μπορεί να είναι βιασμός…

Τι κοινό έχουν τα τζιπ που διαφημίζονται για τις off-road επιδόσεις των και την ικανότητά τους να φτάνουν ακόμη και κοντά στις φωλιές άγριων ζώων, με τα ερπυστριοφόρα γνωστής ιαπωνικής φίρμας που ξεσαλώνουν σε χιονισμένα τοπία θρυμματίζοντας τη στοχαστική σιωπή, με τα μότο-κρος που αναίσχυντα δυναστεύουν τα μονοπάτια της Πάρνηθας, με τους τουριστικούς παράγοντες που ήθελαν προ καιρού να θεσπίσουν τη χαμηλή υπερπτήση του εθνικού δρυμού Αώου με ελικόπτερα από την Κέρκυρα; Τι κοινό έχουν όλοι αυτοί μεταξύ τους κι ακόμη με τους επιχειρηματικούς κύκλους που την τελευταία τριακονταετία επιχείρησαν δις να προωθήσουν μιαν αρχαία κιτσοειδή πόλη στον Όλυμπο; Απλούστατα, αυτοί και όχι μόνο αυτοί, αδυνατούν να αντιληφθούν ότι η προστασία των μνημείων είναι άρρηκτα δεμένη με την προστασία του περίγυρου των μνημείων, κατά πως ήθελε και η «Σύμβαση της Βενετίας» του 1965. Να καταλάβουν ότι το μνημείο του Ζογγολόπουλου για τη θυσία του Ζαλόγγου ή το μνημείο της Πύλης των Δερβενοχωρίων για τη μεγάλη αντιφασιστική μάχη του ΕΛΑΣ το 1943, δεν θα ήταν αριστουργήματα και διαρκείς υπομνήσεις του παρελθόντος, αν δεν προστατεύονταν συνολικά. Αδυνατούν να κατανοήσουν την καταστροφή που συνεπάγεται η «διείσδυση» αλλά και η «εγγύτητα» ορισμένων δραστηριοτήτων με το «σώμα» των μνημείων: Να κατανοήσουν τη σημασία της ίδιας της ενεστώσας ζωής πάνω στην μνημειακότητα.

Δηλαδή αδυνατούν, γιατί υπάρχει η δύναμη της βλακείας. Ή η «αδυναμία» στο βραχυπρόθεσμο, πολλάκις αυτο-υπονομευόμενο κέρδος…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!