Πολύς λόγος γίνεται για τις ευπαθείς ομάδες απέναντι στην πανδημία, για τους κινδύνους που διατρέχουν κυρίως οι ηλικιωμένοι, για τα δράματα που εκτυλίχθησαν στα γηροκομεία. Σωστά όλα αυτά. Την ίδια στιγμή, λίγη συζήτηση και ελάχιστο ενδιαφέρον υπάρχει για το τι προκαλεί ο εγκλεισμός, η αποστασιοποίηση, η τηλεκπαίδευση, η καθήλωση μπροστά σε μια οθόνη, μιας ολόκληρης γενιάς νέων. Ειδικά στη χώρα μας το κλείσιμο των σχολείων και των πανεπιστημίων και η επιβολή της τηλεκπαίδευσης πήραν πολύ μεγάλες διαστάσεις χωρίς να υπολογίζεται το πραγματικό κόστος στην υγεία, την ψυχική κατάσταση, τα πιο μακροπρόθεσμα αποτελέσματα (που θα τα δούμε), τα προβλήματα που δημιουργούνται μέσα στο σπίτι και πολλά άλλα.

Μιλάμε για μια γενιά νέων που κοινωνικοποιείται βασικά μέσα από τις διαδικασίες της εκπαίδευσης σε μια λεπτή φάση της ζωής τους. Η διακοπή της διαδικασίας κοινωνικοποίησης μιας γενιάς και η βίαιη «ψηφιοποίησή» της με την καθήλωση μπροστά σε μια οθόνη την οποία ονομάζουμε «σχολείο» ή «πανεπιστήμιο», δεν είναι καθόλου ουδέτερη διαδικασία.

Ελαφρά τη καρδία, ο κόσμος των ενηλίκων γενικά κατάπιε την καραμέλα πως οι χώροι της εκπαίδευσης θα ήταν εστίες διάδοσης του ιού και γι’ αυτό έπρεπε να κλείσουν. Κι αυτό σε αντίθεση με όλα τα στοιχεία που υπάρχουν ότι στα σχολεία είχαμε τους πιο χαμηλούς δείκτες μετάδοσης του Covid-19. Όταν μάλιστα σε όλες τις χώρες που κτυπήθηκαν από την πανδημία η δια ζώσης εκπαίδευση δεν διακόπηκε για τόσο μεγάλο διάστημα όσο στην χώρα μας και βρέθηκαν φόρμουλες και τρόποι να συνεχιστεί.

Ελαφρά τη καρδία, πολιτεία, κυβέρνηση, συνδικαλιστικοί φορείς, εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων αλλά και γονείς νόμισαν ότι το «Κλειστόν λόγω κορωνοιού» είναι πιο ασφαλές από το να λειτουργούσε η εκπαίδευση –με στοιχειώδη μέτρα– και προώθησαν ή επέτρεψαν ή ανέχθηκα την διαδικτυακή σύνδεση (όσων φυσικά είχαν πρόσβαση) σε μια διαδικασία που ονομάστηκε ψηφιακή εκπαίδευση. Δεν είναι η ώρα του καταλογισμού των ευθυνών αλλά υπάρχει και αυτό το ζήτημα και είναι σοβαρό. Σε αυτό το σημείωμα κύρια θα μας απασχολήσει το τι σημαίνει για μια γενιά η εγκατάλειψή της από τον κόσμο των ενηλίκων, εν μέσω παγκοσμιοποίησης της πανδημίας και πολλαπλασιασμού της επιθετικότητας των πολιτικών διαχείρισής της απέναντι στις κοινωνίες.

Εκπαίδευση και πανδημία

Τα παιδιά του σχολείου «φορτώθηκαν» με πολλές και διαφορετικές επιπτώσεις, διαβαθμισμένες ανάλογα με την ηλικία τους. Όλες όμως οι ηλικίες αντιμετώπισαν προβλήματα όπως:

α) Ατομικά-ψυχολογικά – στα οποία δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία ο κόσμος των ενηλίκων.

β) Κοινωνικοποίησης – με διαστάσεις που θα φανούν τα επόμενα χρόνια.

γ) Γνωστικά – που είναι και τα πιο αντιμετωπίσιμα.

Για τις μεγάλες τάξεις του Λυκείου τα προβλήματα ήταν αυξημένα λόγω της εφηβικής κατάστασης και της ιδιαίτερης δοκιμασίας που υποβάλλονται τα παιδιά για να εισαχθούν στα ΑΕΙ.

Πιο συγκεκριμένα, η γενιά του 2003 κτυπήθηκε πιο πολύ από άλλες γιατί οι συγκεκριμένοι έφηβοι πέρασαν το 1/3 της Β΄ λυκείου και τα 2/3 της Γ΄ λυκείου μέσα στην τηλεκπαίδευση, κλεισμένοι μέσα στο σπίτι και καθηλωμένοι στον υπολογιστή ή το κινητό. Και δεν έζησαν τίποτα από διαδικασίες και εμπειρίες που μένουν χαραγμένες στη συνείδηση και τον ψυχισμό τους μέσα από εκδρομές και ταξίδια που πραγματοποιούνται από τις τάξεις τους και τα σχολεία τους.

Η γενιά του 2003 κτυπήθηκε πολύ γιατί οι συγκεκριμένοι έφηβοι πέρασαν το 1/3 της Β΄ λυκείου και τα 2/3 της Γ΄ λυκείου μέσα στην τηλεκπαίδευση, κλεισμένοι μέσα στο σπίτι και καθηλωμένοι στον υπολογιστή ή το κινητό. Και δεν έζησαν τίποτα από διαδικασίες και εμπειρίες που μένουν χαραγμένες στη συνείδηση και τον ψυχισμό τους μέσα από εκδρομές και ταξίδια που πραγματοποιούνται από τις τάξεις τους και τα σχολεία τους

Η χρονιά του 2002 χτυπήθηκε κι αυτή αφού πέρασε το 1/3 στην τηλεκπαίδευση και στην καραντίνα ενώ παράλληλα είχε εξετάσεις για την εισαγωγή της στα ΑΕΙ. Βέβαια όσοι πέτυχαν δεν είδαν και πολύ το πανεπιστήμιο, τους χώρους του, τις άμεσες διαδικασίες του γιατί και εκεί οι «μεγάλοι» προστατεύτηκαν και προώθησαν –ξανά και πάλι– την τηλεκπαίδευση και την τηλεργασία.

Όμως η γενιά του 2003 έχει επιπρόσθετα προβλήματα: Στην πλάτη της γίνεται η μεγαλύτερη περικοπή εισακτέων και αναδιάταξη της ανώτατης εκπαίδευσης με τους νόμους της υπουργού Κεραμέως. Δεν έχει ξανασυμβεί, εδώ και 40 χρόνια, να αναγγελθεί μια αλλαγή σημαντική στον τρόπο εισαγωγής μήνα Φεβρουάριο ή Μάρτιο και να εφαρμόζεται άμεσα, την ίδια χρονιά. Ο νέος τρόπος εισαγωγής θα μειώσει τους εισακτέους κατά 10 με 25 χιλιάδες υποψήφιους. Αφού λοιπόν θα «περισσέψει» κόσμος, αυξάνεται η ροή προς την ιδιωτική εκπαίδευση (ΙΕΚ και άλλα ιδρύματα, τα οποία θα εξομοιωθούν με τα ΑΕΙ, ή μάλλον ορισμένα ΑΕΙ θα υποβαθμιστούν σε ΙΕΚ…).

Παράλληλα έγινε γνωστό ότι περίπου 30.000 εκπαιδευτικοί πρόκειται να συνταξιοδοτηθούν και οι θέσεις που θα αναπληρωθούν για να καλυφθούν αυτά τα κενά θα είναι παρά πολύ λιγότερες (κι όχι μόνιμες…) και γι’ αυτό ήδη η υπουργός Κεραμέως έχει εξαγγείλει συγχωνεύσεις σχολείων που θα λειτουργούν με λιγότερο προσωπικό.

Ενώ όλα αυτά περνάνε ευκόλως στη Βουλή χωρίς πολλές-πολλές αντιδράσεις, το ενδιαφέρον στράφηκε αποκλειστικά στο ζήτημα της αστυνομίας των ΑΕΙ. Μεγάλος θόρυβος γι’ αυτό το (σοβαρό μεν θέμα αλλά όχι αποκλειστικό και μοναδικό) τη στιγμή που η κυβέρνηση περνά νόμους και καταστάσεις που θα έπρεπε να ξεσηκώνουν όχι μόνο μαθητές και φοιτητές αλλά και γονείς και ολόκληρη την κοινωνία. Να δούμε πότε και πως θα εμφανιστεί το νέο σώμα αστυνομίας στα ΑΕΙ (είχε αναγγελθεί για τον περασμένο Απρίλιο, τώρα απλά γίνονται προσλήψεις και βλέπουμε) ενώ όλα τα άλλα μέτρα (τηλεκπαίδευση, περικοπές εισακτέων, κλείσιμο των ΑΕΙ λόγω πανδημίας, μη μετάβαση των φοιτητών στους τόπους των πανεπιστημίων κ.λπ.) ισχύουν και εφαρμόζονται. Ο δε υφυπουργός Παιδείας κ. Συρίγος συνεχίζει να αυτόγελοιοποιείται αναφέροντας το πόσο χρειάζεται η αστυνομία στα ΑΕΙ ή ότι τα ελληνικά πανεπιστήμια έχουν τάχα τη χαμηλότερη ροή προς τα πτυχία, οπότε καλό είναι που μειώνονται οι εισακτέοι.

Η «σκληρή» αντιπολίτευση ψέλλισε τέλη Μάιου το «δυναμικό»: «Να ανασταλούν οι ρυθμίσεις για φέτος». Αργά, πολύ αργά για δάκρυα…

Κανείς δεν νοιάστηκε

Στα ΜΜΕ που σπέρνουν τον φόβο και μας δείχνουν συνέχεια εντατικές και διασωληνωμένους, δεν έφτασε ποτέ η φωνή των γονιών των μικρών παιδιών. Των παιδιών που φόρεσαν μάσκα, που κλείστηκαν στο σπίτι, που δεν ξεκόλλησαν από την οθόνη με προτροπή του γονιού και με την κρατική δικαιολογία ότι έτσι γίνεται η μάθηση με τηλεκπαίδευση. Ενός κράτους που δεν νοιάστηκε για το τι προβλήματα αντιμετώπισαν και αντιμετωπίζουν και πώς τα έβγαλαν πέρα μόνοι τους, γονείς και παιδιά, μέσα στο σπίτι.

Άμα αθροιστούν όλα αυτά θα δούμε πως δεν είναι απλά ένα πρόβλημα των 100.000 υποψηφίων του 2003 – και άρα περίπου 100.000 οικογενειών. Είναι πρόβλημα μιας ολόκληρης γενιάς – από την πολύ μικρή ηλικία έως τα χρόνια της ενηλικίωσης και των πρώτων βημάτων της ένταξης της στο κοινωνικό σύνολο – και βέβαια και των οικογενειών. Εν ολίγοις είναι πρόβλημα όλης της κοινωνίας και σαν τέτοιο πρέπει να αντιμετωπιστεί.

Δεν επιτρέπεται όμως ένα τμήμα του κόσμου των ενηλίκων, αυτό που δεν ανήκει στις ελίτ της παγκοσμιοποίησης και των υπαλλήλων της (όπως ανήκουν διάφοροι υπουργοί, τα ΜΜΕ και οι κυβερνήσεις) να γίνονται παπαγαλάκια της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης και της Μεγάλης Επανεκκίνησης, της Ελλάδας 2.0, της ψηφιακής μετάβασης. Όλα αυτά είναι σλόγκαν για μια μεγάλη αναδιάρθρωση όλων των κοινωνικών σχέσεων που γνωρίσαμε μέχρι σήμερα. Αναδιάρθρωση προς το χειρότερο και το αποτέλεσμα αυτής θα το βιώσουν οι νέες γενιές. Εκτός κι αν…. κάτι κάνουμε σημαντικό πριν. Αν δεν, θα είναι λίγο να λέμε ότι κυβερνά η Ν.Δ. και αυτή φταίει για όλα… Γιατί αυτά που ζούμε προετοιμάστηκαν για πολλά χρόνια, τουλάχιστον από το 2010, και υπηρετήθηκαν από όλους όσους κυβέρνησαν μέχρι σήμερα.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!