Στιγματίζοντας την υποκρισία της ανδροπρέπειας ενός «αρσενικού» κόσμου, ο 48χρονος Τούρκος σκηνοθέτης και σεναριογράφος Εμίν Αλπέρ, στην τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία του «Μέρες Ξηρασίας», εστιάζει στη χειραγώγηση πολιτών από λαϊκιστές ηγέτες που διαιωνίζουν ρατσισμό, σεξισμό και ομοφοβία, εκφράζοντας το κλίμα ασφυξίας στη χώρα του, μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, το 2016.

Η άφιξη του νεαρού Εισαγγελέα Εμρέ (Σελαχατίν Πασαλί), στη μικρή κωμόπολη Γιανικλάρ, σε αντικατάσταση του μυστηριωδώς εξαφανισμένου προκατόχου του, πυροδοτεί πολιτική κόντρα με τον λαϊκιστή Δήμαρχο, σε προεκλογική περίοδο και ενώ εκκρεμεί δίκη εναντίον του, για την άρδευση της πόλης, σε μια περιοχή που υποφέρει από παρατεταμένη λειψυδρία. Πρώτη διένεξη ξέσπασε με το «παραδοσιακό» κυνήγι του αγριόχοιρου μέσα στην πόλη, με τον Εμρέ να αντιδρά προβάλλοντας την υπάρχουσα νομοθεσία περί απαγόρευσης πυρών σε κατοικημένες περιοχές, ενώ η πλευρά του Δημάρχου, με επικεφαλής τον γιο του, τον νταή και γόη Δικηγόρο Σαχίν (Ερόλ Μπαμπάογλου), επιμένει στη διατήρηση της πατροπαράδοτης διασκέδασης. Επιπλέον, ο Εμρέ προκαλεί τη δυσαρέσκεια των πολιτών, επειδή αντιτίθεται στην εκμετάλλευση των υπόγειων υδάτων της περιοχής, για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας, αφού σύμφωνα με τις δημοσιευμένες εκθέσεις του γεωλογικού επιμελητηρίου, στην αντιπολιτευτική εφημερίδα του γοητευτικού δημοσιογράφου Μουράτ (Εκίν Κοτς), καταδεικνύεται πως οι συχνές καθιζήσεις οφείλονται σ’ αυτή την υπερβολική άντληση. Εντωμεταξύ, ο Εμρέ βρίσκεται μυστηριωδώς μπλεγμένος σε ένα περίεργο σκάνδαλο, που αφορά στον άγριο ξυλοδαρμό και βιασμό μιας ανήλικης τσιγγανοπούλας, μετά από ένα γλέντι του Σαχίν, στο σπίτι του Δημάρχου, όπου ήταν καλεσμένος και ο ίδιος. Και ενώ η πόλη διαμαρτύρεται, εν μέσω θερμού καλοκαιριού, ο Δήμαρχος, αγνοώντας τις γεωλογικές μελέτες, μοιράζει νερό με υδροφόρες στον κόσμο, που συσσωρεύεται με μπιτόνια, σε μεγάλες ουρές. Ο Εμρέ διατάζει την σύλληψή του Σαχίν, ως ύποπτου για τον βιασμό, προκαλώντας την μήνη των καθεστωτικών, με τον Σαχίν να θέτει ανοιχτά θέμα συνενοχής του ίδιου του Εμρέ. Ωστόσο, οι πολιτικές ισορροπίες αλλάζουν δραματικά, μετά τα αποτελέσματα των εκλογών και όσοι ζήταγαν διώξεις, βρίσκονται πλέον υπό διωγμό.

Χωρισμένη στα τέσσερα κεφάλαια Γιορτή, Έρευνα, Νέες Συλλήψεις, Εκλογές, η αφηγηματική πλοκή παρουσιάζει σταδιακά την επίμαχη γιορτή, απ’ όπου προέκυψαν οι κατηγορίες και η έρευνα της υπόθεσης βιασμού, μέχρι την κρίσιμη βραδιά των εκλογών. Ωστόσο, οι λεπτομέρειες από τη βραδιά του δείπνου, που επιχειρεί να επαναφέρει στην μνήμη του ο Εμρέ, που είχε χάσει τις αισθήσεις του, σαν να τον είχαν ναρκώσει, επανέρχονται στην αφηγηματική ροή ως εμβόλιμα φλασμπάκ, μεταξύ ύπνου και εφιαλτικών αναμνήσεων, με ανετάριστα πλάνα και αργή κίνηση, διευρύνοντας στην ίδια χρονική στιγμή μια διαφορετική οπτική, που αποκαλύπτει νέα στοιχεία. Αυτή η περίπλοκη πολιτική ίντριγκα θέτει τη χειραγώγηση της σεξουαλικότητας στο επίκεντρο της εξουσίας, κρατώντας στο φόντο το οικολογικό στοιχείο ξηρασίας, λειψυδρίας και επικίνδυνων καθιζήσεων, σε μια μεταφορική διάσταση της σαθρότητας του εδάφους, ως πολιτική παραβολή για τη σύγχρονη τούρκικη κοινωνία.

Η απώλεια μνήμης του πρωταγωνιστή, μπλέκεται με κατασκευασμένες ενοχές και επανέρχεται σταδιακά, αναμειγμένη με καταπιεσμένους πόθους και επιθυμίες. Η ανετάριστη αισθητική των φλασμπάκ υποστηρίζει την αβεβαιότητα και την αμφισημία που διαπερνά ολόκληρη την ταινία. Τίποτα δεν αποσαφηνίζεται επαρκώς, γιατί η ταινία στοχεύει να φωτίσει πρωτίστως τους εξουσιαστικούς μηχανισμούς χειραγώγησης και σεξουαλικής καταπίεσης, με κυρίαρχο μοντέλο υποταγής σεξισμό, ρατσισμό και ομοφοβία. Με βασικό εργαλείο εκβιασμού τη συνενοχή, στήνονται διαρκείς παγίδες σε μια ταινία που ξεχειλίζει από υποδόριο ομοερωτισμό, έτοιμο να εκραγεί, όπως οι κρατήρες, μετά από κάθε καθίζηση.

Εύστοχα ο Αλπέρ μας εντάσσει στο μισαλλόδοξο κλίμα ομοφοβίας και ρατσισμού ήδη από τα πρώτα πλάνα, με το κυνήγι του άτυχου αγριόχοιρου εγκλωβισμένου στα στενά σοκάκια της πόλης και το πλήθος να ακολουθεί στη συνέχεια αλαλάζοντας το άψυχο κουφάρι του, πίσω από ένα τρακτέρ, θυμίζοντας αρκετά και την εισαγωγή στον «Βασιλιά» (2002/Νίκου Γραμματικού), με την περιφορά του σκοτωμένου λύκου, σε μια υπέρτατη ένδειξη ανδρείας και υπεροχής.

Αυτή η τρομακτική εισαγωγή, σε άμεσο συσχετισμό με το ανθρωποκυνηγητό στο τέλος, ταυτίζει το κυνήγι και τα πατροπαράδοτα βάρβαρα έθιμα με τον σεξισμό και την ομοφοβία της πατριαρχικής εξουσίας, υπερτονίζοντας όχι μόνο την κατατρόπωση ενός τρομαγμένου ζώου, από ένα φανατισμένο όχλο, αλλά κυρίως, μέσα από το ανατριχιαστικό πλάνο κάτοψης του αυτοκινήτου του πρωταγωνιστή, που ακολουθεί τη φαρδιά κόκκινη λουρίδα από τα ματωμένα ίχνη του άψυχου ζώου που σέρνεται.

Αντίστοιχα, λειτουργούν και οι φωτογραφίες του Δικηγόρου με τον πατέρα του, με δεκάδες στη σειρά σκοτωμένα αγριογούρουνα στα πόδια τους, όπως και οι βίαιες σκηνές των βίντεο με το κυνήγι αγριόχοιρων, που ανακαλούν τον «Κανόνα του παιχνιδιού» (1939/Ζαν Ρενουάρ).

Η μικρή κοινότητα του Γιανικλάρ αποτελεί μικρογραφία της τουρκικής κοινωνίας, δίνοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στην επαγγελματική ιδιότητα και τη θεσμική θέση του κάθε χαρακτήρα, ώστε να αποτυπωθούν ανάγλυφα οι διαπλεκόμενες σχέσεις εξουσίας. Έτσι ο Εισαγγελέας, η Δικαστής, ο Δήμαρχος, ο Δικηγόρος, ο Οδοντίατρος, ο Δημοσιογράφος, αλλά και μια τσιγγανοπούλα λειτουργούν ως κοινωνικά αρχέτυπα.

Ο κομψός και αθλητικός Εισαγγελέας Εμρέ περιφέρεται συχνά ημίγυμνος, είτε στο σπίτι του, λόγω εξουθενωτικής ζέστης, είτε στη λίμνη, όπου κολυμπάει μονάχος, προκαλώντας το αδιάκριτο βλέμμα του Μουράτ, ενός μελαχρινού κούρου, καβάλα στην μοτοσυκλέτα του. Από την άλλη, ο αρρενωπός Σαχίν, με έντονο βλέμμα και παραδοσιακό μουστάκι, εκπροσωπεί τον εξουσιαστή, με χαμόγελο μεταξύ σεξιστικής ειρωνείας και επιθετικής αυτοπεποίθησης, έχοντας στο πλευρό του τον υποτακτικό οδοντίατρο.

Παιχνίδια ερωτισμού και εξουσίας δεσπόζουν σε μια ταινία γεμάτη υπαινιγμούς, όπου κάθε λέξη περιέχει διπλό νόημα. Διαρκώς σε κατάσταση άμυνας, ο πρωταγωνιστής φυλάει τα νώτα του, όταν φήμες και προειδοποιήσεις ηχούν ως απειλές, εντείνοντας το κλίμα καχυποψίας και έμμεσου ψυχολογικού χειρισμού.

Στοιχεία του γερμανικού εξπρεσιονισμού, όπως η απροσδιόριστη σκιά πίσω από ημιδιαφανή τζαμένια πόρτα, ενισχύουν την απειλητική ατμόσφαιρα του καλοστημένου αυτού πολιτικού θρίλερ, ενώ ο Εμρέ νιώθει διαρκώς να παρακολουθείται σε μια πόλη όπου «τα νέα μαθαίνονται γρήγορα». Η τρομακτική σκηνή όπου το αμάξι του βρίσκεται περικυκλωμένο από ένα οργισμένο πλήθος και το ξαφνικό πέταγμα ενός μπιτονιού, θα μπορούσε να πυροδοτήσει άμεσο λιντσάρισμα, μεταφέρεται εύστοχα σε πλάνο κάτοψης, ώστε να γίνει αντιληπτή η αναλογία της υπεροχής του όχλου. Οι σχέσεις ισχύος εκφράζονται και από την επιλογή και τοποθέτηση των προσώπων στο κάδρο, υπογραμμίζοντας αντιπαραθέσεις και συμμαχίες, όταν για παράδειγμα ο δικηγόρος και ο οδοντίατρος βρίσκονται στο ίδιο κάδρο, σε αντιπαράθεση με τον μοναχικό Εισαγγελέα, που βρίσκεται κυρίως στο ίδιο πλάνο με τον Μουράτ.

Σε αντίθεση με τη χειμωνιάτικη ατμόσφαιρα στην προηγούμενη ταινία του Αλπέρ «Τρεις Αδερφές» (2019), η ζέστη και η λειψυδρία εδώ, ενισχύουν την αίσθηση ερημικού τοπίου, σε αντιστοιχία και με την πολιτική ίντριγκα του «Τσάινατάουν» (1974/Ρομάν Πολάνσκι), που ενέπλεκε ιδιοκτησία και διαχείριση της γης, με την πατριαρχική αντίληψη ιδιοκτησίας του σώματος των γυναικών από άντρες εξουσιαστές. Οι φήμες πως ο προηγούμενος Εισαγγελέας ενδέχεται να δηλητηριάστηκε, ενισχύουν με χιτσκοκικό σασπένς το κλίμα αγωνίας, που χτίζεται σταδιακά, από την τοποθέτηση ποντικοφάρμακου στο σπίτι του Εμρέ.

Η σαθρότητα του υπεδάφους εμπλέκει και το σουρεαλιστικό στοιχείο με τις τρύπες, που συχνά συναντάμε στο σινεμά του Ταϊφούν Πιρσελίμογλου, που διαχειρίζεται επίσης το πολιτικό στοιχείο μέσα από την ασάφεια και τα υπονοούμενα.

Τέλος, η ατμοσφαιρική πρωτότυπη μουσική του Γερμανού συνθέτη Στέφαν Γουίλ εντείνει το κλίμα μυστηρίου, στις σκηνές όπου ο πρωταγωνιστής διασχίζει την έρημο με το αμάξι του, συνδέοντας το αποξενωμένο σεληνιακό τοπίο, με τη μοναξιά ενός πρωταγωνιστή υπό διωγμό, σε μόνιμη απειλή.

* Η Ιφιγένεια Καλαντζή, θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου, [email protected]

INFO

Το ντοκιμαντέρ «Βόρεια Εύβοια: Το Σχέδιο», (Νέλλη Ψαρρού- Ιωάννη Λαζάρου), θα προβληθεί με ελεύθερη είσοδο στο στέκι «Παίρνω Αμπάριζα» (Γαλακήδων 11 κ Λυσίου, Γαλάτσι). Κυριακή 5/2/2023 στις 19:00 το 1ο μέρος «8 δέκατα και αναφορά» και Κυριακή 12/2/2023 στις 19:00 το 2ο μέρος «Πάρτυ Συνεργείων». Μετά την προβολή του 2ου μέρους θα ακολουθήσει συζήτηση με τους συντελεστές.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!